Σαν σήμερα το 1982 πεθαίνει ο μεγάλος κομμουνιστής μουσικοσυνθέτης Μάνος Λοΐζος | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Δε, Σεπ 17th, 2018

Σαν σήμερα το 1982 πεθαίνει ο μεγάλος κομμουνιστής μουσικοσυνθέτης Μάνος Λοΐζος

3_manos_loizos

Σαν σήμερα το 1982 πεθαίνει ο μεγάλος κομμουνιστής μουσικοσυνθέτης Μάνος Λοΐζος. Ο Μ. Λοΐζος με το πλούσιο έργο και τους αγώνες του πορεύθηκε στο πλάι του ΚΚΕ, παλεύοντας για μια δικαιότερη κοινωνία. Πίστευε, μάλιστα, ότι η στρατευμένη τέχνη όχι μόνο μπορεί να γεννήσει αριστουργηματικά έργα, αλλά και ότι είναι «ένας ελάχιστος φόρος τιμής στις χιλιάδες των φτωχών παιδιών που πεινάνε, αγωνίζονται και σκοτώνονται καθημερινά».

manos_loizosΟ Μάνος Λοΐζος με τους Μίκη Θεοδωράκη, Χαρούλα Αλεξίου, Μαρία Φαραντούρη, Γιώργο Νταλάρα και Βασίλη Παπακωνσταντίνου

Υπήρξε επίσης πρωτοπόρος συνδικαλιστής στο χώρο των δημιουργών του ελληνικού τραγουδιού, παλεύοντας με συνέπεια για τα πνευματικά τους δικαιώματα από τις δισκογραφικές εταιρείες και την κασετοπειρατεία μέσα από την Ένωση Μουσικοσυνθετών Στιχουργών Ελλάδος (ήταν ο πρώτος πρόεδρος του Σωματείου).

Τι είναι αυτό που εκμηδενίζει το χρόνο και κάνει τραγούδια που γράφτηκαν πριν αρκετές δεκαετίες να παραμένουν δροσερά σαν να γράφτηκαν μόλις χτες; Πώς γίνεται και το όνομα ενός συνθέτη σκορπά ρίγη συγκίνησης, όχι μόνο σε όσους τον γνώρισαν, αλλά και σε νέους, που γεννήθηκαν αρκετό καιρό μετά το θάνατό του;

2_manos_loizosΔεξιά ο Μάνος Λοΐζος, αριστερά ο Διονύσης Σαββόπουλος

Και είναι πολλές οι φορές, που αναρωτηθήκαμε για τους λόγους που κάνουν τα τραγούδια του να ζουν και να βασιλεύουν, να τραγουδιούνται με απίστευτο ενθουσιασμό, πάθος, αγάπη. Και για το πώς αυτά τα τραγούδια αποκτούν ολοένα και περισσότερους φίλους, τα μοιράζονται και τα ξαναμοιράζονται γενιές ολόκληρες. Ποιος, άραγε, δεν έχει τραγουδήσει κομμάτια, όπως το «Αχ χελιδόνι μου», «Άλλο τίποτα δε μένει», «Λιώνουν τα νιάτα μας», «Τσιμινιέρα», «Το μερτικό μου απ΄ τη χαρά», «Η μέρα εκείνη δε θ΄ αργήσει», «Το νανούρισμα», «Ο γέρο – νέγρο Τζιμ», «Τέλι τέλι», «Γερνάς και σκοτεινιάζει», «Πρώτη Μαΐου», «Τσε», «Σ” ακολουθώ», «Μη με ρωτάς», «Η κουτσή κιθάρα», «Ο δρόμος», «Τρίτος παγκόσμιος» και τόσα άλλα;

Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα σίγουρα βρίσκεται στα στοιχεία που συνέθεσαν αυτήν τη μουσική δημιουργία: Ταλέντο, ευαισθησία, ποιότητα, φρεσκάδα, αίσθηση ελευθερίας, αλήθεια, ομορφιά. Μια δημιουργία παλλόμενη, ζωντανή, που πρωτοείδε το φως μέσα στη δεκαετία του ΄60, των Λαμπράκηδων, των συνεχών διαδηλώσεων για 114, των δυναμικών φοιτητικών, κοινωνικών και πολιτικών αγώνων και το οποίο έπεφτε σαν δροσιά στους διψασμένους για ομορφιά, αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη. Ένα έργο, που μας προσκαλεί και μας ξαναπροσκαλεί να αφουγκραστούμε τους χτύπους της καρδιάς του, που είναι οι χτύποι της δικής μας καρδιάς.

Έμπνευση οι αγώνες

Παιδί Ελλήνων της διασποράς, ο Μάνος Λοΐζος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου είχε και την πρώτη του επαφή με τη μουσική, στην αρχή μέσω του βιολιού και στη συνέχεια μέσω της κιθάρας και του πιάνου. Στα μέσα της δεκαετίας του ΄50, έρχεται στην Αθήνα για σπουδές, στην αρχή στη Φαρμακευτική Σχολή και αργότερα στην Εμπορική. Αφήνει και τις δύο, αφού ήδη τον έχει κερδίσει η μεγάλη του αγάπη: Η μουσική. Το «Τραγούδι του Δρόμου» του Λόρκα, που το βρίσκει στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης» (σε μετάφραση του Νίκου Γκάτσου), τον εμπνέει. Το μελοποιεί και στις αρχές του ΄62, με ερμηνευτή τον Γιώργο Μούτσιο, θα κυκλοφορήσει τον πρώτο του (μικρό) δίσκο. Ενεργό μέλος, όπως πολλοί νέοι καλλιτέχνες, του «Συλλόγου Φίλων Ελληνικής Μουσικής» αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Χορωδίας του ΣΦΕΜ στην παράσταση της «Ομορφης Πόλης» του Μ. Θεοδωράκη στο «Παρκ» (1962).

Ένα χρόνο αργότερα, διευθύνει τη χορωδία στην παράσταση των Χατζιδάκι – Θεοδωράκη «Μια πόλη μαγική» (την ορχήστρα διευθύνει ο Χρήστος Λεοντής), όπου οι δύο νέοι συνθέτες παρουσιάζουν και κάποια δικά τους τραγούδια. Το 1964, ο ΣΦΕΜ διοργανώνει την πρώτη κοινή συναυλία των Μ. Λοΐζου – Χρ. Λεοντή, στο «Ακροπόλ» με τραγούδια τους σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, Φώντα Λάδη και Μάρως Λήμνου, της πρώτης συζύγου του Μ. Λοΐζου και μητέρας της μοναχοκόρης του Μυρσίνης – τα έσοδα της συναυλίας διατίθενται στο Δ` Πανσπουδαστικό Συνέδριο. Σ΄ αυτήν την εκδήλωση, ο Μ. Θεοδωράκης θα προσφέρει ως δώρο στους δύο νέους συναδέλφους του την πέτρα, που του είχε περάσει περάσει ξυστά στο κεφάλι, όταν διηύθυνε τον «Επιτάφιο» στη Νάουσα, το 1961.

Το κλίμα της εποχής, οι δημοκρατικοί αγώνες του ΄64-΄65 δεν τον αφήνουν αδιάφορο και τα τραγούδια που γράφει εκείνη την περίοδο είναι εμπνευσμένα από αυτούς. Ήταν η περίοδος που οι μπουάτ γίνονταν τόπος συνάντησης των φοιτητών της γενιάς του 114 και του 15% για την Παιδεία, οι οποίοι μαζί με τα τραγούδια του Μίκη τραγουδούν με πάθος τα τραγούδια του Μάνου: Το «Δρόμο», τον «Στρατιώτη», το «Ακορντεόν», τον «Τρίτο Παγκόσμιο». Είναι τα τραγούδια (τα δύο πρώτα σε στίχους Κωστούλας Μητροπούλου και τα άλλα σε στίχους Γιάννη Νεγρεπόντη), που σημαδεύουν την πορεία του συνθέτη και του ανοίγουν το δρόμο για πλατιά αναγνώριση. Η ιδεολογική στράτευση του Μάνου Λοΐζου, η ευαισθησία του για τους αδικημένους, η αλληλεγγύη του στους αγωνιζόμενους για έναν καλύτερο κόσμο, βρίσκουν καλλιτεχνική έκφραση σε έργα, όπως τα «Νέγρικα» σε ποίηση του Γιάννη Νεγρεπόντη, τα οποία παρουσιάζονται για πρώτη φορά στη Φοιτητική Εβδομάδα της Ανωτάτης Βιομηχανικής, με ερμηνευτές την Μαρία Φαραντούρη και τον Γιώργο Ζωγράφο και στη συνέχεια στη θρυλική συναυλία της ΕΦΕΕ, στις 19 Απρίλη του 1967, με τη συμμετοχή του Διονύση Σαββόπουλου. Τα τραγούδια αυτά, που αναφέρονται στον αγώνα επιβίωσης των μαύρων της Αμερικής, θα κυκλοφορήσουν σε δίσκο πολύ αργότερα, το 1975, καθώς είναι στις μαύρες λίστες της δικτατορίας κι έχουν απαγορευτεί, όπως εξάλλου και τα άλλα μέχρι τότε τραγούδια του. Το πραξικόπημα των συνταγματαρχών ήταν η αιτία της μη πραγματοποίησης της τρίτης συναυλίας με τα «Νέγρικα», που οργάνωνε η Πανσπουδαστική για την 21 Απριλίου του ΄67.

Με τον ερχομό της δικτατορίας και με τον κίνδυνο της σύλληψης να παραμονεύει, ο Μ. Λοΐζος επιλέγει την αυτοεξορία στην Αγγλία. Στην Αθήνα επιστρέφει στις αρχές του ΄68. Μέσα στην καταχνιά της χούντας γράφει τραγούδια, που γίνονται επιτυχίες, με ερμηνευτές κυρίως τους Γιώργο Νταλάρα και Γιάννη Καλατζή. Κυκλοφορεί τους δίσκους «Ο Σταθμός», «Θαλασσογραφίες» (και οι δύο σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου). Με το τραγούδι «Σεβάχ ο Θαλασσινός», κάνει την πρώτη του εμφάνιση ως ερμηνευτής και η μεγάλη επιτυχία του τον οδηγεί στην ερμηνεία και άλλων τραγουδιών του. Στη συνέχεια, γράφει τη μουσική για την ταινία του Αλέξη Δαμιανού «Ευδοκία» και το «Να ΄χαμε τι να ΄χαμε». Παράλληλα, συνθέτει και πολλά κομμάτια που τα τραγουδά «σε φιλικό κύκλο» και δεν ακούγονται «ποτέ έξω από τους τέσσερις τοίχους μιας κάμαρας», όπως ο ίδιος έλεγε. Ανάμεσά τους, ο «Τσε», ο «Μέρμηγκας», τα «Συρματοπλέγματα», το «Μη με ρωτάς». Στην περίοδο ΄74-΄76, ακολουθούν οι κύκλοι «Καλημέρα ήλιε», «Τα τραγούδια του δρόμου», «Τα τραγούδια μας». Τα τελευταία, σε στίχους του Φώντα Λάδη, είναι λαϊκά, πολιτικά τραγούδια, με αναφορές σε καυτά κοινωνικά προβλήματα, σε απεργίες και αγώνες της εργατικής τάξης, που ερμηνεύονται από τον Γ. Νταλάρα. Ανάμεσά τους, τα «Πάγωσε η τσιμινιέρα», «Λιώνουν τα νιάτα μας», «Το Δέντρο». Το 1979 κυκλοφόρησαν τα «Τραγούδια της Χαρούλας», με ερμηνεύτρια την Χαρούλα Αλεξίου, σε στίχους του Μανώλη Ρασούλη (τρία του Πυθαγόρα): «Τίποτα δεν πάει χαμένο», «Μες στο πλήθος», «Όλα σε θυμίζουν», «Γύφτισσα τον εβύζαξε» κ.ά. Ακολουθούν ο τελευταίος του δίσκος «Για μια μέρα ζωής» και μετά το θάνατό του τα «Γράμματα στην αγαπημένη», σε ποίηση Ναζίμ Χικμέτ.

Πρωτοπόρος δημιουργός

Στρατευμένος αγωνιστής της μαχόμενης Αριστεράς, ο Μ. Λοΐζος και με το έργο και τους αγώνες του πορεύτηκε στο πλάι του ΚΚΕ, παλεύοντας για μια δίκαιη κοινωνία. Η στράτευση για τον ίδιο ενσαρκωνόταν στη «διαρκή εξυπηρέτηση της κοινωνικής συνείδησης», έχοντας, μάλιστα, την πεποίθηση ότι η στρατευμένη τέχνη, όχι μόνον μπορεί να γεννήσει αριστουργηματικά έργα, αλλά και ότι είναι «ένας ελάχιστος φόρος τιμής στις χιλιάδες των φτωχών παιδιών, που πεινάνε, αγωνίζονται και σκοτώνονται καθημερινά». Και το απέδειξε μέσα από πολλούς κύκλους τραγουδιών του, αφυπνίζοντας το κοινό και, παράλληλα, προσφέροντας γνήσια αισθητική απόλαυση. Έχοντας συνείδηση πως «τα γρανάζια του ιμπεριαλισμού, με την εξουθενωτική εκμετάλλευση εκατομμυρίων ανθρώπων, βρίσκονται σε τρομακτική υπερλειτουργία στις δυτικές χώρες» και ότι «το τεράστιο τέρας που άλλοτε λέγεται φασισμός, άλλοτε μιλιταρισμός και άλλοτε δημοκρατία δυτικού τύπου -που δεν είναι τίποτε άλλο, παρά προσωπεία του ιμπεριαλισμού- στέκεται από πάνω μας απειλητικό» τόνιζε: «Η αντίδρασή μας είναι να ξεσκεπάσουμε και να φωνάξουμε μ΄ όλη μας τη δύναμη ενάντιά τους…».

Ο συνθέτης ανέπτυξε και πρωτοπόρα συνδικαλιστική δράση στο χώρο των δημιουργών του ελληνικού τραγουδιού, παλεύοντας με συνέπεια για τα πνευματικά τους δικαιώματα από τις δισκογραφικές εταιρίες και την κασετοπειρατεία μέσα από την ΕΜΣΕ (ήταν ο πρώτος πρόεδρος του σωματείου). Το νήμα της ζωής του Μ. Λοΐζου κόβεται στις 17 Σεπτεμβρίου, μετά από εγκεφαλικό, στη Μόσχα, όπου είχε μεταβεί για νοσηλεία. Ο δημιουργός, που στη σύντομη ζωή του άγγιξε κάθε πτυχή της δικής μας ζωής, έπαψε να υπάρχει, σκορπώντας τη θλίψη στο λαό που τον αγάπησε. Μοναδική παρηγοριά – το έργο του. Ο Μάνος είναι πάντα εδώ, μέσα από τις δεκάδες μελωδίες του, που συνεχίζουν να συγκινούν και να δίνουν μερτικό στο όνειρο.

Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ

Πηγή: rizospastis.gr


Displaying 1 Comments
Have Your Say
  1. Του Μουσικού Λοίζου του άρεσε να κάνει βόλτα στου Φιλοπάπου και στον πέριξ χώρο της Ακρόπολης κάποια εποχή το τέλος της δεκαετίας του 1970.Παρέα με την συζυγό του την κορούλα του και με στιχουργό φίλο του. Έφυγε σύντομα απ την ζωή το 1982 τον Σεπτέμβρη όταν είχε πάει στο εξωτερικό για θεραπεία από αγγειακά προβλήματα .
    Ήταν ο πρώτος που διείδε συνολικά την ανάγκη για λιγότερη πολιτική χροιά στο τραγούδι μεταπολιτευτικά και το είπε παρά την έντονη πολιτική συμβολιστική του δίσκου με τα τραγούδια του Φώντα Λάδη με τίτλο » τα τραγούδια μας».
    Ο Φώντσς Λάδης είναι ένα άλλο μεγάλο ειδικό κεφάλαιο στιχουργού που όλη η δημιουργία του ελάχιστα ή μάλλον καθόλου δεν επηρεάστηκε από ίχνος συναισθηματικού ή ερωτικού τραγουδιού , σε βαθμό που οι σύγχρονοί του σπουδαίοι στιχουργοί αναρωτιούνται ακόμα.
    Ο Λοίζος κατάλαβε με το αισθητηρίο του ότι το πιλιτικοποιημένο τραγούδι είχε κάπως κουράσει και αμέσως μετά τα «»τραγούδια μας “» καταπιάστηκε με τους λαικούς υπερβατικούς και μεστούς στοίχους του Μανώλη Ρασούλη για «»τα τραγούδια της χαρούλας» με τραγούδι από την Χάρις Αλεξίου κυκλοφορία το 1978. Την εποχή που κυκλοφόρησε συτός ο δίσκος και λόγω των και κάπως ανέμελων σουξεδιάρικων στίχων σε κάποια απ αυτά , κυκλοφόρησαν και ψιλοαφοριστικές απόψεις σοβαροφανών της εποχής ( κάτι σπομηνάρια φιλολογίζοντες και σκελετοί της φιλολογίας) και πολιτικά συντηρητικά σταγονίδια ( κατά Καραμανλή σαν τους βλάκες του πραξικοπήματος της πυτζάμας που συνελήφθησαν με τις πυτζάμες στο κρεβάτι το 1975).
    Αυτά οι σκελετοί της φιλολογίας και με αφορμή το τραγούδι υου δίσκου :» την όγδοη μέρα ο θεός έφκιαξε και τον μπαγλαμά » βρήκαν την ευκαια όλα αυτά το 1978 το Χινόπωρο να γράψουν και να πούν , για το γελοίο και ακατάλληλο κοθνωνικά του δίσκου που εμπεριέχει τραγούδια σαν το παραπάνω :» μπαγλαμαδάκι μου κρυφό μεράκι μου».Και πώς με αυτά τα τραγούδια που σποδίδουν μπαγλαμαδοειδείς τάσεις στομ θεό είναι για την διαφθορά της νεολαίας και τωνβηθών τλοτε του 1978. Όλο αυτό το σκερβελέ’ι’κο της χριστιανοπυτζάμας των σταγονιδίων , από τότε τους αποκαλέσανε :μπαγλαμάδες.
    Ο Δίσκος «» τα τραγούδια της Χαρούλας πέρασε τραγουδήθηκε και ήταν μια προσωπική στροφή του Μάνου Λοίζου σε λαικότερα ακούσματα και ενορχηστρώσεις μεγάλης τραγουδιστικής ποιότητας. Η λιτή ακαμψία της μουσικής ώς φόρμα στον δίσκο »τα τραγούδια μας»» για να υποστηριχτεί έτσι ο ρεαλίζων πολιτικός στοίχος του Φώντα Λάδη, είναι εντελώς διαφορετική από την μουσική φόρμα των »τραγουδιών της χαρούλας» για να υποστηρίξει τον περισσότερο ψυχαγωγικό και υπερβατικό σε όρους ρεαλισμού στίχο του Ρασούλη.
    Μετά »τα τραγούδια της Χαρούλας»» του Μάνου Λοίζου και του Ρασούλη η μουσική κατασκευή των τραγουδιών κσι η στιχουργική.προοδευτικά αναζήτησαν καινούργια μονοπάτια μέσα στο πλαίσιο και της ελευθεριότητας στην έκφραση προοδευτικά
    που εξασφάλισε ο πλέριος κοινοβουλευτισμός και οι μουσικές τεχνολογικές εξελίξεις.
    Στην κηδεία του Μάνου Λοίζου παρευρέθη όλος ο καλλιτεχνικός κόσμος της Αθήνας και όχι μόνο σε μεγάλη συγκίνηση γιατλι ήταν πολύ νέος.
    Και τραγούδια από τον δίσκο «» τα τραγούδια μας»» ακόμα είναι κυρίαρχα και σαν υπόκρουση και για την κινητοποίηση συλλογικοτήτων αλλά και τραγούδια από «» τα τραγούδια της Χαρούλας»» ακούγονται και τραγουδιούνται ώς σύγχρονα και υπομνηστικά ώς και σαν αρχέτυπα τραγουδιού.
    Υπάρχουν πάντα και οι ενστάσεις , μια και οι όψιμοι ορθολογίζοντες και ορθολογούμενοι επικαλούνται ότι :δεν φύτρωσε κανένα καινούργιο δέντρο νάχει κόκκινα τα φύλλα και ολόχρυσα τα μήλα και δή στην Αθήνα μες το κέντρο ή σε άλλα κέντρα πόλεων ή χωριών της Ελλάδος»».Και ακομη ότι «» όλα ή πολλά πήγανε χαμένα ιδιαίτερα στις μέρες μας»» πσρά την στιχουργική κατάδειξη του τραγουδιού: «» τίποτα δεν πάει χαμένο στην χαμένη μας ζωή «».
    Η μουσική και τα τραγούδια του Μάνου Λοίζου ελιναι για να τραγουδιούνται να σφυρίζονται και να ακούγονται.
    Για τούτο και σπουδαία τραγούδια.

Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>