«Παιδιά της Σαμαρίνας»: Ο χορός των ανταρτών του Αρχοντοχωρίου στη γιορτή για την Απελευθέρωση από το ναζιστικό ζυγό
«Ο χορός των ανταρτών», φωτογραφία αλιευμένη από το διαδίκτυο….
Του Σπύρου Θ. Μήτση,
Δάσκαλος-Ερευνητής
Στα χρόνια της ΕΑΜικής αντίστασης το τραγούδι και ο χορός στον αύλειο χώρο του δημοτικού σχολείου του Αρχοντοχωρίου ήταν το πιο σημαντικό κομμάτι της καθημερινότητας των νέων. Με το χορό και το τραγούδι, ως μέσο έκφρασης και ψυχαγωγίας, οι νέοι και οι νέες εξέφραζαν συνάμα και το θαυμασμό τους προς τους αντάρτες, αλλά και την επιδοκιμασία τους στον αγώνα που έδιναν για την αποτίναξη του ναζιστικού ζυγού. Πολλές δε φορές με το χορό έστελναν μηνύματα με το δικό τους τρόπο…, και κάποιες στιγμές προκαλούσαν και τον θάνατο … όπως στα χρόνια του 1821 οι κλέφτες και οι αρματολοί.
Κατά την εξιστόρηση του αείμνηστου δασκάλου Παν. Φ. Ντζουροπάνου, «μια μέρα του Οκτώβρη του 1944 μαζευτήκανε στην αυλή του σχολειού της Παναγιάς όλοι οι Αρχοντοχωρίτες, νέοι, γέροι, ΕΑΜίτες, ΕΛΑΣίτες και ΕΠΟΝίτες/τισσες για να γιορτάσουν την Απελευθέρωση, τη λευτεριά της πατρίδας από το ναζιστικό ζυγό. Μαζί με τον λαό και τους ντόπιους καπεταναίους (…), παρευρίσκονταν και κάποιοι μεγαλοκαπεταναίοι της περιοχής, όπως ο Βασίλης Τσέλιος-Γεροδήμος. Όλοι μαζί, λαός και αντάρτες, πιάστηκαν χέρι με χέρι μπρος στην αυλή του σχολειού, και άρχισαν να τραγουδούν και να χορεύουν το βλάχικο δημοτικό τραγούδι «Παιδιά της Σαμαρίνας»».
Το παλιό σχολείο, το σχολείο της αντίστασης .. και το διοικητήριο του ΕΑΜ
Το λεβέντικο αυτό χορό τον έσυρε πρώτος ο Επονίτης Δημήτρης Φωτ. Χάνδρας. Τον ακολουθούσαν δε οι καπεταναίοι και ο περήφανος λαός του Αρχοντοχωρίου! …
Εσείς μωρέ παιδιά κλεφτόπουλα
παιδιά της Σαμαρίνας
μωρέ παιδιά καημένα
παιδιά της Σαμαρίνας
κι ας είστε λερωμένα.
Αν πάτε πάνω μωρέ στα βουνά
…..
Τουφέκια μωρέ να μη ρίξετε
……
Κι αν σας ρωτήσει μωρ’ η μάνα μου
κι η δόλια η αδερφή μου
……
Μη πείτε πως μωρέ εχάθηκα
πως είμαι σκοτωμένος
…….
Πείτε τους μωρέ πως παντρεύτηκα
τη μαύρη γη πως πήρα
μωρέ παιδιά καημένα
τη μαύρη γη πως πήρα
κι ας είστε λερωμένα
Ο Δημήτρης Φ. Χάνδρας, ζήτησε από τους καπεταναίους την άδεια να χορέψει πρώτος το τραγούδι που εξυμνούσε τις ηρωικές πράξεις των νέων κλεφτών-ανταρτών της Σαμαρίνας, γιατί με το άκουσμά του ήχου των μουσικών οργάνων διαισθάνθηκε ότι ταυτιζόταν με την ηρωική έξοδό τους (…), αλλά και με την έξοδο που έκαναν και οι δικοί του ήρωες, οι Μεσολογγίτες. Και τούτη η ψυχική του έκφραση εκδηλώθηκε γιατί προαισθάνονταν να σιγο-ζυγώνει και η δική του θυσία, ο δικός του θάνατος.
Το πράο και καλοσυνάτο «Αετόπουλο», Δημήτρης Φωτ. Χάνδρας, επέλεξε να σύρει πρώτος το βλάχικο-κλέφτικο τραγούδι, «Παιδιά της Σαμαρίνας», την ημέρα της γιορτής της Απελευθέρωσης από την τριάμισι χρόνων ναζιστική κατοχή, γιατί, κατά πως αφηγήθηκαν και τα προσφιλή του πρόσωπα, «η ταπεινότητά του προγνώριζε το τέλος του»!
……
Κι αν σας ρωτήσει μωρ’ η μάνα μου
κι η δόλια η αδερφή μου
……
Μη πείτε πως μωρέ εχάθηκα
πως είμαι σκοτωμένος
…….
Πείτε τους μωρέ πως παντρεύτηκα
τη μαύρη γη πως πήρα
μωρέ παιδιά καημένα
τη μαύρη γη πως πήρα
Με το χορό της λευτεριάς και της θυσίας άφησε στους παρευρισκόμενους ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα ήθους και αψεγάδιαστου νέου. Τα συμβολικά λόγια και τα μηνύματα του κλέφτικου τραγουδιού έγιναν, αργότερα, μοιρολόι για κάθε νιο που έφευγε από τη ζωή.
Κι ο θάνατος – «παντρειά με το μαύρη γη»- επήλθε μετά από τέσσερα χρόνια, το καλοκαίρι του 1948, στο χωριό Ανταρτικό Φλωρίνης.
Ναι, στον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο μεταξύ του Δημοκρατικού Στρατού και του Εθνικού Στρατού (Μάρτιος του 1946 έως τον Αύγουστο του 1949). Εκεί, στα ξένα χώματα στην προσπάθειά του να κάνει την δική του Έξοδο έχασε τη λαμπερή ζωή του, θυσιάστηκε για τα ιδανικά του. Ήθελε, κατά πως του έλεγε ο νους και η καρδιά του, να περάσει στο Δημοκρατικό Στρατό! Μα δεν το κατόρθωσε. Ένα βόλι «πατριωτικό» του έφραξε το δρόμο της πεθυμιάς. Κι ύστερα, οι αθεόφοβοι, άφησαν το κορμί του βορά στα όρνεα των βουνών της Φλώρινας.
Κατά τις αφηγηματικές μνήμες των συγχωριανών και συμπολεμιστών του, Στ. Λιοπ. και Φτ. Χειν., τραυματίστηκε θανάσιμα από σφαίρα του αξιωματικού του λόχου του: «…σε μια πορεία … τον κράτησε πίσω, μακριά από τα μάτια των στρατιωτών, και με μια σφαίρα στο κεφάλι του έδωσε τέλος στη σύντομη και έντιμη ζωή του…. Κάπως έτσι δολοφονήθηκαν και εκατοντάδες άλλοι στρατιώτες του εθνικού στρατού, κυρίως αυτοί που στα χρόνια της Αντίστασης είχαν στρατευτεί στον ένδοξο αγώνα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ …».
Για να μην ξεχαστεί η μικρή συμβολή του στον αγώνα κατά των κατοχικών φασιστικών και ναζιστικών δυνάμεων, αλλά και η συμβολική του πράξη την ημέρα της γιορτής για την Απελευθέρωση της Ελλάδας, ο νους και η ψυχή του νεαρού τότε και αξιοσέβαστου δασκάλου Π. Φ. Ντουροπάνου, κατέγραψε την ιστορική αλήθεια, τις συμβολικές εικόνες και πράξεις -παρακαταθήκη του Επονίτη Δημ. Χάνδρα- και ευαισθητοποιημένος βαθιά για την ιστορική μνήμη μας τις μετέφερε να τις μεταδώσουμε στις επόμενες γενιές.
Εν κατακλείδι, ο άδικος θάνατος του νεαρού Δημήτρη Φωτίου Χάνδρα, δεν ξεχάστηκε από τους Αρχοντοχωρίτες και δεν θα ξεχαστεί στο διηνεκές, γιατί τούτο του το χρωστάμε. Το οφείλουμε και στους Αρχοντοχωρίτες αγωνιστές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ως μία ελάχιστη πράξη χρέους και μνήμης και κυρίως, γιατί το οφείλουμε στην ιστορία της μικρής και της μεγάλης μας πατρίδας.
Σύντομο βιογραφικό:
Ο Δημήτρης Φ. Χάνδρας, γεννήθηκε το 1926. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στο Δημοτικό Σχολείο Αρχοντοχωρίου από το Λευκαδίτη δάσκαλο Τιμολέων Μεσσήνη. Μετά το 1935 δάσκαλος του ήταν ο αριστερών πεποιθήσεων Κανδηλιώτης Ιωάννης Φλώρος ή Γαϊτας. Το 1938 μέχρι και το 1940 φοίτησε στο Ελληνικό Σχολείο Αστακού.
[Αρχοντοχώρι 1938-39;. Αναμνηστική φωτογραφία στην αυλή του σπιτιού-καφενείου Στυλιανού Στ. Καρκάση (σημερινή θέση πλάτανος). Στο βάθος διακρίνεται η οικία του Σταμ. Χολή. Στη φωτ. εικονίζονται οι: Στέλιος Σταμ. Καρκάσης, Γεώργιος Κ. Κακούρης, Σπύρος Διον. Χάνδρας, Ζώης Δ. Χολής (δολοφονήθηκε τον Αύγουστο του 1943 στο χωριό Πρόδρομος…)….. και τελευταίος ο μαθητής του Ελλην. Σχ. Αστακού, Δημήτρης Φ. Χάνδρας (δολοφονήθηκε το 1948 στον αδελφοκτόνο πόλεμο, στο Γράμμο-Βίτσι.) *Φωτ. Αρχείο – Ιστορικό Φωτογραφικό Μουσείο, εκτιθέμενο στο καφενείο του Αγησιλάου Στ. Καρκάση.]
Στα νεανικά του χρόνια μυήθηκε από τον γείτονά του μηχανικό Στάθη Αντ. Λιάκα, στα ιδανικά του ΕΑΜικού Κινήματος. Έτσι σε ηλικία 17-18 ετών οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ Αρχοντοχωρίου.
Υπήρξε πρωτοπόρος ΕΠΟΝίτης, και μέλος του εφεδρικού ΕΛΑΣ Ξηρομέρου και Λευκάδας. Υπό την καθοδήγηση και την προστασία του καπετάν Φουρτούνα, πήρε μέρος σε συγκρούσεις του ΕΛΑΣ με τους Γερμανούς στην Άρτα, την Πρέβεζα και τη Λευκάδα, καθώς και στη μάχη της Αμφιλοχίας.
Μυημένος στα γράμματα ασχολήθηκε και με τη λαϊκή ποίηση. Κατέγραψε σε ποιήματα, σατιρικού ύφους, όλες τις συγκρούσεις που έδωσαν οι αντάρτες τόσο με το ΕΔΕΣ (καλοκαίρι του 1943) όσο και με τους Ταγματασφαλίτες και Γερμανοτσολιάδες της περιοχής (Κανδήλα, Λευκάδα).
Σύμφωνα και με την αφηγηματική μνήμη του εν ζωή σήμερα αδερφού του, Χρυσόστομου Φωτ. Χάνδρα, τον Οκτώβρη του 1944, την ημέρα της γιορτής της Απελευθέρωσης από τη Ναζιστική Κατοχή, ο Δημήτρης Φωτ. Χάνδρας, χόρεψε στην αυλή του σχολείου το κλέφτικο τραγούδι «Παιδιά της Σαμαρίνας». Με αυτό το τραγούδι προφήτευε το θάνατό του. (…)
Μετά τη «Συμφωνία της Βάρκιζα», μαζί με άλλους συγχωριανούς του παρέδωσε τον οπλισμό του στη Χωροφυλακή Κατούνας. Εν συνεχεία καταπιάστηκε, μαζί με τα αδέρφια του Παντελή, Ανδρέα και Χρυσόστομο, με τις γεωργικές και άλλες βαριές χειρωνακτικές εργασίες (έχτιζαν πηγάδια και στέρνες!).
Το 1945, όπου επικρατούσε η «λευκή τρομοκρατία», συνελήφθη από τους παρακρατικούς (Δ. Κ., Ε.Α., Ε.Π.,…), με την κατηγορία ότι υποστήριζε έμπρακτα τους καταδιωκόμενους καπεταναίους Λιάκα, Μπανιά, Λιοντάκη, Λιοπύρη, Τσέλιο-Γεροδήμο…. και βασανίστηκε βίαια πότε στα υπόγεια των καφενείων του Κτσουρ.. και του Καϊρ.. και πότε στο υπόγειο του σπιτιού του Φγκ..
Το 1947 η κλάση του κλήθηκε να υπηρετήσει τον Εθνικό Στρατό στη Φλώρινα (Βίτσι). Εκεί, το καλοκαίρι του 1948 και στο χωριό Ανταρτικό Φλωρίνης, έχασε τη ζωή του από βόλι «πατριωτικό». Σύμφωνα με τη μαρτυρία των συγχωριανών και συμπολεμιστών του Στ. Λιοπ. και του συμπολεμιστή του Φτ. Χειν., τραυματίστηκε θανάσιμα -για άγνωστους λόγους- από σφαίρα του αξιωματικού του λόχου του… («..τον κράτησε πίσω και μακριά από τα μάτια των στρατιωτών και τον σκότωσε…»).
…………
76 χρόνια μετά, οι Αρχοντοχωρίτες τιμούν τη μνήμη του.