Απ’ τον βυζαντινό σαγιά στην Λευκαδίτικη καφένια φορεσιά! | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Δε, Ιουλ 28th, 2025

Απ’ τον βυζαντινό σαγιά στην Λευκαδίτικη καφένια φορεσιά!

6_foresia 2

thodoris_georgakisΓράφει ο Θοδωρής Γεωργάκης

Είναι γνωστός στο διάβα των αιώνων ο πολυποίκιλος ρόλος της Λευκαδίτισσας γυναίκας, ξωμάχα, φουρνάρισσα, λιομαζώχτρα, αλατάρισσα, πλύστρα, τσοπάνισσα, ένα μπουκέτο τίμιων ασχολιών για να μεγαλώσει την φαμελιά της! Και σε όλη τούτη τη μέριμνα του βίου, σε όλη τούτη την τυραγνισμένη ζωή της, εμείς σήμερα, σαν φόρο τιμής και ένδειξη ευγνωμοσύνης οφείλομε και καλούμαστε να αναδείξομε και την γυναικεία πλευρά της, την αισθητική της εικόνα, γιατί πράγματι φαντάζει σαν μία απ’ τις ομορφότερες Ελληνικές γυναικείες φιγούρες με την θεσπέσια Λευκαδίτικη Χωριάτικη ή Ρωμαίικη, όπως την αποκαλούσαν προπολεμικά, Στολή της!

Έτσι, δεν είναι αντικείμενο θαυμασμού και λατρείας μόνο στις μέρες μας η πανώρια Λευκαδίτικη γυναικεία φιγούρα, αλλά σέρνει πίσω της μια μακρά ιστορική εξελικτική πορεία, όπως θα αναπτύξομε ευθύς αμέσως! Σήμερα, το συναίσθημα της θείας νοσταλγίας και της πρώτης γνωριμίας, για τις σημερινές γενιές, είναι που μεγιστοποιεί ακόμη περισσότερο αυτόν τον θαυμασμό, που παίρνει στα μάτια την θέση «οπτασίας», σαν θωρούμε αυτές τις ΑΡΧΟΝΤΟΓΥΝΑΙΚΕΣ με τα Λευκαδίτικα, τα γνωστά μας ΚΑΦΕΝΙΑ ρούχα, ζωντανά, μάλιστα, γιατί ακόμη υπάρχουν κάποιες στα χωριά μας, ή στις παραδοσιακές και φολκλορικές εκδηλώσεις, όπου ξετυλίγεται όλη η Λευκαδίτικη αβερτοσύνη αυτής της θεσπέσιας φορεσιάς!

Το ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΙΟ ΦΟΡΕΜΑ, λοιπόν! Αυτή η δημιουργική, τελικά, έμπνευση κάποιου αόρατου ευφυέστατου παμπάλαιου… μόδιστρου προσπορίζει και χαριτώνει τη Λευκαδίτισσα γυναίκα! Βέβαια η γλαφυρότητα της παρουσίασης της στολής σαφώς και δεν μπορεί να αποκρύψει την συντηρητικότητα της επινόησής της, γιατί ζει η Λευκαδίτισσα σε δύσκολες και άκρως συντηρητικές εποχές… Ουσιαστικά, δεν μπορούμε να αρνηθούμε πως, η αρχική στόχευση, ήταν ο συντηρητισμός στην εμφάνιση, απότοκο και αυτό της γυναικείας καταπίεσης, αφού δεν έπρεπε καν να αποκαλύπτει τον λαιμό της η γυναίκα, πόσο μάλλον άλλα σημεία του σώματός της, στα αυστηρά ήθη των εποχών που διάβηκαν, όπου ακόμη έμπαιναν θέματα τιμής και στα πανηγύρια, όταν σε χορό γυναίκας συνέβαιναν σχόλια, ή κάτι άλλο που θα θεωρούσε ο συνοδός της, πατέρας, ή σύζυγος, ή αδερφός επιλήψιμο… Παρά ταύτα όμως, αποθεώθηκε και αναβαθμίστηκε στις μέρες μας σε κορυφαία ενδυμασία πανελλήνια, όπως προαναφέραμε, με μια εξελικτική ιστορική πορεία που πέρασε από διάφορα στάδια ποιοτικά και ενδυματολογικά!

Ο ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΣΑΓΙΑΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ

Η στολή της γυναίκας, που έζησε στα Λευκαδίτικα χώματα, απ’ την αρχαιότητα ακόμη, έχει σίγουρα επηρεαστεί τόσο απ’ τις κλιματολογικές συνθήκες του νησιού, μα κυρίως απ’ τον κοινωνικό και οικονομικό παράγοντα, όσο και απ’ τα έθιμα και τους ηθικούς κανόνες της εκάστοτε εποχής, δεδομένου, μάλιστα, πως η θέση της γυναίκας στην αρχαία Ελλάδα, πλην της Κρήτης του Μίνωα, ήταν πολύ υποβαθμισμένη, σχεδόν ανύπαρκτη και αόρατη στον κόσμο… Αν ανατρέξομε, λοιπόν, και χρησιμοποιήσομε αφετηριακά την εποχή του εποικισμού του νησιού απ’ τους αρχαίους Κορίνθιους το 623 π.Χ, εστιάσομε δε στα δύο μεγάλα κέντρα ζωής του νησιού, την αρχαία Νήρικο στον Κούλμο και τον Ελλομένο στο σημερινό Νυδρί, σίγουρα θα δούμε ανάλογη γυναικεία αμφίεση, που επικρατούσε τότε με κυρίαρχο γυναικείο ένδυμα τον χιτώνα και από πάνω ένα πιο χοντρό ρούχο, το πέπλο. Στην Βυζαντινή εποχή, που ακολούθησε, οι τότε γυναίκες της Λευκάδος θα ενδυθούν τον Βυζαντινό σαγιά, (ΠΑΝΤΑΖΗ ΚΟΝΤΟΜΙΧΗ: «H ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΚΗ ΛΑΪΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ», Σελίδα 15, Έκδοση ΕΟΜΜΕΧ, ΑΘΗΝΑ 1989), μια μορφή αρχαϊκού χιτώνα, με πιο χοντρό ύφασμα ριχτός έως τα πόδια! Μετεξέλιξη τελική αυτού του Βυζαντινού σαγιά, που για μεν τον χειμώνα κατασκευάζονταν με μαλλί προβάτου, για δε τους θερινούς μήνες κυρίως από λινάρι, είναι αυτή η σημερινή Λευκαδίτικη θεσπέσια Χωριάτικη ή Ρωμαίικη στολή, μια μετεξέλιξη που διήλθε πολλά στάδια και διάρκεσε αρκετούς αιώνες, όπως θα αναλύσομε παρακάτω! Ρωμαίκη, κατά την άποψή μας, όχι γιατί συνδέεται με την αρχαία Ρώμη, οπότε μάλλον θα αποκαλούνταν Ρωμαϊκή, αλλά συνδέεται με τη Νέα Ρώμη, το Βυζάντιο, εξ ου και η επικρατήσασα μετά την Άλωση Ρωμιοσύνη εκφράζουσα τον Πανελληνισμό!

Προχωρώντας, λοιπόν, και αναλύοντας διεξοδικά αυτά τα στάδια εξέλιξης της Λευκαδίτικης Χωριάτικης Στολής, έτσι εμείς θα την αποκαλούμε, όπως την μάθαμε απ’ τους γονείς μας, θα εστιάσομε αρχικά στην εμβόλιμη περίοδο της τουρκοκρατίας στο νησί, 1479 – 1684, όπου η στολή της Λευκαδίτισσας συντηρητικοποιείται ακόμη περισσότερο απ’ τον Βυζαντινό σαγιά, αφού ο κοινωνικός περίγυρος του μουσουλμανισμού, έτσι όπως εκφράζεται σε κάθε χωριό του νησιού με την παρουσία των τούρκικων αρχών αγά και δερβίση, σίγουρα επηρεάζει και το ντόπιο γυναικείο Λευκαδίτικο στοιχείο και το οδηγεί στην περαιτέρω συντηρητικοποίηση ενδυματολογικά, όπου το μόνο ακάλυπτο μέρος του γυναικείου σώματος είναι το πρόσωπο, χωρίς ασφαλώς να γίνεται λόγος για κάποια αισθητική ή ποιοτική εικόνα, άλλωστε διέρχεται το νησί, άρα και οι γυναίκες του, μια φοβερή εξαθλίωση και φτώχεια κατά την τουρκοκρατία…

Προκειμένου να καταδείξομε την τραγική και ενδυματολογική κατάσταση της γυναίκας στην τουρκοκρατούμενη Λευκάδα, όχι μόνο ως προς την φορεσιά της, αλλά γενικότερα σε όλον τον προικώο ρουχισμό της, καταχωρούμε στο παρόν εδάφιο ένα Προικοσύμφωνο του 1674, απ’ το ΓΑΚ Λευκάδος και το βιβλίο της Ελένης Γράψα «ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΑΡΜΠΑΡΙΓΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΝΟΤΑΡΙΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΑΥΡΑΣ», Σελίδα 79, το οποίο προικοσύμφωνο καταρτίζεται στο χωριό Αλέξανδρος δέκα χρόνια πριν εκδιωχθούν οι τούρκοι απ’ την Λευκάδα. Αν το συγκρίνομε με όσα προικοσύμφωνα κυκλοφορούν μετά τους τούρκους και μέχρι σχεδόν την δεκαετία του 1970, όταν έχομε πάλι αρκετά προικοσύμφωνα δημοσιοποιημένα, όπου καταγράφονται οι στολές, τα προικιά και γενικά «Η αρματωσιά» της νύφης, όπως έλεγαν, θα δούμε πως απουσιάζει παντελώς κάθε ενδυματολογική αναφορά σε αυτά τα προικιά το 1674!

«1708 εν μεινη Σεπτεμβρίου 27 εις την Αμαξικήν. Μου επρεζενταρισε το παρόν λιγατοχάρτη ο μισερ Μανολιτζίς, από το χοριό Αλέξανδρο του νησιου της Λεύκαδας δια να το ρεγγιστραρο και να είνε φιλαμένο εις τα ατι μου και να περνη είτης χριαζετε, το οπιο διλη ουτός:

1674 εν μεινη ‘Ιανουριου 11

Ης το ονομα του Πατρος και του Ιιού και του Αγηου Πνεύματος νήν και αή και εις τους εωνας τον εωνον αμήν. Δεσπινά μου Ιπεραγια Θεοτοκε σην το μονογενη σου ιώ, γενου βοειθός εις το παρον σινικεσιον. Παντρεβο εγό ο Σταμος με τον ιιον μου τον Παναγιότη Σούντια εις γαμβρόν τημιον και αξιον Γεοργιον Μανολείτζη την θιγατέρα ονομα Ασημηνα και της δινομε το μεγα και πλουσιον έλεος:

Κρεβατοστασια τρια, σεντονια τεσερα, προσκεφαλαδιές τρης, η μια είναι κεντιτή, προσκεφαλα πεντε, τα δύο κεντητά, παπλομα και κουλουφια διο, βρακοπουκαμισα του γαμπρου διο, μαντιλεία διο, Κρεμαστομπολες τρής, ζονάρι, ποκαμισα της νιφης εξη, μπολείες της νίφης πεντε, καιφαλομάντηλα διο, δαχτηλιδι και αγελαδα γενιμενη, χοραφη τής Μηλιτζας οσον και είων έξη, έτερο χοραφη στόν Καλογιροκαμπο από την κοντρα και κατου και τη σκαλα στον Αγη Νηκολα δια αμπελη, Κακαβι, τηγανη, ταψή, σουβλή και η ευχή του Θεού και την εδικιν μας αμήν.»

ΤΑ ΛΕΥΛΑΔΙΤΙΚΑ ΚΑΦΕΝΙΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ!

Μετά τούτη την τούρκικη ζοφερή περίοδο διακοσίων περίπου ετών, η απελευθέρωση του νησιού απ’ τον Ενετό ναύαρχο Μοροζίνη το 1684, και η υπαγωγή του στην σφαίρα επιρροής της Γαληνοτάτης, δεν αλλάζει μόνο την ιστορική, κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ζωή του νησιού, αλλά, φαίνεται, πως με επίκεντρο τη νεοδημιουργηθείσα Χώρα, το αστικό κέντρο, που τόσο έλειπε επί αιώνες απ’ την Λευκάδα, μπαίνει στην καθημερινότητα της Λευκαδίτισσας και η εξέλιξη της ενδυμασίας της! Γι αυτό πιστεύομε, λοιπόν, πως η όποια εξέλιξη του Βυζαντινού σαγιά και της «συγγουναρίας» κατά την τουρκοκρατία, στην σημερινή εξαίσια Λευκαδίτικη Καφένια Στολή ξεκίνησε μέσα απ’ την Χώρα και σιγά – σιγά εξαπλώθηκε σε όλα τα χωριά της Λευκάδος και επί πλέον στο Μεγανήσι! Και αμέσως εξηγούμε το σκεπτικό μας.

Οι απελευθερωτές Ενετοί δημιούργησαν την Χώρα περί το 1700 φέρνοντας τους γνωστούς Μπουρανέλους απ’ το νησί Μπουράνο της Βενετίας, ακόμη φέρνοντας Κρητικές οικογένειες, όπως αυτές των Δετζώρτζη, Γαβαλά, Τζέν, Σούρμπη, Τζανκαρόλου, Ρωμανού, Παπαδόπουλου, αλλά εγκαθιστώντας στη Χώρα και κατοίκους απ’ τα χωριά του νησιού, Ζαμπελαίους, Χαλκιοπουλαίους, Σερβαίους, Θεριαναίους, Σουνδαίους, Λογοθεταίους, Ασπρογερακαίους, και άλλους, οι οποίοι τους βοήθησαν να εκδιώξουν τους τούρκους και στους οποίους οι Ενετοί παραχώρησαν γαίες σε αντίδωρο, ενώ τους συμπεριέλαβαν, σαν ευγενείς πλέον, και στον πρώτο διοικητικό μηχανισμό του νησιού, είναι οι περίφημοι Benemeriti! Αυτή η νεοσχηματισθείσα κοινωνία της νεόδμητης Χώρας δημιούργησε επαγγελματίες, κτηματίες, βιοτεχνίες, εμπόρους, ασχολίες που τους προσπόρισαν εισοδήματα και γενικά υπήρξε μια αναπτυξιακή δραστηριότητα, η οποία θα λέγαμε ότι δημιούργησε, με σημερινούς όρους, μια μορφή αστικής τάξης, η οποία προχώρησε την ζωή στο νησί σε κάθε της έκφανση, άρα και σε ότι αφορά την γυναικεία αμφίεση!

Οι ντόπιες Λευκαδίτισσες της Χώρας στην καθημερινή ζωή, αλλά και στις πολλές κοινωνικές και πολιτιστικές συνάξεις, που καθιέρωσαν καινοτομώντας οι Ενετοί, σίγουρα θα εντυπωσιάστηκαν και θα ξεκίνησαν να λειτουργούν ανταγωνιστικά προς τις Βενετσάνες Μπουρανέλες απ’ το Μπουράνο με την Γαλατική κομψότατη αμφίεση, ή προς τις Κρητικές, που ως γνωστόν απ’ την εποχή του Μίνωα ακόμη οι γυναίκες της Κρήτης είχαν εξαίρετη αμφίεση! Άρα σταδιακά και προοδευτικά πια απεκδύθηκαν και αυτές οι ντόπιες Λευκαδίτισσες της Χώρας τα κακόγουστα και κακής ποιότητας σεγγούνια του παρελθόντος και προχώρησαν σε μια μορφοποίηση και αισθητοποίηση του Βυζαντινού σαγιά, δίνοντάς του κομψά χαρακτηριστικά, όπως λεπτή μέση, πτυχώσεις, κεντίδια, στενά μανίκια, μα κυρίως το γενικευμένο χρώμα του Καφέ, αφού πλέον είχαν την δυνατότητα να προμηθευθούν έγχρωμα υφάσματα! Μιλάμε ασφαλώς για την καθημερινή και πλέον εύχρηστη Λευκαδίτικη φορεσιά, η οποία, πέραν απ’ τα γενικευμένα ΚΑΦΕΝΙΑ κάποτε, ίσως σε ευπορότερες γυναίκες, είχε και το χρώμα του σκούρου γαλάζιου, ή του κυπαρισί! Η όμορφη Λευκαδίτικη Νυφιάτικη Στολή αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, που θα αναπτύξομε παρακάτω, τόσο για την πολυχρωμία της όσο και για την θεσπέσια εικόνα της!

Έτσι, αυτή η ενδυματολογική διεργασία και εξέλιξη της Χώρας τους δύο αιώνες 18ο και 19ο, αρχικά κάτω απ’ τους Ενετούς, (1684 – 1798), και μετά κάτω απ’ τους Άγγλους, (1810 – 1864), σαφώς και επηρέασε και τα χωριά του νησιού, όπου, όμως οι γυναίκες των χωριών εξακολουθούσαν να ζουν μέσα στην φτώχεια και στην εξαθλίωση, χωρίς να έχουν την δυνατότητα να προμηθευθούν υφάσματα, αρκούμενες μόνο στην παραγωγή του αργαλειού τους… Το μόνο που μπόρεσαν να κάνουν φαίνεται πως είναι ο δανεισμός στοιχείων απ’ τις γυναίκες της Χώρας σε ότι αφορά την μετατροπή του αβέρτου και ρηχτού σαγιά σε μεσάτο φόρεμα με στενά μανίκια, αλλά πάντα με ύφασμα οικοτεχνίας και κατώτερης ποιότητας. Στο τέλος του εδαφίου αυτού δημοσιεύομε μια σειρά παλιών φωτογραφιών αρχών του εικοστού αιώνα στις οποίες φαίνεται ακριβώς πως αυτή η «συγγουναρία» των γυναικών των χωριών του νησιού, παρότι επαναλαμβάνομε είχε πάρει τον μορφικό χαρακτήρα της Λευκαδίτικης Στολής, εξακολουθεί να βασιλεύει σε όλα τα χωριά… Χαρακτηριστική είναι η Εικόνα 2, με την φωτογραφία του Βίλχεμ Δέλπφελδ το 1901, όπου παρουσιάζονται κορίτσια στην εφηβεία στον Ελλομένο, τον χώρο ανασκαφών του Γερμανού αρχαιολόγου, με Λευκαδίτικες στολές, που ενώ έχουν το σχήμα της Λευκαδίτικης Στολής, υφασματικά είναι άγαρμπες και μοιάζουν περισσότερο με χοντρά συγγούνια!

Απ’ την δεκαετία του 1910, τα πράγματα αλλάζουν ριζικά στην αμφίεση και της Χωριάτισσας γυναίκας, αφού βλέπομε, Εικόνα 5, στην ίδια σειρά φωτογραφιών, που δημοσιεύομε παρακάτω, φωτογραφία του Γάλλου Ελληνιστή Χούμπερτ Περνό το 1913 στους Σφακιώτες να παίρνει και στα χωριά πλέον η Λευκαδίτικη Στολή την οριστική της λαμπερή μορφή, ΤΗΝ ΚΑΦΕΝΙΑ, κατασκευασμένη με ύφασμα καλής ποιότητας του εμπορίου! Προφανώς η άνοδος κυρίως της οινοπαραγωγής στα χωριά, που τροφοδοτούσαν τα ταβερνεία της Χώρας, άρχισε να προσπορίζει εισοδήματα μικρά σίγουρα και στις οικογένειες των χωριών του νησιού, που ξεκίνησαν να βελτιώνουν κάπως την μίζερη και στερημένη ζωή τους, άρα και την αμφίεση κυρίως των γυναικών. Αυτή η στερημένη και πάμπτωχη αισθητικά γυναικεία Χωριάτικη ενδυματολογική παρουσία των δύο αιώνων 18ου και 19ου δεν πέρασε απαρατήρητη και απ’ τους ξένους, κυρίως Άγγλους και Γάλλους επισκέπτες και περιηγητές, που επισκέφθηκαν αυτό το χρονικό διάστημα την Λευκάδα, όπως ο Άγγλος ποιητής και ζωγράφος William Blake τo 1822, που σημειώνει και επισημαίνει χαρακτηριστικά: «…Γενικά οι γυναίκες των χαμηλοτέρων τάξεων αυτού του νησιού φοράνε τα πιο άθλια κουρέλια…», (ΠΑΝΤΑΖΗ ΚΟΝΤΟΜΙΧΗ: «H ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΚΗ ΛΑΪΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ», Σελίδα 23, Έκδοση ΕΟΜΜΕΧ, ΑΘΗΝΑ 1989).

Εν τω μεταξύ, οι γυναίκες της Χώρας, άρχισαν να αντικαθιστούν τη Λευκαδίτικη Λαϊκή Στολή στη διάρκεια του Μεσοπολέμου με την μοντέρνα Ευρωπαϊκή Στολή, ενώ στα χωριά, όμως, του νησιού Η ΚΑΦΕΝΙΑ ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΚΗ ΣΤΟΛΗ θριαμβεύει και γνώριζε και γνωρίζει αποθέωση σχεδόν μέχρι το 2010, που υπήρχαν ακόμη εν ζωή πάμπολλες γυναίκες γεννημένες περί την δεκαετία του 1930! Οδηγηθήκαμε έτσι στον σταθερό διαχωρισμό σε Χωριάτικα και Ευρωπαϊκά, όπως έφτασαν σχεδόν και στις μέρες μας!

Ενθυμούμαι χαρακτηριστικά στο χωριό μου το Πινακοχώρι των Σφακιωτών την δεκαετία του 1960 πως, όταν έρχονταν κάποια νύφη από άλλα χωριά, το πρώτο ερώτημα της μικρής κοινωνίας μας ήταν αν φορά η νύφη Χωριάτικα ή Ευρωπαϊκά ρούχα… Έτσι αυτή η ΚΑΦΕΝΙΑ, κατά το μεγαλύτερο μέρος Λευκαδίτικη Λαϊκή Φορεσιά, ντύθηκε μύθους και θρύλους, επαινέθηκε και εξυμνήθηκε από κάθε Λευκαδίτη Λαογράφο, ενώ χρωματίστηκε μάλιστα και με κάποιες μεταφυσικές ιδιότητες, καθόσον, όταν συνόδευε Λευκαδίτισσα παλιά γυναίκα απ’ την ζωή στην τελευταία της κατοικία, τότε οι Μοιρολογίστρες του χωριού μακάριζαν και καλοτύχιζαν το γεγονός ότι αξιώθηκε η απερχόμενη ΝΑ ΦΥΓΕΙ ΜΕ ΤΑ ΚΑΦΕΝΙΑ! Δηλαδή να μην αναγκασθεί να βάψει τα ρούχα της μαύρα από κάποιο θανατικό στενού της ατόμου, αλλά αφήνοντας πίσω παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα! ΤΑ ΕΒΑΨΕ ΜΑΥΡΑ, ήταν η επίνευση της μικρής κοινωνίας των χωριών μας και μάλιστα δια βίου αυτά τα μαύρα, όταν έχαναν οι παλιές Λευκαδίτισσες τον σύζυγο ακόμη και πλήρη ημερών, αλλά κυρίως το πένθος και τα μαύρα εσαεί ήταν στην απώλεια παιδιού, το αγγελόκρουσμα του οποίου ενθυμούνταν σε κάθε στιγμή και ώρα στη ζωή τους, με μακρόσυρτα μοιρολόγια, που περονιάζουν την καρδιά, όσα χρόνια και αν πέρασαν που απήλθε το κακορίζικο…

ΕΦΥΓΕΣ ΜΕ ΤΑ ΚΑΦΕΝΙΑ… Όπως ακριβώς ευλογήθηκε η αγαπημένη μου μάνα Πολυξένη Γεωργάκη, στην οποία αφιερώνω με κάθε Σεβασμό και Μνήμη Αχαλίνωτη το ομώνυμο ποίημα, που ακολουθεί και στο πρόσωπο της οποίας μακαρίζω και όλες τις ηρωίδες γυναίκες της παλιάς Λευκάδος που αξιώθηκαν και αυτές να φύγουν αφήνοντας πίσω βαριά πατήματα στη γη μας και μια ολόκληρη σπορά κυριολεκτικά και μεταφορικά συγγενών και μεστών έργων!

ΕΦΥΓΕΣ ΜΕ ΤΑ ΚΑΦΕΝΙΑ…

Περίμενα πως θάρθει η στιγμή να ξεχειλίσει η γραφίδα στις μνήμες. Φωλιάζει μέσα μου μια λαύρα, που ζητά διέξοδο, να υμνήσει το βαθύ ποτάμι που χάραξες στη ζωή, μαστόρισσα της αγάπης, της αυτοθυσίας, της προσφοράς!

Όλα τούτα θέλω να τα πω Μάνα, μα δεν γεννά το μυαλό μου κατάλληλους λυγμούς… Όλα θέλω να τα πω Μητέρα, μα δεν μπορώ σωστά να συλλαβίσω… Η κοίτη του μυαλού άδειασε στη χοάνη της σιωπής… Τη φλογίτσα του καντηλιού σου άναψα, στάθηκε στην επιφάνεια του ποτηριού… Συναντηθήκαμε…

Θα πετάξεις πάνωθέ μου ολοφώτεινη σκιά… Ξέρεις θα μου πείς, τα μαλλιά σου άρχισαν ν’ ασπρίζουν, να προσέχεις…

Έπειτα θα ξανάρθεις, το Μεγαλοβδόμαδο πλησιάζει, να κοιμηθείς το μεσημέρι, στις Αγρύπνιες θα πάμε και στα Δώδεκα Ευαγγέλια. Ύστερα θα τρέξεις πάλι το καλοκαίρι, απαλά θα με ξυπνήσεις. Σήκω, έτοιμη η ριγανάδα για το κολατσιό σου… Θα φύγεις ξανά… Θα πετάξεις…Κι ένας αξεθύμαστος έρωτας, θα πετά μαζί σου. Θα κάνει ν’ αναβρύζουν στα μάτια οι εικόνες της μικρής μας αυλής!

Να πας στην Κωσταντία να της πεις πως αύριο θα πάρει σειρά για το διασίδι της, στη Λενιώ τρέξε πες της το ψωμί είναι έτοιμο στον φούρνο. Ύστερα να, το άλογο πρέπει να ποτίσεις με την λάτα στο πηγάδι. Περίμενε να ρίξω δυό σαϊτιές στον αργαλειό, μετά θα στρώσω το τραπέζι… Μια ρυζόπιτα πρόκαμα να σας φτιάξω!

Φωναχτά θέλω να μοιράσω όσα μου χάρισες, να μην φαλκιδεύσω τίποτα… Να μετράω… Ένας ουρανός, ένα σύννεφο, μια ψιχάλα, δέηση στον αγύριστο δρόμο που τράβηξες… Πάντα είχα στο μυαλό ένα μικρό λογίδριο για σένα! Μα, τώρα, στον γλυκό σου ύπνο, θ’ ακουρμαστείς καλύτερα. Το ξέρω, θα βουρκώσεις με το αόρατο δάκρυ των σκιών, που γίνεται φυλαχτό και κατευόδιο, όσων αξιώθηκαν να φύγουν με τα καφένια…

Έφυγες με τα καφένια, να καταταγείς στης Δήμητρας το τάγμα… Μάνα, ξωμάχα, αϋφάντρα, φουρνάρισσα, αντάρτισσα! Το ουράνιο τόξο κάθισε στην ποδιά σου!

Έφυγες… Έφυγες και άφησες πίσω μαγεμένα πράγματα… Μα, η σκιά σου πάντοτε εδώ θα κατοικεί!

Εδώ σιμά θα υπάρχει η μνήμη… Όπου και να την ακουμπήσεις πάντα θα λαβώνει…

Η ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΣΣΑ ΑΡΧΟΝΤΟΓΥΝΑΙΚΑ!

Αυτή η περίφημη Λευκαδίτικη Καφένια Στολή, ΤΟ ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΚΟ ΦΟΡΕΜΑ, μεγαλουργεί και σήμερα κυρίως στις πολιτιστικές Λευκαδίτικες εκδηλώσεις με τους εξαίσιους χρωματισμούς της, αφού, πέραν απ’ το κυρίαρχο καφέ χρώμα, μπορούσε να είναι, στα μεταπολεμικά χρόνια, και στα χρώματα του βαθύ μπλέ, ή του κυπαρισσί, ή του μπορντό, όπως προαναφέραμε, αφού οι οικονομικές δυνατότητες άλλαξαν, μα πάντα, σε όλες τις χρωματικές επιλογές, με πτυχώσεις επιμελώς και μονίμως σιδερωμένες!

Μετά τον επιβεβλημένο ύμνο στα ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΚΑ ΚΑΦΕΝΙΑ, συνεχίζομε παρουσιάζοντας την υπόλοιπη ΑΡΜΑΤΩΣΙΑ της Λευκαδίτισσας γυναίκας! Κάτω απ’ το φόρεμα το θρυλικό κότολο, σαφώς και αυτό σε σκούρο χρώμα, κυρίως στην καθημερινή φορεσιά, να φτάνει μέχρι τους αστραγάλους, αναδεικνύεται δε ακόμη περισσότερο, όταν η Λευκαδίτισσα ανασηκώνει το φόρεμα και το κάνει κόμπο πίσω στην μέση της, την περίφημη Κούδα, δημιουργώντας έτσι μπροστά ένα είδος τεράστιας τσέπης και φακέλου, σαν μάρσιπος! Ένας μάρσιπος που μέσα όντως κρύβει ζωή, αφού εκεί μέσα τοποθετούσε η ξωμάχα γυναίκα μποστανικά και φρούτα και ότι άλλο φαγώσιμο έβρισκε στους αγρούς πάντα να τα φέρει στα παιδιά της! Η ποδιά πέφτει μπροστά πάνω απ’ το φόρεμα, δένεται στη μέση, φέρει μικρή τσεπούλα, όπου τοποθετούσαν κυρίως το άσπρο μαντηλάκι οι γυναίκες, ενώ μπορεί να είναι φιλοτεχνημένη με σχέδια περιμετρικά. Πάνω απ’ το φόρεμα, το γυναικείο πανωφόρι, η Μπέρτα! Ένα ρούχο χρώματος καφέ, σχήματος παραλληλογράμμου, το οποίο δένει χιαστί μπροστά, πλεγμένο στα ίδια της τα χέρια, θα την προφυλάξει απ’ το κρύο και θα τυλίξει απαλά το άγιο της κορμί!

Στις γιορτές η Σάλπα θα πάρει τη θέση της Μπέρτας, πιο πυκνοπλεγμένη, φέρει ελαφρά κρόσια στις άκρες και την τυλίγει στην εκκλησιά, στις γιορτές, στα πανηγύρια, σε όλες τις κοινωνικές εκδηλώσεις, που έπρεπε να φορά τα καλά της! Και το αποκορύφωμα στην σύνολη Λευκαδίτικη φορεσιά ο γυναικείος μπούστος με τις πολύχρωμες σπαλέτες, που αν ήταν μεταξωτές της έλεγαν Κρέπι, πολύχρωμες σπαλέτες που φορούσαν στην επίσημη γιορταστική αλλά και στη νυφιάτικη στολή, ενώ στην καθημερινότητα η σπαλέτα ήταν και αυτή χρώματος καφέ! Και σαν περάσουν τα χρόνια και γίνει προγιαστή η Λευκαδίτισσα, τότε στην φορεσιά της προστίθεται και το κοντέσι, με στόχο την προφύλαξη της ηλικιωμένης γυναίκας απ’ το κρύο. Το κοντέσι είναι μια μάλλινη αμάνικη κάπα, θα λέγαμε με σημερινούς όρους, που καλύπτει την πλάτη της γυναίκας και φτάνει μέχρι τα πόδια. Περιμετρικά φέρει το περίφημο «Γαϊτάνι», πρόκειται για κορδέλα χρώματος μπορντό, που δίνει χρώμα στο μονόχρωμο μαύρο κοντέσι και ομορφιά! Στο κεφάλι η Λευκαδίτισσα φέρει την Τσίπα, λεπτοΰφαντο πανί καφέ όπως πάντα χρώματος, κατά το χειμώνα μπορεί να είναι και πλεχτή με λεπτό νήμα, την οποία δένει κάτω απ’ το πηγούνι στον λαιμό της, είναι το περίφημο «Μπαρμπούλωμα», σπάνια λύνει τον κόμπο, παρά μόνο όταν εργάζεται, ή στις μεγάλες ζέστες του καλοκαιριού, οπότε αυτή η Τσίπα μπορεί να είναι και χρώματος λευκού, εύλογα, λόγω της μεγάλης ζέστης. Το λύσιμο του κόμπου στον λαιμό για τις παλιές Λευκαδίτισσες ήταν στοιχείο ελευθεριότητας, γι αυτό και σπάνια το επιχειρούσαν σε δημόσιο χώρο… Είναι ο συντηρητισμός για τον οποίο κάνα με λόγο εισαγωγικά…

Τα χρυσαφικά και τα στολίδια της Λευκαδίτισσας γυναίκας μέρος και αυτά της «Αρματωσιάς» της την ημέρα των αρραβώνων, τα οποία της έφερε ο γαμπρός! Η βέρα δια βίου στο χέρι, και οι βεργέτες, ή οι μπόκολες και αυτές δια βίου σχεδόν στα αυτιά! Στα γιορτινά της χρυσαφικά και στολίδια ανήκουν το ποντάλι, το οποίο καρφώνει στον μέσον του μπούστου της και η σπίλα, την οποία καρφώνει στην άκρη στο Κρέπι! Αυτά τα τρία τελευταία χρυσαφικά θα τα φορέσει αρραβωνιασμένη και νιόνυφη να πάει στα πιστρόφια στο πατρικό της σπίτι! Θα τα φορέσει, επίσης, τα πρώτα χρόνια του γάμου της σε κάθε κοινωνική εκδήλωση, αλλά με το πέρασμα των χρόνων θα τα πιθώσει στο φορτσέρι, ή στην καναβέτα, για να τα βρουν οι κοπέλες της! Βέβαια, αυτό το μέλημα της Λευκαδίτισσας για τα κορίτσια της δεν είναι κανόνας, αφού πολλές γυναίκες με καμάρι θα τα φορέσουν αυτά τα τρία τελευταία χρυσαφικά μέχρι τα γεράματά τους! Είναι οι σπάνιες ασπρόμαυρες φωτογραφίες, που συναντάμε με ηλικιωμένες Λευκαδίτισσες <<αρματωμένες>>, με τα χρυσαφικά τους, ένα στόλισμα που δίνει λάμψη σε αυτή την θεσπέσια εικόνα που ονομάζουμε ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΣΣΑ ΑΡΧΟΝΤΟΓΥΝΑΙΚΑ!

ΟΙ ΑΝΥΠΟΔΗΤΕΣ ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΣΣΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΒΑΚΕΤΕΣ!

Σε ότι αφορά τα παπούτσια της Λευκαδίτισσας εδώ το πράγμα παίρνει άσχημες διαστάσεις, καθόσον και το θέμα των παπουτσιών βρίσκεται σε συνάρτηση πάντα με την εποχή και τις οικονομικές δυνατότητες του νοικοκυριού. Έτσι, σίγουρα στην αρχαία και Βυζαντινή Λευκάδα, όπως προαναφέραμε και για την ενδυμασία, τα γυναικεία παπούτσια έχουν την μορφή των σανδαλιών, πρόχειρη κατασκευή από πάμπτωχα υλικά, τα οποία, άλλωστε ελάχιστα φαίνονταν κάτω απ’ τον ριχτό αρχαϊκό χιτώνα, ή τον Βυζαντινό σαγιά… Το ίδιο αθλιότερα θα ήταν τα παπούτσια της Λευκαδίτισσας επί τουρκοκρατίας στο νησί, δεδομένης, μάλιστα, και της έλλειψης κάθε μορφής οικονομικής δυνατότητας. Προχειροκατασκευασμένα και ακατέργαστα δέρματα οικόσιτων ζώων, κυρίως γουρουνιών, που έχουν μείνει στην ιστορία σαν «γουρουνοτσάρουχα», για άντρες και γυναίκες, μόνο και μόνο για προφύλαξη απ΄ τις καιρικές συνθήκες, καθόσον για αισθητική ούτε λόγος πρέπει να γίνεται…

Αλλά και τους δύο αιώνες, που ακολούθησαν απ’ την τούρκικη απελευθέρωση, τα πράγματα για την χωριάτισσα Λευκαδίτισσα, σε ότι αφορά τα υποδήματά της, δεν αλλάζουν και πολύ… Η μεγάλη αλλαγή φαίνεται να επέρχεται με την ανατολή του 20ου αιώνα, όταν πλέον μπαίνει στη ζωή του νησιού το κατεργασμένο ζωικό δέρμα με την μορφή της βακέτας, τόσο για τα γυναικεία υποδήματα, όσο και για τα ανδρικά, ενώ εξ ίσου μπαίνει στις ζωές τους και το θέμα πλαστική παντόφλα…

Αξίζει, όμως να σταθούμε λίγο στην «υπόθεση βακέτα». Αν εξαιρέσομε την ζοφερή δεκαετία της κατοχής και του εμφυλίου 1940 – 50, όταν γυναίκες και άνδρες Λευκαδίτες ήταν σχεδόν ξυπόλητοι, ενώ χρησιμοποιούσαν ακόμη και πέταλα αλόγων προσαρμοσμένα στα πόδια τους σαν παπούτσια (!), οι δύο δεκαετίες που ακολούθησαν φαίνεται να «ποδαίνουν» οριστικά και την γυναίκα Λευκαδίτισσα, αφού οι εμπειρικοί τσαγκάρηδες των χωριών αγοράζουν τα φόντια απ’ την χώρα, δηλαδή το πάνω μέρος των παπουτσιών που είναι από δέρμα βακέτα και το προσαρμόζουν πάνω σε σόλες, που επίσης αγοράζουν απ’ την Χώρα. Έτσι ποδαίνεται η γυναίκα με άκομψα μεν παπούτσια, όμως στέρεα και γερά με απαραίτητο πρόσθεμα, για πρώτη φορά ίσως, και το γυναικείο ψηλό τακούνι! Κάτω απ’ τις σόλες δε τοποθετούν οι τσαγκάρηδες τριβέλονες πεπλατυμένες πρόγκες τις λεγόμενες κλάπες, αλλά και στεφανόπρογκες, για μεγαλύτερη αντοχή, αφού το πρώτο ζητούμενο σε τούτα τα νεόκοπα παπούτσια δεν ήταν η «φανέστρα», όπως σχολίαζαν οι παλιοί, αλλά η αντοχή και προφύλαξη των γυναικείων ποδιών, τόσο υπερπολύτιμα στα καθαρά αγροτοκτηνοτροφικά χωριά του νησιού μας τότε!

Ενθυμούμαι χαρακτηριστικά την δεκαετία του 1960 δύο επαγγελματίες τσαγκάρηδες, έναν στα Λαζαράτα και έναν στην Καρυά στους οποίους παράγγελναν οι γυναίκες των χωριών μας τα νέα τους παπούτσια, τα οποία φορούσαν με μεγάλο καμάρι, αφού το τακούνι τους προσέδιδε και περίσσια θηλυκότητα… Η βελτίωση, βέβαια, στην γυναικεία υπόδηση ξεκινά και απογειώνεται απ’ την δεκαετία του 1970, όταν, πλέον, τα υποδηματοποιία της Χώρας προμηθεύουν τις γυναίκες με πολύμορφα παπούτσια του εμπορίου! Όλους αυτούς τους στερημένους υποδηματικά αιώνες και κυρίως μετά την τουρκοκρατία, μέσα στην Χώρα υπήρχαν τα πασουμάκια, μια μορφή σημερινής παντόφλας, όχι κάτι πολυτελές ασφαλώς, αλλά σίγουρα μια μορφή γυναικείας υπόδησης. Αντίθετα στα χωριά τα πασούμια ή πασουμάκια ήταν δυσεύρετα, ενώ αν υπήρχαν σε κάποιο σπίτι τότε σχεδόν χρησιμοποιούνταν από ολόκληρο το χωριό σαν δανεικά κυρίως για υπόδηση της νύφης τη μέρα του γάμου!

Η ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΚΗ ΝΥΦΙΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ

Εδώ, πλέον, στη νυφιάτικη στολή, η υπόθεση Λευκαδίτικη γυναικεία αμφίεση βρίσκει την απόλυτη αποθέωσή της! Αν όχι η κορυφαία Ελληνική νυφιάτικη φορεσιά, τουλάχιστον είναι μέσα στις τρεις κορυφαίες και υμνείται απ’ το πανελλήνιο, έτσι όπως πήρε την οριστική της μορφή και τελειοποιήθηκε μέχρι τις μέρες μας απ’ τον δέκατο ένατο αιώνα, όπως προκύπτει και απ’ την εικόνα Νο 1, που δημοσιεύομε αμέσως παρακάτω! Το χρώμα, η χάρη, η αρμονία, γενικά το στήσιμο στο κορμί της υποψήφιας νύφης είναι ένα θεσπέσιο συνολικό απαύγασμα, που τιμά και αναδεικνύει τη γυναικεία θηλυκότητα! Τούτη η νυφιάτικη στολή στις μέρες μας έχει ενδυθεί φολκλορικό και ταυτοτικό για το νησί της Λευκάδος μανδύα, αφού παρουσιάζεται απ’ τους Λευκαδίτικους πολιτιστικούς συλλόγους σε κάθε επίσημη εκδήλωση, όταν χαριτώνει παρελάσεις και χορούς, όταν αναδεικνύει το μεγαλείο της ράτσας μας σε κάθε γωνιά, μέσω διαδικτύου, πλέον της οικουμένης!

Το φόρεμά της είναι περίπου σαν την καφέ καθημερινή στολή, μόνο δεν έχει πτυχώσεις, σχεδόν σέρνεται στη γη σαν ποδήρης χιτώνας, «σαρώνει τις ρούγες», ενώ οι χρωματισμοί του είναι εκθαμβωτικοί! Μπλε θαλασσί, μπορντό, κόκκινο, λαδί, κυπαρισί σε ύφασμα μεταξωτό ή λινομέταξο εκπέμπει μια εκτυφλωτική λάμψη που σαγηνεύει. Πάνω του ο περίφημος τσουμπές, τσιμπέ εμείς τον ακούγαμε στα χωριά μας και έτσι θα τον αποκαλούμε στη ντοπιολαλιά μας, με κοντά μανίκια πάνω απ’ το φόρεμα, περίπου στο ίδιο χρώμα και αυτός με το φόρεμα, πιθανόν κεντημένος με λουλούδια ή και αετούς, σαν Βυζαντινή συνέχεια, δεν κουμπώνει μπροστά και καλύπτει το πίσω μέρος του σώματος της νύφης, ενώ σέρνεται στη γη, οπότε χρειάζονταν ένα παιδάκι αγόρι ή κορίτσι να τον κρατά, με αποτέλεσμα τούτη η κίνηση να πάρει και μεταφορικό χαρακτήρα κυρίως για τους κολαούζους, όταν οι παλιοί Λευκαδίτες αναγελώντας την δουλικότητα κάποιου απέναντι σε ανώτερο, έλεγαν στον βαστάζο πως «του κρατά τον τσιμπέ»… Ο μπούστος της νύφης φτιαγμένος με την στέκα και καλυμμένος με το πολύχρωμο μεταξωτό κρέπι το μέσον του οποίου κοσμεί το ποντάλι και στο αριστερό μέρος η σπίλα, δώρα του γαμπρού την ημέρα των αρραβώνων! Στο κεφάλι της νύφης το χρυσοστόλιστο φεσάκι φορεμένο στραβά και στο αριστερό μέρος του κεφαλιού, για να αναδεικνύεται η χωρίστρα στο χτένισμα της νύφης και πάνω απ’ το φέσι το κεφαλοπάνι, από μεταξωτό αραχνοϋφαντο ύφασμα, που πέφτει και καλύπτει τις πλάτες της νύφης!

1_foresia

Εικόνα 1. Νυφιάτικη Λευκαδίτικη Στολή στα 1877! Η νέα αισθητική, κάναμε λόγο παραπάνω, του 19ου αιώνα!

2_foresia

Eικόνα 2. Λευκαδιτοπούλες στα 1901! Η στολή τους έχει πάρει κάποια κομψότητα, όμως εξακολουθεί να είναι φτιαγμένη με σεγγούνια… (Φωτο Βίλχεμ Δέλπφελδ).

3_foresia

Εικόνα 3. Μεγανήσι 1905! Ίδια σεγγούνια ακόμη και για το μικρό κορίτσι… (Φωτό Φρέντ Μποσουανά).

4_foresia

Εικόνα 4. Μεγανήσι 1913! Με την κούνια στην δουλειά! Η φορεσιά της έχει πάρει πια την οριστική της μορφή, παρά την κακή ποιότητα των ρούχων! (Φωτό Φρέντ Μποσουανά)

5_foresia

Εικόνα 5. Σφακιώτες 1913! Με την βαρέλα στον Φρυά για νερό! Η φορεσιά της είναι πλέον μεσάτη με την ζώνη, κομψή και από ποιοτικό ύφασμα! (Φωτό Χούμπερτ Περνό).

6_foresia

Εικόνα 6. Πηγαδησάνοι δεκαετία του 1980! Η Λευκαδίτικη στολή σε πανοραμική εξέλιξη και αποθέωση! Τα Καφένια σε όλο τους το μεγαλείο! Μεταπολεμικά οι γυναίκες των χωριών μας! (Αρχείο Αριστοτέλης Χαλκιόπουλος)

ENΔΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΝΥΠΑΝΤΡΗΣ ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΣΣΑΣ

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως, η απόκτηση κοριτσιών, αυτά τα δύσκολα χρόνια, που αναφερόμαστε, ήταν δυστυχώς, ένα τεράστιο «άγος», ένας μεγάλος προβληματισμός, για τους Λευκαδίτες γονείς, αφού κάθε οικογένεια, είχε την υποχρέωση να τους δώσει προίκα σαν «άνοιγε η μοίρα τους» και παντρεύονταν… Με δεδομένο, μάλιστα, πως κάθε παλιά Λευκαδίτικη οικογένεια, μέσα στην πληθώρα των παιδιών, που γεννούσε, αναπόφευκτα ήταν αρκετά κορίτσια, έπρεπε να έχουν μεγάλα αποθέματα ψυχικών, αλλά και υλικών αγαθών, προκειμένου να τα αποκαταστήσουν…

Και όσο αν φαίνεται περίεργο, τούτος ο κοινωνικός διαχωρισμός φαίνεται πως είχε σαφή επιρροή και στο ντύσιμο της ανύπαντρης Λευκαδιτοπούλας, η οποία στολή της ήταν σχεδόν απλή και απέριττη, σε σχέση με όσα «καλούδια», είδαμε να κοσμούν την παντρεμένη Λευκαδίτισσα γυναίκα. Φάνταζε, για τούτο, η είσοδος της Λευκαδιτοπούλας στον κύκλο της παντρεμένης σαν μια κοινωνική αναβάθμιση, όχι μόνο στον τρόπο αντιμετώπισής της απ’ τον περίγυρο, μα και στην όλη εμφανισιακή της υπόσταση, πλουμισμένη και αντικατοπτρίζουσα την καλή της μοίρα…

Είναι, ως εκ τούτου, λιτή η ενδυμασία της κοπέλας, έτσι κατά κανόνα φώναζαν τις ανύπαντρες, αυτή δε η λιτότητα υπάρχει ακόμη μέχρι τα βαθειά γεράματά της, αν δεν «ανοίξει η μοίρα της» και δεν παντρευτεί, οπότε φέρει δια βίου την στολή της ανύπαντρης… Αυτή ακριβώς την στολή της ανύπαντρης Λευκαδίτισσας, θα σημειώσομε εδώ, έφεραν δια βίου οι καλόγριες στα γυναικεία μοναστήρια του νησιού μας, όπως αυτό των Αγίων Πατέρων στους Σκάρους του Αλέξανδρου και του Αγίου Νικολάου της Νηράς στο Αθάνι, όπου οι καλόγριες δεν φορούσαν το καλογερικό ράσο…

Προαναφέραμε και περιγράψαμε αναλυτικά την περίφημη ενδυμασία της παντρεμένης Λευκαδίτισσας, με κυρίαρχο γνώρισμα, πέραν απ’ την ποικιλότητα χρωμάτων και σχεδίων, πως φορά τεχνητή στέκα κάτω απ’ τα στήθη της και τον στηθόδεσμο, η οποία στέκα ελαφρά κάθετα προς το σώμα της τοποθετημένη σκεπάζεται με το πολύχρωμο κρέπι, ή την σπαλέτα, δίνοντας ένα τριγωνικό σχέδιο στον γυναικείο μπούστο υψηλής αισθητικής! Αντίθετα η ανύπαντρη, φορά μόνο το καφέ χρώμα, χωρίς την στέκα και δεν έχει κρέπι, ή σπαλέτα, αλλά φέρει μόνο στηθόδεσμο, ενώ το φόρεμά της φτάνει μέχρι τον λαιμό σχεδόν, καλύπτουσα κάθε σπιθαμή του σώματός της! Βέβαια μιλάμε για στηθόδεσμο μόνο κατά τα νεώτερα χρόνια, αφού, κατά το ζοφερό και πάμπτωχο παρελθόν αυτόν τον στηθόδεσμο αντικαθιστούσε το αμάνικο γυναικείο στενό πουκάμισο, χρώματος λευκού, που επιμελώς, ενίοτε και με σπάθες, η Λευκαδίτισσα ύφαινε στον αργαλειό της!

Με δεδομένα τα παραπάνω ενδυματολογικά χαρακτηριστικά, σε ότι αφορά την διάκριση της ενδυμασίας, όταν, μεταπολεμικά, δειλά – δειλά άρχισαν κάποια κορίτσια στο νησί να φοράνε τα «Ευρωπαϊκά», όπως τα ονόμαζαν, αρχικά η καχυποψία ήταν συνηθισμένο φαινόμενο, αφού προσέδιδε στην γυναίκα άλλον αέρα και κάποια ελευθεριότητα, μιας και έμεναν ακάλυπτα μέλη του γυναικείου σώματος, που δεν διενοείτο να αποκαλύψει η Χωριάτικη στολή… Στις δε μικρές κοινωνίες των χωριών του νησιού μας, ήταν διάχυτο το ερώτημα, οσάκις έρχονταν νύφη από άλλο χωριό, αν φορά Ευρωπαϊκά, ή Χωριάτικα ρούχα… Άλλη διαφορά, σε ότι αφορά τούτη την εμφανισιακή διάσταση, μεταξύ παντρεμένης και ανύπαντρης Λευκαδίτισσας, εντοπίζονταν και στον τομέα του ειδικότερου διάκοσμου… Αναφερθήκαμε στην «Αρματωσιά» της νύφης, με τα ποικίλα χρυσαφικά, τα οποία της έφερε ο γαμπρός κατά τον αρραβωνιάσματα, την σπίλα, το ποντάλι, τον σταυρό, τις μπόκολες, με τα οποία στολίζονταν και στην περίοδο του αρραβώνα, αλλά και τα πρώτα χρόνια του γάμου της, αφού αργότερα, οι βιωτικές μέριμνες και οι αγκούσες για την αναθροφή των παιδιών, την έφερναν σε δεύτερο ρόλο παραγκωνίζοντας συνειδητά κάθε κοκετίστικη, με σημερινούς όρους, εμφάνιση, πόσο μάλλον όταν αποκτούσε κορίτσια, στα οποία έδινε προτεραιότητα στο ντύσιμο και στο καλλώπισμα…

Αντίθετα και σε αυτόν τον τομέα η ανύπαντρη Λευκαδίτισσα έχει εντελώς απλή και απέριττη εμφάνιση, σε ότι αφορά κυρίως τα χρυσαφικά… Σίγουρα έχει τις περίφημες βεργέτες στα αυτιά, αφού το πρώτο μέλημα της μάνας, όταν θα φτάσει στα οχτώ με δέκα χρόνια της είναι να της τρυπήσει τα αυτιά για τις βεργέτες, το μοναδικό χρυσαφικό, που φορούσαν τα κορίτσια στα αυτιά τους… Έπειτα το άλλο χαρακτηριστικό χρυσαφικό που θα μπορούσε, ανάλογα και με τις οικονομικές δυνατότητες της οικογένειας, να φορέσει, η ανύπαντρη, ήταν το χρυσό σταυρουδάκι στο στήθος και πέραν τούτων ουδέν άλλο… Η σπίλα και το ποντάλι ήταν το… πέρασμα στον έγγαμο βίο…

7_foresia

Μεγανήσι! Αρραβωνιασμένοι! Η στολή είναι ακόμη στο στάδιο της ανύπαντρης! (Αρχείο Άλκη Μαρκεζίνη)

8_foresia

Αρραβωνιασμένοι και στα Λαζαράτα! Ο Σωκράτης και η Χρυσούλα! (Αρχείο Γεωργίας Λάζαρη)


Displaying 1 Comments
Have Your Say
  1. Ο/Η Γαβριέλλα Γαζή λέει:

    Πολύ ωραίο άρθρο, άκρως ενδιαφέρον, εμπεριστατωμένο και λεπτομερές με εύγλωττες και νοσταλγικές φωτογραφίες.
    Συχγαρητήρια Κύριε Γεωργάκη για την έρευνα και πολλές ευχαριστίες στον ιστότοπο για τη δημοσίευση.

Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>