Με τη στολή του στρατιώτη… | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Πα, Οκτ 28th, 2022

Με τη στολή του στρατιώτη…

angelos_kopsidas

Της
Βιβής Κοψιδά-Βρεττού

Πάντα μάς συγκινούσαν οι περιγραφές του πατέρα για τη μέρα που κηρύχτηκε ο πόλεμος, στις 28 Οχτώβρη του 1940. Ακόμα έχουν κυριαρχήσει στη σκέψη μου κι έχουν επισκιάσει οποιαδήποτε άλλη εμπειρία για το γεγονός -από διαβάσματα ή ακούσματα ή προσωπικές έρευνες- οι εικόνες των φτωχών παλικαριών κάθε ηλικίας, μάχιμης ή όχι, που πέταγαν το τσαπί και το άροτρο και γεμάτοι ενθουσιασμό, έμπλεοι ηρωικών αισθημάτων, έφευγαν με καμιόνια, κοπαδιαστά για το μέτωπο, στο κάλεσμα της πατρίδας. Ήταν ο αγροτικός λαός της Ελλάδας, προπάντων η φτωχολογιά που στρατεύεται σε κάθε μεγάλο αγώνα, διεκδικώντας το δικαίωμα στην ηθική της αξιοπρέπειας, πάνω από το δικαίωμα στην επιβίωση, στη ζωή. Κρατάμε κειμήλιο οικογενειακό την αναμνηστική φωτογραφία του πατέρα, μπροστά στο ρολόι των Ιωαννίνων. Ντυμένος τη στολή του στρατιώτη, τη χαρακτηριστική χλαίνη και τις σφιχτοδεμένες στα πόδια γκέτες, έτοιμος για το αλβανικό μέτωπο, και ξέροντας πως μπορεί να είναι πράγματι και η τελευταία φωτογραφία. Και στο πίσω μέρος της φωτογραφίας, ο ακριβής- αν και ανορθόγραφος- χρονικός προσδιορισμός: «Εν Ιωάννηνα τη 28 Οκτομβρίου ενθίμιον ημέρα Δευτέρα ώρα 2 απογευματινή ημέρα ενάρξεως Πολέμου 1940». Και ήταν σαν να διαισθανόταν ότι «ἥδε ἡ ἡμέρα τοῖς Ἕλλησι μεγάλων κακῶν ἄρξει»…

2_angelos_kopsidas

Είχε πάντα μέσα του ο πατέρας μια εσωτερικευμένη προοπτική της Ιστορίας, όπως την έζησαν οι απλοί άνθρωποι, εκείνοι που πολέμησαν κι εκείνοι που την απομνημείωσαν στις προφορικές αφηγήσεις και στα λαϊκά τους ποιήματα. Δεν είναι υπερβολή, ούτε έξω από την ιστορική αλήθεια, ότι αυτή η ψυχωμένη καρδιά του απλού «στρατιώτη» -εν ειρήνη και εν πολέμω- κέρδισε πολλές «μάχες». Όχι επειδή ο «απλός στρατιώτης της ζωής» ήταν συνηθισμένος στην ευπείθεια -όπως δήλωνε στερεότυπα σε κάθε γραφειοκρατικό αίτημά του-, αλλά περισσότερο γιατί η ψυχή του ήταν αργασμένη τόσο, που να μη φοβάται και να μην παζαρεύει την τιμή του, αυτή τη λαϊκή ηθική, που κρατάει τις ρίζες της από τον Όμηρο και πριν απ’ αυτόν.

Ο πατέρας μου, λοιπόν, μόλις της δεύτερης τάξης του σχολαρχείου «κακός μαθητής», είχε συνείδηση της ιστορίας που γράφεται στο αλβανικό μέτωπο. Όπως και της προσωπικής του μέθεξης σε ένα σκηνικό μεγάλου αγώνα. Γι’αυτό, κι ενώ άνθρωπος της κυκλώπειας εργασίας, που το μολύβι και το χαρτί δεν ήταν ανάμεσα στα «όπλα» της επιβίωσής του, από την πρώτη στιγμή της επιστράτευσής του, άρχισε να γράφει ημερολόγιο. Γεμάτο ορθογραφικά σφάλματα κι αυτό, αλλά χωρίς κανένα ιστορικό λάθος. Παράσταση της ζωής εν πολέμω. Στιγμές ηρωικές και στιγμές αντιηρωικές, πορτρέτα συστρατιωτών και πορτρέτα αξιωματούχων. Ακόμα και αστεία και ανέκδοτα της καθημερινής ζωής στο μέτωπο και αποστολές, που στην πραγμάτωσή τους κάποιοι δεν γύριζαν στα παγωμένα αντίσκηνα…

Υπάρχει ωστόσο και η άλλη πλευρά, ίδια κι απαράλλαχτη. Η λογιοσύνη μας. Ποιητές, λογοτέχνες, καλλιτέχνες, λόγιοι – αυτοί που μεταποιούν το συναίσθημα σε τέχνη. Κι αυτοί σε αναμνηστικές φωτογραφίες φεύγοντας για το Μέτωπο. Ντυμένοι το ίδιο «ντύμα», μέσα κι έξω, δεν ξεχωρίζουν από τον συστρατιώτη του άροτρου και της αξίνας, ή του μικρομάγαζου της επαρχίας και της μεγάλης πόλης τον μικροεπιτηδευματία… Νυν υπέρ πάντων ο αγών, θα πουν κι αυτοί ακόμα κι αν η φυσική τους κατάσταση θα μπορούσε να είναι απαλλακτική αυτού του χρέους. «Πράγματι νυν υπέρ πάντων ο αγών/Ζήτω η Ελλάς/Ζήτω η Αγγλία/Που πολεμάν γι’ αυτά που αγαπάμε», θα γράψει την ίδια εκείνη μέρα ακόμα και ο κοσμοπολίτης υπερρεαλιστής ποιητής και γιος εφοπλιστή, Ανδρέας Εμπειρίκος. «Αξίζει να είναι κανείς Έλληνας τις μέρες αυτές», θα γράψει ο Γιώργος Θεοτοκάς στο ημερολόγιό του. Τα ημερολόγια, οι σημειώσεις, τα άρθρα, τα ποιήματα, τα μυθιστορήματα και τα διηγήματά τους υφαίνουν τη «δεύτερη ανάγνωση» της ιστορίας ή μάλλον το παλλόμενο ψυχογράφημά της. Κάποιοι θα νοσήσουν στο Μέτωπο (Ελύτης), κάποιοι θα χάσουν τη ζωή τους (Γιώργος Σαραντάρης) και όλοι θα κάμουν στη συνέχεια τον πόλεμο ένα εικονοστάσι μνήμης, οδηγό για κάθε ανακυκλούμενη -με διαφορετικά ίσως πρόσωπα-συγκυρία της ιστορίας. Τερζάκης, Θεοτοκάς, Καββαδίας, Εγγονόπουλος, Βρεττάκος, Καραντώνης, Μπεράτης, Ξεφλούδας, Άγγελος Βλάχος, Άρης Δικταίος, Τάκης Σινόπουλος … κι άλλοι λιγότερο, ενδεχομένως, γνωστοί, όπως ο Αστέρης Κοββατζής, και ο Λευτέρης Ιερόπαις – τραγικό θύμα του πολέμου ο τελευταίος, εθελοντής στο Μέτωπο, σε ηλικία ακριβώς είκοσι χρονών. Θα αρρωστήσει από τις κακουχίες του πολέμου και την πείνα της Κατοχής, και θα πεθάνει το 1945 από φυματίωση, σε ηλικία μόλις 25 χρονών. Μικρό δείγμα από επιστολή του Κοββατζή, νεαρού αξιωματικού στο Μέτωπο της Αλβανίας, στο περιοδικό Νέα Εστία: «Τούτες τις ημέρες, από τότε που βρέθηκα ξαφνικά απέναντι στην πολεμική πραγματικότητα, έχω νιώσει τον εαυτό μου πολύ μεγάλο, ειλικρινά θαυμαστό. Πώς άλλαξα,
σε μια νύχτα μέσα, κι έγινα άλλος άνθρωπος;… Πώς ξαφνικά ξαναγεννήθηκαν μέσα μας οι πρόγονοί μας, αυτοί οι τρακόσιοι Σπαρτιάτες, αυτή η χούφτα που αργότερα λευτέρωσε το 1821 τούτα τ’ άγια χώματα; Τώρα μονάχα αισθάνομαι ποια ξεχωριστή μοίρα μάς έφτιασε Έλληνες. Και πόσο διαφορετικοί και προνομιούχοι είμαστε από κάθε άλλη φυλή». (Νέα Εστία,28,1.12.1940,σ.1441-1442 .
και https://repository.kallipos.gr/bitstream/11419/168/2/Kastrinaki-Final-Kef1.pdf).

Αλλά και οι μεγαλύτεροι στην ηλικία δημιουργοί -ο Παλαμάς, ο Σικελιανός, ο Τέλλος Άγρας…- θα καταθέσουν στον αγώνα την εγερτική, θαρραλέα φωνή τους. «Όχι πια λόγια, όχι τα μάταια, τα τριμμένα λόγια του Έπους! Με τη λόγχη Σας μόνο, με τη λόγχη σας και με την ψυχή Σας», θα αρθρώσει τον παραινετικό λόγο του ο Σικελιανός («Κλεισούρα»). Και μια εκπομπή της 27ης Απριλίου 1942 του ραδιοφωνικού σταθμού της Μόσχας, με θέμα «Χαιρετισμός προς Έλληνες», θα εκφέρει τον ευγνώμονα λόγο: «…Επολεμήσατε μικροί εναντίον μεγάλων και επικρατήσατε. Δεν ήταν δυνατό να γίνει διαφορετικά, γιατί είσαστε Έλληνες. Ως Ρώσοι κερδίσαμε, χάρις στη θυσία σας, χρόνο για να αμυνθούμε. Σας ευγνωμονούμε» (Χ. Ζερεφός, Τα Νέα, 25-10-2018).

Για τη φετινή, 82η επέτειο του Ελληνικού ΟΧΙ, και σε μια ιδιαίτερα δυσχερή καμπή της ελληνικής, της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας ιστορίας, με απρόβλεπτες και πολύ επικίνδυνες επιπλοκές, ως ένα μικρό αφιέρωμα μνήμης, παραθέτουμε αποσπάσματα από αυτοβιογραφικά κείμενα του Αντώνη Σαμαράκη- προσωπικές του περιπέτειες κατά τον πόλεμο του 1940, την Κατοχή και την Αντίσταση (Α. Σαμαράκης, Μια διαδρομή στον 20ό αιώνα, Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, Αθήνα 2020). Ο Σαμαράκης, με κείνη την απλότητα ύφους λογοτεχνικού και ανθρώπινου που τον χαρακτήριζε, ως στοιχείο τού λαϊκού ήθους του, πρόσφερε στα νεοελληνικά γράμματα μερικές από τις πιο τρυφερές και πειστικές σελίδες για την ανθρωπιά έξω από τα χαρακώματα και τις ανώφελες εκατόμβες, στο σημείο σύγκλισης όλων των λαών, όλων των ανθρώπων – στην αγάπη, την ειρήνη, στον σεβασμό και στο δικαίωμα της ζωής.

Αντώνης Σαμαράκης Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ 1940

Στις 28 Οκτωβρίου 1940 ξέσπασε ο πόλεμος Ελλάδας-Ιταλίας, με την ύπουλη επίθεση των φασιστικών δυνάμεων του Μουσολίνι στην Ήπειρο. Έτσι, η Ελλάδα μπήκε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, που για την άλλη πλευρά της Ευρώπης είχε ξεκινήσει έναν χρόνο πρωτύτερα, την 1η Σεπτεμβρίου 1939, με την εισβολή των χιτλερικών στρατευμάτων στην Πολωνία. Τον Φεβρουάριο του 1941 πήρα το πτυχίο της Νομικής. Όταν στις 28 Οκτωβρίου 1940 χτύπησαν οι Ιταλοί και άρχισε ο πόλεμος, παρουσιάστηκα αμέσως να πάω εθελοντής αλλά δε με δέχτηκαν, γιατί ως φοιτητής είχα ήδη επιλεγεί για έφεδρος ανθυπολοχαγός Πεζικού και έπρεπε να πάω σε ειδική στρατιωτική σχολή.

Τα πρώτα ναζιστικά τμήματα μπαίνουν στην Αθήνα

Αμέσως μόλις χτύπησαν την Ελλάδα οι γερμανικές δυνάμεις, με μυστικές διασυνδέσεις κανόνισα να φύγω για τη Μέση Ανατολή. Όλες οι λεπτομέρειες για τη διαφυγή μου ρυθμίστηκαν από μένα κρυφά από την οικογένειά μου, στον πατερούλη μου, στη μανούλα μου και στον αδελφό μου δεν είχα αποκαλύψει τι ετοίμαζα. Και ενώ όλα ήταν έτοιμα για να φύγω στη Μέση Ανατολή, τα γερμανικά στούκας βομβάρδισαν τον Πειραιά και βύθισαν το πλοίο με το οποίο θα πήγαινα, ΕΛΛΑΣ το έλεγαν. Λοιπόν, δεν πρόφτασα να φύγω από την Ελλάδα. Το πρωί της 27ης Απριλίου 1941 στην οδό Πατησίων, στο ύψος της πλατείας Κολιάτσου, κοντά στο σπίτι μου, είδα με σπαραγμό ψυχής τα πρώτα ναζιστικά τμήματα να μπαίνουν στην Αθήνα μας. Βούλιαξα σε μαύρη απελπισία. Κλείστηκα, κλειδώθηκα στο σπίτι μου, στο δωμάτιό μου, και επί δύο δυόμισι μήνες δεν έβγαινα έξω, δεν άντεχα να βλέπω τους ναζί στην Αθήνα.

Η Κατοχή

Ο καιρός περνούσε με βαθιά αγωνία όλων μας και με χίλια δύο προβλήματα, ένα από τα κύρια προβλήματα ήταν η πείνα, ο λιμός. […] Πότε εδώ, πότε εκεί, δούλευα όπου έβρισκα. Δουλειές του ποδαριού, ίσα ίσα να βγάζω ένα κομμάτι ψωμί. Τον χειμώνα του 1941, τον εφιαλτικό εκείνο χειμώνα της μεγάλης πείνας, δούλευα ημερομίσθιος εργάτης στη Λαχαναγορά της Αθήνας. Μια μέρα, στο ψευτοσυσσίτιο που παίρναμε, ήταν φασόλια σούπα και λίγες ελιές, μ’ έναν άλλον εργάτη διαφωνήσαμε για μία και μόνη ελιά – ή εγώ ή αυτός είχαμε πάρει μια ελιά παραπάνω, από λόγο σε λόγο ήρθαμε στα χέρια, αμέσως βρεθήκαμε να παλεύουμε στο χώμα, στις λάσπες μέσα, πάει η φασολάδα χύθηκε, πάνε και οι ελιές.

H Ένταξη στο ΕΑΜ

Ο λαός μας άρχισε να οργανώνεται σε αντίσταση ενάντια στον κατακτητή. Πώς θα μπορούσε κανείς να μείνει αδιάφορος; Βέβαια, οι άνθρωποι του κατεστημένου, του αιώνιου κατεστημένου, βυθισμένοι στην παχυλή απάθειά τους, ήταν μακριά από την αγωνία και τον αγώνα του λαού μας. Το 1942 μπήκα στο ΕΑΜ, το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, τη μεγαλύτερη και σε αριθμό αγωνιστών αλλά και σε μαχητικότητα και με ευρύτερο κύρος αντιστασιακή οργάνωση. Την πρώτη συζήτηση για την ένταξή μου στο ΕΑΜ την είχα με τον αείμνηστο Μάρκο Αυγέρη, συγγραφέα έξοχο, ποιητή και κριτικό της λογοτεχνίας, άνθρωπο υπέροχο. Ήταν γιατρός παθολόγος, φίλος μου από χρόνια, με τιμούσε με τη φιλία του. Μάρκος Αυγέρης ήταν το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο, Γιώργος Παπαδόπουλος το όνομά του. Μου μίλησε για την Εθνική Αντίσταση και το ΕΑΜ ένα πρωινό, κατά το μεσημέρι, στην οδό Πανεπιστημίου, τυχαία ανταμώσαμε εκεί, έξω από το ζαχαροπλαστείο «Ηνωμένα Βουστάσια». Έτσι μπήκα κι εγώ στην Εθνική Αντίσταση μαζί με εκατοντάδες χιλιάδες πατριώτες.

5 Μαρτίου 1943, Η σύλληψη

Στις 5 Μαρτίου 1943 πήρα μέρος, εδώ στην Αθήνα, στη μεγάλη και αιματηρή διαδήλωση ενάντια στους ναζί και στο σχέδιό τους για πολιτική επιστράτευση. Κάθε τόσο συμμετείχα σε διάφορες ανάλογες εκδηλώσεις και σε ποικίλη δουλειά για την Εθνική Αλληλεγγύη, δουλειά παράνομη, φυσικά. Στη διαδήλωση αυτή μ’ έπιασαν κουίσλινγκς, προδότες συνεργάτες των Γερμανών, όργανα της λεγόμενης Ειδικής Ασφάλειας. Ντυμένοι με στολές χωροφυλάκων ήταν, άλλοι μόνιμα στελέχη της Χωροφυλακής και άλλοι προδότες που είχαν καταταγεί εκεί. Με πήγαν στην πλατεία Κυριακού και μπήκαμε σ’ έναν στενό μικρό δρόμο που έβγαζε στην πλατεία. Στο βάθος του δρόμου, που δεν ήξερα το όνομά του, ήταν το άντρο της Ειδικής Ασφάλειας, εκεί έκαναν τις ανακρίσεις, δηλαδή τα βασανιστήρια στους πατριώτες που έπιαναν κάθε μέρα. Τόπος μαρτυρίου ήταν, όπως και τα SS στην οδό Μέρλιν στην Αθήνα και άλλοι αλλού. Οι περισσότεροι από τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης που τους οδηγούσαν στην Ειδική Ασφάλεια κατευθύνονταν μετά για τον θάνατο ή τους άφηναν καταπληγωμένους και ακρωτηριασμένους.

Στην Ειδική Ασφάλεια, 1943

Το «στρατηγείο» της Ειδικής Ασφάλειας ήταν σ’ ένα διώροφο σπίτι, μάλλον τριώροφο, δε θυμάμαι. Με πήγαν σ’ ένα δωμάτιο σε πάνω όροφο, με άφησαν για πολλή ώρα μαζί με έναν δικό τους που καθόταν σε καρέκλα απέναντί μου, κι εγώ σε μια καρέκλα ήμουν, αυτός είχε το πιστόλι του πότε στραμμένο προς εμένα και πότε το έπαιζε στα χέρια του σαν παιχνίδι παιδιού. Λέξη δεν είπε όση ώρα ήταν «παρέα» μου ο τύπος. Μια στιγμή, άκουσα φριχτές κραυγές πόνου, οιμωγές, έρχονταν από κάποιο άλλο δωμάτιο. Ποιος ξέρει ποιον βασάνιζαν εκείνη την ώρα. Φοβερό ήταν αυτό το άκουσμα, ανατριχιαστικό. Δεν άντεξα και έβγαλα κι εγώ μια κραυγή: «Μα έτσι τέλος πάντων βασανίζετε αυτούς τους ανθρώπους που έχετε στα χέρια σας, έτσι; Τόσο απάνθρωπα;».

Οδός ελπίδος…

Όταν με τα πολλά έφυγα ζωντανός από την Ειδική Ασφάλεια, ζωντανός μεν αλλά κατατσακισμένος από το άγριο ξύλο, όταν επιτέλους έφυγα σέρνοντας τα πόδια μου, φτάνοντας στη γωνία είδα το όνομα του δρόμου: ΟΔΟΣ ΕΛΠΙΔΟΣ. Ρίγος με συγκλόνισε. Ώστε ο δρόμος αυτός με το κολαστήριο, όπου δεν υπήρχε ελπίδα για όσους περνούσαν το κατώφλι της Ειδικής Ασφάλειας, λεγόταν ΟΔΟΣ ΕΛΠΙΔΟΣ. Δώδεκα χρόνια αργότερα, το 1954, όταν ήταν να κάνω το ξεκίνημά μου στην αφηγηματική πεζογραφία, μια συλλογή δώδεκα διηγημάτων με επίκεντρο την αναζήτηση ελπίδας από τον μεταπολεμικό άνθρωπο, η πρώτη μου σκέψη ήταν να δώσω στη συλλογή γενικό τίτλο: Οδός Ελπίδος. Αλλά έβαλα τον τίτλο του τελευταίου διηγήματος: Ζητείται ελπίς…


Displaying 1 Comments
Have Your Say
  1. Δεριγνύ αρ 26 και 3ης Σεπτεμβρίου και Ρίζου ( απέναντι απ το τριγωνικό κτίριο της ΔΕΗ) είναι ακόμη το κτίριο που στέγασε ως κεντρικό κτίριο την Ειδική ασφάλεια. Και στην οδό Ελπίδος ανάμεσα από 3ης Σεπτεμβρίου και Αριστοτέλος ήταν το επιταγμένο βοηθητικό κτίριο για τα βασανιστήρια της ειδικής ασφάλειας.
    Το 1933 ο διευθυντής της ειδικής ασφάλειας Αργύριος Δικαίος ήταν ο αρχισυνωμότης και συντονιστής για την δολοφονία του Ελευθερίου Βενιζέλου , με την απόπειρα που έγινε στον Παράδεισο Αμαρουσίου.
    Η ειδική ασφάλεια, ώς παράρτημα της Γενικής ΑΣφάλειας ( Στουρνάρη και Πατησίων ), ειδρήθηκε το 1929 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, για την καταπολέμηση του κουμουνισμού μέσα στα Αθήνα.Επί δικτατορίας Μεταξά δντής της ειδικής ασφάλειας ορίστηκε ο κεφαλονίτης υποστράτηγος της χωροφυλακής Αντώνης Αγγελέτος, ο οποίος συνεργάστηκε στενά με τον Κερκυραίο διοικητή της Γενικής ασφάλειας Σπύρο Παξινό ( μετεκπαιδευθείς το 1936-1937 στην ναζιστική Γερμανία για την δίωξη των αντιφρονούντων). Ο Σπύρος Παξινός το 1957 βρέθηκε δολοφονημένος στο Πακιστάν.
    Επί κατοχής διοικητής της ειδικής ασφάλειας ορίστηκε ο απότακτος συνταγματάρχης Αλέξανδρος Λάμπου – επαγγελματίας σαδιστής στα βασανηστήρια – με υποδιοικητή τον συνταγματάρχη της χωροφυλακής Αναστάσιο Πάτερη, που μετέπειτα έγινε στρατηγός.

Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>