Έγγραφα-φωτιά για το 1821 και την ταξική κυριαρχία στα Επτάνησα – Μέρος δεύτερο | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Τε, Μαρ 24th, 2021

Έγγραφα-φωτιά για το 1821 και την ταξική κυριαρχία στα Επτάνησα – Μέρος δεύτερο

Georgios_AnemogiannisΜνημείο προς τιμην του Παξινού μπουρλοτιέρη-πυρπολητή Γιώργου Ανεμογιάννη στην Ναυπάκτο

Γράφει ο Αλέκος Πρίφτης

Συνέχεια από το πρώτο μέρος

Παρόλο που -σύμφωνα με αναλυτή- η ενσωμάτωση στον εθνικό κορμό υποσχόταν περισσότερες ευκαιρίες για οικονομική ανάπτυξη, αλλά και την ανάληψη πρωταγωνιστικού ρόλου από την επτανησιακή αστική τάξη, την πιο σαφώς διαμορφωμένη αστική τάξη του ελλαδικού χώρου δεδομένου του περιβάλλοντος στο οποίο αναπτύχθηκε, στα πολιτικά πράγματα του νέου κράτους, τα επί μέρους συμφέροντα και οι διάφορες τάσεις της κυρίαρχης ελίτ εκφράστηκαν πολιτικά με διαφορετικούς τρόπους.

Στη συνέχεια, η οικονομική ισχύς της αστικής τάξης στο πλαίσιο του ελληνικού κράτους όντως μεταφράστηκε σε πολιτική, με την επιπρόσθετη ιδιότυπη «κατασκευή» του «ευεργετισμού». Οι ρίζες για τον αστικό μετασχηματισμό της Επτανήσου και τη διαμόρφωση της αστικής της τάξης ανάγονται πράγματι σ΄ εκείνες τις κρίσιμες πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα.

Η περίοδος εχαρακτηριζόταν, θυμίζει αναλυτής, απ΄ την άνοδο των καπιταλιστικών σχέσεων και στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου και την ενσωμάτωση και πρόσδεση των υπο-περιοχών της στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία. Η γαιοκτητική αριστοκρατία βρέθηκε σε φάση σοβαρών μεταβολών, σε μια μεταβατικότητα με νέα και σύνθετη εσωτερική διαστρωμάτωση τελικά της ίδιας της ομάδας της, όχι μονοσήμαντα σε «αντιδραστική» ή «συντηρητική» κατεύθυνση, όπως παλαιότερα. Το αγροτικό πλεόνασμα που συγκέντρωναν απ΄ τη λίγο-πολύ εξαρτημένη εργασία των χωρικών αριστοκράτες της Επτανήσου το μετέφεραν με δικά τους μέσα και έξοδα προς τα λιμάνια και εν συνεχεία με δικά τους πλοία και καπετάνιους το διοχέτευαν προς τις αγορές της Μεσογείου. Ομάδες απ΄ τις γαιοκτητικές αριστοκρατικές οικογένειες έμεναν μονόπλευρα φεουδαρχικές ή μεταβάλλονταν σε τμήμα της αναδυόμενης αστικής τάξης, σε συνθήκες που η βρετανική επικυριαρχία ωθούσε στην πλήρη κυριαρχία των αστικών σχέσεων στα Επτάνησα. Αναπτύχθηκαν διαφορετικά τμήματα, μερίδες και αντιτιθέμενα συμφέροντα εντός και της επτανησιακής αριστοκρατίας, έναντι και της Επανάστασης.

Ούτε η Βρετανία είχε άλλωστε ενιαία στάση σ΄ όλη τη διάρκεια της Επανάστασης, καθώς το 1822 άρχισε να διαφοροποιεί τη στάση της, ακόμη και έναντι της φιλοεπαναστατικής Επιτροπής της Ζακύνθου υπό τον Διονύσιο Ρώμα τότε και, πολύ περισσότερο, αργότερα με την «ανοχή» της στην αποστολή των Μεσολογγιτών στη Ζάκυνθο λίγους μήνες πριν την Έξοδο για πολεμοφόδια, όταν λόγω των εξελίξεων αναπροσάρμοζε την πολιτική της. Αναλόγως διαφοροποιήθηκε λίγο ή πολύ η στάση των επτανησιακών Αρχών.

Γενικότερα, υπήρξε ένα είδος «όσμωσης» μεταξύ γαιοκτησίας και εμπορικού κόσμου των πόλεων της Επτανήσου, καθώς και ένα τμήμα των γαιοκτημονικών οικογενειών μετεξελισσόταν με τον ίδιο τρόπο πάνω-κάτω που τμήμα από τους κοτζαμπάσηδες στα υπό οθωμανικό έλεγχο ελληνικά εδάφη άλλαζε χαρακτηριστικά, λόγω της σύνδεσής του με το εξωτερικό εμπόριο.

Ήταν, υπενθυμίζει αναλυτής, η φάση όπου ο καπιταλισμός στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου είχε ακόμη ιστορικά προωθητικό ρόλο. Η βρετανική επικυριαρχία, παρά τις αντιφάσεις της πολιτικής της, έπαιξε ρόλο προωθητικό για την οριστική διαμόρφωση και κυριαρχία της επτανησιακής αστικής τάξης. Η παροχή δικαιώματος πλεύσης της ναυτιλίας των Ιονίων υπό βρετανική σημαία σήμαινε τεράστια πλεονεκτήματα ή, αλλιώς, μεγάλα κέρδη για τους Επτανήσιους πλοιοκτήτες και εμπόρους με διεθνείς δραστηριότητες, που σε πρώτη φάση, τουλάχιστον, δεν είχαν οικονομικούς λόγους ν΄ αμφισβητήσουν επαναστατικά το βρετανικό πλαίσιο κυριαρχίας και, πάντως, εδίχασε την ολοένα και μεταβαλλόμενη οικονομική ελίτ της Επτανήσου που επιζητούσε και την πολιτική εξουσία με ή χωρίς ξένη συμμαχική «Προστασία».

10_eptanisa_1821

Τις 13 Αυγούστου 1821 εκδόθηκε «Πράξις της Διοικήσεως» εν ονόματι της «Εκλαμπρότατης Βουλής», με την οποία νομοθετήθηκαν εξορίες, κατασχέσεις και απροσδιόριστα μέτρα ώστε οι Επτανήσιοι υποστηρικτές της Επανάστασης να «υποφέρουν», καθώς ορίστηκε:

Πρώτον, ότι «οι Υπήκοοι του Κράτους τούτου, όσοι με το έργον έλαβον μέρος εις τον πόλεμον, είτε εις βοήθειαν ή εναντίον κανενός από τα δύο μέρη οπού πολεμούσιν εις την Ήπειρον, ή εις Πελοπόννησον ή εις τας Νήσους και τα πλησιόχωρα πελάγη, τόσον όταν κατά πρώτην φοράν εφανερώθη η Διέγερσις των αυτών Επαρχιών, όσον και ακολούθως, εξορίζονται παντοτινά από τα Ιωνικά χώματα».

Δεύτερον, ότι «τα αγαθά αυτών είτε κινητά είτε ακίνητα, μερίδια και δικαιώματα, γίνονται Αυθεντικά, κατά την διώρισιν των περί τούτων Νόμων».

Τρίτον, ότι «κάθε φορά οπού υποπέσουν εις τας χείρας της ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ θα υποφέρουσι τα όσα οι Νόμοι της Επικρατείας προστάζουσιν εις παρομοίας περιστάσεις».

Οριζόταν ότι η απόφαση αυτή θα τυπωνόταν και θα δημοσιευόταν «εις τας Πόλεις, Χωρία και Προάστεια, Εφημερίας, Λιμένας των Νήσων του Κράτους τούτου, Καράβια» και άλλα σημεία, όπως και ότι θα την έστελναν και «εις τους εξωτερικούς γειτονικούς τόπους εις τους οποίους πρέπει να γένη γνωστή», προφανώς από εκπροσώπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Επαναλαμβάνονταν τα περί «ουδετερότητας», ότι αυτό ήταν «το αγαθόν φέρσιμον με το οποίον έπρεπε να πορευθή απαράβατα κάθε υποκείμενον των Ιονίων Νήσων» γεννημένο «εις γην ουδετέραν», ότι «κατά δυστυχίαν δεν έγιναν σεβαστές οι τέτοιαις πατρικαίς παραγγελίαις» αλλά «παρεβιάσθησαν φανερά», ότι σημειώθηκαν περιπτώσεις «αξιοκατακρίτου ανυποταξίας» και γι΄ αυτό η Διοίκηση όφειλε να λάβει μέτρα ώστε να μην υπερισχύσει η υποστήριξη στην Επανάσταση.

Επρόκειτο για κήρυξη στρατιωτικού νόμου με τη συγκατάθεση της Ιονίου Γερουσίας.

11_eptanisa_1821

Την ίδια ημέρα, τις 13 Αυγούστου 1821, εκδόθηκε «Πράξις της Διοικήσεως», με την οποία, με πρόσχημα τη μέριμνα για τη Δημόσια Υγεία και με την επίκληση προηγούμενων αποφάσεων και των επαναστατικών γεγονότων στη Μεθώνη, οριζόταν η ποινή του θανάτου σε όσους θα θεωρούνταν υπεύθυνοι για «κάθε κρυφόν ξεβάρκισμα» στο Ιόνιο προς ή από την επαναστατημένη Ελλάδα. «Θα δίδεται ασυγκαταβάτως από τας ανηκούσας Εξουσίας η ποινή του Θανάτου».

12_eptanisa_1821

Τις 9 Οκτωβρίου 1821 ο Μέτλαντ εδημοσίευσε απόφασή του «εκ του Παλατίου» της Κέρκυρας με την οποία, αφού πληροφορούσε ότι ο Βασιλιάς του έχει εγκρίνει τις αποφάσεις του για την «ουδετερότητα» και τα βίαια μέτρα στα Ιόνια Νησιά εναντίον της Επανάστασης, εκδήλωνε οργή σχεδόν για την «τωρινή θορυβώδη κατάστασιν» στα νησιά και στην Ελλάδα. Ανακοίνωνε, φυσικά «τη συναινέσει της Αυτού Υψηλότητος του Προέδρου και της Εκλαμπρότατης Βουλής», ότι «ευρέθη η θεραπεία» για τα άφθονα γεγονότα απειθαρχίας. Ότι αποφασίστηκαν «τα αναγκαία μέτρα διά να προσαρμοσθή η ποινή, η οποία πρεπόντως εις αυτά ανήκει».

Στο επίκεντρο της οργής του ήταν οι Παργινοί αγωνιστές που είχαν φτάσει στην Κέρκυρα κυνηγημένοι μετά από μάχες. Η Αυτού Εξοχότης, βλέπετε, δεν ημπορούσε «να παραβλέψη το προ ολίγου φέρσιμον μερικών υποκειμένων πρώην κατοίκων της Πάργας», που νωρίτερα «ανεχώρησαν ωπλισμένοι, καθώς οι ίδιοι το λέγουσι και το ομολογούσιν, από τας Νήσους ταύτας, πότε περισσότεροι, πότε ολιγώτεροι, με σκοπόν φανερόν και αναμφίβολον να κτυπήσωσι τα Οθωμανικά Στρατεύματα, και να πολεμήσωσι να πάρωσι την Πάργαν» και αφού «εις την μάχην ταύτην ενικήθησαν κατακράτως, ήλθον πάλι εδώ», ενώ δεν ήταν υπήκοοι αυτού του κράτους. Όριζε λοιπόν ότι όχι μόνον «όλοι οι Πάργιοι, οι οποίοι έλαβον μέρος εις την πράξιν ταύτην (…) δεν θα είναι δεκτοί εις κανένα μέρος του Ενωμένου Κράτους των Ιωνικών Νήσων», αλλά και ότι όφειλαν εντός δέκα ημερών «να πάρωσι μαζή τους τα πράγματά τους και παρομοίως τας φαμιλλίας των, εάν ήναι εις την γνώμην τους να κάμωσι τούτον», δηλαδή να οδηγήσουν και τα παιδιά τους στο οθωμανικό λεπίδι, γνωρίζοντας ότι αν ξανά «προσπαθήσουν να έμβουν εις αυτάς τας Νήσους, ή αν ευρεθούν εις το εξής μέσα εις αυτάς, θα είναι υποκείμενοι να υποφέρουν» απ΄ τις ποινές που θ΄ αντιμετωπίσουν.

Στο ίδιο έγγραφο εξέφραζε οργή ανάμεικτη με απειλές επειδή στα νησιά, όπως έλεγε, «αντί να δοθή άκρα υπακοή εις τας διαταγάς οπού προλαβόντως εδιωρίσθησαν διά μέσου των διαφόρων ανωειρημένων Προκηρύξεων» προηγούμενων εβδομάδων και μηνών για «ουδετερότητα», αντιθέτως «όχι μόνον η κηρυχθείσα ουδετερότης της Ιωνικής Διοικήσεως δεν εφυλάχθη, αλλά και κάθε βάσις επικυρωμένη από τους Νόμους όλων των Εθνών, και από κάθε Νόμιμον Διοίκησιν, παρεβιάσθη, ώστε να κατασταίνη την Κοινήν ησυχίαν αβέβαιον και εξαρτωμένην, εάν συγχωρεθώσι παρόμοια πράγματα, από τας χείρας ολίγων τινών αθλίων και απηλπισμένων Τυχοδιώκτων», ανάμεσα στους οποίους τοποθετούσε και ιερείς.

Η συνασπισμένη βρετανο-ιονική αθλιότητα συνέχιζε «περί του ατίμου φερσίματος εκείνων όσοι απομακρυνθέντες από την Πατρίδα τους έλαβον την αυθάδειαν και την αναισχυντίαν να προσποιηθώσι δημοσίως το όνομα Στρατηγών των στρατευμάτων της Κεφαλληνίας και της Ζακύνθου, και να δουλεύωσι υπό τας προσταγάς ενός αγνωρίστου τυχοδιώκτου, ή ενός ξένου δημαγωγού». Μιλούσε «περί της αναιδούς περιστάσεως» σύμφωνα με την οποία «Πλοία υποκάτω της Ιωνικής σημαίας εφάνηκαν παρατεταγμένα με άλλα Καράβια εις την εφόρμησιν εναντίον της Ναυπάκτου». Επιφυλασσόταν να λάβει πρόσθετα μέτρα και «περί του φερσίματος εκείνων των ποιμένων της Θρησκείας εις αυτάς τας Νήσους, οι οποίοι παραβαίνοντες τας Αγίας Εντολάς του Ευαγγελίου, οπού συμβουλεύουσι την ευσπλαγχνίαν και φιλανθρωπίαν, επρόσφεραν δημοσία κατά προσώπου αυτής της Διοικήσεως, εις την παρούσαν περίστασιν, παρακλήσεις υπέρ της εξολοθρεύσεως του Οθωμανικού Κράτους, βλασφήμως ούτως προσθέττοντες την φωνήν της Θρησκείας διά να αυξήσουν μίαν δυστυχή έξαψιν όπου ήδη εις τα περισσότερα μέρη επικρατεί».

Επαναστατική έξαψη επικρατούσε λοιπόν, σύμφωνα με τον Βρετανό ύπατο αρμοστή και το σύμμαχό του πολιτικό επιτελείο, στα νησιά του Ιονίου.

Πραγματικότητα ήταν. Σε απογραφή για την «αποκατάσταση αγωνιστών» που έγινε στην ελεύθερη Ελλάδα το 1848 αποκαλύφθηκε ότι 1.444 Επτανήσιοι που είχαν πολεμήσει σε στεριές και θάλασσες, από αυτούς στους οποίους εύποροι Επτανήσιοι είχαν υποσχεθεί και παρείχαν σίτιση και όπλα στη διάρκεια της Επανάστασης, διεσπαρμένοι σε όλη τη χώρα επάλευαν να επιβιώσουν. Το 1833, όταν με τους συμβούλους του μεταξύ των οποίων ήταν και ο Βρετανός Μαξ Ρότσιλντ εστάθμευσε στην Κέρκυρα ο βασιλιάς Όθων, αυτός που την τοποθέτησή του στον ελληνικό θρόνο ο Καρλ Μαρξ είχε σχολιάσει με τη θέση ότι ο Βρετανός πρωθυπουργός της εποχής «παρέδωσε τη γενέθλια γη του Περικλή και του Σοφοκλή στην ονομαστική εξουσία ενός ηλίθιου Βαυαρού νεανία», ακόμη παρέμεναν δημευμένες περιουσίες Επτανήσιων αγωνιστών που το ΄21 είχαν μεταβεί στην άλλη Ελλάδα για να πολεμήσουν. Μόνο τότε η Ιόνιος Βουλή εδέησε να άρει αποφάσεις εξορισμού αγωνιστών που παρέμεναν σε ισχύ και ενώ το βιός τους είχε ρημαχτεί.

Αγωνιστών που είχαν συγκροτήσει Επτανησιακά Σώματα, που πολέμησαν και στην Τριπολιτσά και στην Αράχωβα και στο Ναύπλιο και σ΄ ένα σωρό άλλες μάχες και στην Αθήνα, στη μάχη της Ακρόπολης, υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη. Που κάποιοι από αυτούς, Κεφαλονίτες και Ιθακήσιοι, είχαν λάβει μέρος και στην εξέγερση στη Μολδοβλαχία.

Για να τους δώσει μια νόμιμη πατρίδα η Εθνοσυνέλευση στην Τροιζήνα το 1827 τους είχε αναγνωρίσει «αυτοχθονία», ενώ η Εθνοσυνέλευση στο Άργος το 1829 δεσμευόταν να τους βοηθήσει, πράγμα που η αστική τάξη που ανέλαβε την εξουσία μετά τη νίκη της Επανάστασης δεν υλοποίησε για να μην έλθει σε αντίθεση με τη βρετανική αστική τάξη. Είχαν ζητήσει, αφού παρέμεναν εξόριστοι, να οικοδομήσουν στην Κυλλήνη μια μικρή πόλη με το όνομα «Νέα Ιονία» για να θυμίζει τα Ιόνια νησιά τους. Αρκετοί από εκείνους δεν έλαβαν καμία βοήθεια και αργότερα υποστήριξαν στα Επτάνησα το ανυπότακτο Ριζοσπαστικό Κόμμα, όταν αυτό συνδύαζε τους εθνικούς στόχους με δημοκρατικά αιτήματα, με την αξίωση για «κοινωνική ανάπλαση», με τη θέση ότι δεν υπάρχει εθνική ελευθερία δίχως κοινωνική ελευθερία. Ανάμεσά τους και ο από αρχοντική οικογένεια Ζακύνθιος Φραγκίσκος Δομενεγίνης, που σε ηλικία είκοσι ετών επήρε μέρος σε μάχες της Επανάστασης υπό τον Καποδίστρια ως αξιωματικός ιππικού, αργότερα στην Ιόνιο Βουλή απαρνήθηκε τους Μεταρρυθμιστές και εντάχθηκε στο επτανησιακό Ριζοσπαστικό κόμμα, εξορίστηκε από τους Βρετανούς επί δύο χρόνια στα Αντικύθηρα και συνέγραψε μουσική για όπερες με θέματα εμπνευσμένα από λαϊκούς ήρωες της Επανάστασης.

Σώζεται έγγραφο με ημερομηνία 23 Ιουνίου 1826, σύμφωνα με το οποίο 189 «συνελθόντες εν Ναυπλίω Επτανήσιοι» έλαβαν απόφαση σχηματισμού νέου «Στρατιωτικού Επτανησιακού Σώματος». Επίσης, έγγραφο με ημερομηνία 1η Αυγούστου 1826 με προκήρυξη «Προς τους Επτανησίους και λοιπούς Πατριώτας» σχετικά με τη συγκρότηση του «Επτανησίου Σώματος».

13_epranisa_1821

Κορυφαίος ίσως Επτανήσιος ήρωας του έπους της Ελληνικής Επανάστασης ο 23χρονος Παξινός ναύτης σε εμπορικό – πολεμικό πλοίο της Μπουμπουλίνας Γιώργος Ανεμογιάννης, ο μπουρλοτιέρης-πυρπολητής που άφησε ηρωικά την τελευταία πνοή του στη Ναύπακτο.

14_eptanisa_1821

Ο βαρόνος Θεοτόκης και οι συν αυτώ έτρεμαν τα λόγια του Κολοκοτρώνη «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους» και δεν είχαν κανέναν δισταγμό τις 16 Οκτωβρίου 1821 να συνυπογράψουν στους Κορφούς την κήρυξη στρατιωτικού νόμου στη Ζάκυνθο; Προηγήθηκαν τα γεγονότα που προαναφέραμε, με την αιματηρή καταστολή, με τους απαγχονισμούς. Στη γλώσσα της βρετανο-ιονικής πολιτικής συμμορίας που κυβερνούσε δια πυρός και σιδήρου οι Ζακύνθιοι είχαν παραβεί τους… κανόνες για τη Δημόσια Υγεία, είχαν αμυνόμενοι επιτεθεί «με τρόπον άπιστον, και πολλά αποστατικόν και άτιμον εναντίον ενός μέρους των Στρατευμάτων της ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ, οπού ήταν διωρισμένον (…) να προφυλάττη απαραβιάστους τας βάσεις της ουδετερότητος».

Ο στρατιωτικός νόμος, που αφορούσε στην αρχή μερικά χωριά μόνο, επεκτεινόταν σ΄ όλο το νησί. Η πολιτικά κυρίαρχη επτανησιακή μερίδα εν τη Βουλή παρακαλούσε μάλιστα τον Μέτλαντ «ρητώς να μεταχειρισθή» και «κάθε άλλο μέσον ποινής και προφυλάξεως, οπού η σύνεσίς του ευρή εύλογον εις τοιαύτην ανάγκην» για να σωθεί το διαβλητό πολιτικό και οικονομικό οικοδόμημα της Επτανήσου.

Με βία επιβλήθηκε με κάποια επιτυχία αφοπλισμός του λαού στη Λευκάδα, την Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο, τα Κύθηρα, την Ιθάκη, ώσπου ήρθε η σειρά της Κέρκυρας, των Παξών και των συνδεδεμένων μικρότερων νησιών. «Ξαρμάτωμα» και της περισσότερο από κάθε άλλο νησί στρατοκρατούμενης Κέρκυρας, όπου κάτω από τη μύτη των Βρετανών και των συνεταίρων τους πολιτικών στο χωριό Καμάρα έμελλε ο λαός να κατασκευάζει μπαρούτι για την επαναστατημένη Ελλάδα ενώ ο Μέτλαντ εξήρε την «ευπείθεια» και την «ευταξία» του, διατάχθηκε με νέα Προκήρυξη τις 4 Φεβρουαρίου 1822, με ρητή τη σύμφωνη γνώμη της «Εκλαμπρότατης» Ιονίου Βουλής.

15_eptanisa_1821

Όπως ανέφερε, έπρεπε «να βαλθή εις πράξιν αυτό το μέτρον διά να ασφαλίση την εξακολούθησιν της εσωτερικής ειρήνης του Τόπου, και εις τον ίδιον καιρόν να ρίψη κάτω γιά μιάς από την ρίζαν εκείνας τας ατομικάς σκληρότητας οπού τυχαίνουν από ένα υποκείμενον εις άλλο, και η οποίαις ακόμη και εις τούτο το νησί, η ΕΞΟΧΟΤΗΣ του, με λύπην του λέγει ότι πολλάκις ακολουθούσαν».

Η Εξοχότης του, βλέπετε, ήταν βέβαιος ότι «ο μόνος τρόπος του να βεβαιωθή η εξακολούθησις της κοινής ησυχίας», που υπονομευόταν σε όλο το νησί από κάποια «υποκείμενα», ήταν «το να βάλλη το Νησί τούτο διά κάποιον καιρόν από κάτω από τον Στρατιωτικόν Νόμον, και διά τούτο κηρύττει, με την γνώμην και συμβουλήν της ΥΨΗΛΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ του Προέδρου και της Εκλαμπροτάτης ΒΟΥΛΗΣ, ότι από την σήμερον ημέρα το Νησί των Κορφών, και τα μέρη οπού από αυτό κρέμανται είναι βαλμένα κάτω εις Νόμον Στρατιωτικόν». Στο πλαίσιο αυτό προσαρμόζονταν αναλόγως η λειτουργία του τοπικού «Εγκληματικού» διοικητικού τμήματος και της τοπικής υπηρεσίας «Πολιτζία Κορρετζιονάλε», με ειδική μέριμνα για τη συγκέντρωση όπλων και των «Ευγενών» κατοίκων του νησιού.

Η καταπιεστική Εξοχότης του προειδοποιούσε ότι δεν ήθελε προς το παρόν, κατά πως έλεγε, «να στείλει στρατεύματα στην κερκυραϊκή ύπαιθρο, αλλά η παραμικρά αποτόλμησις ανυποταξίας ή παρακοής οπού δειχθή εκ μέρους κανενός Χωρίου ή Ντιστρέτου, εις εκείνο οπού διορίζει το παρόν Προκήρυγμα, θα παιδεύεται με το άμεσον φθάσιμον των στρατευμάτων εις εκείνο το Χωρίον ή Ντιστρέτον – και ότι όλα τα υποκείμενα οπού αμέσως ή εμμέσως βάλλουν εις τον νουν τους να παραβούν εις το παραμικρόν το παρόν Προκήρυγμα, θα υπόκεινται εις την αυστηρότητα του Στρατιωτικού Νόμου». Θάνατος και για τον νου! «Κάτω γιά μιάς»!

Άλλο έγγραφο με ημερομηνία 10 Ιουνίου 1822 περιείχε αποφάσεις «Περί της ποινής του θανάτου» σε όσους εξόριστους πέρναγαν κρυφά στη Λευκάδα.

Επίσης, έγγραφο με ημερομηνία 15 Ιουνίου 1822 ανακοίνωνε αστυνομική απόφαση για τη φυλάκιση για συναφείς λόγους του Κ. Λευθεριώτη στην Κέρκυρα.

16_eptanisa_1821

Τις 19 Ιουνίου 1824 ήταν η σειρά του Ιππότη Μαρίνου Βέγια εκ μέρους «της Αυτού Υψηλότητος του Προέδρου και των Εκλαμπροτάτων βουλευτών του Ενωμένου Κράτους των Ιονικών Νήσων» να υπογράψει προκήρυξη για τη δίωξη όσων διευκόλυναν την επαναστατημένη Ελλάδα.

Στο Άργος τις 27 Απριλίου 1824 η ελληνική Προσωρινή Διοίκηση των επαναστατών είχε αποφασίσει, με Διακήρυξη που είχε γίνει γνωστή, να χρησιμοποιήσει πιστωτικό οίκο στη Ζάκυνθο ως ενδιάμεσο για την τμηματική λήψη του ληστρικού Α΄ Εθνικού Δανείου που μάλιστα είχε λάβει για τις ανάγκες του Αγώνα από βρετανικούς χρηματιστηριακούς – επενδυτικούς οίκους και συμφερόντων και του οίκου Ρότσιλντ.

Ωρύονταν στην προκήρυξή τους οι κυρίαρχοι πολιτικοί κύκλοι του Ιονίου, ανταποκρινόμενοι σε επιστολή με σχετικές πληροφορίες που έλαβαν από τον Μέγα Αρμοστή. «Η Εκτελεστική ΔΥΝΑΜΙΣ τούτου του Κράτους», ανέφερε η προκήρυξη, «δεν δύναται ούτε μίαν στιγμήν να συγχωρήση, ώστε μία τέτοια Διακήρυξις, από οποιανδήποτε ξένην Εξουσίαν γεναμένη, να περάση απαρατήρητος: ούτε ημπορεί ποτέ η Διοίκησις να αναγνωρίση με την σιωπήν της, ότι καμμία ξένη Εξουσία ή Δύναμις οποιαδήποτε, έχει το δικαίωμα να οικειοποιήται καμμίαν επίρροιαν επάνω εις κανένα μέρος οποιονδήποτε του Κράτους τούτου, διορίζωντας αυτό να χρησιμεύση διά οποιονδήποτε σκοπόν, χωρίς την άδειαν και συγκατάθεσιν της ιδίας Διοικήσεως».

Όπως είχε κάνει «και τώρα εσχάτως», επαναλάμβανε ανενδοίαστα υπενθυμίζοντας προηγούμενες ανακοινώσεις της, η διαβόητη στον λαό «Ιονική Διοίκησις» διακήρυσσε ότι εμμένει στην «Ουδετερότητά της εις τον πόλεμον οπού εξακολουθείται εις τας γειτονικάς Ηπείρους και εις τας Νήσους του Αρχιπελάγους» απέναντι των ομοεθνών της. Δεν εμπορούσε καν, έλεγε, «να συγχωρήση» τους ομοεθνείς της. Επέσειε την απειλή του θανάτου σε όποιον διευκόλυνε την υλοποίηση της απόφασης της ελληνικής Προσωρινής Διοίκησης στην ξεσηκωμένη κι αιματοβαμμένη με τόσο αίμα ηρώων Ελλάδα, δηλώνοντας ότι εναντίον του θα εξαπολύσει «όλας τας ποινάς των καθεστώτων Νόμων και Διατάξεων, οπού αναφέρονται εις την παράβασιν της Ουδετερότητος». Ίσως βασιλικότεροι και του βασιλέως;

Ο Μαρίνος Βέγιας «εξ επιταγής» της Βουλής υπέγραφε νωρίτερα το ίδιο έτος, τις 13 Απριλίου 1824, Προκήρυξη με την οποία επαναλαμβανόταν η «ουδετερότητα» των Ιονίων Νήσων όσον αφορά στον εξελισσόμενο πόλεμο και απειλούνταν εκ νέου με απέλαση όσοι υπήκοοι με τις πράξεις τους «λαμβάνουν μέρος» στην Επανάσταση.

Πόσο δίκιο είχε ο Διονύσιος Σολωμός γράφοντας τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» για να στιγματίσει την ταξική αναλγησία, την υποκρισία και την απανθρωπιά αυτών που γύριζαν περιφρονητικά την πλάτη στον λαό και στα γυναικόπαιδα απ΄ το ηρωικό Μεσολόγγι, ενώ «έλυναν κι έδεναν» με τους Βρετανούς αποικιοκράτες σε όλα τα Επτάνησα. Σε μια παραλλαγή του έργου, γραμμένη στην Κέρκυρα, παριστούσε τον εαυτό του ως «Διονύσιο ιερομόναχο» στη Μονή της Πλατυτέρας όπου ήταν θαμμένος ο Ιωάννης Καποδίστριας. Εκεί όπου, για την ακρίβεια, έξι μήνες μετά τη δολοφονία του πρώτου Κυβερνήτη της σύγχρονης Ελλάδας η σορός του είχε μεταφερθεί και ταφεί με μυστικότητα, ένα χάραμα, καθώς οι Βρετανοί και η κυρίαρχη επτανησιακή τάξη ήθελαν ν΄ αποφευχθούν λαϊκές αντικαθεστωτικές εκδηλώσεις.

Αλλά η διεφθαρμένη κατά τον Ιωάννη Καποδίστρια ενετο-επτανησιακή αμιγώς φεουδαρχική τάξη ήταν τμήμα μόνο, εξασθενημένο μάλιστα, όσων αποτελούσαν πια την οικονομική και πολιτική ελίτ της εποχής στα Επτάνησα. Η κυριαρχία της ως μέρος του υπό τους Βρετανούς μπλοκ δυνάμεων που επέβαλαν την εξουσία τους υπονομευόταν όλο και πιο πολύ όχι μόνο από τον ανοργάνωτο συνήθως λαό, όσο κυρίως από την ανερχόμενη και όλο και πιο ισχυρή και πιο καλά συγκροτημένη μα και «διστακτική» ακόμα αστική τάξη. Την κοινωνική τάξη με τις εκτεταμένες οικονομικές δραστηριότητες πέρα από τη γη, που εγεννούσε η οικονομική εξέλιξη και η οποία αναπόφευκτα, επηρεασμένη καθώς ήταν και από τις εθνοτικές αστικές ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, αμφισβητούσε το παρωχημένο «μοντέλο» οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης, θεωρώντας το εμπόδιο για την ισχυροποίησή της και την πρόοδο.

Οι Βρετανοί στην Κέρκυρα λίγο μετά την εγκαθίδρυση του βρετανικού προτεκτοράτου, θυμίζουμε, είχαν καταμετρήσει πολλές δεκάδες σχετικά νέα, διαφορετικά επαγγέλματα επιχειρηματικής υφής. Άλλοτε δειλά κι άλλοτε δυναμικά η αστική τάξη, ως φορέας της οικονομικής εξέλιξης και των νέων ιδεών υπό την επίδραση και του Διαφωτισμού της προηγούμενης περιόδου, όλο και πιο πολύ «έσκαβε τον λάκκο» των πιο αδύνατων και καθυστερημένων τμημάτων της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας.

18_epranisa_1821Καθώς στα υπόδουλα στους Οθωμανούς ελληνικά εδάφη η ισχυρή εγχώρια και κοσμοπολίτικη ελληνική αστική τάξη με εκπροσώπους διαφόρων τμημάτων της «σήκωνε το ανάστημά» της επαναστατικά διεκδικώντας για λογαριασμό της όλη την εξουσία, αναλόγως κινητοποιήθηκε και η επτανησιακή αστική τάξη. Για την ακρίβεια, ισχυρά τμήματά της. Κορυφαίος ίσως Κερκυραίος εκπρόσωπος αυτής της τάξης ήταν ο επαναστάτης Ιωάννης Βαπτιστής Θεοτόκης.

Επήρε μέρος και η ίδια η επτανησιακή αστική τάξη στην Επανάσταση του ΄21. Με σαφή προσανατολισμό προς την τόσο διακηρυγμένη στα Επτάνησα αστική δημοκρατία, που επιχειρήθηκε για πρώτη φορά κατά τη βραχύβια κατάκτησή τους από τους Γάλλους Δημοκρατικούς την περίοδο 1797-1799 μα δεν στέριωσε. Με την πεποίθηση, επίσης, ότι η απελευθέρωση στην υπόλοιπη Ελλάδα θα υπονόμευε μερικώς ή πλήρως και τη βρετανική κυριαρχία στα Επτάνησα προς όφελός της. Εκπρόσωποι της επτανησιακής αστικής τάξης είχαν πρωτοστατήσει άλλωστε το 1814 στην υποβολή αιτήματος στο διεθνές συνέδριο της Βιέννης για τη θεμελίωση ανεξάρτητου κρατικού μορφώματος στα Επτάνησα.

Οι Μεταξάδες της παλιάς ισχυρής ολιγαρχικής οικογένειας της Κεφαλονιάς, που ηγήθηκαν στην περίφημη μάχη του Λάλα, αποτελούσαν μιαν άλλη κορυφαία περίπτωση του επαναστατικού σηκωμού της ίδιας αυτής τάξης, καθώς η εξέλιξη απαιτούσε την υπερνίκηση της φεουδαρχίας και οδηγούσε στο πέρασμα στην καπιταλιστική οργάνωση της κοινωνίας με τη διαμόρφωση της αντίστοιχης ηγετικής οικονομικής και πολιτικής τάξης.

Μαχητής επίσης σε πεδία των μαχών στην οθωμανική Ελλάδα ο Ιωάννης Βαπτιστής Θεοτόκης της εξελιγμένης οικονομικά και άλλοτε μόνο φεουδαρχικής ισχυρής οικογένειας της Κέρκυρας αντιπροσώπευε αυτή τη συμμετοχή της ανερχόμενης αστικής τάξης της Επτανήσου στην ελληνική Επανάσταση. Με ισχυρές εμπορικές δραστηριότητες όχι μόνο στην Κέρκυρα και σε άλλα νησιά αλλά και στην Ιταλία, είχε συνταχθεί με τους Γάλλους Δημοκρατικούς στα Επτάνησα. Έμεινε εκτός της πολιτικής διοίκησης επί Βρετανών, είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία και πέρασε στην επαναστατημένη Ελλάδα, συμμετέχοντας σε μάχες. Από το 1822 ανέλαβε πολιτικούς ρόλους, αρχικά ως γενικός γραμματέας στα επαναστατικά υπουργεία Εσωτερικών και Πολέμου και το 1824 ως υπουργός Δικαιοσύνης. Αντέδρασε στο σχέδιο υπαγωγής της Ελλάδας σε βρετανική «Προστασία» θεωρώντας το «συμφωνητικόν της πωληθείσης Ελλάδος», ενώ επρόκειτο βέβαια για έκφραση της σύμπτωσης των συμφερόντων του εφοπλιστικού κεφαλαίου -που τελικά επικράτησε- με την κυρίαρχη βρετανική τάξη και μαινόταν η μάχη των διαφόρων μερίδων της αστικής τάξης για το είδος των προτιμητέων διεθνών συμμαχιών τους. Το 1826 ηγήθηκε της προσπάθειας συγκρότησης ενιαίου Επτανησιακού Στρατιωτικού Σώματος στο Ναύπλιο. Είχε και ο ίδιος απευθύνει πρόσκληση στον Ιωάννη Καποδίστρια να αναλάβει την ηγεσία στα ελεύθερα εδάφη. Ανέλαβε διάφορα αξιώματα μετά τη νίκη της Επανάστασης, μέχρι και την περίοδο της έξωσης του Όθωνα.

Μολονότι δεν έλειψαν οι περιπτώσεις που μέλη της ανερχόμενης αστικής τάξης της Επτανήσου με έδρα των ναυτιλιακών δραστηριοτήτων τους την Κεφαλονιά εφοδίασαν οθωμανικές δυνάμεις όπως αυτές του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, βεβαιώνοντας και μ΄ αυτόν τον τρόπο ότι το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα, μέσω κορυφαίων εκπροσώπων της η τάξη αυτή ετάχθηκε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και για τον έναν ή τον άλλο λόγο υπέρ της Επανάστασης. Συνέβαλε μάλιστα σημαντικά σε αποστολές μαχητών, μαζικών εφοδίων και οικονομικών μέσων στους Έλληνες επαναστάτες, κυρίως μέσω της Ζακύνθου, με ριψοκίνδυνες επιχειρήσεις. Εξ ου και το σημαντικό μερίδιό της σε πολιτικά αξιώματα στη διάρκεια της Επανάστασης και ακόμη περισσότερο μετά τη νίκη της, την ανάληψη της εξουσίας από την αστική τάξη και την ανάθεση της διακυβέρνησης στον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος υπηρέτησε με συνέπεια τους στόχους της τάξης που ηγήθηκε της Επανάστασης και στη φάση της ανόδου της είχε προοδευτικό χαρακτήρα, βάζοντας τα θεμέλια για τη συγκρότηση του σύγχρονου νεοελληνικού κράτους υπό την ηγεμονία της αστικής τάξης.

Η πολιτική κυριαρχία της τάξης αυτής στα Επτάνησα θα καθυστερούσε ωστόσο λόγω και της βρετανικής κυριαρχίας και των σκοπιμοτήτων που επέβαλαν οι διεθνείς συμμαχίες της τάξης αυτής από τη θέση πια της ηγεσίας του νεότευκτου ελληνικού κράτους για τη διασφάλιση των συμφερόντων της. Ενώ στην άλλη Ελλάδα η αστική τάξη επιβλήθηκε επαναστατικά υπερνικώντας τον ξεπερασμένο ξένο φεουδαρχικό ζυγό, στα Επτάνησα η αστική τάξη προώθησε την οικονομική κυριαρχία της κυρίως σε συνδιαλλαγή με τη Βρετανία καθώς αυτή προωθούσε την καπιταλιστική ανάπτυξη, εξασφαλίζοντας ως αντάλλαγμα την ολοένα και μεγαλύτερη ισχυροποίησή της και τη σταδιακή εξουδετέρωση, μέσω της ισχύος της, της πρωτοκαθεδρίας τμημάτων της φεουδαρχικής αριστοκρατικής τάξης στην πολιτική αρένα. Ο λαός αποτελούσε άλλωστε απειλή και γι΄ αυτήν, λόγω της ριζοσπαστικοποίησής του.

Επιτεύχθηκε άλλωστε η σταδιακή και αναπότρεπτη ούτως ή άλλως εξασθένηση, εξουδετέρωση ή αφομοίωση των πιο καθυστερημένων τμημάτων της αριστοκρατικής τάξης, κυρίως μέσω δανείων τοκογλυφικού συχνά χαρακτήρα, συνεταιρισμών και γάμων συμφέροντος ακόμη για τη νομή και αξιοποίηση γαιοκτημονικού πλούτου.

Την εξέλιξη αυτή επισφράγισαν η δημιουργία και πολιτική κυριαρχία του Μεταρρυθμιστικού κόμματος της μεγαλοαστικής και μεσοαστικής επτανησιακής τάξης με σχέσεις «αγάπης και μίσους» έναντι της Βρετανίας και η περιθωριοποίηση του κόμματος της βρετανικής «Καμαρίλας», των λεγόμενων «Καταχθονίων» της εξασθενημένης αριστοκρατικής τάξης, σε συνθήκες περαιτέρω ριζοσπαστικοποίησης του λαού και δημιουργίας του Ριζοσπαστικού κόμματος με εθνικοαπελευθερωτικούς και δημοκρατικούς-κοινωνικούς στόχους ασύμβατους με τις στοχεύσεις της εξελισσόμενης βρετανο-ιόνιας κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας. Αποτέλεσμα της διαρκώς προωθούμενης οικονομικής σύμφυσης και συγχώνευσης θα μπορούσε να πει κανείς της αστικής τάξης και τμημάτων της αριστοκρατίας, όσο και του κοινού φόβου τους για τις αντιδράσεις και τα ανατρεπτικά ξεσπάσματα του λαού, ήταν εξάλλου το γεγονός ότι το Μεταρρυθμιστικό κόμμα υπό τον μεγαλέμπορο και φιλόσοφο των καπιταλιστικών ιδεών Πέτρο Βράιλα-Αρμένη δεν άργησε να αναλάβει υπό την «προστασία» του την αριστοκρατία, να συμβιβάζεται όλο και πιο ανοιχτά με τη διατήρηση της βρετανικής τάξης πραγμάτων και να επιζητεί περισσότερο «μεταρρυθμίσεις» που βελτίωναν τη θέση της αστικής τάξης, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα μέχρι που αυτή έγινε αναπότρεπτη.

Αν στην ελεύθερη Ελλάδα η αστική τάξη έμελλε να προωθήσει προοδευτικούς εκσυγχρονισμούς και την εγκαθίδρυση της προηγμένης καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνίας σε όλους τους τομείς πριν απολέσει τον προοδευτικό χαρακτήρα της και γίνει στον καιρό μας τροχοπέδη της κοινωνικής προόδου, στα Επτάνησα η αστική τάξη, λόγω των συνθηκών που αντιμετώπισε, έπραξε το ίδιο με τους περιορισμούς της βρετανικής κυριαρχίας, χωρίς να μπορέσει να μεταβάλει ουσιαστικά τη δομή του αγροτικού τομέα. Ενώ την παλιά γαιοκτημονική αριστοκρατία την υποσκέλισε σε οικονομική ισχύ και ως έναν βαθμό την έκανε υποχείριά της ή την έκανε μέρος της, επεκτείνοντας τις οικονομικές της δραστηριότητες στην ύπαιθρο μέσω δανείων προς την ίδια, συντήρησε ξεπερασμένες οικονομικές λειτουργίες. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο απαιτήθηκαν δεκαετίες σκληρών αγώνων μετά την Ένωση για να λυθεί το περίφημο «αγροτικό πρόβλημα» της Κέρκυρας με την κατάργηση των υπολειμμάτων φεουδαρχικών σχέσεων και θεσμών επιβολής, ενώ στην πόλη του νησιού είχε αναπτυχθεί ένας ακμαίος βιομηχανικός τομέας, πολύ πριν αντικατασταθεί από τον ισχυρό τουριστικό τομέα.

Έτσι, παρόλο που ήταν μαθητής του Σολωμού που εστιγμάτισε την επτανησιακή φεουδαρχία-αριστοκρατία για την απίστευτη καταπίεση του αγροτικού κόσμου με στίχους για «τα ξεμυτερά τα νύχια» της τα «μαθημένα στα προστύχια», ο διαπρεπής λόγιος με λαμπρά έργα Ιάκωβος Πολυλάς, «φιλελεύθερος» βουλευτής μετά την Ένωση, δέσμιος της ταξικής γαιοκτημονικής του ιδιότητας επολέμησε με φανατισμό και μίσος τους αγώνες των αγροτών της Κέρκυρας. Έβαλλε χυδαία ακόμη και εναντίον αστού πολιτικού «υποστηρικτή των αγροτών» που η άρχουσα τάξη τον είχε «φιλοδωρήσει» με αφανή δωρεά ολόκληρων αλυκών άλατος ώστε να χειραγωγεί σε ανεκτά πλαίσια τις αγροτικές αντιδράσεις. Με εφημερίδα που έφερε το ιερό όνομα «Ρήγας Φεραίος», μετά την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, υπέκυψε σ΄ έναν πολιτικό, κοινωνικό και θρησκευτικό ρατσισμό και ρατσιστικό μαγαλοϊδεατικό εθνικισμό, στις δηλητηριώδεις αυτές ιδέες που υιοθέτησαν σ΄ εκείνη τη φάση τα πιο αντιδραστικά τμήματα της αστικής τάξης της εποχής του.

Από την ανερχόμενη επτανησιακή αστική τάξη της περιόδου του 1821, καθώς περνούσε στην ώριμη φάση του καπιταλισμού και της κεφαλαιοκρατικής αστικής δημοκρατίας, ίσαμε τις μέρες μας, ξεπήδησαν κορυφαίοι Έλληνες πολιτικοί του πρώιμου μετεπαναστατικού και του σύγχρονου ελληνικού καπιταλισμού. Με ή χωρίς τίτλους κληρονομικής ή συνταγματικής «ευγένειας», αλλά με άφθονους προεπαναστατικούς και μετεπαναστατικούς χρηματικούς τίτλους. Με ή χωρίς δημοκρατικό μανδύα. Άλλοτε με τη «συντηρητική» και άλλοτε με την «προοδευτική» αλλά πάντα αστική πολιτική πτέρυγα του ελληνικού καπιταλισμού. Αυτοπροσώπως ή μέσω μελών των πολυαμειβόμενων στρατιωτικών, νομικών, πνευματικών επιτελείων τους, ως παλαιά «τζάκια» και συμμαχώντας με νέα «τζάκια», ακόμη και με κατακτητές της Επτανήσου και της χώρας, όταν αυτό επέβαλε η διασφάλιση των ταξικών συμφερόντων τους και ο φόβος του «επικίνδυνου» λαού στα Επτάνησα και σε ολόκληρη τη χώρα. Συχνά από υψηλές θέσεις εσυνέβαλλαν στη θεμελίωση στην Ελλάδα της ίσως πιο άδικης, πιο ταξικής και πιο βάρβαρης ψευδεπίγραφα δημοκρατικής, αστικής, καπιταλιστικής κοινωνίας σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Όπως η οικογένεια Δεσύλλα των ισχυρότερων βιομηχάνων της Κέρκυρας τον εικοστό αιώνα, που ανέδειξε τον -οργανωτή συγκέντρωσης με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στην Κέρκυρα για την «Αποστασία» του 1965- πολιτικό Θεόδωρο Δεσύλλα σε κορυφαία θέση στην προχουντική Ένωση Κέντρου. Όπως και η πολιτικά δραστήρια δήμαρχος Κέρκυρας Μαρία Δεσύλλα – Καποδίστρια.

Ένας άλλος Δεσύλλας, θυμίζουμε, ήταν ο δεύτερος Αυτοκρατορικός Επίτροπος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μαζί με τον πατέρα Καποδίστρια στα Επτάνησα τις αρχές του 19ου αιώνα, όταν αυτά κατακτήθηκαν από τις ενωμένες ρωσοτουρκικές δυνάμεις.

Όπως πολιτικό ρόλο, μελανό όμως, διαδραμάτισε ο νεότερος Ιωάννης Καποδίστριας της οικογένειας του πρώτου Κυβερνήτη που λεκιάζοντας το όνομα και τις θέσεις εκείνου έγινε δοσίλογος-εγκάθετος των Ιταλών φασιστών Νομάρχης της Κέρκυρας την περίοδο της κατοχής της Κέρκυρας απ΄ τον Μουσολίνι πριν την κυριεύσουν τα χιτλερικά στρατεύματα, με τόσο κραυγαλέα αντιλαϊκή δράση που δεν απέφυγε την καταδίκη από μετακατοχικό Δικαστήριο Δοσιλόγων.

18_eptanisa_1821Όπως ηγετικό ρόλο σε πανελλήνια κλίμακα, κατά βάση παλαιοκομματικό και έντονα αντεργατικό, ανέπτυξε ενωρίτερα η οικογένεια Θεοτόκη του συντηρητικού κοινοβουλευτικού τέσσερις φορές πρωθυπουργού της Ελλάδας τις αρχές του εικοστού αιώνα Γεώργιου Θεοτόκη, που παππούς του ήταν ο αγωνιστής Ιωάννης Βαπτιστής Θεοτόκης του ΄21 κι εδιαφήμιζε ότι στην πόλη της Κέρκυρας μιλούν ακόμη στα ιταλικά ενώ τα ελληνικά τα μιλούσαν οι χωριάτες. Όσο ίσως κανείς άλλος, θυμίζουμε, είχε στιγματίσει τη δράση του και τις θέσεις του η Κερκυραία λογία Ειρήνη Δενδρινού με δημοσιεύματα και στην Αθήνα.

Από τον ίδιο οικογενειακό κλάδο με τον περίφημο αρχοντικό πύργο στο χωριό Δουκάδες προήλθαν και άλλοι υψηλόβαθμοι πολιτικοί, όπως ο επίσης πρωθυπουργός Ιωάννης / Τζον Θεοτόκης, που μετά τη χιτλερική Κατοχή εδήλωνε ότι οι δοσιλογικές κατοχικές κυβερνήσεις «εξυπηρέτησαν την Ελλάδα». Συνδεδεμένος οικογενειακά μ΄ εκείνους τους Θεοτόκηδες από γάμο του κατοχικού-δοσιλογικού πρωθυπουργού πατέρα του Ιωάννη Ράλλη, ήταν και ο κατοπινός πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης, εγγονός του πέντε φορές πρωθυπουργού Δημήτριου Ράλλη. Στην ίδια οικογένεια ανήκει σήμερα η μεγαλύτερη ίσως στην Κέρκυρα -και διπλάσια περίπου εκείνης που κατέχει στο νησί η φιλική της οικογένεια Ρότσιλντ- ιδιωτική έκταση, αυτή που παρομοιάζεται με το «Λιβάδι του Ρόπα» κοντά σε εγκαταστάσεις γκολφ και ως «Κτήμα Θεοτόκη» καταλαμβάνει σχεδόν 1.200 στρέμματα με βιβλιοθήκη κιόλας, μεταξύ άλλων ποικίλων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, η οποία περιλαμβάνει χιλιάδες τόμους βιβλίων και αρχείο πολύτιμων υλικών του Ιωάννη Βαπτιστή Θεοτόκη.

Όπως από την ίδια πολυκλαδική αρχοντική οικογένεια προήλθε και ο ακροδεξιός κοινοβουλευτικός πολιτικός και στυλοβάτης της Μοναρχίας δημιουργός της νεοχουντικής Εθνικής Παράταξης μετά τη Χούντα Σπύρος Θεοτόκης, εισηγητής του μπαράζ των διώξεων εις βάρος του ΕΑΜ μετά την απελευθέρωση της χώρας απ΄ τις χιτλερικές δυνάμεις ενώ στη διάρκεια της Κατοχής βρισκόταν στο Κάιρο και υποστήριζε «αντιστασιακή» οργάνωση συνεργαζόμενη στην Αθήνα με δοσιλογικές κυβερνήσεις και τα προδοτικά Τάγματα Ασφαλείας.

Από την πολυκλαδική οικογένεια των αγωνιστών Μεταξάδων του 1821 με τα δικά τους πλοία προήλθε ο πρωθυπουργός υπό τον Όθωνα με δημοκρατικό ρόλο την περίοδο της επιβολής Συντάγματος το 1843 Ανδρέας Μεταξάς, σταθερός υποστηρικτής του Ιωάννη Καποδίστρια την τελική περίοδο της Επανάστασης, παρόλο που εκείνος το 1801 είχε καταδιώξει τον παππού του Ανδρέα Μεταξά στην Κεφαλονιά.

Όπως από την ίδια οικογένεια προήλθε και ο συνεπώνυμος τσιφλικάς της Θεσσαλίας που υποτακτικοί του το 1907 δολοφόνησαν τον Κεφαλονίτη κοινωνικό αγωνιστή-σοσιαλιστή Μαρίνο Αντύπα.

19_eptanisa_1821Όπως και ο ακροδεξιός στρατιωτικός, κοινοβουλευτικός πολιτικός και τελικά δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς, οπαδός τόσο του κοινοβουλευτισμού όσο και του φασισμού και της σταθερής πρόσδεσης της Ελλάδας στο άρμα του βρετανικού ιμπεριαλισμού πριν αυτός παραδώσει τη θέση του στον αμερικανικό-ΝΑΤΟϊκό και στον συνασπισμένο ευρωπαϊκό των κεφαλαιοκρατικών συμφερόντων των Μεγάλων Δυνάμεων που δημιούργησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Από την παλαιά επτανησιακή οικονομική ελίτ που την περίοδο του 1821 με τον έναν ή τον άλλο τρόπο επήρε θέσεις υπέρ ή εναντίον της Ελληνικής Επανάστασης διασώζονται άλλωστε οικογένειες που κυριαρχούν σήμερα στο οικονομικό και το πολιτικό στερέωμα της Επτανήσου τοπικά, περιφερειακά και σε πανελλήνια κλίμακα. Από εκείνην αντλούν την καταγωγή και την ισχύ τους ηγετικά πρόσωπα οργανώσεων της ελληνικής αστικής τάξης και, για να σταθούμε ειδικότερα στη σύγχρονη περίοδο, του ξενοδοχειακού – τουριστικού κεφαλαίου, όπως και της Ένωσης Ξενοδόχων Κέρκυρας, με χιλιάδες ξενοδοχειακές κλίνες πολυτελείας στο ενεργητικό τους, που δηλώνουν ότι δήθεν η χώρα μας χρειάζεται ακόμα πιο… «φιλικό εργασιακό και οικονομικό κλίμα», ενώ ήδη στην Ελλάδα επικρατεί η εργασιακή ζούγκλα και τα «κίνητρα για επενδύσεις» είναι εξοργιστικά. Ιστορικά άλλωστε έχουν πολιτευτεί στρεφόμενα εναντίον των μισθωτών ανθρώπων του μόχθου και των ανεξάρτητων επαγγελματιών και των αγροτών και τα Εμποροβιομηχανικά Επιμελητήρια των νησιών. Στους ηγετικούς κόλπους τους, θέτοντας τους μικροεπιχειρηματίες υπό τον ζυγό τους, συχνά αναρριχήθηκαν ισχυρές και συνδεδεμένες συνήθως με ακόμη μεγαλύτερα ελληνικά και κάθε είδους ξένα συμφέροντα επιχειρηματικές οικογένειες που ανέδειξαν πολιτικά στελέχη «πρώτης γραμμής» της αστικής τάξης, συμπεριλαμβανομένου κορυφαίου υπουργού της σημερινής κυβέρνησης από την οικογένεια άλλοτε προέδρου του κερκυραϊκού Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου. Ανέκαθεν στα νησιά λειτουργούσαν εξάλλου επιχειρηματικά «λόμπι» εξυπηρέτησης πολλαπλών ελληνικών και ξένων επιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων.

Φοβούμενη τον λαό, η επτανησιακή πολιτική και οικονομική ελίτ στην Κέρκυρα τον Μάρτιο του 1802, όταν τα ρωσοτουρκικά στρατεύματα δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά της, είχε υποδεχθεί ως σωτήρα της βρετανικά στρατεύματα σταλμένα «κατά παράκλησιν της Γερουσίας» και του σουλτάνου και του τσάρου για τη «δημόσια ασφάλεια» και την «ησυχία της κυβερνήσεως» και το καλό υποτίθεται και του λαού. Το ίδιο έκανε η επτανησιακή οικονομική και πολιτική ελίτ στην Κέρκυρα τον Οκτώβριο του 1944, όταν βρετανική και αμερικανική στρατιωτική αποστολή σε πλήρη συντονισμό μαζί της αξίωσε κι επέβαλε τον μονομερή αφοπλισμό του κυρίαρχου ΕΛΑΣ με δημιουργία συνθηκών ωμής και δολοφονικής τρομοκρατίας με καλοπληρωμένες οπλισμένες «φίλιες δυνάμεις» από την Ήπειρο, ελληνικές αυτή τη φορά, αντί των τουρκοαλβανικών που είχαν σπείρει τον τρόμο το 1799 στο πλευρό του Ρώσου ναύαρχου Ουσακόφ και του Οθωμανού ομόβαθμού του Κατήρ Μπέη.

Τροχοπέδη πια της προόδου όσο η ελληνική αστική τάξη συνολικά, η επτανησιακή αστική τάξη ζητά, κάθε τόσο, επιστροφή του καθημαγμένου λαού στον εργασιακό Μεσαίωνα και σε ακόμη μεγαλύτερη λεηλασία. Κι όχι βέβαια επειδή τα μέλη της είναι άνθρωποι «χειρότεροι» από άλλους ή συγκεκριμένοι άνθρωποι και όχι άλλοι, αφού συχνά διακρίνονται για την προσωπική ευγένειά τους και υποστηρίζουν λιγότερο ή περισσότερο «γενναία» και διάφορες θεωρούμενες κοινωφελείς δραστηριότητες υπό όρους, αλλά επειδή η τάξη αυτή δεν μπορεί να επιβιώσει ως ηγετική τάξη, παρά μόνο όλο και πιο εκμεταλλευτικά, συνεργαζόμενη μάλιστα και με τα πιο αδυσώπητα ξένα επιχειρηματικά συμφέροντα, την ίδια ώρα που εμφανίζεται και ως «χορηγός» κοινωφελών και άλλων δραστηριοτήτων διάσωσης της επτανησιακής Ιστορίας με ψίχουλα τεράστιων περιουσιών.

20_eptanisa_1821Το 1821 οι Έλληνες μεγαλέμποροι και πλοιοκτήτες με διεθνείς επιχειρηματικές δραστηριότητες οι «έχοντες εις τας χείρας των την οικονομικήν ζωήν της χώρας -των Τούρκων φεουδαρχών μη ασχολουμένων με την εμπορικήν κίνησιν- είχον συμφέρον να αποκτήσουν και την πολιτικήν εξουσίαν» είχε γράψει το 1921 για την ταξική πλευρά της συγχρόνως εθνικοαπελευθερωτικής και αστικής Επανάστασης του 1821 ο πρώτος Επτανήσιος βουλευτής του ελληνικού σοσιαλιστικού – κομμουνιστικού χώρου Αριστοτέλης Σίδερις, μερικούς μήνες πριν συλληφθεί και φυλακιστεί μαζί με άλλα στελέχη του νεαρού Σοσιαλιστικού – Εργατικού Κόμματος Ελλάδας. Λόγια του όπως εκείνα που ανέφεραν ότι σταδιακά από εκείνη την τάξη εγκαθιδρύθηκε στη χώρα «η καπιταλιστική υποδούλωσις των μαζών πόλεων και χωρίων» είναι ίσως επίκαιρα και σήμερα, εκατό χρόνια μετά. Είχε αντιταχθεί σφοδρά στη Βουλή σε αντεργατικό νομοθέτημα του Γεωργίου Θεοτόκη.

Ήδη το 1921, καθώς η εργατική τάξη ανέτειλε από την εξέλιξη όλο και πιο δυναμικά στο προσκήνιο ως η νέα ελπιδοφόρα τάξη για τη μελλοντική κατάργηση της ιθύνουσας τάξης και την οικοδόμηση μαζί με τα άλλα εκμεταλλευόμενα κοινωνικά στρώματα μιας άλλης δημοκρατικής κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, κατά τον Σίδερι -που το όνομά του κοσμεί δρόμο της Κέρκυρας- η αστική τάξη είχε εκπληρώσει σχεδόν τον προοδευτικό ιστορικό της ρόλο και αποτελούσε όλο και περισσότερο τροχοπέδη για την κοινωνική πρόοδο. Η Ελευθερία του ένδοξου Σολωμού που και το 1848 εχειροκροτούσε τις ευρωπαϊκές επαναστάσεις για την πρόοδο, η ελευθερία που επόθησαν οι ένδοξοι απλοί αγωνιστές του ΄21, είχε γράψει, «δεν υπάρχει εντός του αστικού καθεστώτος».

21_eptanisa_1821Μα και τι ειρωνεία της Ιστορίας, τι τραγική εκ των έσω ομολογία της αντιλαϊκής αντιδραστικής εξέλιξης της άλλοτε προοδευτικής φύσης της αστικής τάξης, ανάλογη ίσως εκείνης που είχε κάνει ο Ιωάννης Καποδίστριας για τη δική του φεουδαρχική τάξη έναν αιώνα πριν απ” αυτόν, ήταν εκείνη που έμελλε να διακηρύξει το 1921, στα 100 χρόνια απ΄ το 1821, ένας άλλος Θεοτόκης απ΄ την ευρύτερη αρχοντική πολυκλαδική οικογένεια των Θεοτόκηδων και του Ιωάννη Βαπτιστή Θεοτόκη. Πόσο θάρρος, πόση ανθρωπιά, πόση αλήθεια χρειαζόταν ο λογοτέχνης Κωνσταντίνος Θεοτόκης για ν΄ απαρνηθεί την τάξη του. Για να ταχθεί με την εργατική τάξη της Κέρκυρας και της Ελλάδας κι όλου του κόσμου. Για να φτάσει αυτός ο σπουδαγμένος σε ισχυρές καπιταλιστικές χώρες γόνος ισχυρής οικονομικά οικογένειας να μισεί κιόλας, όπως είπε ο Αριστοτέλης Σίδερις, το κεφαλαιοκρατικό αστικό καθεστώς. Για να στιγματίζει την αδικία και τους πολέμους που από τη φύση του αυτό προκαλεί. «Οι σοσιαλιστικές ιδέες μού εξεσκέπασαν έναν κόσμο που δεν τον εφανταζόμουν», ήταν τα αφοπλιστικά λόγια του επαναστάτη σοσιαλιστή Θεοτόκη.

Τέτοιον καιρό, τέτοιες μέρες το 1921 στην Κέρκυρα ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης έγραφε τους «Σκλάβους στα δεσμά τους», έγραφε ετούτα τα διαχρονικής αξίας λόγια, βάζοντάς τα στο στόμα ενός εκπροσώπου της τοτινής άρχουσας τάξης: «Φτάνει δα να γνωρίσει ο λαός τη δύναμή του για να μας χορέψει στο ταψί»!

Τι χαστούκια ήταν εκείνα -που ο απόηχός τους κρατάει ακόμα σαν ολόφρεσκος κι οδηγός για το Μέλλον- με την εκ των έσω αποκάλυψη του τελείως αντιδραστικού πια ρόλου της αστικής τάξης, με τις αναφορές στον Καρλ Μαρξ και τον μελλοντικό Σηκωμό, με την επιστημονική βεβαιότητα για την αργά ή γρήγορα αναπόφευκτη απαλλαγή από την εκμεταλλευτική κεφαλαιοκρατική κοινωνία της αστικής τάξης!

Αν η ιθύνουσα τάξη της Κέρκυρας και των Ιονίων Νήσων το 1831 για τα ταξικά της συμφέροντα ενταφίασε χαράματα εν κρυπτώ την ιερή σορό του Ιωάννη Καποδίστρια, ενώ η σημερινή για τους δικούς της ταξικούς λόγους τον προβάλλει ως σύμβολο μιας δήθεν αταξικής «εθνικής ενότητας» και η περιφερειάρχης Ιονίων Νήσων προτιμά ως μέλος των πολιτικών επιτελείων της αστικής τάξης να δηλώνει ότι δήθεν και την περίοδο του ΄21 και στη συνέχεια και «πάντοτε οι Επτανήσιοι ήταν ενωμένοι», για παρόμοιους λόγους η αντίστοιχη ιθύνουσα τάξη του 1923 τον σημαντικότερο Κερκυραίο λογοτέχνη τον εκήδεψε κι αυτόν σχεδόν εν κρυπτώ. Τη δική του σορό την έθαψε την επομένη του θανάτου του χωρίς δημοσιότητα, χωρίς την παραμικρή νεκρική πομπή, «με αδιαφορία των επισήμων που εστάθηκε αχαρακτήριστη», όπως είχε γραφεί, πάλι «πρωί ενωρίς».

Εις μάτην. Ούτε την αλήθεια για τα Επτάνησα του ΄21 δεν μπορούν να θάψουν!

ΑΛΕΚΟΣ ΠΡΙΦΤΗΣ



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>

            









Copy Protected by Chetan's WP-Copyprotect.