Θανοπούλου Μαρία: Διερεύνηση της συλλογικής μνήμης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στους επιζώντες ενός χωριού της Λευκάδας | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Πα, Νοε 2nd, 2018

Θανοπούλου Μαρία: Διερεύνηση της συλλογικής μνήμης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στους επιζώντες ενός χωριού της Λευκάδας

Μια ιστορία μέσα από τα μάτια των απλών γυναικών

lazarata_Lefkada

Χιλιάδες είναι οι ιστορίες από την Αντίσταση του λαού μας, που θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν καλλιτεχνικά οι πνευματικοί άνθρωποι και ιδιαίτερα όσοι ασχολούνται με τον κινηματογράφο. Όμως, ενώ παλιότερα αυτό ήταν απαγορευμένο, εξαιτίας των πολιτικών συνθηκών και της λογοκρισίας, τώρα θεωρείται ότι τα θέματα αυτά «δεν πουλάνε», «δεν ενδιαφέρουν το ευρύ κοινό» κ.λπ.

b31838Αυτό έρχεται στο νου, καθώς ξεφυλλίζουμε ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο που εκδόθηκε τελευταία από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών. Έχει τίτλο «Η προφορική μνήμη του πολέμου» και αναφέρεται στη διερεύνηση της συλλογικής μνήμης του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου στους επιζώντες ενός χωριού της Λευκάδας, τα Λαζαράτα. Η έρευνα έγινε από μια νέα επιστήμονα, τη Μαρία Θανοπούλου, με τη συνδρομή της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Σφακιωτών Λευκάδας. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στις μαρτυρίες των γυναικών άμαχων που έζησαν την οδυνηρή εκείνη εποχή…

Ας παρακολουθήσουμε, λοιπόν, αυτή την ιστορία μέσα από τις μαρτυρίες των γυναικών του χωριού που έζησαν τα γεγονότα εκείνης της περιόδου.

Πείνα

Στην πλειονότητα των αφηγήσεων η πείνα φαίνεται σαν το θεμελιώδες πρόβλημα της εποχής. Χαρακτηριστική η μαρτυρία μιας γυναίκας: «Δεν καταλαβαίνεις, η πείνα δεν κρατιέται παιδάκι μου. Κάποτε ερχόμουνα με τη μάνα μου τη συγχωρεμένη εδώ, κι εδώ να πέσω, εκεί να πέσω. «Μάνα θα πεθάνω, μάνα θα πεθάνω», της κάνω. Έρχομαι εδώ σε μια γειτόνισσα «μαρή, σταμάτα», έπεσα μες στην αυλή. «Τι διάολο, λίγο ξίδι και λίγο αλεύρι να φτιάξεις της κοπελλός μου να μην πεθάνει». Και μόλις φέρνει λίγο ξίδι και λίγο αλεύρι, το ΄φτιαξε τηγανίτα κριθαρίσια, από κριθάρι… και φτιάχνει μια τηγανιά, μια χαψιά ψωμί, άγια δύναμη το λέγαμε. Μου ΄βαλαν μια χαψιά και ξαναπήρα αναπνοή».

Οι Ιταλοί απομυζούν τα αγαθά του νησιού: Συνήθως κλέβουν αυγά, κρασί, γίδες, ή ακόμα και ρούχα. Οι χωρικοί δεν μπορούν πια να φάνε ούτε το λάδι τους. Η είσοδος των Ιταλών στα σπίτια κάνει τις γυναίκες – που συνήθως ήταν μόνες, χωρίς να ξέρουν πώς να συνεννοηθούν μαζί τους, να φοβούνται. Έτσι δίνουν στους κατακτητές τα τρόφιμα που ζητάνε με σκοπό να απαλλαγούν από αυτούς όσο γίνεται πιο γρήγορα. Οι γυναίκες θυμούνται πολύ έντονα τις πρακτικές που χρησιμοποιούσαν για να κρύβουν ό,τι μπορούσαν από το πλιάτσικο. Λάδι, κρασί, σιτάρι, ρούχα αξίας, κρύβονταν μέσα στα σπίτια, στα πηγάδια, στα χωράφια, στις κοιλότητες των δέντρων, μέσα στη γη…

«Αυτά σου λέω κοπέλα μου… Περάσαμε κακή ζωή… Να μην έρθει, να μην έρθει… Η νεολαία να μη δει, αλλά σκιάζομαι μπα και δούνε περισσότερα…», λέει μια γυναίκα, καθώς θυμάται τις δοκιμασίες και τις στερήσεις.

Οι χειρότεροι κατακτητές

Μετά την κατάρρευση των Ιταλών, αυτοί συνελήφθησαν από τους Γερμανούς, συγκεντρώθηκαν και κρατήθηκαν ως φυλακισμένοι δίπλα στο κάστρο της Λευκάδας. Οι αναμνήσεις αναφέρονται στις σκληρές συνθήκες φυλάκισής τους κάτω από τον καφτερό ήλιο – πεινασμένοι και διψασμένοι ολόκληρες μέρες. Ακόμα, διηγούνται ότι πολλοί από αυτούς έπεσαν στη θάλασσα να σωθούν, αλλά οι Γερμανοί τους σκότωσαν. Μιλάνε ακόμα για την άμεση εκτέλεση, από Γερμανό, ενός Ιταλού στρατιώτη που ζήτησε ένα τσιγάρο από περαστικούς.

… Οι Γερμανοί έγιναν τώρα κοινοί εχθροί και οι ντόπιοι κρύβουν τους κυνηγημένους Ιταλούς…

«Τα σπίτια μας καίγονται»

«Όλα αυτά τα υποφέραμε, ας πούμε. Από δω, απ” τα σπίτια μας είχαμε φύγει», θυμάται μια γυναίκα. «Η Εγκλουβή καιότανε. Σκόρπισε ο κόσμος. Καιγόταν το χωριό, το κάψανε οι Γερμανοί. Έκαιαν ορισμένοι, ήταν μερικοί ρουφιάνοι στα σπίτια και λέγανε: «Κείνο το σπίτι, εκείνου είναι τάδε, τάδε… Πήγαινε βάλε φωτιά, κάφτο». Και καίγανε τα σπίτια όλου του κόσμου, γιατί ήτανε τέσσερα σκαθάρια μες στο χωριό. Στο κάθε χωριό»…

Οι μνήμες για τους καταδότες επανέρχονται στις αναφορές για τους αντάρτες και τον εμφύλιο πόλεμο.

«Φαίνεται, γράφει η ερευνήτρια, ότι η πρώτη αντιστασιακή οργάνωση της Αριστεράς στο νησί ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 1941, λίγο μετά την άφιξη των Ιταλών. Παρ΄ όλα αυτά η ίδρυση της οργάνωσης του ΕΑΜ σε επίπεδο νησιού, τοποθετείται μετά τον μήνα Οκτώβρη του ίδιου έτους.

Οι αναμνήσεις που ακολουθούν, αναφέρονται κυρίως στις βιαιότητες, τις δολοφονίες, τα βασανιστήρια, τις φρικαλεότητες του αδελφοκτόνου πολέμου.

Με το όνειρο μιας άλλης ζωής…

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι μαρτυρίες για τη συμμετοχή των γυναικών στην ΕΠΟΝ, όπου μιλούσαν με θάρρος για όλα τα προβλήματα. Νέοι και νέες κάνανε κριτική και αυτοκριτική, είχαν αποκτήσει υπευθυνότητα. Όλα τα μέλη, ανεξάρτητα από φύλο και επίπεδο εκπαίδευσης, ενθαρρύνονταν, όπως φαίνεται από συγκεκριμένες μαρτυρίες να εκφράζουν τη γνώμη τους…

Στόχος της έρευνας, όπως επισημαίνει η Μαρία Θανοπούλου, δεν ήταν η ανασύσταση των γεγονότων ή η αναζήτηση της «ιστορικής αλήθειας», αλλά η διερεύνηση της συλλογικής μνήμης τόσα χρόνια μετά τον πόλεμο. Για τα πραγματικά γεγονότα που στη Λευκάδα ήταν ιδιαίτερα δραματικά, υπάρχει η σχετική βιβλιογραφία. (Βιβλία των Πανταζή Παπαδάτου, του Ζώη Κουτσαύτη, της Ισμήνης Μαραγκού, της Αργυρώς Βερύκιου και του Ποσειδώνα Λογοθέτη). Ειδικότερα στο βιβλίο του Παπαδάτου «Ηρωες και μάρτυρες της Λευκάδας», (Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»), υπάρχει πλούσιο φωτογραφικό υλικό…

Ο λαός μας θυμάται ακόμα την ιστορία του και μακάρι οι μελετητές να αντλήσουν στοιχεία από τους ανθρώπους που ζουν, αλλά σιγά-σιγά φεύγουν. Τι θα γίνει αν η νεολαία μας ξεχάσει την ιστορία της, ξεχάσει τον πολιτισμό της, τις ρίζες της; Τι θα γίνει όταν θα τη μαθαίνει από καλοθελητές που θα την παρουσιάζουν όπως αυτοί θέλουν;

(Πηγή: Αλίκη ΞΕΝΟΥ – ΒΕΝΑΡΔΟΥ, «Ριζοσπάστης», Κυριακή 25 Νοέμβρη 2001)

Σημείωση:
Ο ακριβής τίτλος του βιβλίου είναι: Θανοπούλου Μαρία, Η προφορική μνήμη του πολέμου. Διερεύνηση της συλλογικής μνήμης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στους επιζώντες ενός χωριού της Λευκάδας, Αθήνα: ΕΚΚΕ 2000.


Displaying 2 Comments
Have Your Say
  1. Μπαίνοντας οι Γερμανοί στον δρόμο στον κόκκινο βράχο της Καρυάς στήσανε πολυβόλο και χτυπήσανε για εκφοβισμό κατά εκτιμήσεις στον οικισμό Ρεκατσινάτα , δεξιά του κυτάζοντας και κάποιες οι σφαίρες βρήκαν τον κορμό δέντρου. Δεν χτύπησαν μέσα στον οικισμό, αλλά ήταν η επίδειξη ισχύος μάλλον που υπονοούσε και ο Μπλίτζ Κρίγκ ( κεραυνοβόλος πόλεμος ως πολεμικό δόγμα που εφάρμοζαν.
    Αλλά και όπου μνα εισέρχονταν οι Γερμανοί το 1941, μπούκαραν με πλήθος μηχανοκίνητα στρατιωτικά οχήματα σε συνεχή διάταξη για να ενισχύουν το πνεύμα δύναμης και ισχύος και να τρομάζουν τους προς κατάκτηση.
    Ο Κεραυνοβόλος πόλεμος ήταν το δόγμα που μαζί με την κατάληψη μέσω μηχανοκινήτων φάλαγγων ή στρατευμάτων έφερνε μαζί του και τις υπηρεσίες επιμελητείας και υποστήριξης. Και όχι η αρχική στρατιωτική κατάληψη να αναμένη κάποιο διάστημα ημερών έστω και λίγες για να υποστηριχτεί από την επιμελητεία και τις διοικητικές μονάδες.
    Αυτό το δόγμα είχε τον προσχεδιασμό ότι , από την πρώτη μέρα ή την επομένη αμέσως θα άρχιζαν να εφαρμόζουν τον κατοχικό κανόνα ότι η κατεχόμενη χώρα θα έφερμε το βάρος άμεσα του ημερήσιου εφοδιασμού και συντήρησης σε ότι χρειώδη των κατοχικών στρατευμάτων. Και για τούτο απαιτούσαν τυπική παράδοση άμεσα των κατεχομένων πόλεων απ τις τότε Ελληνικές διοικητικές αρχές και ταυτόχρονη απαίτηση για να τεθούν στην διάθεσή τους οι συγκεντρώσεις τροφίμων και εφοδίων που ήταν κρατική υπόθεση ιδιαίτερα της Ελλάδος την δεκαετία του 1930 και με κυβερνητική πατερμαλιστική πολιτική από το 1936. Ταυτόχρονα στο δόγμα της κεραυνοβόλου επεμβάσεως- καταλήψεως οδηγούνταν άμεσα από την πρώτη ημέρα στα συναλλαγματικά αποθέματα και τα αποθέματα χρυσού της κάθε κεντρικής τραπέζης και στις κάθε λογής αποθήκες καυσίμων της εποχής.
    Στην Αθήνα η είσοδος των Γερμανών έγινε από την Λεωφόρο Κηφισιάς , η παράδοση της πόλης έγινε στους Αμπελόκηπους στο ισόγειο υπάρχων και σήμερα του κτιρίου που βρίσκεται αμέσως μετά την αρχή της Κηφισιάς ( σήμερα fast food Everest) δεξιά ανεβαίνοντας. Η παράδοση έγινε από τον φρούραρχο Καβράκο και τον Δήμαρχο. Και αμέσως κατευθύνθηκαν προς την τράπεζα της Ελλάδος – για το χρηματικό- κατεβαίνοντας την Βασ.Σοφίας, μια και από τα σχέδια της πόλεως των Αθηνών ήξερα καλά το εμπερικό τρίγωνο από Ομόνοια- Αθηνάς- Μοναστηράκι- Μητροπόλεως- Σύνταγμα- Πανεπιστημίου ( όπου η Τράπεζα της Ελλάδος).
    Μέσα στα επιταγμένα της εποχής άμεσα ήδη ήταν και τα αποθέματα λιθάνθρακα που και αυτό ήταν σε κρατική συγκέντρωση και χορηγούνταν στους Αθηναίους τον χειμώνα για την θέρμανση στις παλιές καρβουνοθερμάστρες της εποχής , που αν έκανε κάποιος το λάθος και άνοιγε το καπάκι της καρβουνόσομπας γέμιζε το σπίτι μαυρίλα και καπνιά σε κλάσμα δευτερολέπτου.

  2. Στην κατοχική Ελλάδα ένας μεγάλος μύθος ήταν ο μαυραγοριτισμός των Ελλήνων μικροκατσαπλιάδων εμπόρων κάτω όμως από την Γερμανική επίβλεψη και ανοχή.
    Υπήρχε βέβαια και ένας μικρός όγκος μικρομαυραγοριτών που κρύβανε ψιλοτρόφιμα , αλλά ο μεγάλος όγκος του μαυραγοριτισμού ασκήθηκε από τους Γερμνανούς κυρίως.
    Οι Ιταλοί ήτανε λιγότερο επιτήδιοι οργανωτικά μαυραγορίτες μια και ανώτατο ηγετικό στέλεχος των στην Ελλάδα διώχτηκε πίσω στην Ιταλία ως απροκάλυπτος μαυραγορίτης μια και προκαλούσε. Αλλά τον περισσότερο κατοχικό χρόνο τον κύριο μαυραγοριτισμό τον άσκησαν οι Γερμανοί που αποσπούσαν με την βία τα προίόντα διατροφής. Χαρακτηριστικό είναι το penalty 100 τόνων ελαιολάδου που επέβαλαν στους σε Κρητικούς μιας περιοχής ως αντίποινα.
    Στην Γερμανική πολεμική μηχανή διοικητικά δομημένη από προπολεμικά ακόμα με κανόνες και κίνητρα μέχρι και bonus για να επιτυγχάνει τα ζητούμενα αποτελέσματα, επιτρεπόνταν μέχρι και ενός ορίου η εκμετάλευση των αποσπόμενων αγαθών στο όνομα της συντήρησης των κατοχικών στρατευμάτων για ίδιο όφελος των αξιωματικών ποσοστιαία μέχρι και στρατιωτών. Πέρα από τις αναγκαίες ποσοστόσεις των αποσπόμενων που έπρεπε να στέλνονται στην Γερμανία ( Δόγμα Γκαίρινγκ) , άφηνε και περιθώριο στους αξιωματικούς να εμπορεύονται για ίδιο όφελος κάποιο ποσοστό αποσπόμενων τροφίμων κυρίως όσα δεν άντεχαν να φτάσουν στην Γερμανία. Η εισαγωγή του κατοχικού Γερμανικού μάρκου στην Ελλάδα ( 1 μάρκο=60 δραχμές) ήταν προς αυτή την κατεύθυνση με την λειτουργική προσφέροντας Γερμανικά Μάρκα ως νόμισμα και με τον πιθαναγκασμό να πωλούν οι παραγωγοί τα προιόντας τους στους Γερμανούς και αυτοί με την σειρά τους να τα εμπορεύονται με Ελληνικές αρχικά δραχμές-μέχρι αυτές να χάσουν την αξία τους λόγω πληθωρισμού- αλλά κυρίως με χρυσό λίρες κοσμήματα και ότι άλλο πολύτιμο είχε αξία. Κυρίως όμως με χρυσό.
    Η εισαγωγή του Γερμανικού Μάρκου στην κατεχόμενη η Ελλάδα, πέρα απ το Γερμανικό σχέδιο για την υπονόμευση του εγχώριου νομίσματος στις κατεχόμενες χώρες που είχε εκπονηθεί προπολεμικά από το 1938, είχε στόχο και την παραπάνω λειτουργική ως κίνητρο εφαρμογής των κατοχικών στοχεύσεων από τους αξιωματικούς και τους στρατιώτες.
    Σε κάποιο Αθηναικό κουρείο το 194.. μπήκε Γερμανός αξιωματούχος και έδωσε για πληρωμή στον κουρέα 1 Γερμανικό Μάρκο όταν το κούρεμα κόστιζε 25 Ελληνικές δραχμές. Δίδοντας το κατοχικό μάρκο για πληρωμή Ο Γερμανός αξιωματικός ζήτησε απ τον Κουρέα να του επιστρέψει τα ρέστα εκ 35 δραχμών αφού το Μάρκο είχε εισαχθεί με ισοτιμία 60 δραχμών. Τότε ο κουρέας του είπε ότι του κάνει δώρο το κούρεμα. Ο παρακαθήμενος φίλος του κουρέα του είπε ότι τσάμπα δούλεψε. Και τότε ο κουρέας του είπε:» Τρελλός είσαι να μου δώσει νόμισμα που δεν το παίρνουν και οι ίδιοι οι Γερμανοί και να του δώσω δραχμές με τις οποίες κάτι μπορώ έστω 1 χαρούπι να αγοράσω». ΄
    Οι υπάλληλοι του Γερμανικού φρουραρχείου στην Αθήνα ήταν και αυτοί οι επιτήδιοι σε συνεργασία με τους αξιωματικούς στον μαυραγοριτισμό και αυτοί με την σειρά τους απευθυνόνταν και σε οικογένειες που είχαν κάποια μορφή χρυσού διαθέσιμη λίρες ή κοσμήματα, τα οποία θα είχαν και μεταπολεμικά αξία. Μαζί βέβαια ήταν και οι εκλεκτότεροι ντόπιοι συνεργάτες που ήταν έμπιστοι στους Γερμανούς και έπαιζαν τον ρόλο του μεσάζοντα με τους μικρεμπόρους που έβγαιναν στον δρόμο και πολλές φορές κινδύνευαν και απ τος ίδιους τους Γερμανούς μια και αυτοί οι Γερμανοί ήθελαν να δείξουν ότι κυνηγούσαν τους μικρέμπορους μαυραγορίτες. Υπάρχει περίπτωση στην βιβλιογραφία της κατοχής που ο ίδιος ο Γερμανός αξιωματικός που με το κύκλωμα του τροφοδοτούσε τρόφιμα τον μικρομαυραγορίτη, έστειλε την Γερνανικό απόσπασμα συνοδεία Ελλήνων αστυφυλάκων να συλλάβουν τον μικρομαυραγορίτη και να του κατάσχουν τα τρόφιμα τα οποία πρίν από 1 ώρα τα είχε πληρώσει για να τα αγοράσει στον Γερμανό αξιωματικό, μισή ώρα μετά το άπλωμα του μικροεμπορεύματος από λάδι και και κουνουπίδι στην οδό Αθηνάς, μετά την πλατεία Δημαρχείου.
    Οι υπάλληλοι του δημοσίου πληρωνόνταν κάθε μήνα από τις 6 το πρωί της ημέρας πληρωμής και έκαναν ουρές από την νύχτα για να πάρουν αρχική σειρά στην ουρά πληρωμής, ώστε να τρέξουν πρωί πρωί να αγοράσουν τρόφιμα μια και οι τιμές λεπτό το λεπτό ανέβαιναν και στην επόμηνη 1 έως μιάμιση ώρα ο μισθός δεν επαρκούσε ούτε για 1/4 φρατζόλα ψωμί. Αρκετολι Γερμανοί αξιωματικοί και διοικητικοί υπάλληλοι της Γερμανικής κυρίως πρεσβείας της Αθήνας , που είχαν κάποια χρόνια ως υπάλληλοι στην Αθήνα και είχαν γνωριστεί με κάποιες Αθηναικές οικογένειες, είχαν μέσω της εμπορίας τροφίμων αποκτήσει ικανό ποσό χρυσού και τιμαλφών, – εξυπηρετούσαν δήθεν και τις γνωστές οικογένειες προσφέροντας τρόφιμα έναντι χρυσού και κοσμημάτων- και επέστρεψαν αρκετά οικονομικά τακτοποιημένοι στην μεταπολεμική κατεστραμένη Γερμανία.
    Και εκει εκμεταλευόμενοι μέσω του χρυσού μέχρι και το 1950 και μετά την εισαγωγή του νέου Γερμανικού Μάρκου το 1948, κατάφεραν να αποκτήσουν μεγάλες κτηματικές περιουσίες με έμφαση στα κατεστραμένα απ τους βομβαρδισμούς ακίνητα των πόλεων τα οποία πουλούσαν οι προπολεμικοί ιδιοκτήτες ή απόγονοί των κάτω από την ανέχεια και την δραματική έλλειψη τροφίμων και νερού που βίωσε η Γερμανία από το 1945 έως το 1950 ιδιαίτερα στις πόλεις. Μεγάλη Γερμανική σημερινή αυτοκινητοβιομηχανία και οι ιδιοκτητες της , που προπολεμικά και μέσα στον πόλεμο είχε ειδικευτεί κυρίως και στην κατασκευή αυτοκινούμενων φλογοβόλων και λοιπών στρατιωτικών οχημάτων, ( τα φλογοβόλα της κάψανε όλο το Ανατολικό από την Πολωνία μέτωπο και πέρα ) δεν αρνήθηκαν την συνδρομή σε χρυσό επί μετοχικής συμμετοχής ή άλλες εξυπηρετήσεις υπεργολαβικές για την ανασύστασίν της μετά το 1950 και από πρώην ναζί διοικητικών ιθυνόντων των πρεσβειών και στρατιωτικών των υπό κατοχλη χωρών.
    Πολλοί ακόμη Γερμανοί εκφυλισμένοι δεύτερης και τρίτης γεννεάς προπολεμικά επίγονοι βιομηχάνων, εθισμένοι στην καλοπέραση και στον πλούτο μετρητών και μέσα στον πόλεμο μέσα στην Γερμανική επικράτεια, διασώθηκαν χάρις στον χρυσό και κάθε λογής τιμαλφή που τους πρόσφεραν οι παραπάνω διοικητικοί αξιωματούχοι και στρατιωτικοί στις κατακτημένες χώρες και επί ανταλλαγή θέσεων ισοβίως και γεννεαλογικά στα διοικητική συμβούλια των υπό ανασύσταση βιομηχανιών και εταιρειών μεταπολεμικά.
    Μέσα σε αυτό το πλαίσιο Γερμανών μαυραγοριτών της κατοχής και ντόπιων – όχι πολλών – συνεργατών ( δεν αναφέρονται εδώ οι μικρομαυραγορίτες του πεζοδρομίου) και στην μεταπολεμική βιομηχανική συνεργασία- υπό την υψηλη Αμερικανική επίβλεψη για την βοήθεια της Δυτικής Γερμανίας- θα πρέπει να αναζητηθούν και παράμετροι της επιθετικής αναδίπλωσης της Ελλάδος για την διεκδίκηση των Γερμανικών αποζημιώσεων και ιδιαίτερα του κατοχικού δανελιου της Ελλάδος προς τους Γερμανούς κατακτητές.

Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>