Στον απόηχο ενός χρέους τοπικής μνήμης – Το Ημερολόγιο του Αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης Πάνου Γιαννούλη (της Βιβής Κοψιδά-Βρεττού) | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Πε, Μαρ 20th, 2025

Στον απόηχο ενός χρέους τοπικής μνήμης – Το Ημερολόγιο του Αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης Πάνου Γιαννούλη (της Βιβής Κοψιδά-Βρεττού)

2 panos_giannoulos_imerologio

Της Βιβής Κοψιδά-Βρεττού

Η εκδήλωση παρουσίασης του Ημερολογίου του Αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης Πάνου Γιαννούλη, τη Δευτέρα, 17 Μάρτη 2025, στην Αίθουσα Εκδηλώσεων του ξενοδοχείου ΙΟΝΙΟΝ ΣΤΑΡ, υπ-έδειξε, εκτός των άλλων, πώς και τι και γιατί -πρέπει να- θυμόμαστε. Μέσα από ποιες «μνημονικές τεχνικές» οφείλουμε να τιμούμε την ιστορία και τους ανθρώπους που την έγραψαν σε μέρες απίστευτα σκληρές, πληρώνοντας βαρύ τίμημα προκειμένου για την ελευθερία και την αξιοπρέπεια του τόπου τους και των ανθρώπων του τόπου τους.

panos_giannoulos_imerologio

Μέσα σε μια συγκινησιακά φορτισμένη, συνεκτική ατμόσφαιρα συναντηθήκαμε άνθρωποι διαφορετικών γενεών, αυτοί που έζησαν τα γεγονότα του μεγάλου πολέμου, της Κατοχής και της Αντίστασης, του επώδυνου Εμφύλιου και των μεταπολεμικών του σκοτεινών παρενεργειών, νεότερες γενιές που άκουσαν αφηγήσεις των γεγονότων, σαν μια κακιά ώρα που χτυπάει όχι σπάνια τους λαούς· κι άλλες σύγχρονες γενιές που βιώνουν στη δημόσια ζωή μια εκφασισμένη, φαινομενικά ειρηνική, πραγματικότητα: και που υπονομεύει με δόλιες μεταμορφώσεις και ξεγελάσματα, κάθε έννοια αντίστασης και συλλογικότητας. Ήταν -ήμαστε- παρόντες, σε ένα «παρόν» συνεκτικό, φορτισμένο, γνήσια συναισθηματικό όσο και ανθρώπινο, σε μιαν εμπειρία αλληλέγγυου πολιτισμού, όπως ο σεβασμός απέναντι στον άνθρωπο που υφίσταται την ιστορία και τα βιώματά της απαιτεί.

3_paroysiasi_imerologio_giannouli

Πώς εκφράστηκε εκείνη τη βραδιά ο σεβασμός απέναντι στον άνθρωπο και στο (ιστορικό) πεπρωμένο του; Αυθόρμητα μας οδήγησε στο να αναλογιστούμε – δεν λέω να στοχαστούμε, έχει μια διανοητική μονομέρεια η λέξη. Να συναισθανθούμε, και να πονέσουμε με τρόπο λυτρωτικό, καθαρτικό, όπως στην παράσταση ενός δράματος, δι’ελέου και φόβου…

Η βραδιά έδειξε ακόμα πως εκτός από την ορθολογική γνώση η ιστορία μετέχει και στο συναίσθημα και μάλιστα αυτό δημιουργεί και την ποιητική της διάσταση, χωρίς καθόλου να επηρεάζει τη νοητική της λειτουργία. Άλλωστε η ανθρώπινη δράση, που αποτελεί το επιστημονικό αντικείμενο της ιστορίας τόσο στην καθημερινή μας ζωή και περισσότερο ίσως σε οριακές στιγμές, στήριξε τους μεγάλους θυσιαστικούς αγώνες με το συναίσθημα.

Αισθάνομαι την ηθική υποχρέωση να αναφερθώ στις οικογένειες Ανδρέα και Άγγελου Κατωπόδη-Ντελημάρη, ξεχωριστών συμπολιτών μας, τις αγαπημένες Θεοδώρα Γεωργάκη και Ευαγγελία Κατωπόδη-Μαλακάση, τη νεότερη γενιά των οικογενειών Κατωπόδη -τους αντρωμένους πια μαθητές μου Στάθη και Δημήτρη (Τζίμη)-, των οποίων η παρουσία ήταν για μένα ένα συγκινησιακό γεγονός. Όλοι, ο καθένας με τον τρόπο του, είχαν την «αρετήν και την τόλμην» να αγωνιστούν με ιδεαλισμό προκειμένου να αποκαταστήσουν την άξια μνήμη του αδούλωτου συγγενή τους, του «Σταυραϊτού» της Εθνικής Αντίστασης Πάνου Γιαννούλη, εκπληρώνοντας, και για λογαριασμό όλων μας, μια μεγάλη ηθική οφειλή. Επιπλέον τους ευχαριστώ γιατί, μαζί με τον πρώην Δήμαρχο Λευκάδας Κώστα Δρακονταειδή, μου εμπιστεύτηκαν τη φιλολογική επιμέλεια και κυρίως τη συγγραφή της εισαγωγής του Ημερολογίου, το οποίο εκδόθηκε (από τις εκδ. Αργοναύτης), με την ομόθυμη συμβολή της Πρωτοβουλίας Πολιτών.

Η βραδιά ωστόσο απόχτησε τη μορφή μιας συλλογικής πνευματικής τελετουργίας, οφειλόμενης σε όλους τους παρισταμένους και στην αλληλεπενέργεια με τους συντελεστές της εκδήλωσης, στον λόγο και στον ρόλο του καθενός, που τον έπαιξε με τη γνησιότητα μιας ιεροπραξίας. Αναφέρομαι ειδικότερα στον Θανάση Περδικάρη, ομιλητή και συντονιστή της εκδήλωσης, τον γιατρό Στάθη Κατωπόδη-Ντελημάρη, που μίλησε με συγκίνηση εκ μέρους της οικογένειας, μεταφέροντας αναμνήσεις και βιώματα· τον Κώστα Δρακονταειδή, που με την ομιλία του μοιράστηκε με όλους μας βιωματικά στιγμιότυπα και αφηγημένες από τον πατέρα του ιστορίες· τον εκπαιδευτικό Θύμιο Μυλωνίδη για την αισθαντικά δυναμική απόδοση αποσπασμάτων του Ημερολογίου.

Κι αν, αποστασιοποιημένοι κάποτε από το κλίμα της βραδιάς, επιστρέφουμε σ’αυτήν ως σε ζωτική ανάμνηση, θα μένει η αύρα μιας διδαχής από την περιδιάβαση στην ιστορία: ότι οι άνθρωποι τη χρειάζονται για να κατανοούν και να αναγεννούν μέσα τους τα αληθινά της νοήματα. Και να συντονίζονται στον παλμό του ανθρώπινου που τους ενώνει.

Πάνος Γιαννούλης, ο «Σταυραϊτός»1 της Εθνικής Αντίστασης

Α. Από την «κρυφή» ζωή του Ημερολογίου του

Θα αρχίσω με μια γενίκευση ώστε να καθορίσω το πλαίσιο της συμβολής μου σ’αυτή τη σημαντική στιγμή για την τοπική μας ιστορία αλλά και τη σύνολη ιστορία και τους τρόπους με τους οποίους πρέπει να θεωρούμε την ιστορία. Πολλοί μιλούν για πρόβλεψη ή και πρόληψη μελλοντικών ανεπιθύμητων καταστάσεων μέσα από τη γνώση της ιστορίας. Θα επικαλεστώ την όχι ασυνήθη σκέψη του μεγαλύτερου ίσως μαρξιστή ιστορικού της εποχής μας, του Eric Hobsbaum: “Ο Ιστορικός αφήνει τη μελλοντολογία σε άλλους. Έχει όμως ένα πλεονέκτημα απέναντι στον μελλοντολόγο. Η ιστορία τον βοηθάει, αν όχι να προβλέψει το μέλλον, τουλάχιστον να αναγνωρίσει το ιστορικά καινούργιο στο παρόν – κι επομένως ίσως να φωτίσει το μέλλον”.

Η ιστορία ωστόσο επιτελεί και μια άλλη έμμεση λειτουργία. Η τίμια περιδιάβαση της ιστορίας συνιστά και μια υπέρτατη ηθική πράξη, καθώς απευθύνεται στις μεταγενέστερες γενιές ανθρώπων, προμηθεύοντάς τους με μια διαυγή αίσθηση των πραγμάτων, που έχουν οδηγήσει σε τραγικές απολήξεις για τους ανθρώπους και τις κοινωνίες. Θα σημειώσω ότι μέχρι τα μέσα περίπου του προηγούμενου αιώνα η έρευνα της ιστορίας ήταν μια ορθολογική πράξη, που ερευνούσε, έκρινε, μελετούσε και ερμήνευε τα ιστορικά γεγονότα (συμβαντική ιστορία) με βάση τις γνωστές πηγές της, πρωτογενείς και δευτερογενείς. Σήμερα έχει διευρυνθεί τόσο πολύ το αντικείμενο και οι μέθοδοί της ώστε να συμπεριλάβει και άυλα “συμβάντα”, όπως νοοτροπίες και συναισθήματα, ως σημαντικούς συντελεστές στην ανέλιξη των ιστορικών γεγονότων. Από αυτή την άποψη προστίθενται και ψυχολογικές συνιστώσες στη διαμόρφωση της επιμέρους ή της συνολικής αποτίμησης της ερμηνείας της πραγματικότητας. Και έμμεσα υποδεικνύουν τη σημασία των παθών στη διαμόρφωση της πραγματικότητας και -όχι σπάνια- στην επιλογή των πλέον απρόσφορων ή καταστροφικών αποφάσεων και επιλογών. Αυτό είναι ίσως και το μεγαλύτερο ιστορικό μάθημα που προκύπτει από τη μελέτη της ιστορίας. Η απάμβλυνση των παθών στο αντίκρισμά της και η νηφάλια, απροκατάληπτη θεώρησή της.

Μ’αυτή τη συνειδητοποιημένη πρόσληψη της ιστορίας θα προσπαθήσω με τον προσήκοντα σεβασμό να σκύψω σε ένα από τα πιο δραματικά τεκμήρια της τοπικής μας ιστορίας, που φέρει τα χαρακτηριστικά της ατομικής συμβολής στο μεγάλο γεγονός της Αντίστασης εναντίον της Ιταλικής και γερμανικής Κατοχής στη Λευκάδα και στη συνέχεια στο επώδυνο γεγονός του Εμφυλίου Πολέμου. Πρόκειται για το Ημερολόγιο του πρωταγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης στη Δυτική Ελλάδα, Πάνου Γιαννούλη, του επονομαζόμενου τιμητικά «Σταυραϊτού».

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Κυκλοφορούσε για χρόνια εν στενώ ότι υπάρχει το Ημερολόγιο του Πάνου Γιαννούλη, κειμήλιο οικογενειακό, στα χέρια της οικογένειας Κατωπόδη (Ντελημάρη), με τους οποίους ο Γιαννούλης είχε στενή συγγένεια. Θα πρέπει να είχαν γίνει κάποιες προσπάθειες ώστε το τεκμήριο αυτό να έρθει στα χέρια κάποιου ή κάποιων που θα μπορούσε να το αξιοποιήσουν επιστημονικά κι ακόμα να συντελέσουν στην πραγμάτωση μιας έκδοσής του.

Πριν από κάποιους μήνες, αρχές καλοκαιριού του 2024, είχα την εξαιρετική τιμή μιας πρότασης ιστορικής και φιλολογικής σημασίας, η οποία δεν ήταν απαλλαγμένη και από το βάρος μιας υψηλής, από κάθε άποψη, επιστημονικής και ηθικής ευθύνης στη διαχείρισή της. Πρόκειται για μια πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία με τον Κώστα Δρακονταειδή, πρώην Δήμαρχο Λευκαδίων, ο οποίος με ενημέρωσε σχετικά με το ζήτημα. Στα χέρια του είχε φτάσει, από τον Άγγελο Κατωπόδη (Ντελημάρη) το «Ημερολόγιο» του Πάνου Γιαννούλη, φωτοτυπημένο χειρόγραφο 35 πυκνογραμμένων σελίδων, με την παράκληση της οικογένειας να τύχει της κατάλληλης επεξεργασίας ώστε να εκδοθεί και να παραδοθεί τόσο στην τοπική κοινωνία όσο και στην ιστορία ως ένα επιπλέον τεκμήριο2 για τα διαδραματισθέντα κατά τη διάρκεια της Αντίστασης στη Λευκάδα εναντίον των Ιταλών και Γερμανών κατακτητών.

Ο ίδιος ο Κώστας Δρακονταειδής, είχε ήδη επιχειρήσει και ολοκληρώσει από την πλευρά του το έργο της δυσχερούς, σε πολλά σημεία, ανάγνωσης του χειρόγραφου κειμένου και της προσεκτικής δακτυλογράφησής του. Με απόλυτο σεβασμό στο πρωτότυπο, χωρίς καμιά παρέμβαση στο περιεχόμενο, παρά μόνον στην εν μέρει ορθογραφική αποκατάσταση ιδιαίτερα προβληματικών σημείων, ο πρώην Δήμαρχος μου παρέδωσε το δακτυλογραφημένο αντίγραφο, με την παράκληση εκ μέρους του και εκ μέρους της οικογένειας του συντάκτη του Ημερολογίου Πάνου Γιαννούλη, να αναλάβω το έργο της προετοιμασίας τού ιστορικού ντοκουμέντου προς έκδοση: τελική αποκατάσταση κειμένου, φιλολογική επιμέλεια, εισαγωγή.

Όπως είναι ευνόητο, η τιμητική εμπιστοσύνη που επεδείχθη στο πρόσωπό μου δεν ήταν απαλλαγμένη από το άχθος που η ίδια η διαχείριση ενός τόσο σημαντικού τεκμηρίου της τοπικής μας ιστορίας συνεπάγεται και τις συνακόλουθες ηθικές παραμέτρους της συνομιλίας του υποκειμένου με την ιστορία, και μάλιστα σε επώδυνες συνθήκες και εποχές. Και η Εθνική Αντίσταση στη Λευκάδα, συνυφασμένη με τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Πάνου Γιαννούλη3, που επιζεί στη συλλογική συνείδηση ως ο θρύλος ενός επικού ήρωα, διαπλέκεται αναπόφευκτα με την τραγωδία του Εμφυλίου, καθώς στο νησί της Λευκάδας πήρε οξύτατη μορφή και αγριότητα, που δημιούργησε δραματικό διχαστικό κλίμα και κοινωνικά τραύματα δύσκολο να επουλωθούν.

Η συμβολή μου στην παρούσα έκδοση είναι κατά το μάλλον φιλολογική. Η εμπλοκή με την ιστορική διάσταση του τεκμηρίου είναι δευτερογενώς υπόθεση μιας ιστορικής αποτίμησης του περιεχομένου του σε συνάρτηση με άλλες πρωτογενείς πηγές4 που ήδη η τοπική ιστορία της Αντίστασης και στη συνέχεια του Εμφυλίου διαθέτει. Ώστε κάποια στιγμή να έχουμε μια εμπεριστατωμένη, κριτικά θεμελιωμένη Ιστορία της Αντίστασης και του Εμφυλίου στη Λευκάδα, γεγονός που θα απαιτήσει και τη συνεπικουρία άλλων συναφών επιστημών, κυρίως στο κρίσιμο και θολό σημείο μετάβασης από το έπος της Αντίστασης στην τραγωδία του Εμφυλίου.

Ήδη υπάρχουν στο Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών κατατεθειμένες δύο διδακτορικές εργασίες: του Ιωάννη Α. Αναγνώστου, με τίτλο: Η Εθνική Αντίσταση στη Λευκάδα (1941-1944), Ιωάννινα 2002. Η εργασία πραγματοποιήθηκε με την καθοδήγηση του Λευκαδίτη καθηγητή της Διπλωματικής και Στρατιωτικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Ιωάννη Μαλακάση, και υποστηρίχθηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του ίδιου Πανεπιστημίου, στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας-Τομέας Ιστορίας Νεωτέρων Χρόνων. Αξίζει να σημειωθεί το ερευνητικό έργο του καθηγητή Ιωάννη Μαλακάση πάνω στα συναφή ζητήματα της Αντίστασης και του Εμφυλίου στη Λευκάδα και συγκεκριμένα η έκδοση «Λευκάδα, η Ανατολή του Νέου Πολιτικού Διχασμού στο Μεταπολεμικό Κράτος», (Ιωάννινα 2001)5.

Στη διδακτορική διατριβή του Αναγνώστου πρωτοδημοσιεύεται -με συντμήσεις- σε ειδικό παράρτημα, και το Ημερολόγιο του Πάνου Γιαννούλη6. (Χρόνια αργότερα (2016), θα αναδημοσιευθεί σε συνέχειες στην ψηφιακή έκδοση Λευκαδίτικα Νέα από τον δημοσιογράφο Φίλιππο Γ. Κολυβά, ο οποίος έχει επιδείξει μια σημαντική και έντιμη ερευνητική δραστηριότητα γύρω από τα θέματα της τοπικής ιστορίας της περιόδου και την διακρίβωσή τους).

Η δεύτερη -πολύ μεταγενέστερη- διδακτορική διατριβή της Ασημίνας Κ. Κουτρουμάνη, με τίτλο: Η Κατοχή στη Λευκάδα και στην Κεφαλλονιά 1941-1944, υποστηρίχτηκε στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, με επιβλέπουσα καθηγήτρια τη Λήδα Παπαστεφανάκη το 2018.

Αποκλειστικά στη Λευκάδα η Κουτρουμάνη αφιερώνει το κεφάλαιο 5, του οποίου η διαπραγμάτευση στηρίζεται αποκλειστικά σε εκτενή αποσπάσματα από τις τοπικές πρωτογενείς χειρόγραφες ή δημοσιευμένες πηγές, όπου αναφέρεται και σε σύντομα βιογραφικά των συντακτών τους. Αναφέρουμε ενδεικτικά το Ημερολόγιο του Πάνου Γιαννούλη, την ανέκδοτη χειρόγραφη μελέτη του Ευστάθιου Κτενά (Παπαστάθη), το ανέκδοτο χειρόγραφο του Γιώργου Λογοθέτη, του Διονυσίου Βλάχου, του Πέτρου Γρηγόρη, του Ξενοφώντα Κατωπόδη ή Κοττά, του Χριστόφορου Κούρτη, της Ζωίτσας Κατωπόδη-Ντελημάρη, αδελφής του Πάνου Γιαννούλη, του Χαράλαμπου Περδικάρη, του Γεράσιμου Σταματέλου, κ.ά.

Παρά τη σημασία των συγκεκριμένων έργων, εντούτοις παραμένουν –και θα παραμένουν- σκοτεινά ή αμφιλεγόμενα σημεία των γεγονότων της περιόδου, όπως, καθώς προαναφέραμε, και της εκτροπής της Αντίστασης σε σκληρό Εμφύλιο Πόλεμο.

Β. Πώς διαβάζεται ένα Ημερολόγιο

Η «ανάγνωση» ενός ημερολογιακού κειμένου είναι διττή: α. Ως πρωτογενές στοιχείο τεκμηρίωσης για την ιστορική έρευνα. Προσφέρεται δηλαδή στον ειδικό ερευνητή ένα προσωπικό κείμενο στο οποίο κατατίθεται η υποκειμενική ματιά του γράφοντος για γεγονότα, συνθήκες, πρόσωπα, για μια προσωπική εντέλει αποτίμηση της εποχής του και των γεγονότων στα οποία ο ίδιος είχε εμπλοκή. Όταν πρόκειται βέβαια για πρόσωπα που διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο σε κρίσιμες στιγμές της ιστορίας, τότε οπωσδήποτε η σημασία του ως ιστορικού τεκμηρίου είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς συνυφαίνονται τα γεγονότα της προσωπικής του ζωής και δράσης με κείνα της δημόσιας ζωής. Β. Η ανάγνωσή του ως κειμένου στο οποίο αναγνωρίζεται -αν αναγνωρίζεται- μια αισθητική αξία, οπότε μετέχει στη διαδικασία «ανάγνωσης» μιας λογοτεχνικής γραφής.

Εξετάζοντας το συγκεκριμένο «τεκμήριο» του Πάνου Γιαννούλη με βάση τις δύο προαναφερθείσες αναγνωστικές του επιτελέσεις-λειτουργίες: Σχετικά με την πρώτη, τη συνεισφορά και την αξιοποίησή του ως στοιχείου ιστορικής τεκμηρίωσης: «Καθετί στον κόσμο είναι δυνητικά ιστορική μαρτυρία για οποιοδήποτε θέμα. Καθετί που χρησιμοποιείται ως μαρτυρία είναι μαρτυρία και κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τι θα του χρησιμεύσει ως μαρτυρία μέχρι να έχει την ευκαιρία να τη χρησιμοποιήσει ως μαρτυρία», θα γράψει ο Collingwood9, ήδη από το 1946. Η θέση αυτή του έγκριτου Άγγλου ιστορικού και αρχαιολόγου ισχύει και για τη συγκεκριμένη περίπτωση και για κάθε περίπτωση ιστορικού ντοκουμέντου. Το κείμενο παραμένει αδρανές στον βαθμό που ο συνομιλητής του (ερευνητής ή απλός αναγνώστης) δεν είναι διατεθειμένος να συνδιαλεχτεί μαζί του, να του υποβάλει δηλαδή ερωτήματα και στη συνέχεια να ανακαλύψει τις απαντήσεις ρητά διατυπωμένες ή υπόρρητα εννοούμενες. Για το τελευταίο, σημαντικό ρόλο θα παίξει και η χαρακτηρολογική σύσταση του συντάκτη του κειμένου, ο βαθμός ανεξαρτησίας του απέναντι στην «αλήθεια», οι ψυχικές και συναισθηματικές του ορίζουσες, η ευφυΐα του να κινείται και να κατανοεί τα τεκταινόμενα, τις προθέσεις, τις επιλογές, τις στρατηγικές προσώπων, την τυχαιότητα ή το εμπρόθετο συμβάντων και συγκυριών.

Ο Πάνος Γιαννούλης υπογράφει το κείμενό του πριν αρχίσει την αφήγηση των γεγονότων, δίνοντας τα βασικά στοιχεία της αγωνιστικής του ταυτότητας: Παναγ. Γιαννούλης ή Σταυραϊτός-Καπετάνιος ΙΙ Τάγματος Λευκάδας. Και αμέσως μετά, προσδιορίζει με καθαρότητα τον σκοπό για τον οποίο θα καταθέσει τη μαρτυρία του: «Γράφοντας το ημερολόγιο μου (δεν) το γράφω από φιλοδοξία, αλλά από καθήκον προς το λαό και την ιστορία δια να δουν οι μετέπειτα γενεές πώς τα παιδιά του λαού μάχονται δια την λευτεριά της πατρίδος των και τις σατανικές ενέργειες σκοτεινής αντίδρασης, όπως παρατείνουν επ’ άπειρον στον τόπο μας την εγκληματική τους σταδιοδρομία οι Γερμανοί φασίστες». Η πρόθεσή του καθώς με σαφήνεια και πάθος διατυπώνεται είναι η μελλοντική δημόσια χρήση του και ειδικότερα η παραδειγματική λειτουργία του στο επίπεδο μιας αγωγής του ελεύθερου και αγωνιστικού φρονήματος των επερχόμενων γενεών. Η αφήγηση των γεγονότων: από το 1941 μέχρι το 1945, οπότε συντάσσεται και ο επίλογος (27-10-45): «Την ιστορίαν μου την γράφω κυνηγημένος στα βουνά και στα σπίτια. Ως εδώ σταματώ και εύχομαι να μην ξαναρχίσω από την αρχή». Αν ερμηνεύουμε σωστά τα δύο ορόσημα, στην αρχή και στο τέλος του Ημερολογίου, η γραπτή αφήγηση φαίνεται να αρχίζει στις 26 Μαΐου του 1945 και να ολοκληρώνεται πέντε μήνες μετά, στις 27-10-1945.

Ο λόγος του συντάκτη παράφορος, συγκινησιακά φορτισμένος, ηλεκτρισμένος από τη βίωση μιας αδιαπραγμάτευτης αίσθησης ελευθερίας και αγωνιστικότητας, φέρει την ψυχική και συναισθηματική ιδιόλεκτο του υποκειμένου, που δεν υποτάσσεται παρά μόνο στη φωνή του αγώνα και ενός γνήσιου πατριωτισμού, συνυφασμένου με την έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης και του λαϊκού συμφέροντος, όπως απορρέει και από την ιδεολογική του ένταξη στον χώρο του αριστερού κινήματος.

Η ιδιαιτερότητα της ηγετικής παρουσίας του Πάνου Γιαννούλη είναι ευδιάκριτη, σαφώς περιγεγραμμένη στις σελίδες του ημερολογίου του: Ευφυής, ευέλικτος, υπεράνθρωπα ανθεκτικός και ριψοκίνδυνος, μοναδικά γενναίος και αδίστακτος στη μάχη, εγωιστής, υψηλόφρων, αποφασιστικός και με στρατηγικές ικανότητες προικισμένος. Είναι «κατασκευασμένος» από μια στόφα που ανταποκρίνεται στο διαχρονικό αρχέτυπο του ήρωα, όπως αποτυπώνεται στους ηρωικούς μύθους των επών, στα δημοτικά τραγούδια, στους θρύλους που ζουν και αναπαράγονται στο λαϊκό φαντασιακό.

Ζυμωμένος με τόλμη, απείθαρχη, αδούλωτη, ανυπάκουη σε θεσμικές εξουσίες φύση, ανδρώνεται στη λαϊκή συνοικία φτωχών ψαράδων της Άγια-Κάρας, εμποτισμένος από τις λαϊκές αξίες της παλικαριάς και της περηφάνιας, άχρι θανάτου-δικού του ή του αντιπάλου. Έφηβο τον συναντάμε στις σελίδες ποινικών βουλευμάτων10 να υπερασπίζεται με τη φυσική του δύναμη και αποκοτιά αλλά και με τη φαλτσέτα ή το μαχαίρι του την ανδρική του αξιοπρέπεια και «να μην σηκώνει μύγα στο σπαθί του» -εικόνες συνήθεις από τον 19ο αιώνα και μέχρι την πρώτη μεταπολεμική περίοδο στη Λευκάδα. Είναι χαρακτηριστική η περιγραφή των ηθών του Λευκαδίτη, από τον Γιώργο Σγουρό, ειδικό απεσταλμένο της Π.Ε. του ΕΑΜ στη Λευκάδα, από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Μάιο του 1944: «Πρόκειται για ξεχωριστή πάστα ανθρώπων από όλους τους Έλληνες. Διακρίνεται για τη φιλεργατικότητά του… Όλα τα βουνά χάρη στο φιλόπονο Λευκαδίτη έχουν μετατραπεί σε αμπέλια παρά το ελάχιστο της αποδοτικότητάς τους… Παρά τον κακόν τρόπον ζωής λόγω των πτωχών μέσων που διαθέτουν για την συντήρησή τους, είναι σχετικά υγιείς και εύσωμοι. Στα χωριά επικρατεί το πατριαρχικό σύστημα συμβίωσης. Ο άνδρας έχει πάντα τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο και η υπόλοιπη οικογένεια υπακούει. Αυτό τον έχει κάνει εγωιστή και αν δεν προσέξει κανείς αυτόν τους τον εγωισμό μπορεί να δημιουργήσει πολλές κακές συνέπειες. Ο Λευκαδίτης, θιγόμενος στον εγωισμό του είναι ικανός για όλα, ακόμα και για έγκλημα. Η λευκαδίτικη βεντέτα είναι βαθιά ριζωμένη στους Λευκαδίτες και αυτή είναι απόρροια του εγωισμού τους»11.

Δεν είναι του παρόντος η κριτική της ανθρωπολογικής προσέγγισης του Λευκαδίτη12. Οπωσδήποτε ωστόσο, οι πολλαπλές πολιτισμικές επιρροές και συνθήκες -κατακτήσεις, επικοινωνία με την απέναντι Ακαρνανία, οικονομικό περιβάλλον, διαχρονική κατάσταση πενίας, κοινωνικές ανισότητες, η συνακόλουθη καταπίεση και οι απορρέουσες απ’αυτήν κοινωνικές εξεγέρσεις- μπορούν να συναρθρωθούν και να ερμηνεύσουν, ως ένα βαθμό, τη φυσιογνωμία, τις νοοτροπίες και τους κώδικες τιμής του πληθυσμού. Ο Πάνος Γιαννούλης εκπροσωπεί ωστόσο -αποκρινόμενος σε αυτά τα χαρακτηριστικά- τα πιο φιλελεύθερα και αδούλωτα πνεύματα που οι λαϊκές τάξεις της Λευκάδας ανέδειξαν. Ο «εγωισμός» στον οποίο αναφέρεται ο Σγουρός είναι η έκφραση της αξιοπρέπειας -της δικής του και του τόπου του- συνυφασμένη με ένα βαθύ προσωπικό βίωμα ανεξαρτησίας. Κι αυτό το αίσθημα ανεξαρτησίας θα θέσει με παράφορη δύναμη και αυταπάρνηση στην ανυποχώρητη αντίσταση εναντίον του κατακτητή.

Στο Ημερολόγιο του Πάνου Γιαννούλη, είναι εναποταμιευμένη η ένταση με την οποία «διαλέγεται» το υποκείμενο με τη συνείδησή του. Εδώ, ο ημερολογιογράφος σε πρώτο πρόσωπο εκ-θέτει τον εαυτό του και τη δράση του και τα κίνητρα της δράσης του σε μια δημόσια αποτίμηση. Και προτείνει όχι απλώς μιαν εκδοχή «ανάγνωσης» των ιστορικών γεγονότων στα οποία μαζί με άλλους συναγωνιστές μετέχει ως οργανωμένη συλλογικότητα, διατηρώντας την ατομική του ευθύνη ως εκ της θέσης και του ρόλου του. Αλλά συγκροτεί κάτι πολύ περισσότερο: ένα αποθετήριο μνήμης, του εαυτού του και των αναμετρώμενων παραταξιακών συλλογικοτήτων, όπως πραγματώνεται και βιώνεται στην καθημερινή τους συγκρουσιακή διαπάλη.

Η πράξη της ημερολογιακής καταγραφής των γεγονότων της Αντίστασης από τον Πάνο Γιαννούλη συνιστά ένα αυτοαναφορικό κείμενο, το οποίο όμως επιτρέπει να αναδειχτεί και μια άλλη διάσταση του υποκειμένου της γραφής: η «ηθική του προσώπου»14 , συνυφασμένη με τον αγώνα του, τις επιλογές και τις ποιότητες των επιλογών του, τις αξιολογήσεις των πράξεών του, το περιεχόμενο της συνείδησής του που εκφράζεται ως βούληση και νοηματοδοτεί μέχρις εσχάτων τον ένα και μοναδικό του στόχο: την υπεράσπιση της ελευθερίας της χώρας του και μέσω αυτής την υπεράσπιση της τιμής και της αξιοπρέπειας του ίδιου.

Το πώς βιώνεται η πραγματικότητα της σκλαβιάς μάς το έχει πει στην πρώτη φράση του ημερολογίου του15. Θα το επαναλαμβάνει αρκετές φορές και όταν αυθόρμητα φαίνεται να δικαιολογεί τη φονικότητα των αναμετρήσεων με τον κατακτητή, που η ένταση του πάθους φτάνει σε παροξυσμό. Θα γράψει μετά το «ξεκαθάρισμα» της περιοχής από Λεπενού μέχρι Αμφιλοχία, όπου υπήρχαν τα γερμανικά φυλάκια. «Η κυριαρχική πατρίδα μας ήταν πάλι ελεύθερη και υπερήφανη διότι την λευτεριά της την πήραν τα παιδιά παλληκαρίσια με το σπαθί»16. Και στον επίλογο του ημερολογίου του: «Έπειτα από τετράχρονη κατοχή από Γερμανούς, Ιταλούς και Γερμανοράλληδες, ο ελληνικός λαός εύρε την ησυχία του ελεύθερος και λαοκρατούμενος μα και υπερήφανος διότι τα ηρωικά του παιδιά πρώτοι χτύπησαν τους Ιταλούς και τους Γερμανούς καταστρέφοντας και την τελευταία τους φάλαγγα…»17.

Έχοντας συνείδηση της φονικότητας των αναμετρήσεων με τον εχθρό, και της επικινδυνότητας της αντιστασιακής του δράσης και παρουσίας, έρχεται να δικαιολογήσει ακόμα και την πράξη της επικήρυξής του και τα μέσα που αξιοποιήθηκαν προκειμένου για τη σύλληψη και την εξόντωσή του: «Η ταξιαρχία της Κέρκυρας αμέσως όταν ήρθε εδώ η εθνοφυλακή, τους έδωσε εντολή να με πιάσουν και να με εκτελέσουν δίχως δίκη. Μα είχαν δίκιο διότι σκότωσα χιλιάδες Γερμανούς και Ιταλούς, …και αφού δεν παραδόθηκα με επεκήρυξαν … Μεταχειρίσθηκαν όλα τα αισχρά μέσα, το ξύλο, το μαχαίρι, το καυτό λάδι της φυλακής. Έκαψαν το μοναδικό δάσος που υπήρχε στο νησί μας που η απώλειά του θα κοστίσει σε ολόκληρο το νησί. Με κύκλωσαν όταν με αντίκρισαν τρομαγμένοι μου άνοιξαν δρόμο να περάσω, όπως κάθε φορά όταν με αντίκριζαν»18.

Το πάθος και η συναισθηματική του παραφορά, που ηλεκτρίζει και πολλαπλασιάζει την ακαταδάμαστη δύναμή του διακρίνεται και στους χαρακτηρισμούς με τους οποίους επικαλείται τον κατακτητή – κάτι που δεν συναντάμε σε άλλες, περισσότερο ψύχραιμες καταγραφές (π.χ. Σγουρός, Αλέκος Φίλιππας, Κουτσαύτης). Μιλάει για: την «φασιστική κτηνωδία», την αρρωστημένη φαντασία των Ιταλών, τους Ούνους του Χίτλερ, τα ξανθά τέρατα του Βορρά, τα τσακάλια της φασιστικής κτηνωδίας, για τα φασιστικά τους όνειρα…

Ο Γιαννούλης δεν κάνει ιστορία· γράφει ο ίδιος ιστορία. Έχει εσωτερικεύσει την προσωπική του δύναμη, τον ηρωισμό, το πάθος του για ελευθερία, το αίσθημα καθήκοντος. Και την ένταξή του στην Αριστερά, κατάσταση που βιώνει ηφαιστειακά με το συναίσθημα παρά με την ψύχραιμη λογική. Γι’αυτό, ακόμα και στην ώρα της γραφής είναι ο ήρωας ακτιβιστής, που τη γραφίδα του φαντασιώνεται ως το αμείλικτο όπλο (μαχαίρι, πολυβόλο, τουφέκι) που «καθαρίζει» τον εχθρό, στο όνομα της ελευθερίας του τόπου του και της προσωπικής, «αντρικής» του αξιοπρέπειας. Αισθάνεται ότι σπάραγμα ο ίδιος του λαού, της λαϊκής αδούλωτης ψυχής, πράττει για λογαριασμό της. Γράφει για την πρώτη αντιστασιακή πράξη του: «Την άλλη βραδιά μας πρόδωσαν που πήγαινα μόνος μου με τη γραφομηχανή. Στον κάμπο με μπλόκαρε η περίπολος η οποία κίνησε να με συλλάβει, όταν τους είδα έξαφνα μπροστά μου προς στιγμή εσκέφθηκα ότι οι Ιταλοί σκαθάρια φασιστικά είχαν πολλά, μα επαναστάτες σαν και με η πατρίδα είχε λίγους με αντρίκια ταχύτητα τους εχτύπησα όλους. Τα πρώτα τρία βόλια έβαψαν κόκκινα τα μαύρα φασιστικά πουκάμισά τους»19. Ο αντιστασιακός αγώνας ζει μέσα του με την ιερότητα όρκου τιμής, βγαλμένη από το ‘21: «Τα τιμημένα καριοφίλια μας που τα αποχτήσαμε χύνοντας ποτάμια αίμα…»

Σημειώσεις

1. Σταυραϊτός (Σταυραετός): Είδος αετού, που διακρίνεται για το μικρό του μέγεθος, αντιστρόφως ανάλογο προς την αρπακτική του ορμή, την ταχύτητα, την ευελιξία του και την περηφάνια που εκπροσωπεί στη λαϊκή φαντασία. Ήταν τιμητική ονομασία που έδιναν σε ανέντακτους οπλαρχηγούς, καπεταναίους, κλέφτες και αρματολούς για το αδούλωτο του χαρακτήρα τους και την απόδρασή τους από την «έννομη τάξη» στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, και κυρίως κατά την Επανάσταση του 1821. Έτσι, η ονομασία Σταυραϊτός, για τους ίδιους λόγους, πέρασε και στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης. Η λαϊκή ποίηση έχει απαθανατίσει την παλικαριά του Πάνου Γιαννούλη και την περηφάνεια του αξιοποιώντας τα χαρακτηριστικά του αετού: Βγήκες αητέ περήφανε/ στα Σταυρωτά απάνω/ πολέμησες τους Ιταλούς/ και Γερμανούς αντάμα (Σπύρου Γ. Φίλιππα, Θούριο Πάνου Γιαννούλη). Και: Ψαράς εις το επάγγελμα/ ήσουν Γιαννούλη Πάνο/ το φασισμό δεν άντεχες/ σηκώθηκες απάνω… (Παναγιώτη Ζαβερδινού, Γιαννούλης). Βλ. Σπύρος Βρεττός, «Οι λαϊκοί ποιητές της Λευκάδας (1900-1985) ως κοινωνικό φαινόμενο», εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1991, σ. 167 και 282.

2. Υπάρχουν σήμερα στα χέρια του σύγχρονου ερευνητή της ιστορίας της περιόδου ποικίλα πρωτογενή «κείμενα» ανέκδοτα ή δημοσιοποιημένα, από ιδιωτικά αρχεία, όπως ημερολόγια, απομνημονεύματα, επιστολές και διάφορα χειρόγραφα, αλλά και βιβλία. Αναφέρουμε όλως ενδεικτικά: του Ευστάθιου Κτενά (Παπαστάθη), του Ζώη Κουτσαύτη, του Γιώργου Σγουρού, του Αλέκου Φίλιππα, του Παναγιώτη Μουσούρη, του Γιώργου Λογοθέτη, της Σμύρνης Μαραγκού, του Ηλία Γράψα, του Ξενοφώντα Γρηγόρη, του Χριστόφορου Κούρτη, του Πάνου Ματαφιά κ.ά. Επίσης τα βιβλία των Ζώη Κουτσαύτη («Η Εθνική Αντίσταση στη Λευκάδα, Ιταλική και Γερμανική Κατοχή», Αθήνα 1991), της Σμύρνης Μαραγκού («Η Λευκάδα στη δίνη της Κατοχής και του Εμφυλίου» – 1989), του Βασίλη Γαρύφαλλου, («Μνήμες Αντίστασης 1941-1945» (2004), του Πάνου Μουσούρη, («Αναμνήσεις» – 2003). Του πανεπιστημιακού καθηγητή Ι.Φ. Μαλακάση, «Η Ανατολή του Νέου Πολιτικού Διχασμού στο Μεταπολεμικό Κράτος» με συγγραφέα τον Ι. Φ. Μαλακάση, εκδόσεις «Δωδώνη» 2001. Και οι εργασίες του, επίσης πανεπιστημιακού καθηγητή, Ηλία Θερμού, δημοσιευμένες σε τρεις συνέχειες (4 Οκτωβρίου 2021, 7 και 11 του ίδιου μήνα) στα «Λευκαδίτικα Νέα», με τίτλο: «Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Λευκάδα και η επέμβαση των Γερμανών στην ιστορική Μάχη στο Λαϊνάκι στις 15-18 Ιουνίου 1944-Τα Ιστορικά Αρχεία».

3. Ο Πάνος Γιαννούλης (1911-1947) υπήρξε αδιαμφισβήτητα ο μεγάλος πρωταγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης στη Λευκάδα, με δυνατή δράση και στο απέναντι Ξηρόμερο. Καπετάνιος του 3ου Τάγματος του 2/39 Συντάγματος, της VII Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ. Διεξήγαγε, με απαράμιλλη γενναιότητα, άπειρες μάχες εναντίον των κατακτητών στη Λευκάδα και στη Δυτική Ελλάδα, και έλαβε μέρος στη μεγάλη μάχη της Αμφιλοχίας (Ιούλιος 1944). Ήταν από τους πρώτους που βγήκε στο βουνό, από το καλοκαίρι του 1941, οπότε συγκρούστηκε με ιταλική περίπολο, σκότωσε τον έναν Ιταλό και τραυμάτισε τον άλλο, στην προσπάθειά του να διασώσει τη γραφομηχανή που κουβαλούσε. Το περιστατικό αφηγείται ο ίδιος στο Ημερολόγιό του, όπως και τους επικούς του αγώνες μέχρι το 1945, οπότε κλείνει το Ημερολόγιό του. Στα μέσα περίπου του ‘42 το ΕΑΜ στη Λευκάδα συγκροτεί την πρώτη ένοπλη ομάδα του ΕΛΑΣ, με καπετάνιο τον Πάνο Γιαννούλη.

Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας (12 Φεβρουαρίου 1945) και εξαιτίας της τρομοκρατίας που εξαπολύθηκε εναντίον των αγωνιστών, ο Γιαννούλης αναγκάζεται ξανά στην παρανομία. Μαζί με άλλους διωκόμενους συναγωνιστές, το 1947 θα έχουν συγκροτήσει μια αξιόλογη μονάδα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) στη Λευκάδα. Το μεγαλύτερο μέρος της ομάδας, έπειτα από εντολή του Γενικού Αρχηγείου του Δημοκρατικού Στρατού, θα περάσει στο Ξηρόμερο και με αρχηγό τον Γιαννούλη θα συγκροτηθεί αντάρτικο κίνημα στην περιοχή. Θα αναγκαστούν σύντομα να χωριστούν σε μικρότερες ομάδες, έπειτα από διαρροή του σχεδίου δράσης τους. Τότε, μία απ’αυτές, με επικεφαλής τον Γιαννούλη θα περάσει στη Λευκάδα. Ο Γιαννούλης θα χάσει τη ζωή του σε μια καταδίωξή του από κυβερνητικό απόσπασμα. (Βλ. και https://ethniki-antistasi-dse.gr/panos-giannoulis.html, πρόσβαση 20-9-2024).

4. Πολλά διαφωτιστικά άρθρα και κείμενα αγωνιστών έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς -και δημοσιεύονται- στην ηλεκτρονική εφημερίδα του Φίλιππου Κολυβά, «Λευκαδίτικα Νέα».

5. Στην προσπάθεια να διασωθεί η μνήμη όσων είχαν διαδραματίσει κάποιο ρόλο στα γεγονότα της Αντίστασης, είχε προγραμματιστεί ένα άτυπο σεμινάριο. Το σεμινάριο αυτό με θέμα: Η Λευκάδα στην Αντίσταση 1941-1944, σχεδιάστηκε με πρωτοβουλία του αγωνιστή Γιώργη Κοντογιώργη και του Ηλία Θερμού, Πανεπιστημιακού. Η πρώτη συνάντηση θα πραγματοποιούνταν στην Αθήνα, στις 14 Ιανουαρίου 1979, ώρα 9 π.μ. στην Ομόνοια, αριθμός 12, πάνω από το καφενείο Μ. Αλέξανδρος. Σκοπός της σύσκεψης ήταν η συλλογή και καταγραφή μαρτυριών κι άλλων στοιχείων – γράμματα, φωτογραφίες, αναμνηστικά, κλπ., για τα ιστορικά γεγονότα και περιστατικά της περιόδου, όπως τα έζησαν τα πρόσωπα που διαδραμάτισαν κάποιο ρόλο σε αυτά. Είχε επιλεγεί από τους διοργανωτές του σεμιναρίου η μέθοδος της αυθόρμητης, ζωντανής αφήγησης, η οποία θα μαγνητοφωνούνταν, ως η προσφορότερη και αυθεντικότερη πηγή για τη διάσωση γεγονότων και συμβάντων που δεν διασώζονται από άλλες ιστορικές πηγές. Στις συσκέψεις αυτές θα καλούνταν να μιλήσουν μόνο όσοι έζησαν και έδρασαν κατά την περίοδο από την κατάρρευση του Αλβανικού Μετώπου μέχρι τη Βάρκιζα, ενώ ως ακροατής μπορούσε ελεύθερα ο καθένας να παρακολουθήσει τις εργασίες του σεμιναρίου. Δυστυχώς, η φιλόδοξη αυτή προσπάθεια δεν τελεσφόρησε, παρά την αρχική ομόθυμη συμμετοχή. (Βλ. σχετικά, «Λευκαδίτικα Νέα», http://www.kolivas.de/archives/415182, πρόσβαση 21-9-2024)

6. Στο παράρτημα της εργασίας δημοσιεύονται επίσης τα «Απομνημονεύματα» των αγωνιστών: Ευστάθιου Κτενά-Παπαστάθη, Γιώργου Λογοθέτη, Π. Λογοθέτη, Παναγιώτη Μουσούρη.

7. Βλ. Ιωάννης Α. Αναγνώστου, «Η Εθνική Αντίσταση στη Λευκάδα (1941-1944)», Διδακτορική Διατριβή, Ιωάννινα 2002, σ. 57-67.

8. Ό.π., σ. 4.

9. Βλ. Robin George Collingwood, «The Idea of History», Oxford University Press, Oxford and New York 1994, p. 280.

10. Βλ. σχετικά, Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού, «Το έγκλημα και οι κοινωνικοί του προσδιορισμοί» – Λευκάδα 1900-1940, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 1998, σ. 28 κ.ε.

11. Βλ. Ι.Α. Αναγνώστου, ό.π., σ. 241. Επίσης, Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού, Αστικά-αγροτικά ήθη. Η ιδεολογία της εγκληματικής συμπεριφοράς, Πρακτικά Ε Συμποσίου ΕΛΜ, Αθήνα 2001, σ. 75-92. Της ίδιας: Εγκληματογένεση και περιβάλλον, Λευκάδα 1900-1940, Πρακτικά Πρώτου Παλλευκαδικού Συνεδρίου, έκδ. Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Λευκάδας, Πάτρα 1999, σ. 146-157. Και: Παιχνίδι-Ψυχαγωγία, Παιδικότητα και Ενηλικότητα. Λεκτικά-τελεστικά «συμβάντα» βίας και ανταγωνισμού στην παραδοσιακή κοινωνία, Ανάτυπο Επετηρίς ΕΛΜ Θ’ 2003, Αθήνα 2004, σ. 173-224.

12. Βλ. Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού, Το «ηχηρό» πορτρέτο της λευκαδίτικης τρέλας-Κώδικες μιας δημιουργικής ανθρωπολογίας, Επετηρίς Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών, τόμος Ι’, ΕΛΜ 2004- 2005,Αθήνα 2006.

13. Maurice Blanchot, Ο χώρος της Λογοτεχνίας, μτφρ. Δ. Δημητριάδης, Εξάντας-Νήματα, Αθήνα 1994.

14. Βλ. Μαρία Σακοράφα, Το ημερολογιακό ύφος ως ηθική του προσώπου και Η Ζωή εν Τάφω του Στράτη Μυριβήλη, ΑΠΘ-Φιλοσοφική Σχολή- Τμήμα Φιλολογίας-Τομέας Μ.Ν.Ε.Σ., Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2007, https://ikee.lib.auth.gr/record/79721/files/gri-2007-821.pdf, πρόσβαση 12-7-2024.

15. Από το Ημερολόγιο Πάνου Γιαννούλη, σ. 39.

16. Ό.π., σ. 71.

17. Ό.π., σ. 79.

18. Ό.π., σ. 79-80.

19. Ό.π., σ. 41.



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>