Τέσσερα «K», ποίημα του Κώστα Σταματέλου
Αφιερωμένο στην πολυαγαπημένη μου φίλη, Ιωάννα Καπλάνη απ’ τα Λιβερά της κατεχόμενης Κερύνειας
Τέσσερα «K»*
Τις ξάστερες νύχτες του Θεριστή και τις παραμονές της Παναγιάς,
πάντα βγαίνουν (αν βέβαια το προσέξεις),
στοιχισμένες στ’ αγνάντι της κορυφογραμμής του χωριού σου,
οι ψυχές των Παλικαριών,
που ’στησαν με περίσσια αυταπάρνηση τα στήθια τους
οδόφραγμα στα ζαγάρια του κερατά απ’ το Εσκί Σεχίρ,
που ’ρθαν απ’ το βούρκο της ανωνυμίας
σε ξέφωτ’ ακρογιάλια μοσχομύριστα για ν’ απλώσουν τις αρίδες τους…
Στοιχισμένες ψυχές κι αιματοβαμμένες μνήμες στην Κερύνεια,
ενωμένες με τα κορμιά που ’πεσαν στην Καισαριανή, την Κοκκινιά και στα Καλάβρυτα
απ’ τις σιδερόφραχτες ορδές των Γερμανοφασιστών
που ’μειναν ατιμώρητοι…
απ’ τις κίβδηλες κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης.
Ανθοί ’πα στα καλά τους, που ’πεσαν -ηρωικώς μαχόμενοι- για την πατρίδα-.
Παλικάρια, που ’χαν όνειρα
….που ’χαν οράματα
….που ’χαν κι αυτά μια αγαπημένη.
Μα πέφτοντας….κράτησαν τα μάτια ορθάνοιχτα
γιατί δεν είχαν προκάμει να χορτάσουν Πατρίδα.
Συνθηκολόγησαν έτσι με τον μαύρο Βαρκάρη,
να τους ματαφέρνει κάθ’ Αυγουστιάτικο φεγγάρι
σαν ορθόστητα κυπαρίσσια αντίκρυ στο πέλαγο,
για μιας ανάσας σεργιάνι στις κορυφογραμμές της μνήμης
μα κι άλλοτε στο πλακόστρωτο πικρών λιμανιών,
για να φλερτάρουν με τον άνεμο και τ’ αγοροκόριτσα
που τα χείλη τους μαράθηκαν καρτερώντας για χρόνια,
με μια φωτογραφία στα χέρια απ’ την εποχή του μισεμού.
Παλικάρια ’πά’στον ανθό τους που κάναν’ κόνισμα την Πατρίδα…
Ψυχές που ’ρθαν για να φύγουν αγέρωχες
στης λεβεντιάς τα εκτελεστήρια
για μια Πατρίδα που στα στερνά τους πρόδωσε …στα μετόπισθεν..
με στημένους ρουφιάνους που φορούσαν μαύρες κουκούλες στην Καισαριανή
και χαμερπείς σφουγκοκωλάριους στην Πατησίων,
που κρατούσαν στο χέρι αριθμό πρωτοκόλλου
με προτεραιότητα στην Επταετία
και στο πέτο μια κορδέλα που έσταζε θάνατο
και δωρεάν εισιτήρια για τα κολαστήρια και τις εξορίες….
Κώστας Γ. Σταματέλος
* ΚΕΡΥΝΕΙΑ – ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗ – ΚΟΚΚΙΝΙΑ – ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ