Μια ανθισμένη Φραγκοσυκιά (Opuntia ficus indica)
Το πιο διαδεδομένο κοινό όνομα του φυτού αυτού είναι Φραγκοσυκιά. Απαντάται επίσης σε κάποια μέρη με τα κοινά ονόματα Αραποσυκιά, Φαραοσυκιά, Μπαρμπαροσυκιά (στη Κεφαλονιά) ή Παπουτσοσυκιά (στην Κύπρο). Η επιστημονική του ονομασία είναι Οπουντία η ινδική συκή (Opuntia ficus indica).
Όπως αναφέρει ο Π.Γ. Γεννάδιος («Λεξικόν Φυτολογικόν», Αθήνα, 1914), η Οπουντία ανήκει στην οικογένεια των Κακτωδών. Το γένος περιλαμβάνει περί τα 150 είδη, ιθαγενή των θερμών και τροπικών χωρών της Αμερικής. Τα φυτά αυτά είναι θάμνοι των οποίων «οι σαρκώδεις κλάδοι αποτελούνται εξ άρθρων πεπλατυσμένων και φυλλομόρφων, σφαιροειδών ή υποκυλινδρικών, φερόντων κατ΄ αποστάσεις δέσμας ακανθών οξυτάτων και συνήθως λεπτοτάτων».
Για τη Φραγκοσυκιά σημειώνει ότι είναι ιθαγενές φυτό του Μεξικού (το εθνόσημο της χώρας αυτής έχει έναν χρυσαετό που κάθεται πάνω σε έναν κάκτο του γένους οπουντία και κρατάει στο ράμφος του ένα ερπετό), που μπορεί να ευδοκιμήσει και στα ξηρότερα και αγονώτερα εδάφη καθώς και σε κλίματα ψυχρά όπως της Αγγλίας. Είναι από τα πρώτα αμερικανικά φυτά που εισήχθησαν στην Ευρώπη. Καλλιεργήθηκε αρχικά στην Ισπανία απ΄ όπου διαδόθηκε και εγκλιματίστηκε σε όλες τις παραμεσόγειες χώρες.
Καλλιεργείται, όπως αναφέρει επίσης ο Γεννάδιος, σε πολλές χώρες ως οπωροφόρο και κτηνοτροφικό φυτό, καθώς και ως είδος «προς κατάρτισιν ζωσίμων φραγμών». Οι καρποί της, τα Φραγκόσυκα, είναι πολύχυμοι, γλυκείς, εύγευστοι και δροσιστικοί, ενώ ο χυμός τους όταν ζυμωθεί και αποσταχθεί παρέχει οινόπνευμα υψηλής ποιότητας.
Στο ίδιο σημείο του δρόμου και λίγο πιο πάνω φωτογραφήσαμε ένα ακόμη κακτώδη φυτό, που έχει πλέον θεριέψει και φτάνει σε ύψος πολλά μέτρα. Το όνομα αυτουνού είναι, μάλλον, Euphorbia candelabrum.