Μια μαρτυρία για τον Τσουκαλαδιώτη λοχαγό Χαράλαμπο (Λάμπη) Σταματέλο που έπεσε στο Μικρασιατικό Μέτωπο | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Δε, Απρ 2nd, 2018

Μια μαρτυρία για τον Τσουκαλαδιώτη λοχαγό Χαράλαμπο (Λάμπη) Σταματέλο που έπεσε στο Μικρασιατικό Μέτωπο

greek_cavalry_1921
Το όνομά του είναι χαραγμένο στο παλιό Ηρώο (στήλη πεσόντων) στην παραλία της πόλης της Λευκάδας: Χ. Σταματέλος (με ένα λάμδα). Πρόκειται για τον Χαράλαμπο Σταματέλο, από τους Τσουκαλάδες, τον «Λάμπη», όπως τον αποκαλούσε στα γράμματά της η μάνα του και τον φώναζαν χαϊδευτικά στη σχολή Ευελπίδων οι συμμαθητές του και συμπολεμιστές του αργότερα στο Μακεδονικό και Μικρασιατικό Μέτωπο.

map_1922Διάταξη των ελληνικών δυνάμεων τον Αύγουστο του 1922 (στο τετράγωνο η XI Μεραρχία)

Χάθηκε στις 28 Αυγούστου του 1922, με την κατάρρευση του Μικρασιατικού Μετώπου, όταν στάλθηκε με αποστολή από την 11η Μεραρχία, που υπηρετούσε με το βαθμό του λοχαγού ως επιτελής, για να πάει στην Προύσσα όπου είχε την έδρα του το Γ΄ Σώμα Στρατού, προκειμένου να πάρει διαταγές και οδηγίες. Διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού ήταν ο επίσης Λευκάδιος, υποστράτηγος, Π. Σουμίλας.

xaralampos_stamatelosΤο όνομα του Χαράλαμπου Σταματέλου στην στήλη πεσόντων στην παραλία της Λευκάδας

Ένας συμμαθητής του από τη Σχολή Ευελπίδων και συμπολεμιστής του στην Μικρά Ασία, ο Πολύμερος Μοσχοβίτης, φαίνεται να έχει αναγνωρίσει από τα χαρακτηριστικά πυρόξανθα μαλλιά του το πτώμα του Σταματέλου σε ένα χαντάκι στο δρόμο για την Προύσσα, όντας αιχμάλωτος, μαζί με ολόκληρη την XI Μεραρχία, των Τούρκων. Ο ίδιος γράφει: «Ήταν το πτώμα αυτό σίγουρα, είμαι βέβαιος, το πτώμα του Χαράλαμπου Σταματέλλου, του λοχαγού που όπως είπα η μεραρχία είχε χάσει από τας 28 Αυγούστου και τον βλέπαμε έτσι κατακείμενο εις το χαντάκι του δρόμου, εκείνο το πρωί της 31ης Αυγούστου, πηγαίνοντες αιχμάλωτοι εμείς προς την Προύσσα.».

petros-soumilasΟ Διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού Πέτρος Σουμίλας

Η εξήγηση που δίνει ο Μοσχοβίτης είναι ότι ο Σταματέλος πιάστηκε κατά την αποστολή του αιχμάλωτος από το τουρκικό ιππικό, αναγνωρίστηκε ότι ήταν επιτελής της μεραρχίας και αρνούμενος να δώσει πληροφορίες σφαγιάστηκε. Η συγκλονιστική μαρτυρία του Μοσχοβίτη με τίτλο «Αιχμάλωτος στη Μικρά Ασία» πρωτοδημοσιεύθηκε σε συνέχειες από τις 19 Δεκ. 1932 μέχρι και τις 2 Απριλίου 1933 στην εφημερίδα «Αθηναϊκά Νέα» και ανατυπώθηκε το 2018 από τις εκδόσεις ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΑΕ σε ειδική έκδοση για την εφημερίδα «Τα Νέα».

sthlh_pesonton_LefkadaΗ στήλη πεσόντων σήμερα στην παραλία της Λευκάδας…

Κλείνει τώρα ένας μήνας από τότε που γράψαμε για την βεβήλωση της παλιάς στήλης πεσόντων στο πάρκο των ποιητών στην πόλη της Λευκάδας. Περιμέναμε ότι κάτι θα είχε γίνει. Όμως, σήμερα που περάσαμε πάλι από εκεί «Μη μου τους κύκλους τάραττε» για τη δημοτική Αρχή. Τι κι αν κόσμος, ιδιαίτερα μαθητόκοσμος με τις εκδρομές μπαινοβγαίνει την εποχή αυτή στο νησί μας, που υποθέτουμε ότι κάνουν μια στάση στο χώρο αυτό όπου συνευρίσκονται επίσης οι προτομές του Βαλαωρίτη, του Σικελιανού, του Λευκάδιου Χερν, του Γολέμη και της Κλεαρέτης Δίπλα-Μαλέμου…

Αλλά, πέρα απ΄ αυτό, όπως γράφαμε: «Ανεξάρτητα από το τι πιστεύει κανείς και ποια είναι η στάση του απέναντι σε αυτού του είδους τα μνημεία δεν παύει να είναι οι παππούδες και οι προπάπποι μας αυτοί που έχυσαν το αίμα τους για να μεγαλώσει με το μαχαίρι και το μπαρούτι η χώρας μας, τα σύνορα της οποίας έφταναν κάποτε μέχρι τη γειτονική μας Πρέβεζα, και τα ονόματά των οποίων αναγράφονται στην στήλη των πεσόντων…».

Να ευχαριστήσουμε τέλος τον ταξιτζή «ιστορικό» Σπ. Μελά, τόσο για την υπόδειξη του άγνωστου μέχρι πρότινος σε μας θέματος όσο και για το δανεισμό του προαναφερόμενου βιβλίου απ΄ όπου αντιγράφουμε τα όσα αναφέρει ο Μοσχοβίτης για τον Σταματέλο:

«Ο ΣΤΑΜΑΤΕΛΛΟΣ

[…] Εν τω μεταξύ είχε χάσει (σ.σ. η XI Μεραρχία του Γ΄ Σώματος Στρατού) τον Σταματέλλο, ήγουν… την ψυχή της. Λοχαγός του σχολείου των Ευελπίδων -συμμαθητής μου- ο Σταματέλλος, επιτελής της Μεραρχίας, ένας από τους λίγους αξιωματικούς επιτελείου του κ.Κλαδά1 τους έχοντας πολεμήσει εις το μακεδονικόν μέτωπον, ήτο ο Σταματέλλος εις το επιτελείον της XI μεραρχίας περίπου ο μόνος αξιωματικός που έβλεπε καθαρά μια τακτική κατάσταση και που η γνώμη του εγίνετο ακουστή από τον μέραρχο. Τον έστειλαν εκείνη την ημέρα να βρη στην Προύσσα το σώμα στρατού και να συνδεθή με αυτό, λαμβάνων διαταγάς και οδηγίας.

Έκτοτε δεν ξαναφάνηκε και η εξαφάνισίς του εσήμαινε δια το επιτελείον της μεραρχίας απώλειαν πράγματι ανεπανόρθωτον. Όσον αφορά για τον Σταματέλλο, κανείς ποτέ δεν έμαθε τι απέγινε. Νομίζω εν τούτοις πως είδα το πτώμα του, όταν ηρχόμουν με την συνοδεία των αιχμαλώτων, στο δρόμο της Προύσσης έξω από τα Μουδανιά, πριν φθάσουμε στο «ματωμένο ποτάμι», υπό τα εξής συνθήκας:

Σε μια στιγμή δίπλα στην τετράδα μας κάποιο σκυλάκι εχώθηκε ανάμεσά μας χαϊδευόμενο στα πόδια μας. Το κακόμοιρο σερνόταν μάλλον παρά βάδιζε. Ήταν ο «Μπόμπης», το σκυλάκι του μοιράρχου μας του κ. Π. Μελά. Το ήξερε και το ελάτρευεν όλη η μοίρα. Όλη… πλην του υπηρέτου μου, ενός πελώριου Ξηροχωρίτη, του Παπαγιαννοπούλου.

Μικρούλης, χαριτωμένος, εξυπνότατος ο Μπόμπης, ήταν αφοσιωμένος εις τον κύριόν του και δεν είχε παρά μόνον ένα ελάττωμα: ότι «έκανε τον άντρα» -είναι η κατηγορία που του απέδιδεν ακριβώς ο Παπαγιαννόπουλος- όταν απεπειράτο να εισέλθη εις την σκηνήν του μοιράρχου αυτού ακόμα. Ένα τέτοιο περιστατικό υπήρξεν η αιτία της ατελειώτου εμπολέμου καταστάσεως εις την οποίαν είχε περιέλθει ο Μπόμπης με τον υπηρέτην μου. Ο οποίος άλλωστε ήτο το περιεργότερον κράμα αφοσιωμένου… στραβόξυλου που εγνώρισα εις την ζωήν μου την στρατιωτικήν.

Με καταδίωκε δια των υπηρεσιών του επί χρόνια και δεν τον άλλαζα, μολονότι μου είχε ψήσει το ψάρι στα χείλη, γιατί δεν εννοούσε να ξεκολλήση από κοντά μου πρώτον, και γιατί τον είχα συνηθίσει αυτόν και τις στραβοξυλιές του δεύτερον. Ένα βράδυ επήγαινα μια αναφορά μου εις τον ταγματάρχη, ο οποίος όμως έλειπεν από τη σκηνή του. Ο Παπαγιαννόπουλος ήθελε να μπη «και ν΄ αφήση το χαρτί στο τραπέζι».

Ο Μπόμπης όμως ήτο εντελώς αντιθέτου γνώμης. Έπαιξε στα σοβαρά το ρόλο φύλακος της τέντας και αντετάχθη αποφασιστικώς εις τας προθέσεις του Παπαγιαννοπούλου. Έκτοτε μεταξύ των δύο είχε κηρυχθεί ένας φοβερός πόλεμος. Ο Μπόμπης δεν παρέλειπε ευκαιρία να δείξη όλη την απέχθεια που του προξενούσε ο Παπαγιαννόπουλος. Και ο τελευταίος δεν έπαυε να βεβαιώνη ότι «θα το πιάσω απ΄ την ουρά το παλιοκούταβο απ΄ κάνει τον άντρα και θα ντο βαρέσω καταγής κι ας με διώξει ο λοχαγός· σαν το λέει η καρδιά τ΄ να με διώξη για ένα ζαγάρ!».

Ο Μπόμπης, λοιπόν, ζητούσε τον κύριό του. Και με την ασφαλή έμπνευση της μυτίτσας του εσέρνετο προς το δρόμο της Προύσσης, δίπλα στην φάλαγγα των αιχμαλώτων, σκλάβος θεληματικός της αφοσιώσεώς του κι αυτός. Κατάκοπο, σακατεμένο, κουστό, λαχανιασμένο, το κακόμοιρο το ζωάκι., προσπαθούσε να ακολουθήση τη φάλαγγα. Εσέρνετο. Σταμάταγε. Έπεφτε. Σηκώνονταν. Προχωρούσε και πάλι έπεφτε. Σε μια στιγμή βρέθηκε στο ύψος της τετράδας μας. Ο λοχαγός Ασημάκης -μανιώδης κυνόφιλος- τον ανεγνώρισε και του φώναξε. Το κακόμοιρο το σκυλάκι. Σαν να ξαναζωντάνεψε· σαν να ηλεκτρίσθηκε· σαν να γνώρισε δικούς του ανθρώπους έτρεξε στα τέσσερα να ΄ρθη κοντά. Ένας Τούρκος στρατιώτης επενέβη. Μια φοβερή κλωτσιά ετίναξε τον Μπόμπη στο χαντάκι του δρόμου όπου το σκυλάκι έπεσε ουρλιάζοντας σπαρακτικά, ετίναξε λίγο τα πόδια του και κοκκάλωσε.

Αυτό το περιστατικό ετράβηξε τα μάτια μας προς το χαντάκι του δρόμου. Έτσι λίγα βήματα παρακάτω -δυο, τρία;- είδαμε κατακείμενο επίσης εις το χαντάκι, αλλά φρικτά παραμορφωμένο και θεόγυμνο ένα πτώμα. Τυμπανιαίο όπως ήταν, θα ΄χε τουλάχιστον δυο-τρεις μέρες μείνει υπό τον αυγουστιάτικο ήλιο. Μαύρο πηχτό υγρό στις γωνιές απ΄ τα χείλη. Άδειες οι κόγχες, φρικτές. Και -φρικτή αντίθεσις- απάνω απ΄ αυτή την απαίσια εικόνα της σαπισμένης σάρκας, της ανθρώπινης ομορφιάς, που την βρώμισε ανεπανόρθωτα η ασχήμια της αιώνιας φθοράς που άρχισε, ένα στεφάνι από κατάξανθα χρυσά μαλλιά, όμορφα, λαμπρά ακτινοβολούντα κάτω από το φλογερό φίλημα του αυγουστιάτικου ηλίου, φωτοστέφανα μαρτυρικά, κορμιά που αντιφέγγιζε, κατά το φωτισμό που έπαιρνε άλλοτε σαν από μάλαμα ξανθό και άλλοτε σαν από πυρό χάλκωμα.

Ήταν το πτώμα αυτό σίγουρα, είμαι βέβαιος, το πτώμα του Χαράλαμπου Σταματέλλου, του λοχαγού που όπως είπα η μεραρχία είχε χάσει από τας 28 Αυγούστου και τον βλέπαμε έτσι κατακείμενο εις το χαντάκι του δρόμου, εκείνο το πρωί της 31ης Αυγούστου, πηγαίνοντες αιχμάλωτοι εμείς προς την Προύσσα.

Εκεί οι Τούρκοι εργότερα επληροφόρησαν τον μέραρχο κ. Κλαδά, ότι ένας αξιωματικός Λάμπης είχε συλληφθεί τραυματίας και είχε μεταφερθεί -τάχα- στο Αϊνεγκιόλ. Αργότερα -μεταφερόμενοι προς Άγκυραν- περάσαμε από το Αϊνεγκιόλ.

Ποτέ δεν είχε μεταφερθεί εκεί τέτοιος αξιωματικός. Ποτέ δεν ξαναφάνηκε ο Σταματέλλος. Οι Τούρκοι τον είχαν σκοτώσει. Πως ξέραν ότι τον λεν «Λάμπη»; Έτσι τον λέγαμε χαϊδευτικά στο σχολείο των Ευελπίδων. Έτσι τον έλεγαν οι δικοί του. Αυτός ποτέ δεν θα ΄λεγε στους Τούρκους ερωτώμενος περί της ταυτότητός του ότι λέγεται «Λάμπης» Σταματέλλος. Θα ΄λεγε Χαράλαμπος. Υποθέτω πως κάποια περίπολος ιππικού τον συνέλαβε ματαβαίνοντας επί αποστολή από Δεμίρ Τες εις Προύσσαν. Τον μετέφεραν επί της οδού Μουδανιών, όπου το βράδυ της 28ης Αυγούστου είχαν φθάσει οι ιππείς, οι οποίοι την άλλη μέρα το πρωί έκοψαν το δρόμο της μεραρχίας. Θα του ζήτησαν πληροφορίας: είδαν τα κορδόνια του· ένοιωσαν πως είναι επιτελής. Θα του ζήτησαν πληροφορίας που αν τις έδινε εξηρτάτο η τύχη της μεραρχίας. Δεν τις έδωκε. Τον έσφαξαν. Έτσι βρήκαμε το πτώμα του πεσμένο στον όχτο, στο χαντάκι του δρόμου.

Από γράμματα της μανούλας του που είχε επάνω του -τον έγραφε πάντα «Λάμπη» μου- έμαθαν το όνομά του «Λάμπης». Αυτή η σειρά υποθέσεων εξηγεί όλα. Γιατί, επιμένω, το πτώμα εκείνο ήταν άφευκτα του Σταματέλλου, του αλησμόνητου παλληκαριού. Τέτοια μαλλιά, τόσα και τόσο ξανθά, τόσο περίεργα ξανθά, μόνον ο «Λάμπης» είχε, το παλληκάρι που το κορμί του έμεινε και σάπισε εκεί. […] με το κουφάρι ενός [4αράδες…] παλληκαριών που πόνεσαν, πολέμησαν, κινδύνευσαν, χάθηκαν, γι΄ αυτή τη λαγγεμένη, την μυριοπόθητη, την αξέχαστη Ανατολή, πατρίδα της πατρίδας και κοιτίδα της Φυλής.

Οπωσδήποτε ευρεθείσα χωρίς το Σταματέλλο, τρομοκρατηθείσα από την προσβολή των Τούρκων ιππέων εις το στρατηγείον της 28 Αυγούστου η μεραρχία, κολλήσασα Δεμίρ Τες δι΄ ους λόγους είπαμε, αναχωρήσασα από εκεί το πρωί της 29ης -αντί το βράδυ της 28ης- που είχε διαταχθεί από το σώμα, άρχισε την κίνησή της τρομοκρατημένη, ψυχικώς ηττημένη ήδη από της στιγμής εκείνης. Υποχωρούσα έχει ως εμπροσθοφυλακήν δύο τάγματα του 45ου συντάγματος του κ. Κακουσαίου με επί κεφαλής τους ταγματάρχας Μπασιάκον και Καρκαντζόν. Έχει αριστερά της πλαγιοφυλακήν -προς τον κάμπον- το τρίτο τάγμα του ιδίου συντάγματος και πίσω ακολουθεί η άλλη φάλαγξ με οπισθοφυκαλήν ένα τάγμα του 17ου συντάγματος (του συνταγματάρχου τότε, αρχιστρατήγου τώρα) κ. Καμμένου.

Το πρωί της 29ης Αυγούστου τα δύο αυτά προπορευόμενα τάγματα του 45ου συντάγματος μόλις περνούν το Αχμέτ-Κιόι και πλησιάζουν εις τον αμαξόδρομον Μουδανιών-Προύσης -ακριβώς από πάνω από την γέφυρα του Οδρύσση, του «Ματωμένου ποταμιού»- βλέπουν εις τα υψώματα Τούρκους ιππείς και αντιλαμβάνονται ότι κάποιο τμήμα τουρκικού ιππικού κατέχει ήδη το δρόμο των Μουδανιών.

Αντί να επιτεθούν, όπως είχαν υποχρέωσιν στοιχειώδη -ήσαν εμπροσθοφυλακή- σταματούν και πίσω των σταματά, φυσικά, όλη η φάλαγξ χωρίς να ξέρη το γιατί.

Οι δύο ταγματάρχαι διοικηταί -είναι είπα οι κ.κ. Μπασιάκος και Κωνστ. Καρκαντζός- αντί να αποφασίσουν οι ίδιοι… προτιμούν να αναφέρουν εις τον διοικητήν των, τον συνταγματάρχην Κακουσαίον. Ο οποίος έως ότου φτάσει, περνά πολύς καιρός πολύτιμος. Φθάνει. Κάμνει μίαν εκτίμησιν και βρίσκει τους ιππείς -πως τα κατάφερε;- 1.500! Δύναμις μεγάλη. Τα μετέπειτα απέδειξαν ότι ήσαν μόλις 600! Αναφέρει εις την μεραρχίαν, η οποία… αποφασίζει να σταματήσωμεν εκεί, «να κάνωμε προφυλακάς εν σχήματι πετάλου και να περιμένωμεν το βράδυ δια να φύγωμε προς Μουδανιά και εκείθεν δια της παραλίας προς Πάνορμον!».

Δηλαδή… ν΄ απομακρυβθή από τη γραμμή της υποχωρήσεως που της έχει χαράξει το σώμα στρατού, ν΄ αποκοπή πλήρως απ΄ αυτό! Γιατί; Διότι 600 ιππείς είναι κάπου! 600 ιππείς που θα έφθανε μια διλοχία να τους αλωνίση.

……………………………..

Εδώ πρέπει να πω τούτο· ότι αν η XI μεραρχία ηχμαλωτίσθη δωρεάν· αν τόσα παιδιά της Ελλάδος εσφάγησαν περί τα Μουδανιά αδίκως, αν περισσότερα εμαρτύρησαν υποστάντα του Χριστού τα πάθη εις την αιχμαλωσίαν συρθέντα από των Μουδανιών τα ακρογιάλια μέχρι Κιρ Σεχήρ και Καισαρείας και σπείραντα τον Γολγοθάν του μαρτυρικού των αυτού δρόμου με τα κόκκαλά των, μετεβλήθησαν, όσα εγλύτωσαν, εις σκλάβους αλευθέρωτους σκληροτάτων αγγαρειών, γυμνοί και νηστικοί· αν όλα αυτά συνέβησαν και δι΄ όλα αυτά έχει μίαν ευθύνην τρομακτικήν ο υποστράτηγος και μέραρχος Ν. Κλαδάς, δίκαιον είναι να μη παρασιωπηθή ότι έχει μίαν ευθύνην επίσης τρομεράν και το γ΄ σώμα στρατού εις το οποίον υπήγετο η μεραρχία αυτή.

Το γ΄ σώμα στρατού του οποίου τότε διοικητής ήτο ο υποστράτηγος Σουμίλας2, και επιτελάρχης ο νυν υποστράτηγος και εκ των υπαρχηγών του γενικού επιτελείου κ. Ν. Σπυρόπουλος».
____________________________________________
1 Ο υποστράτηγος Νικόλαος Κλαδάς ήταν διοικητής της 11ης Μεραρχίας, η οποία περικυκλώθηκε και αιχμαλωτίστηκε στις 30 Αυγούστου του 1922 στα Μουδανιά μετά την διάσπαση του ελληνικού μετώπου.
2 Ο υποστράτηγος Πέτρος Σουμίλας ήταν διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού. Στη δύναμη του Γ΄ Σώματος Στρατού ανήκαν η ΧΙ Μεραρχία με διοικητή τον υποστράτηγο Νικ. Κλαδά, η ΙΙΙ Μεραρχία με διοικητή τον συνταγματάρχη Γεώργιο Γκορτζά, η Χ Μεραρχία με διοικητή τον συνταγματάρχη Δημ. Παπανικολάου και η Ανεξ. Μεραρχία με διοικητή τον συνταγματάρχη Δημ. Θεοτόκη.



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>