Ο γιατρός ο Λούκας στα 1915 και η περιπέτεια με τον Ξαθείτη… Η Λευκαδίτικη πρακτική ιατρική και ο εκπληκτικός Κώστας Φλαούνης!
Οι περασμένοι αιώνες για τους κατοίκους της Λευκάδος χαρακτηρίστηκαν από γιατροσόφια και ιατρικές πρακτικές, στην αντιμετώπιση των διαφόρων ασθενειών, αφού γιατροί δεν υπήρχαν και οι ιατρικές φροντίδες ήταν στα σπάργανα. Αναφέρονται, αρχές του 20ου αιώνα, ελάχιστοι γιατροί στο νησί, κυρίως στην χώρα, γιατί στα χωριά τα πράγματα ήταν ακόμη δυσκολότερα και υπήρχε σχεδόν παντελής έλλειψη γιατρών. Στους Σφακιώτες, αυτό το διάστημα των αρχών του 20ου αιώνα υπήρχαν δυο σπουδαγμένοι γιατροί, ο γιατρός ο Κουνιάκης ή Λούκας στο παρατσούκλι, που έμενε και είχε το ιατρείο του στα Ασπρογερακάτα και ο οποίος, το 1909, ήταν αχώριστη συντροφιά και συνδαιτημόνας τα βράδυα του Άγγελου Σικελιανού και της Εύας Πάλμερ, κάτω απ’ τα βαθύσκιωτα πλατάνια του Φρυά, όταν το νιόπαντρο τότε ζευγάρι, είχε ενέβει και διέμενε στους Σφακιώτες ένα ολόκληρο καλοκαίρι, προκειμένου να μάθει η Εύα τον Λευκαδίτικο αργαλειό και τα
υφαντά!
Έμεναν στον οικισμό του Πρεμεντινού στο σπίτι του συγγενή τους Μήτσου Βαγενά (Βέλιος) και την Εύα εκπαίδευε στον αργαλειό η θειά Γιόνια (Ερμιόνη), δίπλα στην οποία έμαθε εκπληκτικά την ύφανση η Εύα, αφού, μετέπειτα, ύφαινε η ίδια τα κοστούμια των ηθοποιών στις εκπληκτικές και Παγκόσμιες Δελφικές Εορτές, που διοργάνωσε το ζευγάρι το 1927 και το 1930 με τις θεατρικές παραστάσεις Προμηθέας Δεσμώτης και Ικέτιδες! Μάλιστα, εδώ στους Σφακιώτες προτωείπαν την Αμερικανίδα γυναίκα του Σικελιανού «Η Εύα η Ζόρκα», αφού ντύνονταν με χιτώνες, σε αντίθεση με την υπερσυντηρητική Λευκαδίτικη φορεσιά, που ήθελε τις γυναίκες με το κότολο ως τα πόδια και μπαρμπλωμένες με την τσίπα ως τον λαιμό!
Την ίδια εποχή ο δεύτερος σπουδαγμένος γιατρός στους Σφακιώτες, ήταν ο Πέτρος Φίλιππας Πανάγος, είναι συγχρόνως και ο ιδρυτής του ΤΑΟΛ στην Λευκάδα το 1915, ο οποίος έμενε στο Σπανοχώρι. Αργότερα, και περί το μέσον του 20ου αιώνα, παρουσιάστηκαν ακόμη δυο εξαίρετοι γιατροί στους Σφακιώτες, ο Ξενοφώντας ο Γληγόρης στο Σπανοχώρι, ο αείμνηστος «Γιατρός της Λευκάδας» με την τεράστια κοινωνική προσφορά στο νησί και ο Χρυσόστομος ο Κάτσενος ή Τζούλιος στον Κάβαλο! Και οι δύο εξαιρετικοί επιστήμονες, που όμως κάθισαν για λίγο χρονικό διάστημα στους Σφακιώτες, γιατί, στη συνέχεια, εγκαταστάθηκαν στην Χώρα. Οι τέσσερεις αυτοί γιατροί επισκέπτονταν ασθενείς σε όλα τα χωριά των Σφακιωτών, μου ανέφερε χαρακτηριστικά ο πατέρας μου πως είχε πάει με το άλογο στον Κάβαλο για να πάρει τον γιατρό τον Τζούλιο, τον Κάτσενο, όταν είχε αρρωστήσει ο δικός του ο πατέρας, ο παπούλης μου! Αλλά και στα πίσω χωριά, την Εξάνθεια, τον Δρυμώνα και τα Χορτάτα, πήγαιναν οι γιατροί με τα άλογα ανεβαίνοντας τον Κόντρο πάνω απ’ τα Ασπρογερακάτα, ακολούθως τα Μπαμπάκια, περιοχή στον δρόμο για την Αεροπορική Βάση και από εκεί στο μονοπάτι που συνέδεε την Εξάνθεια και τα Πίσω χωριά με τους Σφακιώτες. Αυτό συνέβαινε γιατί ο σημερινός επαρχιακός δρόμος Ασπρογερακάτα – Εξάνθεια διανοίχτηκε αργότερα, το 1935.
Λευκαδιτοπούλες στα 1910! Αντιμέτωπες με την μεγάλη παιδική θνησιμότητα δέχονταν σε κάθε παιδική ασθένεια τις πρακτικές ιατρικές δαψιλίες της μάνας!
Πινακοχώρι την δεκαετία του 1950! Πλήθος κατοίκων και παιδιών! Μεταπολεμικά τα ιατρικά πράγματα βελτιώθηκαν αισθητά… Παρά ταύτα η πρακτική ιατρική είναι ακόμη παρούσα για πολλές ασθένειες…
Ο ΓΙΑΤΡΟΣ ΚΟΥΝΙΑΚΗΣ ΚΑΙ Ο ΞΑΘΕΙΤΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ «ΣΤΙΣ ΚΑΡΤΕΛΕΣ»…
Μάλιστα τούτη η τακτική της επίσκεψης των Σφακισάνων γιατρών στα Πίσω Χωριά συνοδεύεται και με ένα ευτράπελο γεγονός με επίκεντρο τον γιατρό Κουνιάκη και κάποιον Ξαθείτη απ’ τον σόϊ των Βλάχων με το παρατσούκλι «Διαμάντης». Κάποια μέρα ο Διαμάντης επέστρεφε απ’ την Λευκάδα με το μουλάρι του, οι Ξαθείτες απ’ τα βάθη των αιώνων χρησιμοποιούσαν μουλάρια και όχι άλογα, γιατί τα πρώτα προσαρμόζονται ευκολότερα στην τραχειά Ξαθείτικη γη, εκεί στις δυτικές υπόρειες των Σταυρωτών, κατέβαιναν με τα ζωντανά τους απ’ το μονοπάτι του Κόντρου, που παραπάνω περιγράψαμε και συνέχιζαν με τα ζώα τους στη χώρα, ή όταν είχαν να πουλήσουν κρασί, κυρίως, έφερναν τα ασκιά με τα μουλάρια στα Ασπρογερακάτα, όπου τα φόρτωναν σε κάρα για να τα πάνε στη χώρα για πώληση! Τα περίφημα κάρα, τα οποία έκαναν στάση στο Πετροπούλι, είναι η περιοχή που σήμερα βρίσκεται κοντά το μνημείο σε ανάμνηση του Ξεσηκωμού των Λευκαδίων Χωρικών το 1819, εναντίον των Άγγλων κατακτητών και των στυγνών αρχόντων της Χώρας… Εκεί στο Πετροπούλι, μάλιστα, διασώζεται ακόμη και σήμερα το σπίτι του Κουβέλη, το οποίο ήταν καφενείο και εδώ σταματούσαν τα κάρα, κυρίως στον γυρισμό, για να πιουν ένα νερό και να ξεκουραστούν τα ζώα που έσερναν τα κάρα, αφού αμέσως μετά θα ανέβαιναν την μεγάλη ανηφόρα της «Σκατζολιάς», όπως ονομάζεται και σήμερα και μάλιστα φορτωμένα με είδη πρώτης ανάγκης και κάποια γεωργικά εφόδια κυρίως λιπάσματα……
Ο Διαμάντης, λοιπόν, πήγε στη χώρα για τις δουλειές του και επιστρέφοντας νύχτωσε στον Φρυά των Ασπρογερακάτων, αλλά είχε και παλιόκαιρο, που δεν του επέτρεπαν οι συνθήκες να συνεχίσει για το χωριό του… Εκεί στο καφενείο του Φρυά, που κάθονταν, έκαναν «πλάκα» οι Ασπρογερακάτες, ποιος θα τον φιλοξενούσε στο σπίτι του, για να περάσει το βράδυ… Πετάχτηκε τότε ό γιατρός ο Κουνιάκης και λέει χαριεντιζόμενος: «Nα το βάλομε στις καρτέλες τον Ξαθείτη ποιος θα τον φιλοξενήσει»… Τι ήταν οι καρτέλες; Στα μαγαζιά των χωριών μας, που ήταν μαζί μπακαλικάκια και καφενεία τα βράδυα, όταν μαζεύονταν οι χωριανοί μετά τις γεωργικές τους εργασίες και έπαιζαν δηλωτή, ξερή και τζογολί, ή συζητούσαν πολιτικά, αλλά και όλες τις γεωργικές τους ανησυχίες, εκεί, λοιπόν, μέσα σε ατμόσφαιρα ευωχίας και καλαμπουριών «έρριχναν και τις καρτέλες», όπως το βίωσα και προσωπικά, αφού μου άρεσε σαν μικρό παιδί να πηγαίνω τακτικά στο καφενείο και να ρουφώ κάθε λέξη των μεγαλύτερων, που τόσο χρήσιμες μου είναι σήμερα στις διηγήσεις μου! Έβαζαν σαν έπαθλο κυρίως ρέγγες που είχε το μπακαλικάκι σε κάτι ξύλινα κουτιά, ή παστά χέλια, που επίσης είχε σε ξύλινα κουτιά το μπακάλικο και μετείχαν σε μια τρόπον τινά λοταρία ποιος θα τα κερδίσει!
Έπαιρναν την τράπουλα και μοίραζαν τα δεκατρία τραπουλόχαρτα απ’ τον άσσο μέχρι το δέκα και τις τρεις φιγούρες σε δεκατρία άτομα, ή λιγότερα, αν ήθελε κανείς να πάρει δυο ή παραπάνω τραπουλόχαρτα, τα υπόλοιπα χαρτιά τα ανακάτευαν και ο μαγαζάτορας άρχιζε και τα έβγαζε κάτω ένα – ένα, όποιο τραπουλόχαρτο «βούλωνε», δηλαδή ο κάτοχός του συμπλήρωνε την γνωστή τετράδα πρώτος κέρδιζε τις ρέγγες, ή τα χέλια, ή κάτι άλλο έπαθλο απ’ το μπακάλικο που έβαζαν! Θυμάμαι πολλές φορές τον παπούλη μου να φέρνει ρέγγα που κέρδισε στο σπίτι τα βράδυα, να την καρφώνει στο πυρούνι και να την περνά πάνω απ’ την φλόγα της φωτιάς στο μπουχαρί πολλές φορές, μέχρι να σπάσει το δέρμα του παστού και να μυρίσει το σπίτι όλο, οπότε ήταν ένα άριστο συνοδευτικό για τα όσπρια και το κρασί! Ή έφερνε παστά χέλια, τα τύλιγε σε μια εφημερίδα και τα έχωνε μέσα στην στάχτη στο μπουχαρί, οπότε σιγά – σιγά ψήνονταν και ήταν επίσης ένας εκπληκτικός μεζές για τα όσπρια ή για το κρασί!
Άκτιο 1965! Τα παιδιά των Βλάχων της Ηπείρου που είχαν φέρει τα πρόβατά τους στα χειμαδιά του Ακτίου, για να ξεχειμωνιάσουν, τρώνε συσσίτιο στο σχολείο που πήγαιναν εκεί! Μαγείρισσα είναι μια Λευκαδίτισσα γυναίκα, φαίνεται απ’ την Λευκαδίτικη στολή, από αυτές που πήγαιναν στο Άκτιο για να καλλιεργήσουν χτήματα που πήραν οι οικογένειές τους το 1928 απ’ τοναναδασμό!
Σαν άκουσε, λοιπόν ο Διαμάντης πως θα τον βάλλουν στις καρτέλες, πράγμα που το έκαναν «για πλάκα», την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενος δεν μίλησε – που να πάει νύχτα στην Εξάνθεια, που να ανέβει τον Κόντρο μες στο τριανέμι και την βροχή, άλλαξε, όμως χίλια χρώματα, γιατί θεώρησε υποτιμητικό το γεγονός να μπει σε τέτοια διαδικασία όπως οι ρέγγες και τα χέλια και «το φύλαγε» για καιρό στον γιατρό τον Κουνιάκη σκεφτόμενος συνεχώς πως θα πάρει εκδίκηση για την προσβολή που του έκανε… Μετά από κάμποσες μέρες αποφάσισε να δράσει… Παίρνει το μουλάρι του και φτάνει στα Ασπρογερακάτα, δήθεν πως έχει κάποιον ασθενή στο σπίτι του για να μεταφέρει στην Εξάνθεια τον γιατρό… Πηγαίνει στο σπίτι του Κουνιάκη και τον πείθει να πάει μαζί του στο χωριό του για τον «ασθενή»… Βάζει καβάλα τον γιατρό στο μουλάρι και ξεκινάνε για την Εξάνθεια αρχίζοντας να ανεβαίνουν την ανηφόρα στο μονοπάτι του Κόντρου…
Σαν ανέβηκαν αρκετά ψηλά πετιέται ο Διαμάντης πως δηθεν κάτι θέλει να πεί στον γιατρό και ξεκινάει σκόπιμα: «Kαι που λες γιατρέ Πανάγο…», προαναφέραμε πως αυτό τα χρόνια στους Σφακιώτες ήταν γιατρός και ο Πέτρος Φίλιππας Πανάγος… Aμέσως αναστατώθηκε ο γιατρός: «Δεν είμαι ο γιατρός ο Πανάγος, είμαι ο γιατρός ο Λούκας…». Ο Ξαθείτης έκανε πως δεν άκουσε και συνέχισαν τον δρόμο… Παραπάνω πετιέται ξανά ο Διαμάντης: «Και που λες γιατρέ Πανάγο…». Αναστατώθηκε για καλά ο γιατρός: «Δεν σούπα πως δεν είμαι ο γιατρός ο Πανάγος, αλλά ο Λούκας;» Οπότε ο Διαμάντης βλέπει το σχέδιο της εκδίκησής του να υλοποιείται: «A, εμένα μου είπανε απ’ το σπίτι πως θέλουντον γιατρό τον Πανάγο… Οπότε κατέβα απ’ το μουλάρι και πήγαινε πίσω…». Κατάλαβε αμέσως ο γιατρός ο Κουνιάκης την «πλάκα» του Ξαθείτη και πήρε το δρόμο της επιστροφής με τα πόδια για τα Ασπρογερακάτα, ενώ ο Ξαθείτης του φώναζε από παραπάνω: «Eίσαι και συ Σφαξάνος… Αλλά είμαι κ’ εγώ Ξαθείτης…»… Το ευτράπελο μου διέσωσε ο οδοντογιατρός Σπύρος Κουνιάκης, ή Λούκας, απόγονος του ανωτέρω γιατρού Λούκα των αρχών του 20ου αιώνα, αλλά το διασταύρωσα και από Ξαθείτες, που γνωρίζουν καλά αυτή την απίθανη ιστορία…
ΤΑ ΓΙΑΤΡΟΣΟΦΙΑ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΑΛΛΗΣ ΕΠΟΧΗΣ…
Δεδομένων, λοιπόν, των υποτυπωδών συνθηκών ιατρικής αυτά τα δύσκολα χρόνια στο νησί, πόσο μάλλον τους περασμένους αιώνες, με την παντελή ανυπαρξία γιατρών, οι Λευκαδίτες κατέφευγαν στην πρακτική ιατρική, που ενίοτε έπαιρνε και την μορφή γιατροσοφιών… Όταν, μάλιστα, όλα τούτα τα πρακτικά, που θα ακολουθήσουν, δεν μπορούσαν να αναχαιτίσουν την πορεία προς το μοιραίο, δέχονταν στωικά την μοίρα τους, αφού σημερινές παθήσεις, καρδιολογικά νοσήματα και εγκεφαλικά, τα οποία αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά, σ’ εκείνα τα χρόνια, μιλούσαν απλά για «κόλπο» ή για «συγκοπή καρδίας», όντας αδύναμοι να τα προβλέψουν, πόσω μάλλον να τα αντιμετωπίσουν. Οι πρακτικές ιατρικές, όταν δεν έφτανε το «ξεμάτιασμα», ή «ξεβάσκαμα» το οποίο, κατά κανόνα, ήταν η… πρώτη διάγνωση και το πρώτο ιατρικό απαιτούμενο, τότε, ανάλογα με την πάθηση, οι ιατρικές φροντίδες, είχαν τις εξής μορφές, που διασώθηκαν μέχρι των ημερών μας:
Στο κοινό κρυολόγημα, αφού όλες τις χειμερινές παθήσεις, σημερινές ιώσεις κ.τ.λ, τις ερμήνευαν σαν κρυολόγημα, χρησιμοποιούσαν κυρίως τηγανισμένο χαμομήλι, το οποίο τυλιγμένο σε πανί το τοποθετούσαν στον λαιμό του ασθενή, προκειμένου να κρατά σταθερή θερμοκρασία στον ερεθισμένο λαιμό, ή στα φυτικά παρασκευάσματα χρησιμοποιούσαν επί πλέον και την μολόχα. Ακόμη τοποθετούσαν, επίσης, στον λαιμό του ασθενή την λεγόμενη «Τσόχα», ένα μάλλινο πανί ποτισμένο με μπλε οινόπνευμα, προκειμένου να μαλακώσει ο βήχας. Πάντα στο κοινό κρυολόγημα τοποθετούσαν στην πλάτη το περίφημο «Κατάπλασμα», μια πυκνόρρευστη μάζα από βρασμένο σπόρο σιναπιού, τον λεγόμενο «Συναπισμό», επρόκειτο για δραστικότατη επάλειψη, η οποία λόγω της τοξικότητας του σιναπόσπορου δημιουργούσε και εγκαύματα στην πλάτη του ασθενή.
Συνηθισμένες στο κρυολόγημα ήταν οι κούπες, οι γνωστές βεντούζες, τις οποίες, μάλιστα σε εμπύρετες βαριές καταστάσεις «τις έκοβαν», δηλαδή, πριν τοποθετήσουν το καυτό ποτήρι, τραβούσαν μια αμυχή στην πλάτη του ασθενούς, προκειμένου να τραβήξει αίμα το ποτήρι, μάλλον για εκτόνωση… Οι πιο τολμηροί χρησιμοποιούσαν, ενίοτε, για εντριβή μικρή ποσότητα πετρελαίου και μιλάμε για τολμηρούς γιατί προκαλούσε ακόμη και ελαφρά εγκαύματα. Σε ότι αφορούσε το φαγητό, κυρίαρχο ρόλο είχαν οι ζεστές μανέστρες, αφού για πιθανές ασθένειες και κυριότερα για τα παιδιά, φύλαγαν και έσφαζαν μικρά κοτόπουλα, ενώ φρόντιζαν να βρουν πορτοκάλια για πορτοκαλάδα, Μάλιστα, αν έβλεπαν κάποιον με πορτοκάλια, τον ρωτούσαν ποιόν άρρωστο έχει στο σπίτι του… Ένα καλό μαλακτικό στον βήχα ρόφημα ήταν και είναι ακόμη και σήμερα το πεκιμέζι, το οποίο με την πυκνόρρευστη υφή του καταπραΰνει τον λαιμό και ελαττώνει αισθητά τον βήχα του
ασθενή…
Ελλάδα της δεκαετίας του 1960! Στέρηση μεν, μα τα ιατρικά πράγματα για τα παιδιά είναι αρκετά βελτιωμένα, κυρίως απ’ το ΠΙΚΠΑ…
ΤΟ ΠΕΡΙΦΗΜΟ ΑΝΑΚΟΛΙ ΣΤΑ ΣΤΡΑΜΠΟΥΛΗΓΜΑΤΑ…
Όταν υπήρχε διάστρεμμα, το στραμπούληγμα σε κάποιο απ’ τα άκρα, τότε οι πρακτικοί γιατροί των χωριών αναλάμβαναν δράση. Έφτιαχναν ένα κολλώδες μίγμα από ξύσμα πράσινου σαπουνιού και ασπράδι αυγού, το περίφημο «Ανακόλι», το οποίο αντικαθιστούσε τους σημερινούς ελαστικούς επιδέσμους… Με αυτό το μείγμα τύλιγαν το στραμπουληγμένο μέρος, στερεοποιούνταν και κράταγε σταθερό και σφιχτό το άκρον και σιγά – σιγά επανέρχονταν. Στις περιπτώσεις κατάγματος οι χειροπράκτες επανέφεραν με απλή ψηλάφιση τα οστά και εν συνεχεία «Καλάμωναν» το σημείο, τοποθετούσαν, δηλαδή περιμετρικά του κατάγματος, ελάσματα καλαμιού, προκειμένου να κρατείται σταθερό το σημείο! Αντικαθιστούσε το καλάμωμα τον σημερινό γύψο.
Στις περιπτώσεις που υπήρχε χτύπημα στο κεφάλι. Αν μεν το χτύπημα είχε απλά οίδημα, πρήξιμο, το λεγόμενο στα χωριά «Μπομπόνι», χωρίς αίμα, τότε, τοποθετούσαν πάνω στο διογκωμένο μέρος ένα κέρμα, το έδεναν σφιχτά με μαντήλι περιμετρικά του κεφαλιού, ώστε να «καθίσει» το πρήξιμο. Αν η πληγή είχε αίμα, τότε, αφού σταματούσαν την αιμορραγία, τοποθετούσαν πάνω στην πληγή ξερή σβουνιά αλόγου, ή το φυτό ψίλυθρο. Προφανώς και τα δυο αυτά επιθέματα είχαν αντιτετανικές ιδιότητες.
Σε περίπτωση πόνου στην κοιλιά. Αν μεν ο πόνος ήταν ελαφρύς, τότε δημιουργούσαν ένα άλλο μαλλακτικό (κατάπλασμα), αποτελούμενο από ζεστό λάδι και στάχτη και με αυτό το μείγμα άλοιφαν την κοιλιά. Σε περιπτώσεις έντονου, όμως, κοιλιακού πόνου και όταν υποπτεύονταν σκωληκοειδίτιδα, τότε αμέσως, αν μεν ήταν χειμώνας, έτρεχαν να βρούν χιόνι πάνω στην Εγκλουβή, για να επιθέσουν στην κοιλιά του αρρώστου, αν ήταν άλλες εποχές προσπαθούσαν να βρουν, από πηγάδια, όσο γίνονταν πιο κρύο νερό, για να τοποθετήσουν στην κοιλιά του ασθενούς. Βέβαια, περιττό να πει κανείς πως αυτή η περίπτωση της σκωληκοειδίτιδας απέβαινε, μέσω περιτονίτιδας προφανώς, θανατηφόρα, αφού έπρεπε ο ασθενής να ταξιδέψει ακόμη και στην Αθήνα με τον περίφημο ΓΛΑΡΟ επί δυο ημέρες, και αν δεν ήταν ήδη… αργά, φτάνοντας στην Αθήνα οι συγγενείς του έψαχναν πολιτικό μέσον για να μπορέσει να εισαχθεί σε νοσοκομείο για εγχείρηση…
Μου μολογούσε η μάνα μου ένα πρακτικό ιατρικό μέσον για τον πονόδοντο ότι προπολεμικά κυρίως, ήταν το περίφημο Σκάρφι! Χωρίς την ύπαρξη οδοντογιατρών και παυσίπονων στην σημερινή τους μορφή, μεταπολεμικά παρουσιάστηκε το περίφημο ΑΛΓΚΟΝ, και με τον Λευκαδίτικο πληθυσμό κυριολεκτικά και μεταφορικά ξεδοντιασμένο, ο πονόδοντος ήταν μια βασανιστική κατάσταση, την οποία αντιμετώπιζαν αρχικά με το ούζο! Όταν, όμως, ο πόνος ήταν αφόρητος χρησιμοποιούσαν το παραπάνω Σκάρφι, το οποίο, όμως, δυστυχώς οδηγούσε σταδιακά στο πέσιμο των δοντιών, αφού η παρασκευή του ήταν τοξικότατη. Συγκεκριμένα έβραζαν όσο πιο τοξικά φυτά, όπως η δρακοντιά, η πικραγγουριά και η πραγκαθιά, με το οποίο παρασκεύασμα έκαναν γαργάρα στο στόμα, που ναι μεν σταματούσε τον πόνο νεκρώνοντας τις ρίζες του χαλασμένου δοντιού και μουδιάζοντας τα ούλα, ιδιότητα που επιτελεί σήμερα το οδοντογιατρικό γαρυφαλέλαιο, όμως το τοξικότατο Σκάρφι αλλοίωνε σχεδόν όλα τα φατνία των δοντιών, με αποτέλεσμα την σταδιακή τους πτώση, όπως προείπαμε…
Μια σημαντική πάθηση στα παιδιά κυρίως, ήταν τα πυώδη εξανθήματα στα πόδια και στα χέρια, τα οποία τα έλεγαν «μυξήτες», φουσκάλες μεγάλες με πύον… Τότε, προκειμένου να μαλακώσουν και να φύγει το πύον, χρησιμοποιούσαν μια άλλη μορφή μαλακτικού (καταπλάσματος). Κοπάνιζαν και ανακάτευαν μολόχα, με γάλα και λιναρόσπορο, και το μείγμα το τοποθετούσαν, με πανί, πάνω στο πυώδες εξάνθημα, ώστε να μαλακώσει και να αρχίσει η εκκροή του μολυσμένου υγρού…
ΟΙ ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΓΑΛΑ ΤΗΣ ΓΑΪΔΟΥΡΑΣ…
Όταν παρουσιάζονταν, στα παιδιά επίμονος βήχας, το γνωστό κακαρέτσι, τότε οι πρακτικολογούντες συνιστούσαν να πιεί το παιδί γάλα από γαϊδούρα βρασμένο. Προφανώς τούτο το γάλα έχει μαλακτικές όσο και απογχρεμπτικές ιδιότητες. Ακόμη, όταν τα μικρά παιδιά αντιμετώπιζαν πόνο στο αυτί, μορφή ωτίτιδας με τα σημερινά δεδομένα, τότε συνιστούσαν, οι πρακτικοί γιατροί, να ρίξουν στο πονεμένο αυτί γάλα από λεχώνα γυναίκα. Αν εμφανίζονταν, πάλι στα παιδιά, παρωτίτιδα, οι γνωστοί μαγουλάδες, τότε το «φάρμακο» ήταν η επάλειψη περιμετρικά των αυτιών και του λαιμού με «Γουρουνοχολή», διαλυμένη σε ζεστό νερό σε μορφή παχύρευστη, ή σε μακριά γυναικεία κάλτσα τοποθετούσαν ζεσταμένα πίτουρα και τα τύλιγαν περιμετρικά του λαιμού. Μάλιστα στην παρωτίτιδα των αγοριών, είχαν, όπως έλεγαν… «το αίμα τους κομμένο», φοβόνταν πως ενδεχόμενο πρήξιμο στα γεννητικά όργανα του παιδιού θα του επέφερε στειρότητα. Επίσης μπορούσαν να κοπανίσουν πικραγγουριές, εκείνο τον καρπό σαν καρύδι περίπου που έχουν, ένα φυτό με μεγάλη τοξικότητα, που χρειάζεται ειδική προσοχή στη χρήση, και να επαλείψεις την πρησμένη περιοχή.
Σχολείο Εγκλουβής την δεκαετία του 1960! Ένας υπέροχος μικρόκοσμος που σφύζει από ζωή!
Στις περιπτώσεις που παρουσιάζονταν ίκτερος, τότε τον αποκαλούσαν «Λιόκριση», την οποία θεωρούσαν πως αποκτούσε ο ασθενής, όπως έλεγαν, όταν σε περίπτωση πανσελήνου… κοιτούσε επίμονα την ολοκκόκινη σελήνη, δίνοντας, μάλιστα και υπερφυσικό περιεχόμενο στην ασθένεια, αφού υπήρχαν ειδικοί εξορκιστές, που γνώριζαν να «ξορκίζουν» τον ασθενή, προκειμένου να γίνει καλά. Ειδικοί θεραπευτές υπήρχαν στα χωριά και για την «φάουσα», την σημερινή Άφθα. Έπαιρναν ένα μάλλινο γνέμα το βουτούσαν σε κρασί χλιαρό και έπλεναν το σημείο του στόματος που είχε την φάουσα, προφανώς το κρασί έχει επουλωτικές ιδιότητες…
Βέβαια όλα τούτα τα ανωτέρω, τα οποία σήμερα φαντάζουν, σαν γιατροσόφια, αναφέρονται, επαναλμβάνομε, σε μια άλλη εποχή, η οποία στερούνταν ακόμη και υποτυπωδών ιατρικών φροντίδων, γι’ αυτό και το χαμηλό προσδόκιμο ζωής, ενώ στα πενήντα του χρόνια ο άνθρωπος θεωρούνταν ήδη γέρος, αντιμετωπίζοντας την τύφλωση, (καταρράκτη ή γλαύκωμα), την κύρτωση του σκελετού, την παράλυση των άκρων, ασθένειες που θεραπεύονται σήμερα, σαν νομοτελειακό γνώρισμα, στην πορεία προς το μοιραίον…
ΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ Ο ΠΕΡΙΦΗΜΟΣ ΚΩΣΤΑΣ ΦΛΑΟΥΝΗΣ!
Στις περιπτώσεις που υπήρχαν παθήσεις στα ζώα, τότε επινοούσαν διάφορα γιατροσόφια, προκειμένου να τα γιατρέψουν, αφού ήταν τόσο πολύτιμα στη ζωή τους και κάθε απώλεια στοίχιζε… Η κυριότερη ασθένεια παρουσιάζονταν στα άλογα, ήταν το λεγόμενο «Στρόφιασμα». Με σημερινούς κτηνιατρικούς όρους θα μιλούσαμε, μάλλον για Ειλεό στο έντερο των αλόγων, που προκαλούνταν, κυρίως τους χειμερινούς μήνες, όταν, αναγκασμένα απ’ την κακοκαιρία, τα άλογα ήταν συνέχεια δεμένα στον μπλοκό καιέτρωγαν συνεχώς άχυρο, το οποίο, προφανώς, τους δημιουργούσε δυσλειτουργία στα έντερα. Σ’ αυτή την ασθένεια, σταματούσαν την τροφή του αλόγου για δυό-τρείς μέρες και το είχαν συνεχώς σκεπασμένο στην πλάτη με ένα χοντρό σάγιασμα, προφανώς για μεγάλη θερμότητα στην κοιλιακή του χώρα.
Όταν τα ζώα και κυρίως τα πρόβατα αντιμετώπιζαν τυμπανισμό της κοιλιάς, την γνωστή «Κολιάντσα», που απέβαινε συνήθως θανατηφόρα, τότε έτριβαν την κοιλιά τους με τον σπόρο του φυτού Αζόερας, το οποίο είναι σαν φασόλι, ή με τα φύλλα του ίδιου του φυτού, που έχουν περίπου το σχήμα και το μέγεθος των φύλλων της αμυγδαλιάς. Στα πουλερικά και προκειμένου να μην τα πιάνει το «Λιμοψίρι», αυτή η παρασιτική αρρώστια, που σε μεγάλη έκταση επιφέρει και τον θάνατο των πουλερικών, έβαζαν στον Κορύτο, που έπιναν νερό, κλαδιά απ’ το φυτό Μελιός, τα οποία χρωμάτιζαν μπλέ το νερό, με την δραστική ουσία που περιέχουν, μια ουσία με αποτελεσματικές αποπαρασιτικές ικανότητες.
Κατωχώρι! Τα ζωντανά μου ολάκερη η ζωή μου!
Στην αντιμετώπιση των ασθενειών των ζώων κορυφαίος πρακτικός κτηνίατρος ήταν ο Κώστας ο Σταύρακας, γνωστός σαν Φλαούνης σε όλη την Λευκάδα, αφού τον καλούσαν παντού για την αντιμετώπιση των ασθενειών των ζώων. Όταν έφτανε στου Καλιγώνι Λευκαδίτης με πρόβλημα στα ζωντανά του και τον καλούσε, ο Κώστας παρατούσε αμέσως κάθε αγροτική του δουλειά, ακόμη και αν πότιζε τα μποστανικά του έκοβε το νερό και έτρεχε αμέσως! Μιλάμε για έναν άνθρωπο τόσο δοτικό και θησαυρό, τον οποίο σέβονταν όλο το νησί! Φαίνεται, όμως, πως, ο Φλαούνης, πέραν απ’ την πρακτική του κατάρτιση είχε την δυνατότητα να διαβάζει και ιατρικά βιβλία, που του επέτρεπαν με ένα μίγμα γνώσεων να αντιμετωπίζει, κατά γενική ομολογία, με επιτυχία τις ασθένειες των ζώων.
Θυμάμαι πάμπολλες φορές να έρχεται στο σπίτι μας, όπου γιάτρευε τα πρόβατα, που είχε ο παπούλης μου, οσάκις κάποιο από αυτά παρουσίαζε ασθένεια, οπότε τον άκουγα με θρησκευτική ευλάβεια, μικρός εγώ, να ξεδιπλώνει τις ιατρικές του γνώσεις πρακτικές και «επιστημονικές», που πάντα είχαν σωστό αποτέλεσμα! Εκτιμώ σήμερα, πως πρέπει να είχε και γνώσεις φαρμακολογίας, γιατί πέραν απ’ τα πρακτικά του βότανα, αντιμετώπιζε και με φάρμακα τις ασθένειες των ζώων, εμβολιάζοντάς τα για τον μελιταίο πυρετό, αλλά και για την κολιάντσα, τη γνωστή διαρροϊκή ασθένεια των ζώων… Θυμάμαι με χαρά πως έπαιρνα το άδειο κουτί των εμβολίων για την κολιάντσα και έπαιζα! Έγραφε απέξω THENBIZOL και ήταν κάτι μεγάλες μαύρες στρογγυλές κάψουλες!
Ο Μπάρμπα Κώστας ο Φλαούνης! Ένας μεγάλος ευεργέτης της ξωμάχικης Λευκάδος! Με τις κτηνιατρικές του υπηρεσίες έσωσε πάμπολλες φορές το ζωικό κεφάλαιο των Λευκαδίων! (Φωτο Meganisi Times)
Άκουγα, επίσης, τις συνομιλίες του με τον πατέρα μου, ο οποίος σε ανταπόδοση των ιατρικών του υπηρεσιών στα πρόβατά μας, τις οποίες υπηρεσίες του παρείχε εντελώς δωρεάν, (αυτός ήταν ο εκπληκτικός και σαν άνθρωπος Κοινωνικός Λειτουργός και Ευεργέτης της Αγροτιάς ο Μπάρμπα Κώστας ο Φλαούνης!) πήγαινε ο πατέρας μου και τον βοηθούσε στου Καλλιγόνι, στα μποστανικά, που καλλιεργούσε και εμπορεύονταν με τον αδερφό του τον Θοδωρή. Σε μια τέτοια συνομιλία με τον πατέρα μου τον άκουσα και το θυμάμαι επακριβώς ακόμη να λέει πως τα διάφορα βότανά του για τις ασθένειες των ζώων τα φύλαγε σε μια απόκρυφη σπηλιά στην ευρύτερη περιοχή του Κούλμου, η οποία χρησίμευε προφανώς και σαν «ψυγείο», για την διατήρησή τους σε ιδανικές συνθήκες! Εδώ, όμως φύλαγε και ένα ειδικό φυτικό μαύρο μίγμα, το οποίο ισχυρίζονταν ο Κώστας ο Φλαούνης πως γιάτρευε και την φαλάκρα!!! Θυμάμαι άτομα φαλακρά να πηγαίνουν στον Φλαούνη και να κυκλοφορούν με μια μαύρη επάλειψη στο γυμνό τους κεφάλι, προκειμένου να φυτρώσουν εκ νέου μαλλιά… Νομίζω, όμως, πως τούτη η πρακτική ιατρική του δαψιλία μάλλον ήταν ατελέσφορη…
Έλα ζωή απλή και απέριττη να μας ταξιδέψεις στα παλιά! Με την λάτα στο πηγάδι να ποτίσω το ζωντανό!
Εξαιρετικό , ολάκαιρο, Θόδωρε.Σ ευχαριστούμε.