Πρωταπριλιά στο Ανατολικό (Η δίκη του Καραϊσκάκη το 1824) | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News

Πρωταπριλιά στο Ανατολικό (Η δίκη του Καραϊσκάκη το 1824)

καραισκακης_αιτολικο

Πλησίαζε η επέτειος της 25ης Μαρτίου του 2018. Ενώ τα σχολεία ετοιμάζονταν για τις γνωστές φιέστες, η Α. καθηγήτρια σε σχολείο του Πειραιά κάλεσε τις μαθήτριες και τους μαθητές και τους ρώτησε: Πάμε Καραϊσκάκη; Μετά την έκπληξη ακολούθησε η αποθέωση. Για τους Πειραιώτες μαθητές που είχαν το δικό τους Θεό, ήταν η καλύτερη πρόταση.

Στη συνέχεια και στις διευκρινήσεις τα παιδιά έδειξαν να μπερδεύονται. Να πάμε για να τιμήσουμε τον σπουδαίο αγωνιστή του ’21 Γεώργιο Καραϊσκάκη όπως ταιριάζει στους αληθινούς ήρωες, εξήγησε η δασκάλα. Προτείνω να ανεβάσουμε το θεατρικό έργο «Η Δίκη του Καραϊσκάκη» στον ίδιο χώρο και την ίδια ημερομηνία που παίχτηκε και τότε.

Ήταν Πρωταπριλιά του 1824 στην εκκλησία της Παναγίας στο Αιτωλικό. Τα παιδιά ενθουσιάστηκαν με την ιδέα, φαινόταν σαν πρωταπριλιάτικο ψέμα. Πρωταπριλιά 1824-2018. Η ιστορία ως ψέμα και αλήθεια. Η ιδέα ωρίμασε, μοιράστηκαν οι ρόλοι και οι φορεσιές και με πρωτόγνωρα συναισθήματα έσφιξαν το ζωνάρι τους για το μάθημα της Ιστορίας στον τόπο και τον χρόνο.

Η μικρή Βενετία, το Αιτωλικό, τους περίμενε. Παραμονή πρωταπριλιάς ταξίδευαν. Ξημερώματα των Βαΐων περάσανε από το Μεσολόγγι για προσκύνημα στην Ιερή Πόλη. Με κατάθεση ψυχής η Μαρία απόθεσε το στεφάνι ελιάς στο Μνημείο των Ελεύθερων Πολιορκημένων απαγγέλλοντας.

«Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε
Κι όσ’ άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ’ άρματα σε κλειούνε»

κι ο Λάμπρος την ακολουθεί

«Τα σπλάχνα μου κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν
κι’ όσ’ άνθια θρέφει και καρπούς τόσ’ άρματα σε κλειούνε».

Αυτό το σχεδίασμα το πήγανε μέχρι τέλους.

Φουρτούνα στην ψυχή όταν εβγήκανε από την Ωραία Πύλη της Ιεράς Πόλης. Ανήμερα των Βαΐων θ’ ανέβει και ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα. Αποφασισμένος. Ξέρει πως δεν έχει γλιτωμό μα δεν θα κρυφτεί. Θα κάνει την Έξοδο και τη Διαφορά όπως και οι Μεσολογγίτες. Ελεύθεροι και Πολιορκημένοι. Κυριακή των Βαΐων του 1826. «Φως που πατεί χαρούμενο τον Άδη και το Χάρο».

Κι αγναντεύοντας από το Λόφο του Στράνη το μπαρουτοκαπνισμένο Μεσολόγγι ο Ποιητής σχεδιάζει «Τα μάτια μου δεν είδαν τόπον ενδοξότερον από τούτο το αλωνάκι».

Μια ανάσα φάνηκε στα παιδιά από την ένταση η απόσταση Μεσολόγγι-Αιτωλικό. Στο πρώτο γιοφύρι τούς υποδέχτηκε η μικρή πόλη. Περίκλειστη ολούθε από θάλασσα. Η Νερένια. Όπου κι αν χτύπαγες αντλούσες νερό. Το Αντλικό, αλλιώς το όμορφο Ανατολικό. Εδώ «φιλοξενήθηκε» για τη Δίκη ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, τους εξήγησε η καθηγήτρια. Το σιγανό πέρασμα με το πούλμαν περιμετρικά της πόλης ήταν απαραίτητο για την πρώτη γνωριμία με τον τόπο. Γρήγορα τακτοποιήθηκαν στο μικρό ξενοδοχείο και βγήκαν να περπατήσουν.

Τα παιδιά εντυπωσιάστηκαν από τα ονόματα των οδών. Περπατούσαν και διάβαζαν. Οδός Καραϊσκάκη, οδός Στουρνάρη, οδός Μαυροκορδάτου. Τρεις παράλληλοι δρόμοι, τρεις παράλληλοι και διαφορετικοί βίοι. Τρία ονόματα τόσο μακρινά στο χθες, τόσο κοντά στο σήμερα. Ο κάθε δρόμος είχε τη δική του ιστορία. Όπως βλέπετε, είπε η καθηγήτρια, τον Στουρνάρη τον βάλανε στη μέση, ήταν αναγκαίο. Γιατί κυρία; Ρώτησε η Κλειώ που αγαπούσε την Ιστορία. Γιατί δεν θα μπορούσαν να συνυπάρξουν ούτε σαν διπλανοί δρόμοι ο Καραϊσκάκης με το Μαυροκορδάτο, απάντησε η Α. Βιαστείτε, τους είπε, ντυθείτε κατάλληλα, αρματωθείτε και πάμε στην εκκλησιά για τη Δίκη.

Στον περίβολο στρώθηκαν καταγής με τις φουστανέλες και τα σαπράζια για να θυμηθούν την Ιστορία και το ρόλο του καθενός σε αυτήν. Η Α. ξεκίνησε την αφήγηση και όλοι μαζί χάθηκαν στο χρόνο. Ομίχλη κατέβαινε από τα βουνά μαζί με τους οπλαρχηγούς της Ρούμελης. Οι καπεταναίοι και οι αρματωλοί της Ρούμελης, είπε η καθηγήτρια, κρατούσαν συμβιβαστική στάση κατά περίσταση απέναντι στον Σουλτάνο, τον Αλήπασα και τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο μετά την άφιξή του στο Μεσολόγγι. Ο Νικόλας Στουρνάρης, γιός του φιλότουρκου αρματωλού Ευθύμιου Στουρνάρη, κληρονόμησε το αρματολίκι του Ασπροποτάμου (Αχελώος) το 1812 μετά το θάνατο του πατέρα του, γνωρίζοντας καλά το κλέφτικο: «γέροντες θέλουν χάιδεμα, κι αγάδες θέλουν άσπρα» (του Στουρνάρη, στ. 11). Διστακτικός στην αρχή με τον ξεσηκωμό ορκίζεται το 1821 με τον Καραϊσκάκη και τους Φιλικούς στην Αγία Μαύρα (Λευκάδα).

Κάνανε σύναξη στο σπίτι του ποιητή Ιωάννη Ζαμπέλιου και συμφώνησαν να σηκώσουν τ’ άρματα. Ήσυχοι κάθονταν στη Λευκάδα και την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς οι καπεταναίοι με τον ποιητή Ζαμπέλιο έστησαν χορό με λεβέντικα κλέφτικα δίνοντας το μήνυμα της επανάστασης στους Λευκαδίτες. Ο Στουρνάρης και ο Καραϊσκάκης σε ανάμνηση αυτού του χρεωστικού όρκου κράτησαν την υπόσχεση να σηκώσουν μαζί τ’ άρματα στον Ασπροπόταμο και τ’ Άγραφα. Ωστόσο, η έλευση του τεσσαρομάτη Φαναριώτη στο Μεσολόγγι έφερε απέναντι τον «κληρονόμο» οπλαρχηγό Στουρνάρη με τον αυτοδημιούργητο και ιδιότροπο Καραϊσκάκη που χωρίς οικογενειακούς τίτλους αλλά με πλεόνασμα θάρρους και ανδρείας αγωνιζόταν στο αρματολίκι των Αγράφων, το όνειρο της ζωής του.

Η γενναία ζωή του Καραϊσκάκη ανατέλλει το 1782 όταν η Ζωή Ντιμισκή, γυναίκα που είχε κλειστεί σε μοναστήρι φέρνει μέσα στο σκοτάδι της σκλαβιάς το φως, το Καραϊσκάκι, γιό του Δημήτρη Καραΐσκου, όπως έλεγαν το μικρό. Μεγαλώνει δίχως πατέρα και στα οκτώ του χρόνια ορφανεύει χάνοντας τη μητέρα του. Το μαυροτσούκαλο αδύνατο μικρό με το σπινθηροβόλο βλέμμα, αδέσποτο κλεφτόπουλο εντάσσεται στο κλέφτικο σώμα του Κατσαντώνη. Εκεί μαθαίνει τον πόλεμο για να κερδίσει τη ζωή.

Μετά τον θάνατο του Κατσαντώνη πηγαίνει στον Αλήπασα στα Γιάννενα και αναγνωρίζεται άξιος μπουλούκμπασης. Εκεί νυμφεύεται την όμορφη Γκόλφω Ψαρογιαννοπούλου. Το Γενάρη του ’21 ορκίζεται στη σύσκεψη της Λευκάδας και θα κρατήσει τον όρκο του μέχρι τέλους. «Νύχτα σελώνει τ’ άλογο νύχτα το καλιγώνει». Ανένταχτος, απροσκύνητος, απείθαρχος με απέχθεια στους φραγκοφορεμένους, «καπάκι» και κανενός. Συνεργάζεται με τον Στουρνάρη την άνοιξη του 1823 εναντίον των Τούρκων που ήθελαν το προσκύνημα των αρματωλών της Στερεάς και της Θεσσαλίας.

Τον Δεκέμβρη του 1823, λόγω της φυματίωσης που τον ταλαιπωρούσε, πηγαίνει στην Κεφαλονιά να τον κοιτάξουν ντοτόροι σπουδαγμένοι στην Εσπερία. Από κει μεταβαίνει στο Αιτωλικό για να ξεχειμωνιάσει. Το Μεσολόγγι δεν τον χωρεί γιατί εκεί βρίσκεται ο Μαυροκορδάτος που τον καταδιώκει. Στο Μεσολόγγι ο ψευτοπρίγκηπας Μαυροκορδάτος είναι η νέα εξουσία της προσωρινής διοίκησης από τότε που ρίχνει άγκυρα 20 Ιούλη του 1821 στον Αη Σώστη. Πρίγκηπας δεν ήτανε αλλά εψεύσθη για να μη φανεί κατώτερος του Υψηλάντη που ήθελε χαλάσει, διάβαζε η Α. από τις πηγές. Ο ψευδοπρίντζιπας απλώνει γρήγορα τα δίχτυα μαζί με τους άλλους φαναριώτες (Νέγρη, Καρατζά, Κατακουζηνό) και σε συνεργασία με τους κοτζαμπάσηδες οπλαρχηγούς πιάνουν τα πόστα της εξουσίας. «Τυχαία» οι κοτζαμπάσηδες και οι νοικοκυραίοι (εφοπλιστές) θα συναντηθούν στα συμφέροντα με τον Μαυροκορδάτο. Από τους πρώτους που κατάλαβε τι έτρεχε και που πήγαινε η υπόθεση ήτανε ο Καραϊσκάκης.

Ετοιμοπόλεμος στην πρώτη γραμμή μυριζόταν από μακριά τους ετοιμοπαράδοτους. Στεκόταν πάντοτε απέναντι στη φαναριώτικη πολιτική γιατί γνώριζε τις προθέσεις του «τεσσαρομάτη». Για την εξόντωση του Καραϊσκάκη έστησε τη Δίκη στο Αιτωλικό ο φαναριώτης πολιτικάντης. Θα τον παρουσιάσει ως προδότη του έθνους και συνεργάτη του Ομέρ Βρυώνη. Ο Μαυροκορδάτος ως Διευθυντής της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδας υπογράφει την υπ.αριθ.1125 διαταγή με ημερομηνία 30 Μαρτίου 1824 και καλεί τον Δεσπότη Άρτης Πορφύριο, τον Στρατηγό Ν. Στουρνάρη και τους κ.κ Πάνο Γαλάνη, Τάτζη Μαγγίνα και Σωτήρη Γιώτη ως δημόσιους κατήγορους για να δικάσουν το «γύφτο» των Αγράφων.

Την επαύριον πρωταπριλιά του 1824 στη Παναγιά του Αιτωλικού στήνεται το κριτήριον. Προϋπόθεση επείγουσα για το κατηγορητήριο εναντίον του Καραϊσκάκη η ύπαρξη ψευδομάρτυρα. Σε όλες τις στημένες δίκες με προειλημμένη καταδικαστική απόφαση βρίσκεται πάντοτε ένας ψευδομάρτυρας και πάντα με το αζημίωτο. Ο Κωνσταντίνος Βουλπιώτης. Ποιος είναι αυτός; ρώτησαν τα παιδιά την Α. Γνωστός και μη εξαιρετέος από την εξουσία, ήταν θείος του Γιαννάκη Ράγκου, του πορδο-Ράγκου κατά τη διάλεκτο του Καραϊσκάκη, που ήθελε τ’ Άγραφα δικά του και έγλειφε τον Μαυροκορδάτο. Με τη μαρτυρία του στη Δίκη κολλάει τη ρετσινιά του προδότη στον Καραϊσκάκη υποστηρίζοντας ότι ο οπλαρχηγός των Αγράφων ήρθε σε συνεννόηση με τον Ομέρ Βρυώνη για να του παραδώσει το Μεσολόγγι και το Αιτωλικό.

Ο ψευδομάρτυρας Βουλπιώτης θα πληρωθεί αδρά για τις «υπηρεσίες» του προς το έθνος. Τον Ιανουάριο του 1825 με εντολή του Μαυροκορδάτου δίνονται στον Βουλπιώτη 500 οκάδες στάρι και έπεται λαμπρή σταδιοδρομία (1825 Έπαρχος Κραβάρων, 1826 Υποχιλίαρχος, 1832 Αστυνόμος Θέρμου, 1849 Επιστάτης Υποτελωνείου Άμφισσας, 1856 Δασονόμος στη Βόνιτσα). Τα παιδιά αναφώνησαν. Αυτή είναι καριέρα, άξιος ο μισθός του! Και έβαλαν όλοι μαζί τα γέλια. Η καθηγήτρια τους διέκοψε και συνέχισε. Στη νεώτερη Ιστορία της Ελλάδας το σόι πάει βασίλειο. Γνωστή είναι η ιστορία της οικογένειας Βουλπιώτη. Στην Κατοχική Ελλάδα ο Ιωάννης Βουλπιώτης υπήρξε όχι μόνο συνεργάτης και εκπρόσωπος του Γερμανικού κεφαλαίου (Siemens), αλλά και εμπνευστής των περίφημων Ταγμάτων Ασφαλείας επί πρωθυπουργίας της δωσίλογης κυβέρνησης Ιωάννη Ράλλη (1943). Για τον λόγο αυτόν οι Γερμανοτσολιάδες της Κατοχής αναφέρονται ως «Βουλπιώτηδες» και «Ράλληδες» από τα ονόματα του εμπνευστή και ιδρυτή τους. Η Ιστορία γεμάτη από φάρσες και τραγωδίες.

Πάντως, η Δίκη του Γ. Καραϊσκάκη, συνέχισε η καθηγήτρια, εξελίχθηκε σε παρωδία. Σηκωθείτε να μπούμε στην εκκλησιά για να την παραστήσουμε. Ίσα που πρόλαβαν να μπουν τα παιδιά με τις φουστανέλες και τα κινητά στο ζωνάρι. Το ποδοβολητό απ’ τ’ άλογα τα έκαμε να στριμωχτούν φοβισμένα στα πίσω στασίδια. Πρώτος ο Δεσπότης Πορφύριος, ο Άγιος Άρτης εμφανίστηκε με ύφος αυστηρό, αγιοπρεπές και θρονιάστηκε στη θέση του Χριστού ως Μέγας Ιεροεξεταστής. Ύστερον, ένας ένας ακολούθησαν οι στρατηγοί φουστανελοφόροι και αρματωμένοι και οι χιλίαρχοι. Επήραν θέσεις κριτών και ανέμενον τον Γ. Καραϊσκάκην με κλονισμένην ελπίδα περί της αφίξεως αυτού. Ξεπέζεψε και με το έμπα του σείστηκαν οι παραστάδες του ναού. Όλοι μένουν άναυδοι. Στα παιδιά κόβεται η λαλιά από τον θαυμασμό. Το φως του ήλιου που έμπαινε από τα παράθυρα χτύπησε κατευθείαν στις μπιστόλες και στο σελάχι του φωτίζοντας την εκκλησιά. Ο Γιός της καλογριάς προσκύνησε την εικόνα της Παναγίας και εστάθη στη μέση.

Ένας γίγαντας που καιγόταν στα σωθικά και γιατρειά δεν είχε από δύο αρρώστιες, τη φθίση και το σαράκι για τη Λευτεριά της Πατρίδας. Επειδή ήταν βαριά άρρωστος οι μεγαλόψυχοι οπλαρχηγοί του δώκανε και μαξιλάρι για να μην καθήσει καταγής. Όμως την αλήθεια την έβλεπαν τα παιδιά. Στο πάτωμα καθιστός τους φόβιζε λιγότερο. Τότε αρχίσανε να τον κοπανάνε για τα αμαρτήματά του. Ο Δεσπότης έκοβε και οι άλλοι έραβαν. Ο Άρτης Πορφύριος δεν εδίστασε να ξεστομίσει βαρύτατες κατηγορίες με την Παναγιά να τον κοιτά κατάματα. Απάνω στις ερωταποκρίσεις τα παιδιά άκουσαν και τα γνωστά «γαλλικά» του Καραϊσκάκη αλλά πιο πολύ παραξενεύτηκαν από τα «αγγλικά» του Μαυροκορδάτου.

Την ώρα που ξεθεώνονταν στο γέλιο οι συντελεστές της «παράστασης», τα παιδιά άρπαξαν την ευκαιρία να αποδράσουν από την εκκλησιά ακούγοντας τον Στουρνάρη να λέει: «Ας τα παρατήσουμε για σήμερα, το καταντήσαμε τζιορτζίνα!» Την επομένη της «Δίκης» βγήκε και η απόφαση με τον βαρύγδουπο τίτλο: «Προκήρυξις των εγκλημάτων του Καραϊσκάκη. Προς τους στρατιωτικούς και πολιτικούς αρχηγούς της Δυτικής Ελλάδος και προς πάντας τους Έλληνας», με τις υπογραφές του Α. Μαυροκορδάτου, Ν. Στουρνάρη και των άλλων στρατηγών, χιλίαρχων και καπεταναίων. Εν Ανατολικώ την 2 Απριλίου 1824.

Στο άκουσμα της απόφασης οι μαθητές έκπληκτοι ρώτησαν την καθηγήτρια. Υπόγραψε και ο Στουρνάρης; Την Λευκάδα την ξέχασε; Μάλλον, είπε η Α., προς στιγμήν δια τον φόβο του Μαυροκορδάτου. Ποιος ξέρει; Αλλά ευτυχώς δεν μαγάρισε το όνομά του. Δύο χρόνια αργότερα, Κυριακή των Βαΐων, σαν σήμερα, τον Απρίλη του 1826 έπεσε στην ηρωική Έξοδο του Μεσολογγίου. Αλλά ας επιστρέψουμε στην απόφαση. Δύο μέρες ήταν η διορία που του έδωσαν για να εγκαταλείψει το Αιτωλικό μετά την καταδίκη. Ωστόσο, η ιδέα του Καραϊσκάκη να περάσει από το σπίτι του Μαυροκορδάτου προτού αναχωρήσει για τ’ Άγραφα αποδείχτηκε εξαιρετική. Ο ψευδοπρίντζιπας τεσσαρομάτης και ο ψευδομάρτυρας Βουλπιώτης έτρωγαν και γλεντούσαν για την εξόντωση του Καραϊσκάκη. Η εξορία τον περίμενε. Οι παρόντες καπεταναίοι και υπάκουοι της Διοίκησης έγλειφαν τα κόκκαλα και τον Μαυροκορδάτο σε αναμονή επιμισθίου. Έμειναν κόκκαλο όταν μπροστά τους είδαν τον μελλοντικό αρχιστράτηγο της Ρούμελης να τους κατακρίνει για το έγκλημα και να φεύγει αηδιασμένος. Έ, ωρέ Μαυροκορδάτε…! Είπε και εχάθη.

Μονάχα στο γιοφύρι και πάνω στο ξυλοκρέβατο που τον κουβαλούσαν τα παλληκάρια του, εγύρισε για μια στιγμή το κεφάλι και χαμογέλασε στους Πειραιώτες μαθητές που τον ξεπροβόδιζαν με το σήμα της νίκης. Οι τρομπέτες συνέχιζαν να λαλούν λυπητερά.

Ανδριανή Στράνη Καθηγήτρια 2ου Γυμνασιου Ταύρου Αθήνας, «Αθηνά Χατζηεσμέρ»

Σημείωση: Η Αθηνά Χατζηεσμέρ ήταν μια 20χρονη προσφυγοπούλα ΕΠΟΝΙΤΙΣΑ που εκτελέστηκε στις 2 Οχτώβρη 1944 στην Καισαριανή από τους φασίστες κατατακτητές…..



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>