Εκεί στο Λειβάδι της Καρυάς μια πρόσκαιρη λίμνη που δεν διαρκεί περισσότερο από 3 μήνες και μια ποικιλία αμπελιού (Βαρτζαμί) που καταφέρνει και δίνει παραγωγή χρόνια τώρα, σ΄ αυτές τις δύσκολες συνθήκες, που ελάχιστα είδη μπορεί να επιβιώσουν!
Χαθήκαν απ τον κάμπο τα παπιά // μπούκωσε ο καταποτήρας // μπίζα δεν σπέρνονται πιά // η περιοχή σκέτος υγραντήρας.
Έγινε η λιμνοδεξαμενή // φωλεά από βατράχια // αφέθηκε στην τύχη της // και αντιλαλούν τα βράχια.
Σάπιο τοπίο η περιοχή // σκηνικό φόβος και τρόμος // για τον διαβάτη που περνά // είναι δύσκολος ο δρόμος.
Το αμπελοβαρτζαμί μέσα στον κάμπο της Καρυάς δεν ανεβάζει το μπομέ και το ιξώδες του υγρού και το κόψιμο στην βράση του μούστου να δώσει το άριστο αποτέλεσμα. Ασφαλώς και είναι εξαίτερης ποιότητας το κρασί και απ το βαρτζαμί αμπέλι στον κάμπο, αλλά δεν είναι σαν το βαρτζαμί κρασί που δείνουν τα αμπέλια ημιορεινά σε πλαγιές πέριξ.
Η περιοχή στο Σπήλιο παρακάτω απ το Πλατύστομα έδινε ψηλό μπομέ ( σάκχαρο μέχρι και 14-16 ) στην κάδη του μούστου, και το βαρτζαμί κρασί ήταν άριστο και σε χρώμα και σε βαθμό- γεύση και ιξώδες υγρού. Και άλλες περιοχές σε πλαγιές στην ημιορεινή Λευκάδα.
Αλλά και ότι έχει μείνει από αμπέλια Βαρτζαμί – μετά τα ξαμπελώματα – και αυτό είναι εξαιρετικής ποιότητας.
Αν το βαρτζαμί κρασί δεν είναι καλό, στην γεύση το νοιώθει κάποιος και για αυτή την περίπτωση , ο όρος είναι » τούφλα ».
Ο όρος καθιερώθηκε από τον Μπάρμπα Νίκο Καρφάκη Νιμόσκο ( πατέρα του Μηνά και του Αλέκου ) , όταν πίνοντας κάποια φορά κρασί (που αγοράσανε καλοκαίρι- ότι είχε μείνει βέβαια το καλοκαίρι-) δεν ήταν καλής γεύσης και προχειροφκιαγμένο και είπε : » δεν είναι καλές αυτές οι τούφλες ». Και από τότε έμεινε ο όρος » τούφλα» για το όχι καλοφκιαγμένο ποιοτικά βαρτζαμί κρασί.
Χαθήκαν απ τον κάμπο τα παπιά // μπούκωσε ο καταποτήρας // μπίζα δεν σπέρνονται πιά // η περιοχή σκέτος υγραντήρας.
Έγινε η λιμνοδεξαμενή // φωλεά από βατράχια // αφέθηκε στην τύχη της // και αντιλαλούν τα βράχια.
Σάπιο τοπίο η περιοχή // σκηνικό φόβος και τρόμος // για τον διαβάτη που περνά // είναι δύσκολος ο δρόμος.
Το αμπελοβαρτζαμί μέσα στον κάμπο της Καρυάς δεν ανεβάζει το μπομέ και το ιξώδες του υγρού και το κόψιμο στην βράση του μούστου να δώσει το άριστο αποτέλεσμα. Ασφαλώς και είναι εξαίτερης ποιότητας το κρασί και απ το βαρτζαμί αμπέλι στον κάμπο, αλλά δεν είναι σαν το βαρτζαμί κρασί που δείνουν τα αμπέλια ημιορεινά σε πλαγιές πέριξ.
Η περιοχή στο Σπήλιο παρακάτω απ το Πλατύστομα έδινε ψηλό μπομέ ( σάκχαρο μέχρι και 14-16 ) στην κάδη του μούστου, και το βαρτζαμί κρασί ήταν άριστο και σε χρώμα και σε βαθμό- γεύση και ιξώδες υγρού. Και άλλες περιοχές σε πλαγιές στην ημιορεινή Λευκάδα.
Αλλά και ότι έχει μείνει από αμπέλια Βαρτζαμί – μετά τα ξαμπελώματα – και αυτό είναι εξαιρετικής ποιότητας.
Αν το βαρτζαμί κρασί δεν είναι καλό, στην γεύση το νοιώθει κάποιος και για αυτή την περίπτωση , ο όρος είναι » τούφλα ».
Ο όρος καθιερώθηκε από τον Μπάρμπα Νίκο Καρφάκη Νιμόσκο ( πατέρα του Μηνά και του Αλέκου ) , όταν πίνοντας κάποια φορά κρασί (που αγοράσανε καλοκαίρι- ότι είχε μείνει βέβαια το καλοκαίρι-) δεν ήταν καλής γεύσης και προχειροφκιαγμένο και είπε : » δεν είναι καλές αυτές οι τούφλες ». Και από τότε έμεινε ο όρος » τούφλα» για το όχι καλοφκιαγμένο ποιοτικά βαρτζαμί κρασί.