Πώς έχουν δει οι Άγγλοι την Ιθάκη – Του Π.Γ. Καλλίνικου | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Τρ, Ιουλ 11th, 2017

Πώς έχουν δει οι Άγγλοι την Ιθάκη – Του Π.Γ. Καλλίνικου

CARTWRIGHT Vathy Ithaki


«Αλλ’ άγε τοι δείξω Ιθάκης έδος, όφρα πεποίθης».
«… ού τοι εγώ γε
ής γαίης γλυκερώτερον άλλο ιδέσθαι…»
(ΟΔΥΣΣΕΙΑ, Ν 344 και Ι 27-8)

Οι Άγγλοι, λαός ναυτικός, λαός ταξιδιωτών, δεν ήταν βέβαια δυνατόν να μην προσέξουν και την Ιθάκη. Δεν εννοούμε μόνο την ομηρική. Αυτή καταυγάζει κάθε πολιτισμένη ψυχή. Αυτή ανήκει στη χορεία των αθάνατων ιδεών, των αιώνιων συμβόλων. Εννοούμε και τη μεταγενέστερη και τη σύγχρονη Ιθάκη, έστω κι αν αφορμή στην εξερεύνησή της έδωσε η αίγλη της ομηρικής. Έτσι πολλά είναι τα βιβλία που Άγγλοι έχουν γράψει για την πατρίδα του ποντοπλάνητου Οδυσσέα και απειρία εκείνα που αναφέρονται και σ’ αυτή.

Από μερικά από τα έργα αυτά, όσα έτυχε να μου είναι πιο προσιτά, θα σταχυολογήσω και θα παραθέσω εδώ σε μετάφραση τα πιο χαρακτηριστικά χωρία – χαρακτηριστικά δηλαδή για την Ιθάκη και τους κατοίκους της.

Οι πρώτοι Άγγλοι που γνώρισαν την Ιθάκη θα ήταν ασφαλώς μισθοφόροι του Βυζαντίου ή σταυροφόροι πηγαίνοντας στους Άγιους Τόπους. Ακολούθησαν ναυτικοί και έμποροι και – από το 18ο κυρίως αιώνα κι εδώ – αρχαιολόγοι, αρχαιοκάπηλοι, κληρικοί, επιστήμονες και περιηγητές κάθε λογής. Το 19ο αιώνα, που τα μισά του χρόνια συμπίπτουν με την αγγλική κατοχή των νησιών του Ιονίου, επόμενο ήταν να τονωθεί το ενδιαφέρον των Άγγλων για τα Επτάνησα και φυσικά και για την Ιθάκη. Διοικητικοί υπάλληλοι, πολιτικοί, στρατιωτικοί, γιατροί, ποιητές και καλλιτέχνες, εκκεντρικοί και άλλοι περνούν σε ατέλειωτη σειρά από το νησάκι του Ιονίου με την τρισχιλιόχρονη ιστορία, οι περισσότεροι με την Οδύσσεια στην τσέπη. Αναδιφούν την ιστορία της Ιθάκης και του λαού της, τα οικονομικά της, τη γεωγραφία, τη γεωλογία, την αρχαιολογία της, χαίρονται τις φυσικές της ομορφιές, ονειροπαίρνονται από το θεσπέσιο θρύλο της και μας κληροδοτούν αξιόλογα συγγράμματα με χρήσιμες στατιστικές πληροφορίες και, που και που, ωραίες ζωντανές περιγραφές.

Στο χρονικό του Αββά Βενέδικτου του Πητερμπόρω1 (πέθανε στα 1194) η Ιθάκη αναφέρεται με το μεσαιωνικό της όνομα Fale de Compar, Κοιλάδα του Κουμπάρου. Με το όνομα αυτό, Vale di Compare, πρώτος αναφέρει την Ιθάκη ο Γενοβέζος χρονογράφος Caffaro2, κάπου εκατό χρόνια πρωτύτερα. Αργότερα η Ιθάκη απαντάται – και σε συγγράμματα και σε χάρτες – με το άλλο της κάπως μεταγενέστερο και προφανώς φραγκικής επίσης επινοήσεως όνομα Cefalonia Piccola, Petite Cephalonie, ακόμα και Anticefalonia, κατά το Αντικύθηρα, Αντίπαρος κλπ. Με το πέρασμα του χρόνου όμως επικρατούν λίγο – λίγο οι διάφορες παραλλαγές της ιστορικής της ονομασίας – Theaki κλπ., δηλαδή Θιάκι (ουδ.), όπως λέγεται και σήμερα στην κοινή και όπως βέβαια θα λεγόταν και στα χρόνια των φράγκικων «πορτολάνων» (ναυτικών χαρτών) από τους κατοίκους του, λίγους ή πολλούς, και τους κατοίκους των ολόγυρα νησιών και των απέναντι ακτών. Με παραλλαγή του ίδιου ονόματος – «Θακού» απαντάται σε έργο του Άραβα γεωγράφου Εδριστή ή Εντρισή, που λέγεται επίσης Ιδρισή ή Ιντρισή (δωδέκατος αιώνας)3.

Το χρονικό του Αββά Βενέδικτου μνημονεύει την Ιθάκη στο μέρος εκείνο όπου γίνεται λόγος για την επιστροφή του βασιλιά της Γαλλίας Φιλίππου Αυγούστου από τους Άγιους Τόπους (1191) και τη χαρακτηρίζει ως ένα από τα σημαντικότερα νησιά των ελληνικών θαλασσών, προσθέτει δε την εσφαλμένη πληροφορία πως στην Ιθάκη (Fale de Compar) σωζόταν ακόμα μια μικρή αλλά εγκαταλειμμένη πόλη που είχε ιδρύσει ο Ροβέρτος Γουϊσκάρδος, ο οποίος -όπως λέει- πέθανε στην πόλη αυτή κι έμεινε μάλιστα εκεί θαμμένος για πολύ καιρό… Είναι πρόδηλο πως ο χρονογράφος μετατοπίζει στην Ιθάκη το Φισκάρδο (Γουϊσκάρδο) της γειτονικής Κεφαλονιάς.

Στα 1675 περνά από την Ιθάκη ο Άγγλος Τζώρτζ Wheler με το φίλο του δόκτορα Σπον («από τη Λυώνα» της Γαλλίας). Ξεκινώντας από τη Βενετία, οι δυο αυτοί ανθρωπιστές, γυρίζουν μαζί πολλούς ελληνικούς τόπους. Καρπός των περιπλανήσεών τους είναι το έργο «Ταξίδι στην Ελλάδα»4, που τυπώνεται στο Λονδίνο το 1682 και αποτελεί πολύτιμη πηγή για την ιστορία του ελληνικού έθνους. Ο Wheler και ο Σπον, ανήσυχα πνεύματα, ενδιαφέρονται για όλα. Η περιέργειά τους δεν έχει όρια. Καταγράφουν λεπτομερέστατα εντυπώσεις και παρατηρήσεις για το καθετί. Παραπλέουν τη Δαλματία και τ’ αλβανικά παράλια, προσεγγίζοντας σε διάφορα λιμάνια. Κοντά στο Σάσωνα απαντούν ένα πλοίο που στην αρχή το νομίζουν πειρατικό, για να διαπιστώσουν όμως σε λίγο πως δεν είναι παρά ένα κεφαλονίτικο μπάρκο με λάδι και τυρί για τη Βενετία. Αφήνουν αριστερά τη Χειμάρρα, πιάνουν στην Κέρκυρα, την οποία και μας περιγράφουν, κατεβαίνουν στην Κεφαλονιά και απ’ εκεί διαπεραιώνονται στην Ιθάκη, όπου χάνονται μέσα στους μαιάνδρους της ομηρικής τοπογραφίας. Αξίζει να παραθέσουμε ολόκληρη τη σχετική περικοπή:

«Απέναντι από την Πεσκάρδα [γράφε Φισκάρδο] βρίσκεται το νησί Θιάκι, που χωρίζεται απ’ αυτή μόνο μ’ ένα κανάλι τρία ή τέσσερα μίλια πλατύ. Γι’ αυτό το λόγο μερικοί λένε το Θιάκι Μικρή Κεφαλονιά. Η ομοιότητα του ονόματός του με το όνομα της Ιθάκης συνέβαλε, ώστε να το εκλάβουν για την τελευταία, ένα από τα σημαντικότερα νησιά του Βασιλείου του Οδυσσέα. Μ’ αυτήν το ταυτίζει και ο Σανσόν και ο Σοφιανός. Ενδέχεται όμως να κάνουν λάθος. Γιατί ο Στράβωνας, μιλώντας για την Ιθάκη, λέει πως ο γύρος της είναι δεν είναι ογδόντα στάδια, δηλαδή κάπου δέκα ιταλικά μίλια. Γι’ αυτό, λοιπόν, η Ιθάκη είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα άλλο μικρονήσι εφτά ή οκτώ περίπου μίλια απ’ εδώ, που εξακολουθεί να λέγεται Ιθάκη [τη συγχέει με την Άτοκο], πολύ πιο μικρό από τούτο [εννοεί το Θιάκι], που στην αρχαιότητα νομίζω πως το έλεγαν Δουλίχιο, γιατί από το ανατολικό του μέρος έχει ένα λιμάνι και τα ερείπια μιας πόλεως που ως τα σήμερα λέγεται Δολίχια [Dolichia], ακριβώς δηλαδή όπως λεγόταν και στον καιρό του Στράβωνα, κατά πως ο ίδιος μας πληροφορεί – μαρτυρία που για μένα είναι αρκετή, αν και ο Στράβωνας φαίνεται να υποστηρίζει την άποψη εκείνων που πιστεύουν πως η Ιθάκη είναι το Θιάκι. Δεν αποκλείεται όμως ο Στράβωνας να μη γνώριζε την ακριβή θέση του νησιού, αφού τ’ αρχαία τοπωνύμια είχαν αλλάξει στον καιρό του. Γιατί, τέλος, αν κοιτάξουμε να δούμε τι είπε ο Όμηρος γι’ αυτό, θα διαπιστώσουμε πως το Δουλίχιο δεν ήταν κανένα από τα νησιά των Εχινάδων, όπως συμπέραναν αργότερα οι γεωγράφοι. Πάντως πρόκειται για δυσεπίλυτο πρόβλημα».

Και προσθέτουν πιο χρήσιμες για μας πληροφορίες:

«Δυο αγγλικά καράβια πηγαίνουν κάθε χρόνο σ’ αυτό το Θιάκι και φορτώνουν σταφίδα. Το νησί το έχουν καλλιεργημένο οι κάτοικοί του, που τώρα έχουν συγκεντρωθεί σε τρία χωριά – την Onoi [γράφε Ανωγή], το Βαθύ και την Oxia [γράφε Εξωγή]. Μέσα σ’ ένα δάσος βρίσκονται τα ερείπια αρχαίου κάστρου, που οι νησιώτες σας λένε πως είναι τα ανάκτορα του Οδυσσέα. Όσο για το νησί Ithaca [γράφε Άτοκος] είναι ερημονήσι και οι κάτοικοι του Θιακιού πηγαίνουν και το σπέρνουν την κατάλληλη εποχή».

Η σύγχυση που κάνουν ανάμεσα στα δυο νησιά Ιθάκη και Άτοκος οφείλεται στην ηχητική συγγένεια των μορφών It(h)aca και Atoco.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η πληροφορία για τη σταφίδα. Η σταφίδα στάθηκε για πολλά χρόνια ένα από τα κύρια εξαγωγικά προϊόντα της Ιθάκης. Ένα άλλο ήταν τα βαλανίδια. Οι μόνες βαλανιδιές5 που απομένουν στην Ιθάκη είναι οι βαλανιδιές του Αφεντικού Λόγγου, στην απότομη πλαγιά αποπάνω από το ρημαγμένο σήμερα Περαχώρι και διάφορες μικροσυστάδες (στις θέσεις Παναγιά και Παναγούλα, έξαφνα, του Κιονιού) σε πολλά μέρη του νησιού, ευτελή προφανώς υπολείμματα δάσους που σκέπαζε άλλοτε ολόκληρο ίσως το νησί. Όσο για τη σταφίδα κι αυτή δυστυχώς ανήκει στο παρελθόν. Με την ανάπτυξη της ναυτιλίας και την ενίσχυση του μεταναστευτικού ρεύματος (πρώτα προς το Δούναβη, την Πόλη και τη Μαύρη Θάλασσα γενικά, και από την αρχή του αιώνα6 μας στην Αμερική, την Αυστραλία, τη Νότιο Αφρική) και της αστυφιλίας (Πάτρα, Αθήνα), οι σταφιδοφυτείες εγκαταλείφθηκαν και τώρα δεν μένουν πια παρά μισογκρεμισμένα ή λογγωμένα σάδια, πεζούλες, με χαρακτηριστικά τοπωνύμια -Παλιάμπελο, Παλιοσταφίδα κλπ.- όπου όμως και οι παλιότεροι ακόμα δε θυμούνται ούτε κληματόβεργα.

Το Βαθύ πρέπει να ήταν το νεώτερο από τα τρία χωριά της Ιθάκης που αναφέρει ο Wheler. Τα δυο άλλα -η Ανωγή και η Εξωγή- σκαρφαλωμένα με δυσπρόσιτα βουνά θα υπήρχαν και στα παλιά τα χρόνια, όταν οι πειρατές λυμαίνονταν το Ιόνιο. Το Βαθύ, το χωριουδάκι που αναφέρει ο Wheler, θα είχε αρχίσει να χτίζεται, γύρω στο περίκλειστο λιμάνι του, στις αρχές του 17ου αιώνα, για να εξελιχθεί στην κομψή πολιτειούλα με τα ωραία σπίτια και τα ευαγή ιδρύματα, καμάρι της Επτανήσου, που κατέστρεψαν οι σεισμοί του περασμένου Αυγούστου.

Αλλά ας συνεχίσουμε.

Στα 1806 επισκέφτηκαν την Ιθάκη δυο σημαίνοντες Άγγλοι – ο γεωγράφος και αρχαιοδίφης William Gell και ο ευρύτερα γνωστός στο πανελλήνιο συνταγματάρχης Leake.

thea apo th moni ton KatharonΘέα από την Μονή των Καθαρών

apopsi apo to ypsoma MavronaΆποψη από το ύψωμα Μαυρωνά

thea apo th moni arxaggelouΘέα από τη Μονή του Αρχαγγέλου

apopsi apo thn kotyfh tou orous AetosΆποψη από την κορυφή του όρους Αητός

Ο πρώτος αφιερώνει ολόκληρο βιβλίο στην Ιθάκη (δημοσιεύτηκε στα 1807) με τον τίτλο «Η γεωγραφία και οι αρχαιότητες της Ιθάκης». Το εμπεριστατωμένο κείμενο το συνοδεύουν λεπτομερείς χάρτες και θαυμάσιες λιθογραφίες των πιο αξιοθέατων (χωριών, λιμανιών, πανοραμάτων) του νησιού. Το έργο αυτό, όσο λανθασμένα κι αν είναι ορισμένα αρχαιολογικά και τοπογραφικά συμπεράσματα του συγγραφέα, είναι πραγματικά μνημειώδες για την Ιθάκη και αποτελεί απαραίτητο βοήθημα στρατιάς ολόκληρης κατοπινών περιηγητών και μελετητών του θρυλικού νησιού.

Σκορπισμένες ανάμεσα στις τοπογραφικές και αρχαιολογικές παρατηρήσεις του συγγραφέα υπάρχουν, στο βιβλίο αυτό, κι ένα σωρό πληροφορίες που αναφέρονται στην προεπαναστατική Ιθάκη. Το Βαθύ, που ο Wheler χαρακτηρίζει χωριό, έχει πια διαμορφωθεί σε νοικοκυρεμένη πολιτεία. «Η πόλη του Βαθιού», γράφει ο Gell, «κείται κοντά στο λιμάνι και απλώνεται κατά μήκος της ανατολικής και μέρους της νότιας και βόρειας πλευράς του λιμανιού. Αν και όχι μεγάλη, έχει όμως αρκετό πληθυσμό, και ο δρόμος όπου βρίσκεται το σπίτι του Πρύτανη7 και άλλα δημόσια κτίρια, προσέλαβε τελευταία όψη κανονική». Και ακολουθεί μια πληροφορία που δίνει τραγική επικαιρότητα στην αφήγηση του Άγγλου αρχαιοδίφη.

«Οι συχνοί σεισμοί», λέει, «υπαγόρευσαν την ανάγκη τα καμπαναριά των εκκλησιών να χτίζονται σε κάποια απόσταση από τους ναούς, ώστε ενδεχόμενη πτώση τους να μη συνεπάγεται κι εκείνων την καταστροφή». «Ο πληθυσμός του νησιού», γράφει παρακάτω, «ανέρχεται, κατά τους μετριότερους υπολογισμούς, σε 8.000, κι απ’ αυτούς οι 2.000 ζουν στην πόλη». Του κάνει εντύπωση η ναυτική επίδοση της Ιθάκης. Επειδή όμως βλέπει τα πάντα με τα ματογυάλια του αρχαιοδίφη, ανατρέχει και πάλι στον όμηρο.

«Διατυπώθηκε ο ισχυρισμός στη Β. Ευρώπη», γράφει, «πως επειδή η Ιθάκη είναι ένας πάρα πολύ μικρός βράχος, αποκλείεται να διέθετε στόλο που θα εξασφάλιζε στο βασιλιά της Οδυσσέα το σεβασμό των γειτονικών νησιών. Κι όμως, χάρη στην απαράμιλλη τελειότητα του λιμανιού της, η Ιθάκη μπόρεσε ν’ αποκτήσει στα χρόνια μας στόλο από πενήντα πλοία κάθε λογής, που εμπορεύονται σ’ όλη τη Μεσόγειο κι από τα οποία τέσσερα και μόνο θα ήταν αρκετά για να μεταφέρουν στην Ασία όλο το εκστρατευτικό σώμα του Οδυσσέα». «Η ναυτική αυτή επίδοση του Θιακιού», προσθέτει, «συνέβαλε, ώστε να παραμεληθεί η γεωργία του τόπου. Το πρόβλημα όμως λύθηκε κάπως», γράφει, «με την πρόσληψη στα θιακά καράβια Ναπολιτάνων ναυτών».

Για τη γεωργική παραγωγή παρατηρεί: «Το Θιάκι κάνει αρκετό σιτάρι για την αντιμετώπιση των αναγκών του τριών ή τεσσάρων μηνών μόνο. Γίνεται όμως εξαγωγή λαδιού και περισσεύουν 500.000 λίτρες περίπου εξαιρετικής σταφίδας, που Άγγλοι έμποροι διέθεταν άλλοτε στην αγορά του Λονδίνου». Μια άλλη κωμόπολη έχει πια διαμορφωθεί στο βόρειο τμήμα του νησιού, το Κιόνι, που η θεομηνία του περασμένου Αυγούστου το κατέστρεψε κατά 80%. Από ένα ύψωμα (το Μύλο του Μπαούτη), όπου είχε ανεβεί από το ιστορικό μοναστήρι του Μαυρωνά, απολαμβάνει την ωραία θέα – το καταπράσινο Κιόνι με τη γαλάζια αχιβάδα του λιμανιού του και στο βάθος του ορίζοντα ο επιβλητικός όγκος της Λευκάδας, το Μεγανήσι, ο Κάλαμος, τ’ Ακαρνανικά βουνά, οι Εχινάδες… «Αφού μείναμε εκεί κάμποση ώρα κατεβήκαμε στην κωμόπολη του Κιονιού, που μεγαλώνει από τη μια μέρα στην άλλη με την προσθήκη οικογενειών από την πόλη (sic) της Ανωγής, ψηλά στο βουνό… Μια νέα εκκλησιά χτίζεται τώρα στο Κιόνι κι ένα πλοίο που φορτώνει λάδι δίνει κάποια ζωή και κίνηση στην προκυμαία».

Ithaki

Το τετράτομο έργο του συνταγματάρχη William Martin Leake «Ταξίδια στη Βόρεια Ελλάδα» δημοσιεύτηκε στα 1835, ο Leake όμως είχε περάσει από την Ιθάκη την ίδια ακριβώς χρονιά με τον Gell. Το πρώτο κεφάλαιο του τρίτου τόμου του περίφημου αυτού έργου του Leake, περίφημου για το φως που ρίχνει στη γύρω από το Εικοσιένα Ελλάδα, αναφέρεται στη Λευκάδα, την Ιθάκη και την Κεφαλονιά.

Ξεκινά από την Κέρκυρα στις 9 Σεπτεμβρίου 1806, και φτάνει στην Ιθάκη στις 15. «Μην έχοντας δει ποτέ υποφερτό χάρτη της Ιθάκης, στάθηκε πολύ ευχάριστη η έκπληξή μου όταν, μπαίνοντας στον υπέροχο Κόλπο του Μώλου [εννοεί τον Κόλπο του Αϊτού] σήμερα τα ξημερώματα, είδα προς τα δεξιά να υψώνεται κάθετο σχεδόν το βουνό της Ανωγής, που μια κι είναι το μεγαλύτερο του νησιού δε θα δυσκολευόμαστε να το ταυτίζουμε με τον Νήριτο του ποιητή». Όπως και ο Gell, ανεβάζει κι ο Leake τον πληθυσμό της Ιθάκης σε 8.000. Σπεύδει όμως να προσθέσει: «Απ’ αυτούς οι 1.200 λείπουν και είναι είτε έμποροι, κυρίως στην Κωνσταντινούπολη, όπου εισάγουν δημητριακά και μεταλλεύματα σιδήρου από τη Μαύρη Θάλασσα, είτε ναυτικοί μπαρκάδοι στα πλοία του νησιού, που ανήκουν στους ίδιους αυτούς εμπόρους. Οι περισσότεροι εξασκούν και τα δύο επαγγέλματα. Σε Ιθακήσιους ανήκουν πενήντα καράβια επανδρωμένα με πληρώματα ιθακησιακά. Υπάρχουν επίσης ισάριθμα καΐκια για το εμπόριο με τα γειτονικά νησιά και τις απέναντι ακτές. Καμμιά εικοσαριά από τα καράβια ναυπηγήθηκαν στην ίδια την Ιθάκη».

Η πληροφορία αυτή για το ναυτικό της Ιθάκης συμφωνεί με τα πορίσματα της σχετικής μελέτης του ναυάρχου Αλ. Γ. Παΐζη (βλ. Ημερολόγιο Ιθάκης, 1928), η οποία όμως βασίζεται σε άλλες πηγές. Πάντως αναμφισβήτητο είναι πως το ιστιοφόρο ναυτικό της Ιθάκης είχε φτάσει στην ακμή του στα χρόνια της Επτανήσου Πολιτείας (1799-1807) και τις πρώτες δεκαετίες της Αγγλοκρατίας, κρατήθηκε σε σφριγηλό ως το τέλος του 19ου αιώνα.

Δεν παραλείπει και ο Leake να επισκεφτεί τ’ αξιοθέατα του νησιού. Ιδού πως περιγράφει την πηγή του Περαπηγαδιού, την οποία ταυτίζουν συνήθως με την Αρέθουσα του Ομήρου: «… Στην εποχή των βροχών ένας χείμαρρος γκρεμίζεται σαν καταρράχτης από το βράχο κι έπειτα από τα ριζά του βράχου κυλάει ορμητικά ανάμεσα από πλαγιές όπου θρασομανά το κλήμα, το σιτάρι και η συκιά… Έχουμε βάσιμους λόγους να πιστεύουμε πως η πηγή αυτή είναι η Αρέθουσα του Ομήρου και πως ο αποπάνω της κρημνός είναι ο Βράχος του Κόρακα [«Κόρακος πέτρη»], που είχε υπόψη του ο ποιητής, όταν περιέγραφε το χοιροστάσι του Εύμαιου… Κοντά στην πηγή βρίσκεται και άλλη, μικρότερη σπηλιά με νερό. Στην κατηφοριά ο χείμαρρος εξακολουθεί να κατρακυλά προς τη θάλασσα, ακολουθώντας τη βαθειά κοίτη που έχει ανοίξει στην ασβεστόπετρα του φαραγγιού, κοίτη που τη σκεπάζουν σκίνοι και λυγαριές, μυρτιές και πρινάρια, όπως και τα γύρω υψώματα. Το τοπίο της Αρέθουσας και του Κόρακα είναι πολύ ωραίο όχι μόνο καθ’ εαυτό, αλλά και σε συνάρτηση με το πανόραμα των Εχινάδων και των ακτών της Αιτωλοακαρνανίας, έτσι καθώς το βλέπουμε ανάμεσα από την πληθωρική βλάστηση της απότομης πλαγιάς».

CARTWRIGHT Vathy Ithaki

Του τοπίου αυτού φιλοτέχνησε ωραία χρωμολιθογραφία ο Άγγλος Cartwright. Στον ίδιο οφείλεται και μια θαυμάσια χρωμολιθογραφία του Βαθιού. Οι δυο αυτές χρωμολιθογραφίες, μαζί με άλλες οχτώ των γειτονικών νησιών, δημοσιεύτηκαν σε λεύκωμα το 18218.

800px-Port_Bathy_and_Capital_of_Ithaca

Στο σημείο αυτό επιβάλλεται ν’ αναφέρουμε και μερικούς άλλους Βρεταννούς λιθογράφους της Ιθάκης – τον Dodwell (1820), το ρομαντικό υπολοχαγό Allen (1839) και τον ιδιότυπο Έντουαρτ Λήαρ (1863), που το πέρασμά του από τα Επτάνησα αποτελούσε ως προχτές ακομα ζωντανή ανάμνηση.

harbour-and-town-of-vathy-ithaca

Ο Λήαρ αυτός, σ’ ένα γράμμα του προς την αδελφή του Άννα (του 1848, νομίζω), μιλά μ’ ενθουσιασμό για την Ιθάκη. «Το Βασίλειο του Οδυσσέα», της γράφει, «είναι ένα μικρό και χαριτωμένα γαλήνιο νησί. Το χαίρομαι… Το απόγιομα πήγαμε στην πηγή της Αρέθουσας… Σκαρφάλωσα στην ερειπωμένη ακρόπολη του οδυσσειακού άστεως – τεράστια κυκλώπεια τείχη… αδιάψευστα τεκμήρια της δόξας της αρχαίας Ιθάκης».

Ας γυρίσουμε όμως στα μεθοδικά κείμενα.

Στα 1820 κυκλοφορεί το δίτομο έργο του H. W. Williams «Ταξίδια στην Ιταλία, την Ελλάδα και τα Ιόνια Νησιά». Ένα κεφάλαιο του δεύτερου τόμου είναι αφιερωμένο στην Ιθάκη, που την είχε γνωρίσει από κοντά τρία χρόνια πριν. «Τα πάντα σ’ αυτό το νησί», γράφει, «ανάγονται στον Οδυσσέα». Περιγράφει το Βαθύ, τα «ανάκτορα» του Οδυσσέα, την Αρέθουσα και την Πέτρα του Κόρακα, τη Σχολή του Ομήρου το βορεινό τμήμα του νησιού, και άλλα – και απ’ όπου περάσει σπένδει, προφανώς, στο Διόνυσο. Τρελαίνεται για τα κρασιά της Ιθάκης. «Είναι», γράφει, «τα καλύτερα της Επτανήσου, ίσως κι όλης της Ελλάδας. Το υπέροχο κόκκινο θιακό κρασί είναι ανώτερο κι από το κρασί της Τενέδου, με το οποίο μοιάζει περισσότερο».

Σε παράρτημα του ίδιου τόμου ο Williams παραθέτει επίσημα (δηλ. των βρετανικών αρχών) στατιστικά αρχεία για την Ιθάκη του 1816. Ιδού μερικά: Πληθυσμός: άντρες 4.172, γυναίκες 3.915 (αναλογίες που έχουν πια αντιστραφεί από καιρό). Κτίρια: 2.206. Ναυτικοί σε θιακά πλοία 410, σε ξένα 250.

Ionian-Isles-by-William-Goodison

Δυο χρόνια αργότερα τυπώνεται στο Λονδίνο μια ιστορική και τοπογραφική πραγματεία του William Goodisson9 για την Κέρκυρα, τη Λευκάδα, την Κεφαλονιά, την Ιθάκη και τη Ζάκυνθο. Κοντά στη Λεύκη, το γραφικό χωριό απέναντι από την Έρισο της Κεφαλονιάς, που το γκρέμισαν συθέμελα οι τελευταίοι σεισμοί, «στις υπώρειες του Νήριτου», περιγράφει ο Goodisson, βρίσκονται μαζεμένοι κάτι τεράστιοι ογκόλιθοι, μετέωροι -λέτε- πάνω από το δρόμο, που δίνουν μεγαλοπρέπεια στο τοπίο». Οι βράχοι ακριβώς αυτοί στάθηκαν με τους σεισμούς του Αυγούστου άσπονδοι εχθροί της Λεύκης… Το Βαθύ (ο πληθυσμός του έχει πια φτάσει τις 2.250) κάνει καλή εντύπωση στον Goodisson. Είναι τόσο καθαρό και το κλίμα του τόσο υγιεινό. Και για τους Θιακούς έχει να πει καλά λόγια: «Μολονότι λίγοι είναι πλούσιοι, τόσο όμως απέχουν όλοι από την ένδεια που η ζητιανιά είναι άγνωστη μεταξύ τους». Η ευημερία των Θιακών οφείλεται, κατά τον Goodisson, στην απασχόλησή τους με τη θάλασσα. Το ένα τρίτο των αρρένων που είναι σε θέση να δουλέψουν, μας πληροφορεί, ήταν τον Απρίλιο του 1819 «μπαρκάδο» («afloat»)… Στην έφεση όμως των Θιακών προς τη θάλασσα, προσθέτει, πρέπει ν’ αναζητήσουμε την εξήγηση και ενός κακού – του κακού της μεταναστεύσεως.

Του αρέσει ιδιαίτερα η Β. Ιθάκη. «Παραπλέοντας την ανατολική ακτή διακρίνουμε στο μυχό ενός μικρού λιμανιού το χαριτωμένο χωριουδάκι του Κιονιού. Το ζωηρό πράσινο των πορτοκαλόδεντρων και των λεμονόδεντρων έρχεται σε χτυπητή και ευχάριστη αντίθεση προς την πλαγιά του βουνού, που υψώνεται στο βάθος – του γέρο-Νήριτου, που ορθώνεται πάνω από το χωριό μ’ όλη τη μεγαλοπρέπεια της ηλικίας του. Μάταια όμως αναζητάμε με το βλέμμα τα δάση με τα τρεμάμενα φύλλα, για να δικαιολογηθεί το επίθετο «εινοσίφυλλον», με το οποίο τόσο επίμονα το στολίζει ο ποιητής. Το πέρασμα τριάντα σχεδόν αιώνων του αφαίρεσε τα σγουρά του μαλλιά και δεν απομένει παρά η γκρίζα ασβεστόπετρα ανάμεσα από την αραιή βλάστηση του ηλιοκαμμένου μετώπου του».

Στα 1842 δημοσιεύονται δυο αξιολογότατα έργα για τα Επτάνησα – οι «Σημειώσεις και παρατηρήσεις για τα Ιόνια Νησιά και τη Μάλτα», του γιατρού Τζων Davy, σε δυο τόμους, και το επίσης δίτομο ταξιδιωτικό ημερολόγιο του William Mure.

Ο Davy μελέτησε τα νησιά απ’ όλες τους τις πλευρές – ιστορική, γεωλογική, γεωργική, κλιματολογική, διοικητική, εμπορική, εκπαιδευτική κλπ. Ακόμα και στους σεισμούς των νησιών, την προαιώνια αυτή μάστιγα, αφιερώνει ένα κεφάλαιο. Η Ζάκυνθος και η Λευκάδα, μας πληροφορεί, είναι τα πιο σεισμοπαθή νησιά του Ιονίου. Ακολουθεί η Κεφαλονιά, η Κέρκυρα και τα Κύθηρα, και τελευταία έρχεται η Ιθάκη. Από τις πόλεις των νησιών προτιμά τη Ζάκυνθο, αλλά και το Βαθύ το βρίσκει ωραίο, έτσι καθώς συνδυάζει το τέλειο λιμάνι με τη νοικοκυρεμένη πολιτειούλα. «Από τη μια μεριά πλοία αραγμένα κοντά στα σπίτια με τα φλοκομπάστουνά τους μπηγμένα, λέτε, στον παραλιακό δρόμο, κι από την άλλη η τερπνή αντίθεση των αμπελιών και των περιβολιών, που πλημμυρίζουν τις εσοχές του λιμανιού, χαρακτηριστικά αντικαθρεφτίσματα και τα δυό της ιδιοσυγκρασίας και των προτιμήσεων των ντόπιων, οι περισσότεροι από τους οποίους ως τα τριάντα ή τα σαράντα τους χρόνια είναι ναυτικοί κι έπειτα ρίχνονται στην καλλιέργεια των μικρών χωραφιών που αγόρασαν με τις οικονομίες τους».

Ο Mure, από το άλλο μέρος, διαπιστώνει πως στην Ιθάκη «οι στοχασμοί μας στρέφονται γύρω από την ηρωική εποχή. Κάθε λόφος, κάθε βράχος, κάθε πηγή και κάθε λιοστάσι αναδίδουν Όμηρο και Οδύσσεια». Δε λησμονεί όμως και τη συγκαιρινή του πραγματικότητα. Κάπως απλοϊκά υπογραμμίζει την ελληνικότητα των Ιθακησίων (αυτό δα μας έλειπε!) και σπεύδει να προσθέσει πως η προσωπική τους εμφάνιση συνηγορεί υπέρ της γνώμης του αυτής. «Οι γυναίκες μάλιστα», γράφει, «με τα κανονικά τους χαρακτηριστικά και τα σπινθηροβόλα μαύρα τους μάτια, μου φάνηκαν ομορφότερες από τις γυναίκες κάθε άλλου ελληνικού τόπου». Του κάνει εντύπωση το Βαθύ «με την ολοφάνερη εμπορική κίνηση του λιμανιού του». Εκεί μέτρησε «μια ντουζίνα περίπου δικάταρτα καράβια…, χώρια η απειρία των κάθε λογής μικρότερων άλλων σκαφών». Και τον βεβαίωσαν πως το λιμάνι ήταν τότε σχετικά άδειο! Βουτηγμένος καθώς είναι στον Όμηρο, συγκρίνει κι αυτός τη ναυτική δύναμη της Ιθάκης της εποχής του με τα δώδεκα πλοία που κινητοποίησε ο Οδυσσέας στην εκστρατεία κατά της Τροίας απ’ όλο το κεφαλληνιακό νησιωτικό συγκρότημά του. «Πρέπει να ομολογήσουμε», συμπεραίνει, «πως το ναυτικό της Ιθάκης δε μειώθηκε από τα χρόνια εκείνα».

Στα 1850 γράφει ένα βιβλιαράκι για την Ιθάκη ο Ferguson Bowen, που το αφιερώνει μάλιστα στο φιλέλληνα και ομηριστή Gladstone. Είναι φανερό πως τόσο τό νησί όσο και οι κάτοικοί του διέθεσαν ευνοϊκά τον Bowen. «Ο πληθυσμός ολόκληρου του νησιού», παρατηρεί, «είναι κάπου 10.000 και αποτελεί το πιο καλά οργανωμένο μέρος του ιονικού λαού. Θα έλεγα μάλιστα πως από λίγες κοινωνίες του κόσμου απουσιάζει τόσο το έγκλημα και η φτώχεια, όσο από την ιθακησιακή. Οι Ιθακήσιοι, θαλασσινοί και μη, είναι εξαιρετικά δραστήριοι. Καλλιεργούν με υπομονή και σύστημα το ελαφρό και λιγοστό χώμα της πατρίδας τους, ενώ ταυτόχρονα κρατούν στα χέρια τους ένα σημαντικό ποσοστό της ακτοπλοϊκής κινήσεως της Ελλάδας και του διαμετακομιστικού εμπορίου της Μεσογείου και του Ευξείνου». Και τι κρίμα, συνεχίζει, που δε στάθηκε δυνατό να πραγματοποιηθεί ο πόθος του ιδρυτή της Ιονίου Ακαδημίας Λόρδου Γκύλφορντ, να εδρεύει δηλαδή το ιονικό αυτό πανεπιστήμιο στην Ιθάκη, μέρος ιδεώδες για ένα τέτοιο πνευματικό κέντρο, έτσι καθώς συνταιριάζει το υγιεινό κλίμα, το ωραίο τοπίο και την απόλυτη απομόνωση.

Αλλά ο Bowen δεν περιορίζεται μόνο στους δικούς του επαίνους για την Ιθάκη και τους κατοίκους της. Παραθέτει και την έγκυρη γνώμη άλλων έγκριτων συμπατριωτών του, όπως του Ch. Wordsworth, από το σχετικό με την Ιθάκη κεφάλαιο του ωραίου για την Ελλάδα βιβλίου του, και του στρατηγού Napier (Ναπιέρου), από το έργο του «Ιόνια Νησιά», όπου, μιλώντας για τους Θιακοκεφαλονίτες, παρατηρεί: «Πνεύμα εμπορικής δραστηριότητας διακρίνει τους σκληραγωγημένους κατοίκους των ορεινών νησιών της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης. Ξεχειλίζουν εύθυμο χιούμορ και ζωτικότητα. Είναι καταπληκτικό το πόσο μοιάζουν σ’ όλα με τους Ιρλανδούς (με τους οποίους, σημειώστε, συγγένευε και ο ίδιος), σ’ όλα εκτός από το πιοτό. Γιατί, μολονότι πίνουν όσο τους τραβά από τα δυνατά κρασιά που με τόση αφθονία παράγουν τα βουνά τους, όμως ο μεθυσμένος ανάμεσά τους είναι σπάνιο φαινόμενο, ενώ οι Ιρλανδοί δεν ξέρουν τι θα πει νηφαλιότητα. Τέτοιοι είναι οι άνθρωποι που μαζί τους πέρασα τα πιο ευχάριστα χρόνια της ζωής μου».

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και το ογκώδες έργο του καθηγητή D. T. Ansted, «Τα Ιόνια Νησιά στα 1863». «Αν η Κέρκυρα είναι η πιο ωραία, η Κεφαλονιά η πιο μεγάλη, η Ζάκυνθος η πιο χαριτωμένη…. η Ιθάκη είναι, χωρίς αμφιβολία, η πιο ρομαντική…». Κι ακολουθούν εξήντα περίπου σελίδες εντυπώσεων και παρατηρήσεων για την Ιθάκη.

Βαφτισμένος στα νάματα του κλασικισμού, δεινός ομηριστής και μεγάλος ομηρολάτρης, ο κορυφαίος του αγγλικού φιλελευθερισμού William Gladstone ασχολείται κι αυτός με την Ιθάκη, την οποία είχε βέβαια επισκεφτεί, όπως και τ’ άλλα νησιά του Ιονίου (1858), για να ενημερώσει τη Βρεταννική Κυβέρνηση (που του είχε άλλωστε αναθέσει την εντολή αυτή) στο φλέγον ζήτημα της Ενώσεως. Έτσι δημοσιεύει τον Οκτώβριο του 1877 («Mac Millan’s Magazine») εμπεριστατωμένη μελέτη για την ομηρική τοπογραφία του νησιωτικού βασιλείου του Οδυσσέα.

Με το Γλάδστωνα δεν τελειώνουν οι Άγγλοι φίλοι της Ιθάκης. Όσοι περνούν απ’ εκεί βρίσκουν ακαταμάχητη τη δύναμη της μαγείας του μικρού νησιού. Το στοιχείο του μύθου και του ονείρου συναρπάζει την ψυχή τους. Ο θυελλώδης Byron, ο μεγάλος αυτός κατακτητής, κατακτάται με τη σειρά του από την Ιθάκη, όπου διαπεραιώνεται τον Αύγουστο του 1823 από τη Σάμη της Κεφαλονιάς μαζί με τον Ιρλανδό τυχοδιώκτη Τρελλώνυ. Του μπαίνει η χιμαιρική ιδέα ν’ αγοράσει την Ιθάκη, να θάψει εκεί τα βιβλία του και να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του στο γοητευτικό της περιβάλλον. Στη Μονή των Καθαρών10 (αν όχι σε μοναστήρι της Κεφαλονιάς, όπως αναφέρουν μερικοί), όπου του κάθονται στα νεύρα οι καλόγεροι με τις ατέλειωτες ψαλμωδίες τους, το γλυκό καλοκαιρινό τοπίο του ξαναφέρνει την ηρεμία στην ψυχή. «Σ’ όλη την Ελλάδα», γυρίζει και λέει στο συνοδό του Τρελλώνυ, «σ’ όλα της τα νησιά, τοπίο έτσι ευχάριστο δεν υπάρχει!».

Τίποτε το παράδοξο, λοιπόν, αν η πρόσφατη ολοκληρωτική καταστροφή της Ιθάκης συγκίνησε τόσο πολύ, όχι μόνο την πανελλήνια, αλλά και τη διεθνή κοινή γνώμη.

Σαν υστερόγραφο θα ήθελα να μνημονεύσω και το έργο ενός μεταγενέστερου φίλου της Ιθάκης, του Σερ Rennell Rodd (του αργότερα λόρδου Rennell of Rodd), που είδε το φως στα 1927 με τον τίτλο «Η ομηρική Ιθάκη», δικαίωση της παραδόσεως, όπου απαντά στον ευφάνταστο Νταίρπφελντ, απάντηση, τα επιχειρήματα της οποίας ενισχύθηκαν από τα πορίσματα των μεσοπολεμικών βρεταννικών ανασκαφών στο βόρειο τμήμα του νησιού (βλ. πρόσφατο άρθρο της αρχαιολόγου μις Benton στην «Καθημερινή»).

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Ο Βενέδικτος, Αββάς του Πητερμπόρω της Αγγλίας (Κομητείας Cambridge) από τα 1177 ως τα 1193, οπαδός και θαυμαστής του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου, που έδρασε στην τρίτη Σταυροφορία, είναι κυρίως γνωστός από το χρονικό του για τον παραπάνω Ριχάρδο και τον Ερρίκο ΙΙ, αν και υπάρχουν τώρα ενδείξεις πως το χρονικό που αποδίδεται σ’ αυτόν δεν είναι έργο δικό του, αλλά αντίγραφο που έκαμε ο ίδιος από πρωτότυπο άγνωστου συγγραφέα. Στα χρονικά δυτικών συγγραφέων της περιόδου των σταυροφοριών βρίσκουμε συχνά πληροφορίες ελληνικού ενδιαφέροντος.
2 Γεννήθηκε στο Caschifellone της Γένοβας γύρω στα 1080. Υπήρξε για πολλά χρόνια δραστήριος πολιτικός, διπλωμάτης και σταυροφόρος. Πολέμησε στη Συρία. Από τα 1101 άρχισε να κρατεί ένα είδος ημερολογίου σχετικά με τη διεθνή δράση των συμπατριωτών του Γενοβέζων. Βασικό έργο της ακαταπόνητης ζωής του είναι τα Χρονικά του (Annali), που αναφέρονται κυρίως στους Γενοβέζους προξένους στις χώρες της ανατολικής Μεσογείου και στη συμμετοχή των Γενοβέζων στην πρώτη σταυροφορία. Περισσότερο για μας ενδιαφέρον παρουσιάζει το έργο του Το βιβλίο της απελευθερώσεως των πόλεων της Ανατολής. Ο Κάφαρο αναφέρεται στην Ιθάκη (Val di Compare) εκεί που κάνει λόγο για το στόλο που έστειλε ο Αλέξιος Κομνηνός για να καταδιώξει τους Σταυροφόρους (1104).
3 Βλ. Jaubert, Pierre A.E.P., Geographie d’ Edrisi, traduite de l’ arabe en francais…et accompagnee de notes par P.A. Jaubert (vols. 5, 6 της σειράς «Recueil de voyages» της γαλλικής Societe de Geographie), Paris, 1824. Στο έργο αυτό το τοπωνύμια αποδίδονται από τον αραβομαθή μεταφραστή φωνητικά, όπως όμως θα τα διάβαζε ένας Γάλλος. Ο Εντρισή τα γράφει όπως τα έπαιρνε το αυτί του. Την Πρέβεζα την λέει Μπέντεζα, τη Χιμάρα Τζουμάρα, τη Ναύπακτο Νάμπακτα, τον Αυλώνα Λαμπλόνα, τους Κορφούς Κορφός, τη Ζάκυνθος Τζάτζιτο και πάει λέγοντας. Την ονομασία της Ιθάκης («Θακού»), ο Ζωμπέρ την παραθέτει σε παρένθεση και αραβικά, σαν να μην είναι σίγουρος οτι αποδίδει σωστά την προφορά της λέξεως. Οι εκβαρβαρισμοί των ελληνικών τοπωνυμίων είναι σύνηθες φαινόμενο μεταξύ ξένων συγγραφέων. Τη «Θακού» όμως ο Άραβας γεωγράφος την τοποθετεί πολύ ψηλά. «Κοντά στη Τζουμάρα», γράφει δηλαδή: «σε απόσταση 30 μιλίων (απ’ αυτή) υπάρχει ένα ωραίο και δασωμένο νησί, όπου και λιμάνι και που ονομάζεται Θακού». Το λιμάνι είναι προφανώς στο Βαθύ, αλλά τι δουλειά έχει η Ιθάκη κοντά στη Χιμάρα; Κοντά στη Χιμάρα βρίσκονται τα δικά μας Διαπόντια νησιά και ο Σάσωνας, στη βόρεια άκρη των Ακροκεραύνιων, που κι αυτός (ως τα χρόνια της Αγγλοκρατίας) ανήκε στο συγκρότημα των νησιών μας και που από αμέλειά μας έγινε λίγο – λίγο νησί αρβανίτικο. Το μπέρδεμα στη Γεωγραφία του Εντρισή συνεχίζεται: «Στα νοτιοδυτικά αυτού του νησιού είναι εκείνο των Κορφών («Κορφός»), που είναι σημαντικό γιατί έχει μήκος 100 μιλίων. Υπάρχει εκεί ακμάζουσα πόλη και οχυρό χτισμένο σε απότομο βράχο. Οι κάτοικοί του είναι γενναίοι και αμύνονται κατά των εχθρών τους». Πιο κάτω μας πληροφορεί ο Εντρισή πως η «Θακού» απέχει από την Κέρκυρα 30 μίλια. Το «στα νοτιοδυτικά αυτού του νησιού έιναι εκείνο των Κορφών» δείχνει μάλλον πως ο Εντρισή συγχέει το Σάσωνα με τη Θακού / Ιθάκη. Το ίδιο μπέρδεμα δείχνουν και οι αποστάσεις των 30 μιλίων, που χωρίζουν τη Χιμάρα από τη Θακού, από το ένα μέρος, και την Κέρκυρα από το άλλο. Κανονικά θα έπρεπε να τοποθετήσει ο Εντρισή την Ιθάκη κοντά στην Κεφαλονιά, κοντά στην οποία όμως τοποθετεί μονο τη Λευκάδα. Έτσι, όταν έφτασε στα νερά της Κεφαλονιάς, σαν έγραφε το βιβλίο του, τη «Θακού» του την είχε ήδη αφήσει 60 (30 συν 30) μίλια βόρεια από την Κέρκυρα! Έτσι, διερωτηθήκαμε για μια στιγμή μήπως τη λέξη με τ’ αραβικά γράμματα, που κλέινει ο Ζωμπέρ σε παρένθεση, θα έπρεπε να τη διαβάσουμε Σασού, παραφθορά δηλαδή του Σάσωνα και όχι Θακού, παραφθορά της ονομασίας Θιάκι, ίσως από τη γενική του Θιακιού, «νησί του Θιακιού», οι αραβομαθείς όμως, στα φώτα των οποίων καταφύγαμε, επιβεβαίωσαν την προφορά του Ζωμπέρ. Συμπεραίνουμε, συνεπώς, πως, παρά το προφανές μπέρδεμα των σημειώσεων του Εντρισή, γιατί ασφαλώς δεν έγραψε το βιβλίο του από μνήμης, ένα βιβλίο που δεν είναι παρά μια ατέλειωτη σειρά τοπωνυμίων, η Ιθάκη είχε ήδη από τα χρόνια εκείνα υποστεί τη μετάθεση του αρχικού της γράμματος και γίνει Θιάκη (θηκ.) ίσως στην αρχή και Θιάκι (ουδ.) με το πέρασμα του χρόνου και όπως είναι γνωστή σήμερα. Παράλληλα είχε και τις ιταλικές της ονομασίες – Val di Compare και Piccola Cefallonia. Δεν υπάρχει αμφιβολία όμως οτι για τους περίοικους, αν όχι για όλους τους Έλληνες, δεν έχασε ποτέ το ελληνικό της όνομα. Για το νησάκι Σάσωνα (Σάσων), συνέχεια των Ακροκεραύνιων προς βορρά, δεξιά καθώς μπαίνουμε στον κόλπο του Αυλώνα, προσθέτουμε εδώ, γιατί έχει πια λησμονηθεί, πως, σύμφωνα με τη Συνθήκη του Λονδίνου για τα Επτάνησα (1864), το νησάκι αυτό ανήκε, τυπικά τουλάχιστο, στο επτανησιακό συγκρότημα.
4 Βλ. George Wheler, A Journey into Greece, London 1682 και Jacob Spon, Voyage d’ Italie, de Dalmatie, de Grece at du Levant, 1678. Και οι δυο δημοσίευσαν μαζί τις εντυπώσεις τους το 1675.
5 Θα ήθελα να παρατηρήσω πως η βαλανιδιά είναι κάθε άλλο παρά «εινοσίφυλλον» δέντρο, όπως τη χαρακτηρίζει ο Όμηρος, οπότε γεννάται το ζήτημα τι δέντρα κάλυπταν τον «εινοσίφυλλον» Νήριτο της Οδύσσειας, το «όρος καταειμένον ύλη», αν και στην περίπτωση αυτή, όπως και σ’ άλλες, δεν είμαστε καθόλου υποχρεωμένοι να αποδώσουμε στην Οδύσσεια ακρίβεια στατιστικής επετηρίδας. «Εινοσίφυλλος» σημαίνει «με τρεμουλιαστά φύλλα», όπως τα φύλλα, έξαφνα, της λεύκης, από τη λέξη «ένοσις», τρεμούλιασμα, σείσιμο, κούνημα (βλ. και επίθετο «ενοσίχθων», αυτός – δηλαδή ο Ποσειδώνας – που κάνει τη γη και τρέμει, που προκαλεί σεισμούς). Αυτά αν πάρουμε τη λέξη «εινοσίφυλλος» στην κυριολεξία της. Γενικότερα θα μπορούσε να σημαίνει απλώς «δασωμένος», «καταπράσινος». Στην Ιθάκη άλλωστε η βροχή κάθε άλλο παρά σπανίζει. Ακόμα και ο Όμηρος, στο Ν της Οδύσσειας λέει πως στην Ιθάκη πάντα βρέχει: «αεί δ’ όμβρος έχει». Το καλοκαίρι στο Θιάκι, στα ψηλώματα ιδίως, πέφτει πολλή δροσιά, όπως έχω διαπιστώσει επανειλημμένα, βλέποντας τ’ αμπέλια της Παναγιάς του Κιονιού υγρά τις πρωινές ώρες και μέσα στο κατακαλόκαιρο και τις λύμπες του βουνού της Εξωγής γεμάτες νερό κι όταν ακόμα είχε καιρό να βρέξει. Υπέρ της βαλανιδιάς (κι ας μην κουνιούνται τα φύλλα της) συνηγορεί και το γεγονός οτι πρόκειται για δέντρο που ευδοκιμεί σε άγρια κατάσταση σ’ όλη τη Δυτική Ελλάδα. Το 17ο αιώνα αγγλικά καράβια φόρτωναν βαλανίδι («valonia») στο Θιάκι και στον Αστακό της Ακαρνανίας για τη βυρσοδεψία και τα βαφεία της βιομηχανικής Αγγλίας.
6 Για την ακρίβεια γύρω από το 1880.
7 Έτσι λεγόταν επί Επτανήσου (1800-1807) ο Διοικητής του κάθε νησιού. «Η τοπική εκάστης νήσου διοίκησις έμενεν ως παρά του Μοτσενίγου διωργανίσθη. Εις διοικητής, υπό τον τίτλον Πρυτάνεως, λαμβανόμενος εξ άλλης ής επρόκειτο να διοικήση νήσου, μετά δύο παρέδρων εντοπίων αποκαλουμένων Regenti, οίτινες είχον μόνον συμβουλευτικήν ψήφον…» Απομνημονεύματα, Κ. Λομβάρδου, εν Ζακύνθω, 1870.
8 Τις δημοσιεύουμε παρακάτω και εδώ, αλλά δυστυχώς ασπρόμαυρες.
9 William Goodisson, A Historical and Topographical Essay upon the Islands of Corfu, Leucadia, Cephalonia, Ithaca and Zante, London, 1822.

10 Κατά τον Τρελλώνυ, που δε διακρινόταν ωστόσο για τη φιλαλήθειά του. Άλλοι, όπως ο Χάρολντ Νίκολσον, που ασχολήθηκε σε βάθος με τα βιογραφικά και το έργο του Μπάυρον, επιμένουν πως το επεισόδιο έλαβε χώρα σε μονή της Κεφαλονιάς, που ο ποιητής είχε επισκεφτεί με τον Τρελλώνυ, λίγο προτού περάσουν μαζί στην Ιθάκη.

Π.Γ.ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ
Λονδίνο 1954

* Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Πρόσπερος», ένατο τεύχος, Κέρκυρα, 1954. Για το θέμα αυτό θα μπορούσε να γραφτεί ολόκληρο και άκρως ενδιαφέρον βιβλίο, με άφθονες πληροφορίες για το νησί. Εδώ, λόγω χώρου, περιορίστηκα στην παράθεση χωρίων από λίγους μόνο συγγραφείς και -ομολογώ κι ας με συγχωρήσουν οι Νότιοι- με κάποια μεροληψία για το βόρειο τμήμα του νησιού.

Φωτο τίτλου: CARTWRIGHT-Βαθύ-Ιθάκη.-Πρωτότυπος-τίτλος-8.-Town-and-harbour-of-Vathi-Ithaka.-1821-Έκδοση-CARTWRIGHT-Joseph.-Δώδεκα-έγχρωμες-χαλκογραφίες-από-τα-Ιόνια-νησιά.

(Πηγή: www.ithacanews.gr)



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>