Τιναχτής ελιάς… ετών ενενήντα
Ήταν στα νιάτα του ένας από τους πιο περιζήτητους τιναχτάδες στην περιοχή του Αλεξάνδρου. Δεν άφηνε κλωνί καρπού στα λιόδεντρα σε μια εποχή που οι ελιές του νησιού μας ήταν κάστρα ολόκληρα, που η αποτίμησή τους γινόταν σε κιλά κλαρί, που αν έπεφτε κάνας κλώνος από την κακοκαιρία του χειμώνα τον θρηνούσαν οι ξωμάχοι της λευκαδίτικης υπαίθρου για καιρό.
«Η δουλειά του τιναχτή ήταν και κουραστική και επικίνδυνη. Πολλοί έπεφταν και χτυπούσαν άσχημα, σακατεύονταν κυριολεκτικά. Μερικοί έχαναν και τη ζωή τους. Πάντως οι καλοί τιναχτάδες ήταν λίγοι και πληρώνονταν ακριβά», σημειώνει ο Πανταζής Κοντομίχης (Τα Γεωργικά της Λευκάδας, Εκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα 1985).
Τώρα κοντεύει να κλείσει τα ενενήντα του χρόνια, αν δεν τα έχει κιόλας περάσει. Τον είδαμε σήμερα σκαρφαλωμένο σε μια ελιά με το λούρο στο χέρι και μείναμε με το στόμα ανοιχτό. «Κατέβα μη πέσεις και τσακιστείς…», του φωνάξαμε. Έχομε το θάρρος λόγω συγγένειας. «Δεν έχει ελιές, κάτι κλωνιά…», μας απάντησε, καθώς βαριακούει και δύσκολα συνεννοείται κανείς μαζί του. Ό,τι κι αν κάναμε δεν μπορέσαμε να τον σταματήσουμε…
Περιττό να πούμε ότι τα χωράφια του τα αναγνωρίζει κανείς εύκολα από το καθάρισμα. Γουλί το κάνει το χώμα. Ένας εκπρόσωπος της παλιάς γενιάς, που ήταν δεμένη με τα χωράφια της, με τα αμπέλια της και τις ελιές της, με τα ζωντανά της, που χρόνο με το χρόνο όλο και λιγοστεύει…