Εκλογές βίας και νοθείας – 1961 (του Νίκου Κ. Κατηφόρη) | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Πα, Ιαν 24th, 2025

Εκλογές βίας και νοθείας – 1961 (του Νίκου Κ. Κατηφόρη)

1_nikos_K_katiforis

Του Νίκου Κ. Κατηφόρη

Αποφεύγω να διηγούμαι προσωπικές εμπειρίες από τη σύγχρονη Ιστορία της Πατρίδας μας (ένδοξη και πολύκλαυστη), για δύο, κυρίως, λόγους: Την «άκρα του τάφου σιωπή» που επέβαλαν τα εμφυλιοπολεμικά εκτελεστικά αποσπάσματα σ’ Εκείνους τους Αθάνατους που, πριν και πάνω από κάθε άλλον, θα δικαιούνταν να εξιστορήσουν, να αφηγηθούν. Ο δικός μου λόγος θάμοιαζε, τουλάχιστον, θρασύτητα. Και μάλιστα γελοία… Όσα κι εμείς, οι παρακατιανοί, έχουμε να αφηγηθούμε είναι, ευτυχώς για το σύγχρονο Ακροατήριο, τόσο αδιανόητα, ώστε, άφευκτα και δικαιολογημένα, θα ξεσήκωναν τη δυσπιστία. Τουλάχιστον…

22.10.1961: Παραλαμβάνω το διορισμό μου (2403/8.10.1961) ως Αντιπροσώπου της Δικαστικής Αρχής «εν τω εκλογικώ τμήματι Ζωτικού του Νομού Ιωαννίνων, δια την διενεργηθησομένην την 29.10.1961 ψηφοφορίαν προς εκλογήν βουλευτών … παρευρεθήτε εν τω τόπω της εκλογής, δύο τουλάχιστον ημέρας προ της ενάρξεως της ψηφοφορίας». «Ζωτικόν, πρώην Λιβίκιστα … ΝΔ των Ιωαννίνων … Δήμος Σελλών … κάτοικοι 376 … υψόμετρο 660» (Σταματελάτος-Βάμβας, Γεωγραφικόν Λεξικόν της Ελλάδος). Χωριό του Σουλίου.

2_Nikos_K_katiforis

26.10.1961, ΚΤΕΛ Ιωαννίνων: Πολύωρο ταξίδι μέχρι τα Γιάννενα (μιλάμε για το 1961!), όπου μετεπιβίβαση σε άλλο λεωφορείο, που θα μας προωθήσει προς Ζωτικό. Μας αποβιβάζει μεσοστρατής, επειδή ο αυτοκινητόδρομος διακόπτεται, εξαντλείται εκεί. Στη συνέχεια, ποδαρόδρομος, πεζοπορία 2 ή 3 ωρών. Δεν θυμάμαι… Από την Αθήνα, παρακαθήμενος ο (μέχρι τότε, άγνωστός μου) Φώτης Παπαφώτης. Ευγενική φυσιογνωμία, νέος, περίπου συνομήλικος. Με την ανεπτυγμένη «διαίσθηση» και την «τεχνική» εκείνων των δίσεκτων χρόνων (λόγος διφορούμενος, ανιχνευτικός κλπ.), πειστήκαμε πως ήμαστε ομοϊδεάτες και ανοίξαμε ελεύθερο, μεταξύ μας, διάλογο, χαμηλόφωνο, ακατάλληλο για τ’ αυτιά των πλείστων συνταξιδιωτών. «Κι όμως, θα βγάλεις (απ’ την κάλπη) αρκετά ψηφοδέλτια του ΠΑΜΕ», με καθησύχασε, όταν του εξομολογήθηκα την προοπτική μου (βάσει των όσων άκουγα στο λεωφορείο), πως «μόνο 2 ψήφοι» (ο δικός μου και ο δικός του) θα ήταν του αριστερού συνδυασμού.

Άφιξη στο Ζωτικό: Με περιμένει ο Πρόεδρος της Κοινότητας και, μετά τις τυπικές χαιρετούρες, έχουμε την πρώτη «κόντρα»: Εγώ επιμένω να με πληροφορήσει πού μπορώ να νοικιάσω δωμάτιο για το 4ήμερο (26 έως 29.10) κι εκείνος επιμένει να με «φιλοξενήσει». Ουδέποτε άλλοτε δέχθηκα αυτή τη «φιλοξενία», γιατί εκτιμούσα ότι διαμόρφωνε κάποιου βαθμού εξάρτηση από τον φιλόξενο ή «φιλόξενο» Κοινοτάρχη που, τα χρόνια εκείνα, ήταν συνήθως ο αρχηγός του παρακράτους στο χωριό του, δηλαδή και ο αρχηγός του καλπονοθευτικού μηχανισμού. Η «κόντρα» άρχισε σε ήπιο τόνο και συνεχίστηκε crescendo, μέχρι που έκρινα πως, χάριν διατήρησης ενός minimum των απαραίτητων καλών σχέσεων, έπρεπε να υποχωρήσω «κι ο Θεός βοηθός». «… Για τι μας πέρασες και δεν μας καταδέχεσαι; Νομίζεις πως είμαστε ψειριασμένοι και κοιμόμαστε στο πάτωμα; κλπ.».

27.10.1961: Επισκέπτομαι το σχολείο, που είναι και το εκλογικό κέντρο – Τμήμα. Διαθέτει και δωμάτιο και κουζινίτσα, όπου στεγάζει το «νοικοκυριό» του το συμπαθέστατο νεαρό ζευγάρι των δασκάλων, με το μωρουδάκι τους. Μιλάω και με τη Φρουρά, τρεις φαντάρους. Κάνω μακρινό περίπατο και καμαρώνω τα χαριτωμένα σπίτια του χωριού. Τα περισσότερα πέτρινα, με πρόστεγο (δεν ξέρω αν ο όρος είναι δόκιμος) που στηρίζεται σε δυο πέτρινους δωρικούς κίονες. Αποτολμώ (ο ανίδεος…) αρχαιοελληνική ανάμνηση στην κατασκευή… Επισκέπτομαι και το νεκροταφείο, όπου διαβάζω τις πηγαίες, «αγράμματες» επιτύμβιες αφιερώσεις, πολλές έμμετρες, ομοιοκατάληκτες. Όλες συγκινητικές στην απλοϊκότητά τους.

Το βράδυ καταφεύγω στο (μοναδικό, νομίζω) καφενείο του χωριού και δοκιμάζω μεγάλη έκπληξη. Ξέρω πως οι πλείστοι θαμώνες είναι αφοσιωμένοι ΕΡΕτζήδες. Κι όμως, στις μεγαλόφωνες συζητήσεις τους ασκούν αυστηρή κριτική στην κυβέρνηση (του Κωνστ. Καραμανλή) και στους πολιτικούς της, του Νομού και μάλιστα στον Αβέρωφ και στον Ιωάννου. Το πικρότερο παράπονό τους, η μη αποπεράτωση του λεωφορειόδρομου. Παρ’ όλο, μάλιστα, που οι ίδιοι είχαν εκχωρήσει, ως συνεισφορά τους γι’ αυτό το σκοπό, το φτωχοεπίδομά τους (ίσως λεγόταν «παραμεθορίων επαρχιών» -δεν θυμάμαι). «Το χειμώνα κουβαλάμε τους αρρώστους μας στα Γιάννενα με το τρακτέρ», παρατηρούσαν. Κάποια στιγμή, ένας 30άρης, απευθυνόμενος σ’ εμένα, που παρακολουθούσα αμίλητος και ανέκφραστος («αντιπρόσωπος της Δικαστικής Αρχής»), μου παρατήρησε: «Μας ακούς, πώς γκρινιάζουμε απόψε. Μεθαύριο, οι ψήφοι που θα βγάλεις θα είναι Αβέρωφ και Ιωάννου. Εδώ στην Άκρη, που βρισκόμαστε (εννοούσε την παραμεθόριο), πιστεύουμε ότι, μ’ αυτή την ψήφο, υπερασπιζόμαστε καλύτερα την πατρίδα!». -Θυμήθηκα το αμίμητο του στρατηγού Καρδαμάκη: «Όσο δεξιότερα, τόσο καλύτερα».

28.10.1961: Εθνική Γιορτή. Το πρωί παρακολουθώ τη θεία λειτουργία, στο εκκλησάκι του χωριού. Εθελοντής ψάλτης ο πατέρας του Φώτη, «ο μπάρμπα-Μήτσος». Ίδιο σκαρί οι δυο τους, ψηλοί και λιπόσαρκοι. Ο μπάρμπα-Μήτσος «δείγμα» εκείνων των αγροτών της εποχής, των αυτοδίδακτων, που γεννήθηκαν με πόθο για γράμματα, οι τότε συνθήκες τους στέρησαν την ευκαιρία να σπουδάσουν και αρκέστηκαν υποχρεωτικά στην «αυτοδιδαχή». «Μορφωμένοι-αμόρφωτοι». Όπως ο μπάρμπας μου Γρηγόρης Πολίτης: Θαυμαστής του Κωνστ. Τσουκαλά, του οποίου απήγγελλε αποσπάσματα ποινικών αγορεύσεων, αποστηθισμένων από εφημερίδες της εποχής. Ή ο κυρ Μήτσος Φέτσης, ο «Κοραής», όπως τον έλεγαν οι «Αηγκιώτες» (Αη-Νικητιώτες) συγχωριανοί του…

Από τους πρώτους (και γνήσιους!) αντάρτες του Ζέρβα, ο μπάρμπα-Μήτσος. Μετά την («κατ’ ευφημισμόν») απελευθέρωση και την τραγωδία των δεκεμβριανών, γύρισε στο σπίτι, στην οικογένειά του. Εδώ, βλέποντας τα εγκλήματα του επικρατήσαντος δεξιού κράτους και του προδοτικού παρακράτους των δωσιλόγων και των μαυραγοριτών, ασκούσε θαρραλέα, απερίφραστη κριτική. Έτσι, βρέθηκε στη Μακρόνησο(!). Κάτι που δεν εμπόδισε τον Ζέρβα να του αναθέσει (γνώριζε την αυτοδίδακτη λογιοσύνη του) την κατάθεση του στεφάνου, εξ ονόματος των οπλιτών (φαντάρων) των Ε.Ο.Ε.Α., κατά τα εορταστικά, παρουσία της Φρειδερίκης, αποκαλυπτήρια του μνημείου του Ζαλόγγου.

Το μεσημέρι, καλεσμένος στο Παπαφωτέικο. Το τυπικό του γεύματος «ανδροκρατικό». Στην «κεφαλή» του τραπεζιού ο νοικοκύρης μπάρμπα-Μήτσος. Δεξιά του εγώ, ο φιλοξενούμενος. Στις άλλες θέσεις οι λοιποί σερνικοί της οικογένειας. Οι κυρίες και δεσποινίδες τρώνε στο διπλανό δωμάτιο-κουζίνα και συγχρόνως εξυπηρετούν το δικό μας τραπέζι. Όταν όλοι τελειώνουμε το φαγητό μας, έρχεται και κάθεται στο «αντρικό» τραπέζι η πρωτονοικοκυρά, η σύζυγος του μπάρμπα-Μήτσου. Στους ασβεστωμένους, κατάλευκους τοίχους ακουμπούν, όρθιες, οι άλλες κυρίες και δεσποινίδες. Στη συζήτηση μετέχουμε μόνον οι άντρες. Οι γυναίκες μόνον ακούν.

Το απογευματάκι ξαναεπιθεωρώ το Τμήμα και ξαναμιλώ με τους δασκάλους. Κάποια στιγμή μας πλησιάζει ο ένας απ’ τους φαντάρους της φρουράς και, φανερά αμήχανος, χωρίς πρόλογο, «ξεκάρφωτα», μου απευθύνει: «Κύριε δικαστικέ, ο λοχαγός μου μού είπε να παρακολουθήσω τι θα ψηφίσει ο …». Και ανέφερε το όνομα ενός από τους συναδέρφους του. Απάντησα αυθόρμητα και κάπως απότομα: «Κι εμένα ο λοχαγός μου μού είπε να τον εξασφαλίσω, να ψηφίσει ό,τι προτιμάει». Το μάτι μου πρόφθασε στιγμιαία ανακούφιση στα πρόσωπα των δασκάλων, αλλά και του …προλαλήσαντος φαντάρου. Μέχρις αυτό το σημείο έφθασε το σχέδιο «βίας και νοθείας»: Στην τρομοκράτηση του ενός φαντάρου στην 3μελή φρουρά του μικρού χωριού Ζωτικόν…

29.10.1961: Είμαι από τα χαράματα στο Τμήμα. Έχει έρθει η Εφορευτική Επιτροπή, όλα είναι ρυθμισμένα. Φθάνει, απ’ τους πρώτους, ο Πρόεδρος της Κοινότητας, ψηφίζει κανονικά κι εκδηλώνει (και μάλιστα ως …αυτονόητη!) την πρόθεση να παραμείνει στο Τμήμα, ως …συμπλήρωμα της Εφορευτικής Επιτροπής. Φυσικά, αντιδρώ, έχουμε έντονο διάλογο. Εκείνος επικαλείται, ότι (δήθεν…) «Για πρώτη φορά, ο Δικαστικός δεν αφήνει τον Κοινοτάρχη να παρακολουθήσει τη διαδικασία της εκλογής». Εγώ επικαλούμαι το νόμο (τον διαβάζω), τελικά πείθεται και φεύγει, φανερά χολωμένος. Χαρακτηριστικό της εκλογικής διαδικασίας, το μεγάλο ποσοστό ψηφοφόρων που επέμεναν να ψηφίσουν φανερά. Και, φυσικά, τους υποχρέωνα να αποσυρθούν στο «ιδιαίτερο», στο παραβάν. Πολύ με δυσκόλεψε ένας καλοντυμένος που αρνιόταν επίμονα ν’ αποσυρθεί. Τον πήγα σπρώχνοντας… Με το «κλείσιμο» της κάλπης κι ενώ ετοιμαζόμαστε για τη «διαλογή», να’τος πάλι ο Πρόεδρος, με το πρόσχημα «Να τηλεφωνήσει στο Υπουργείο τα αποτελέσματα». Νέα διαφωνία, νέα γκρίνια, τελικά έφυγε «άπρακτος» και πολύ κακιωμένος. Κατά την πεποίθησή μου, ήθελε να ελέγξει τα σημαδεμένα απ’ τον ίδιον ψηφοδέλτια (σημαδεμένα περίτεχνα, έτσι ώστε να είναι δύσκολη έως αδύνατη η ακύρωσή τους), για να δώσει αναφορά στο «Μηχανισμό βίας και νοθείας», πόσοι και ποιοι «δεν συμμορφώθηκαν», για να λάβουν το …πρέπον μάθημα και να εμπλουτιστεί ο «περίφημος» φάκελός τους. Κατά την επιστροφή μου, για διανυκτέρευση στην «αναγκαστική φιλοξενία», βρίσκω τον Πρόεδρο μπρος στο ραδιοφωνάκι του, να παρακολουθεί τα αποτελέσματα. Μου παρατηρεί, με ύφος που συμπληρώνει τα λεγόμενα: «Η πατρίδα σου δίνει μεγάλο ποσοστό στο ΠΑΜΕ». Αφελώς, δήθεν, εγώ απαντώ: «Ο γιατρός Γρηγόρης εξυπηρετεί τη φτωχολογιά και τον αγαπούν».

30.10.1961: Νύχτα, πριν και τα χαράματα (οι νοικοκυραίοι δεν έχουν ξυπνήσει), έρχεται με το μουλάρι του ο αγωγιάτης που είχα «κλείσει» στη διάρκεια της εκλογικής διαδικασίας και, με τον πολύτιμο σάκκο υπό μάλης, παίρνουμε το δρόμο προς το σημείο όπου θα περάσει το λεωφορείο «της επιστροφής». Για να μην πλατειάσω, δεν θα αναφερθώ στη δεύτερη πεζοπορία που μου επέβαλε το ατίθασο ζώο και στο φοβερό γκρεμό που έχαινε δίπλα στο μονοπάτι ούτε στα πολλά που μου διηγήθηκε ο ημιονηγός. Μόνον τούτο: «Είδες εκείνον τον καλοντυμένο, που τον έσπρωχνες να μπει στο «ιδιαίτερο» κι εκείνος δεν ήθελε. Αυτός είναι δάσκαλος, εαμίτης, παυμένος. Στη Μακρόνησο είχε φάει πολύ ξύλο και τρελάθηκε. Τώρα, στο καφενείο, αν πιεί κάνα τσίπουρο παραπάνω, αρχίζει και βγάνει φωνές, λέει κουβέντες ακαταλαβίστικες». Μετάνιωσα που εφάρμοσα το νόμο και στην περίπτωση του δασκάλου. Αναλογίστηκα, για πόσον καιρό ο καημένος ο παυμένος και τυραννισμένος δάσκαλος θ’ αγωνιούσε για τυχόν συνέπειες της παρακοής του που, καθόλου απίθανο, να του καταλογίστηκε («έτσι για πλάκα») αν και ακούσια…

Την επόμενη χρονιά -1962, το Πάσχα «έπεφτε» 29 Απρίλη. Θυμήθηκα το φίλο μου μπάρμπα-Μήτσο, στο Ζωτικό, και του έστειλα ευχετήρια κάρτα. Στις 25.4ου λέει η σφραγίδα του Ταχυδρομείου Αθηνών. Η σφραγίδα των Ιωαννίνων σημειώνει άφιξη 27.4ου. Στις 6 Μαΐου ο φίλος Μήτσος μου στέλνει το εγκάρδιο γράμμα – απάντησή του και μαζί στέλνει το φάκελο της δικής μου επιστολής, που κάποια … «Υπηρεσία» (ποια απ’ όλες τις καταδυναστευτικές εκείνης της εποχής;) είχε φροντίσει να ανοίξει για να πληροφορηθεί, σαν τι διάλογο διατηρούσαμε οι δυο ύποπτοι: εγώ κι ο μπάρμπα-Μήτσος…



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>