Σαν σήμερα το 1935 στρατιωτικό απόσπασμα πυροβολεί συλλαλητήριο των αμπελουργών της Λευκάδας
Οι πέντε από τους έξι προφυλακισμένους «πρωταίτιους» του συλλαλητηρίου: Από αριστερά καθιστοί οι Φώντας Κούρτης, παπα-Στάθης Κτενάς, Κώστας Λιβιτσάνος. Όρθιοι οι Θεοδόσης Λιβιτσάνος και Λεωνίδας Φίλιππας
Σαν σήμερα το 1935 στρατιωτικό απόσπασμα πυροβολεί συλλαλητήριο αμπελουργών της Λευκάδας, σκοτώνοντας τον κομμουνιστή Δ. Καρφάκη και ένα μαθητή, τον Γιώργο Ρεκατσίνα.
Βρισκόμαστε στο 1935. Η Ελλάδα είναι ένα καζάνι που βράζει. Στον ορίζοντα ο φασισμός κι η απειλή του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Οι εργατικές και αγροτικές κινητοποιήσεις βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη και διαδέχονται η μία την άλλη. Οι κοινωνικοί αγώνες δυναμώνουν σ΄ όλη τη χώρα. Αστική εφημερίδα της εποχής γράφει: «Αι απεργίαι διαδέχονται αλλήλας. Δεν προφθάνη να κατασταλή η μία και αμέσως κηρύττεται άλλη. Τελευταίως η ένοπλος εξέγερσις των χωρικών της Λευκάδος δίδει την εντύπωσιν ότι οι πολίται έπαυσαν πλέον να σέβωνται τους νόμους και να πειθαρχούν εις αυτούς και αξιούν με την βίαν να εξαναγκάζουν την Κυβέρνησιν να λύη όπως αυτοί θέλουν τα ζητήματά των. Αφού κατεστάλθηκε το κίνημα της Λευκάδος, άλλη απεργία σημειώνεται στην Αθήνα. Οι εξεγερμένοι ναυτεργάτες δεν θεωρούν ικανοποιητικήν την έκβασιν για τα αιτήματά των…».
Λευκάδα, τέλη του Σεπτέμβρη του 1935. Η εποχή του τρύγου έχει περάσει και τα αμπέλια είναι ακόμη άτρυγα. Υπάρχει μεγάλη σοδειά. Οι σταφυλέμποροι και οι κρασέμποροι του νησιού που οινοποιούσαν το «βαρτζαμί», μια από τις κυριότερες ποικιλίες του νησιού, δεν τα αγοράζανε, για να ρίξουν κι άλλο τις τιμές. Οι αμπελουργοί που περίμεναν τον τρύγο για να πιάσουν καμιά δεκάρα στο χέρι, είναι ανάστατοι. «Με τις εξευτελιστικές τιμές που έδιναν οι έμποροι, δεν ξεχρεώναμε ούτε το χαλκό και το θειάφι», έλεγε ο Κώστας Λιβιτσάνος, που είχε πάρει ενεργά μέρος στο συλλαλητήριο.
Στις 30 του Σεπτέμβρη χτύπησαν οι καμπάνες στα κρασοχώρια του νησιού. Ήταν το σύνθημα για το συλλαλητήριο. Ολο το προηγούμενο διάστημα, λαϊκοί αγωνιστές με μπροστάρηδες τους κομμουνιστές είχαν οργώσει την κεντρική ορεινή Λευκάδα για την προετοιμασία του συλλαλητηρίου. Οργανώσεις του ΚΚΕ υπήρχαν τότε, εκτός από την πόλη της Λευκάδας, στην Εγκλουβή, που είχε εκλέξει ήδη από τις κοινοτικές εκλογές της 11ης Φλεβάρη του 1934 κόκκινο συμβούλιο, στην Καρυά, τον Κάβαλο και αλλού.
Ένας ολάκερος λαός, άντρες και γυναικόπαιδα, γύρω στις 6.000, κατέβηκαν στη Λευκάδα. Σύνθημα ένα και μοναδικό: «Θέλουμε ψωμί». Ενα συλλαλητήριο ένοπλο. Αμπελουργοί με γκράδες, μαουζέρια, δίκανα, μαχαίρια και με μαύρες παντιέρες δίνανε ζωντάνια και μαχητικότητα στον ξεσηκωμό. Είχαν την εμπειρία της Πύλου, όπου στην κεντρική πλατεία της πόλης που έγινε ένα μήνα νωρίτερα το συλλαλητήριο των σταφιδοπαραγωγών, ο στρατός είχε ανοίξει πυρ, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δυο σταφιδοπαραγωγοί και να τραυματιστούν αρκετοί άλλοι.
Ο Λεωνίδας Φίλιππας ήταν τότε λοχίας, στο στρατό. Έτυχε την πρώτη μέρα του συλλαλητηρίου να ΄ναι και η πρώτη μέρα της άδειάς του. Ακόμη ήταν με τα στρατιωτικά όταν πάτησε στο νησί. Γιος αμπελουργών, συμμετείχε ενεργά στο συλλαλητήριο. Είχε πει: «Το συλλαλητήριο ήτανε πάνδημο. Χιλιάδες οι αμπελουργοί. Αλλά και οι μαγαζάτορες της Λευκάδας κλείσανε τα μαγαζιά τους για συμπαράσταση. Οπως ήμουνα με τα στρατιωτικά, μπήκα στο συλλαλητήριο και βοήθησα όσο μπορούσα. Καταλάβαμε το τηλεγραφείο. Αφοπλίσαμε τους χωροφύλακες. Το συλλαλητήριο αν και ένοπλο ήταν ειρηνικό».
Τη δεύτερη μέρα του συλλαλητηρίου έφτασε στη Λευκάδα μια διλοχία από την Πρέβεζα, με διοικητή τον Λευκαδίτη συνταγματάρχη Λαυράνο. Τάχα δήθεν με «καλές διαθέσεις» να διαπραγματευτεί με τους συντοπίτες του. Όμως βάρεσε μαζί με τους χωροφύλακες στο ψαχνό. Νεοσύλλεκτος στρατιώτης από τα Γιάννενα που αρνήθηκε να χτυπήσει τους διαδηλωτές, θα πυροβοληθεί από χωροφύλακα στο πρόσωπο. Θα εισαχθεί στο νοσοκομείο Λευκάδας με «τυφλό τραύμα τραχήλου». Σύμφωνα με μια μαρτυρία, πέθανε λίγες μέρες αργότερα. Το συλλαλητήριο βάφτηκε στο αίμα.
Στις πρώτες γραμμές, στην πλατεία της Λευκάδας, έπεσε από τις ριπές των πολυβόλων ο Νιόνιος Καρφάκης, Γραμματέας του πυρήνα του ΚΚΕ στην Καρυά, που χίμηξε για να σιγήσει το πολυβόλο του Λαυράνου. Σκοτώθηκαν, επίσης, από τα βόλια του αποσπάσματος και των χωροφυλάκων ο μαθητής Γιώργος Ρεκατσίνας, επίσης από την Καρυά και ένας συμπαθητικός Λευκαδίτης τύπος, ο Αλέκος, γνωστός με το προσωνύμι «Γάλη-Γάλης». Αγνωστος παραμένει ο αριθμός των τραυματιών.
Βιβλίο συμβάντων του νοσοκομείου Λευκάδας, με το όνομα του στρατιώτη που χτυπήθηκε με πιστόλι από χωροφύλακα γιατί αρνήθηκε να πυροβολήσει τους διαδηλωτές
Το συλλαλητήριο, αφού χύθηκε λευκαδίτικο αίμα, διαλύθηκε. Οι αμπελουργοί δικαιώθηκαν προσωρινά. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να χρηματοδοτήσει μέσω της Αγροτράπεζας το ΤΑΟΛ (Ταμείο Αμύνης Οινοπαραγωγών Λευκάδας), τη συνεταιριστική τους τότε οργάνωση, που αγόρασε τα σταφύλια σε υποφερτή τιμή.
Σημαντική στην οργάνωση του συλλαλητηρίου ήταν η συμβολή των κομμουνιστών. Ο Βασίλης Φίλιππας (Τάμπανος), ο Στάθης Ζαβιτσάνος (Σταθιός), ο Κώστας Κοντογεώργης (Κουτσοκωστάκης), ο Γιώργης Κοντογεώργης, ο Βαγγέλης Χαλικιάς, ο τσαγκάρης Γιώργος Καλαφάτης, ο χτίστης Νίκος Καρέλης, ο Τάκης Βεργίνης, στήριξαν σε σωστή κατεύθυνση το συλλαλητήριο.
Για τις αρχές η υπόθεση άργησε να κλείσει. Αναζήτησαν τους «πρωταίτιους» του συλλαλητηρίου. Πιάσανε και προφυλακίσανε τον Κώστα Λιβιτσάνο, τον αξέχαστο λαϊκό αγωνιστή παπα-Στάθη Κτενά, από τις μορφές του συλλαλητηρίου, ο οποίος έλεγε τότε ότι «οι δικοί μου με προδίνουνε, αλλά τούτοι οι σατανάδες οι κομμουνιστές είναι τίμιοι, συνεπείς, αγωνιστές», τον – αδειούχο τότε – λοχία Λεωνίδα Φίλιππα από το Δρυμώνα, τον Θεοδόση Λιβιτσάνο και τον Φώντα Κούρτη από το Κάβαλο και τον Βαγγέλη Χαλικιά από τη Λευκάδα. Τους απαγγέλθηκε κατηγορία για στάση κατά της αρχής σε βαθμό κακουργήματος. Στα κρασοχώρια αναπτύχθηκε ένα πλατύ κίνημα συμπαράστασης από κοινοτάρχες, συνεταιριστές, λαϊκές επιτροπές. Τελικά η κυβέρνηση, κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή, αναγκάστηκε να τους αμνηστεύσει, όπως και άλλους αγωνιστές των συλλαλητηρίων της Καλαμάτας, του Ηρακλείου κ.ά. τη χρονιά εκείνη.