Kώστας Καρυωτάκης: Aφήνοντας την Πρέβεζα | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Δε, Ιουλ 23rd, 2018

Kώστας Καρυωτάκης: Aφήνοντας την Πρέβεζα

37600660_2202243326661991_5344477726264786944_o

21 Ιουλίου 1928. Η Πρέβεζα με βαραίνει περισσότερο από ποτέ, η υγρασία κι ο ήλιος προχωράνε στα στενά. Κάποια λουλούδια σκαλώνουν στον τοίχο μου, τα ακούω, ζητάνε ουρανό. Ο ήλιος τα περιμένει. Εμάς, μας σκοτώνει τελευταία… Οι σημειώσεις έτοιμες, όλα έτοιμα “για την υποδοχή του Νομάρχη”, τι κρίμα που δεν έρθει σήμερα να με δει σιδερωμένο με το καλύτερo γαλλικό μου κομμάτι να πέφτει πάνω μου και να τσακίζει.

37536328_2202243613328629_1017097785255657472_o

Το καπέλο μου -πρόσφατη παραγγελία- στο χέρι, στην τσέπη η έξυπνη αγορά ενός παγιδευμένου ανθρώπου, πεινασμένου για ελευθερία και ταξίδια, περιμένει την ώρα της. Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω ότι ξημέρωσε τόσο γρήγορα. Κλειδώνω. Η πόρτα αυτή ζει κατακτητές, αστειεύομαι. Φύγανε οι Τούρκοι. Οι νέες χώρες δένονται με την Ελλάδα και την μεγαλώνουν, μα με στενεύουν. Για αυτό με στείλανε εδώ. Το ξέρανε. Δύστροπος, αντιδραστικός, πώς θα χωρούσα τόσο μακριά από την πρωτεύουσα και τι θα προχωρούσα απ’ εδώ; Νάναι καλά ο κ. Υπουργός και το συνάφι του. Οι αγαπημένες μου, κάργες, με ξεχάσανε σήμερα. Τα κεραμίδια τυχερά, θα μείνουν στις θέσεις για λίγο και τα αυτιά μας ήσυχα.

Το λιθόστρωτο μου διέλυσε τα παπούτσια, σαν άλογο ακούγομαι εκεί πίσω, στα τζάμια που μένουν κλειστά στους περαστικούς. Να δω το λιμάνι για τελευταία φορά. Καλύτερα όχι, όταν έχεις δουλειά πρέπει να πηγαίνεις εκεί, όχι να δεσμεύεις τον χρόνο σου σε κόρτε και τσαλίμια.

Ζεσταίνομαι, ιδρώνω, ήδη η πλάτη μου καίγεται και ο λαιμός μου στάζει. Έδεσα και τη γραβάτα, με κόμπο χειμωνιάτικο. Πως και δεν σκέφτηκα να την κάνω θηλιά στο παράθυρο, με τόσο μετάξι μέσα της. Το παράθυρο, θα ήταν μια λύση. Όχι δεν γυρίζω πίσω. Ήδη η πρώτη ανηφόρα ξεπεράστηκε με δυσφορία. Η θάλασσα είναι όμορφη, σαν να ξέρει, αλλά δεν ακούω φωνές. Αρνούμαι να ακούσω, έχω δουλειές. Υποσχέθηκα να τελειώσω σήμερα, ό,τι άφησα πίσω τις τελευταίες ημέρες. Στην Πρέβεζα, είτε μένεις είτε φεύγεις, σε κυνηγάει η θάλασσα με την περιέργειά της. Παντού κι από δίπλα. Αυτό το έμαθα καλά και δεν θα το ξεχάσω όσο ζω. Ευτυχώς… Εδώ και μισή ώρα προχωράω. Τα δέντρα μεγάλα, μιλάω μαζί τους, μ’ εμένα, με τις πέτρες που σκοντάφτω.

Που και που σταματώ. Κάθομαι, πλάτη στη θάλασσα. Όπως οι βάρκες, κοιτάζω απέναντι. Ο δρόμος ξεχασμένος, ούτε άνθρωποι, ούτε ζώα στην πορεία μου. Η σκιά μου περιφέρεται, αλλάζει σχήματα, ξανάρχεται. Αλλά δεν με νοιάζει. Το καλοκαίρι φέτος, θα στεγνώσει τον τόπο. Άφησα τα κλειδιά στο γραφείο; Το πρωτόκολλο, θα φύγει σωστά; Η κυρία που μου χαμογέλασε, εξήγησε, πρέπει να φτάσει στην Αθήνα νωρίς. Για λόγους υγείας, οι χρόνοι αναγκαίο να μαζεύονται. Την καταλαβαίνω απόλυτα, ξέρω από αρρώστιες. Έδωσα προτεραιότητα με την υπογραφή μου. Θα με πιστέψει κανείς, ότι άφησα την Πρέβεζα; Δεν θα μάθω ποτέ. Αντιδραστικός και αναρχικός στα καθορισμένα, πόσα να χρεώσεις σ’ ένα Καρυωτάκη.

Θέλω να πιώ κάτι. Να κάτι που ξέχασα. Ίσως την άλλη φορά, ίσως ποτέ. Εδώ είμαστε. Μια χαρά, έχει και ίσκιο. Το σημείωμα, το ετοίμασα στη θέση του. Σκάει ο τζίτζικας, αλλά η δουλειά δουλειά, υπόσχεση στον εαυτό. Είπα κάτι απλό και μου έδωσε αυτό. Ελπίζω τα χρήματα να πιάσουν τον τόπο τους. “Καλό και γρήγορο”, θυμάμαι τα λόγια του. Συγχωρείστε με κι εσείς, μαζί με τους άλλους. Τώρα, αφήνω την Πρέβεζα.

(Απόσπασμα από την τριλογία του Γιάννη Βέλλη «ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ. 90 χρόνια μετά στην ΠΡΕΒΕΖΑ»)

(Δημοτική Ραδιοφωνία Πρέβεζας)



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>