Λαμπριάτικα ήθη και έθιμα «εκ της κωμοπόλεως Καρυά Λευκάδος»
Κάλαντα Μεγάλης Παρασκευής
(Αντιγραφή, διατηρώντας την ορθογραφία, από εργασία της τότε -1970- φοιτήτριας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Ελευθερίας Μεσσήνη του Ευσταθίου)
Λαμπριάτικα ήθη και έθιμα
Με γενική καθαριότητα, τινάγματα, ξεσκονίσματα, ασβεστώματα αρχίζει η Μεγάλη Εβδομάδα, απ΄ τα χαράματα της Μ. Δευτέρας. Οι νοικοκυρές συναγωνίζονται σε αξιοσύνη και σβελτάδα για να λάμπουν από καθαριότητα τα σπίτια τους έτοιμα την Μ. Πέμπτη.
Το πρωϊνό της Μ. Πέμπτης είναι αφιερωμένο απ΄ τις νοικοκυρές στο βάψιμο των αυγών και προπαντός στο ζύμωμα και το ψήσιμο των Λαμπριάτικων κουλουριών. Με το πρώτο λάλημα του πετεινού η φουρνάρισσα του μητζίτικου φούρνου βαράει το κόρνο για την πρώτη φουρνιά. Το κόρνο είναι ένα μεγάλο θαλασσινό κοχύλι, που απ΄ την εποχή της Πηνελόπης οι Λευκαδίτισσες φουρνάρισσες το χρησιμοποιούν για να ξυπνάνε τις ζυμώστρες νοικοκυρές και να τις θυμίζουν με χαρακτηριστικούς ήχους σε ποια φουρνιά θα ψήσουν.
Τα κουλούρια τα κεντάνε με σχέδια και ζωγραφίζουνε πασχαλινές ευχές στην επιφάνειά τους κι΄ αφού βέβαια τα πασπαλίζουν με σουσάμι.
Μεγάλη Παρασκευή
Παλιό έθιμο, που όλο ξεχνιέται από τις νεώτερες, είναι το πρωϊνό ξύπνημα των κατοίκων με του Χριστού τα πάθη που ψέλνουν την Μ. Παρασκευή νέοι άντρες στους δρόμους, τις γειτονιές και τα σπίτια: Είναι ένα θαυμάσιο ελεγειακό λαϊκό ποίημα θα λέγαμε.
Κάτω στα Γεροσόλυμα και στου Χριστού τον Τάφο εκεί δεντρί δεν ήτανε και δέντρο ΄φανερώθη. Η ρίζα ήταν ο Χριστός, κι΄ οι κλώνοι οι Αποστόλοι τα φύλλα που επέφτανε ήταν οι μάρτυρές του, που μαρτυρούσαν κι΄ έλεγαν για του Χριστού τα Πάθη. Για του Χριστού για του ληστού για την τιμιωτέρα. Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα Η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της -Χαλκιά χαλκιά φκειάσε καρφιά, φκειάσε τρία περόνια Η Μάρθα κι΄ η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η μάνα -Άνοιξε πόρτα του ληστού και πόρτα του Πιλάτου -Άγιε μου Γιάννη Πρόδρομε και Βαφτιστή του γιού μου Βλέπεις εκείνον τον γυμνό, τον παραπονεμένο Κι΄ η Παναγιά σαν τ΄άκουσε, έπεσε και λιγώθη. Και σαν της ήρθε ο λογισμός και σαν της ήρθε ο νους της -Μάννα μη δείχνεις το γκρεμό γκρεμίζονται οι μαννάδες Όποιος τ΄ακούσει σώνεται, κι΄ όποιος το λέει αγιάζει |
Στις μαυροντημένες εκκλησιές, στη διάρκεια της ακολουθίας της Αποκαθηλώσεως κορίτσια ανύπαντρα στολίζουν με φρέσκα λουλούδια του αγρού τον Επιτάφιο, μοιρολογώντας το νεκρό Σωτήρα.
Ανάστασις
Το πρωΐ του Μ. Σαββάτου σ΄ όλα τα σπίτια σφάζουν τα λαμπριάτικα αρνιά. Με το αίμα του ζώου βάφουνε σε σχήμα σταυρού το ανώφλι το κατώφλι και το δεξιό και αριστερό μέρος της κεντρικής εισόδου του σπιτιού.
Η βραδυά της Ανάστασης γεμάτη χαρά κι΄ αγαλλίαση γιορτινή και γραφικότατη, μοιάζει με τη Σκιαθίτικη.
Λαμπροφορεμένοι με μια αγνή χαρά ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους και με τις λαμπάδες στα χέρια -τις νυφιάτικες οι νεόνυμφοι- φτάνουν στις εκκλησιές να πάρουν τ΄ Άγιο Φως και ν΄ ακούσουν Χριστός Ανέστη.
Ο γυρισμός στο σπίτι μετά τη λειτουργία της Αναστάσεως συνοδεύεται με τσουγκρίσματα μαγειρίτσα ευχές και γλέντια.
Παράδοξα το πρωΐ της Κυριακής δεν παρατηρείται καμιά ιδιαίτερη κίνηση στο παζάρι. Το μεσημεριανό φαγητό είναι κατά κανόνα κρέας, σούπα, αλλά όχι απ΄ το σφαχτό. Η πρωτοτυπία είναι πως το αρνί το ψήνουν όχι την Κυριακή αλλά το πρωΐ της Δευτέρας στους φούρνους.
Την Κυριακή το βράδυ αρχίζουν τα γλέντια. Οι Καρυσάνοι όπως και όλοι οι Λευκαδίτες γλεντάνε σύμφωνα με την Επτανησιακή παράδοση.
Πάσχα 1970
______________________
Συντάκτρια:
Της φοιτήτριας Ελευθερίας Μεσσήνη του Ευσταθίου. Συλλογή λαογραφικού υλικού εκ της κωμοπόλεως Καρυά Λευκάδος. Έτος Β΄ φιλολογικόν. Πανεπιστημιακόν έτος 1969 – 1970.
Πηγή: Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών