«Το Ευαγγέλιο των Φιλικών» | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Σα, Απρ 23rd, 2011

«Το Ευαγγέλιο των Φιλικών»

«ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΩΝ ΦΙΛΙΚΩΝ»

Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΟΠΙΚΟΥ ΜΥΘΟΥ

Στο ιστολόγιο www.kolivas.de δημοσιεύτηκε στις 26 Μαρτίου 2011 άρθρο τού Διακόνου π. Ιωαννίκιου Ζαμπέλη με τίτλο «Κάποιοι ʻʻ φαυλόβιοι εξόριστοιʼʼ από την Λευκάδα που αγωνίστηκαν για την ελευθερία του Εθνους».

Στο άρθρο αυτό επιχειρείται από τον Διάκονο π. Ιωαννίκιο Ζαμπέλη η εισαγωγή ενός μύθου στην τοπική ιστορία της Λευκάδας.

Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι:

1) Το Ευαγγέλιο που φυλάσσεται στο Μουσείο Φανερωμένης, και προέρχεται από το ναό του Αγίου Αντωνίου (σήμερα ερειπωμένο πίσω από τα δικαστήρια), είναι το Ευαγγέλιο, στο οποίο ορκίστηκαν οι οπλαρχηγοί που έλαβαν μέρος στη σύναξη της Αγίας Μαύρας(1) τον Φεβρουάριο του 1821.

2) Οι οπλαρχηγοί ορκίστηκαν πάνω στο συγκεκριμένο Ευαγγέλιο, από τον Μεγάλο Πρωτοπαπά και μετέπειτα Μητροπολίτη Λευκάδας Ζαχαρία Μοντεσάντο στην Παναγία των Βλαχερνών.

Και οι δυο ισχυρισμοί παρατίθενται στο εν λόγω άρθρο χωρίς να αναφέρονται οι ιστορικές πηγές και οι αναφορές που τους τεκμηριώνουν.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Σχετικά με το Ευαγγέλιο, στο άρθρο υπάρχει μόνον η αναφορά ότι πρόκειται για το Ευαγγέλιο του Αγίου Αντωνίου που φιλοτεχνήθηκε στη Λευκάδα το 1805.

Παρατίθεται ακόμη απόσπασμα από το βιβλίο εσόδων – εξόδων του Αγίου Αντωνίου, σχετικό με την αγορά του Ευαγγελίου και των αναγκαίων υλικών.

Όμως, σε κανένα σημείο δεν προκύπτει ότι το εν λόγω Ευαγγέλιο βρέθηκε στις 30 Ιανουαρίου/11 Φεβρουαρίου 1821 στο ναό της Παναγίας Βλαχέρνας, και ότι είναι αυτό στο οποίο ορκίστηκαν οι οπλαρχηγοί.

Ο ιδιόκτητος ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου των Βλαχερνών ανεγέρθηκε το 1740 από την οικογένεια Γράνδο. Αργότερα παραχωρήθηκε στην οικογένεια Λιβαδίτη.

Η επιλογή του για την μετάβαση των οπλαρχηγών και φιλικών σίγουρα έγινε με κριτήριο την μυστικότητα που διέκρινε τους φιλικούς, ιδιαίτερα μετά την προδοσία του μυστικού της Εταιρείας από τον Ζακύνθιο Διάγο στον Αλή-πασά. Αυτός με την σειρά του αποκάλυψε την οργάνωση της Εταιρείας στον Λόρδο Μεγάλο Αρμοστή του Ενωμένου Κράτους των Ιονικών Νήσων Μαίτλανδ(2). Οι έρευνες της Βρετανικής διοίκησης τότε εντάθηκαν στα Ιόνια Νησιά με κίνδυνο σύλληψης των Φιλικών.

Αυτό μας επιτρέπει να πιθανολογήσουμε ότι οι ιδιοκτήτες του ναού ήταν έμπιστοι –αν δεν ήταν οι ίδιοι φιλικοί- των κατ’ εξοχήν ηγετών της Φιλικής Εταιρείας στην Αγία Μαύρα Ιωάννη Ζαμπέλιου, Άγγελου Σούνδια και του Μιχαήλ Σικελιανού(3) – ώστε να τους ζητηθεί να συγκεντρωθούν στο ναό τους οι οπλαρχηγοί χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τις βρετανικές αρχές.

Επίσης είναι βέβαιο ότι ο ναός διέθετε Ευαγγέλιο και δεν υπήρχε ουδείς λόγος μεταφοράς Ευαγγελίου από άλλο ναό.

Ο επίσης ιδιόκτητος ναός του Αγίου Αντωνίου κτίστηκε αρχικά από τον Αντώνιο Δοκανάρη (1717), και στη συνέχεια οι κληρονόμοι του συνέστησαν Συναδελφότητα. Δεν υπάρχει καμμία λογική ερμηνεία που να εξηγεί γιατί να μεταφέρθηκε το Ευαγγέλιο του Αγίου Αντωνίου στο ναό της Παναγίας Βλαχέρνας την ημέρα εκείνη.

Αλλά κυρίως δεν υπάρχει καμμία ιστορική πηγή που να αναφέρει κάτι τέτοιο.

Ίσως ο συντάκτης του άρθρου να θεωρεί ότι πρέπει να το δεχθούμε σαν θεϊκή επιφοίτηση πού με την βοήθεια του Αγίου Πνεύματος αποκαλύφθηκε σε αυτόν(4).

Όμως η Ιστορία είναι Επιστήμη και στηρίζεται σε πηγές και τεκμήρια. Και για την περίοδο των αρχών του 1821 και τα γεγονότα που διαδραματίσθηκαν στη Λευκάδα την περίοδο εκείνη, μοναδική πηγή μέχρι σήμερα αποτελούν τα «Απομνημονεύματα του Ιωάννη Ζαμπέλιου» όπως καταγράφηκαν από τον Μαρίνο Βρεττό-Παπαδόπουλο καθ’ υπαγόρευση του ιδίου στην Κέρκυρα. (Δημοσιεύτηκαν από τον Δ.Καμπούρογλου στο περιοδικό «Αρμονία», τ. Γ”, Αθήναι 1902, με τίτλο ʻʻΤα Λευκαδικά επι της Ελληνικής Επαναστάσεωςʼʼ και υπότιτλο ʻʻΣημειωματάριον ενός Φιλικούʼʼ)(5).

Εκεί αναφέρεται η μετάβαση και ορκομωσία των οπλαρχηγών στο ναό της Παναγίας Βλαχέρνας μετά τη σημαντική σύσκεψη που έλαβε χώρα στο σπίτι του Ιωάννη Ζαμπέλιου(6) την Κυριακή των Απόκρεω του 1821.

Και φυσικά δεν υπάρχει καμμία αναφορά σε Ευαγγέλιο που είχε μεταφερθεί εκεί από το ναό του Αγίου Αντωνίου.

Ας περάσουμε τώρα στον ισχυρισμό του Διάκονου π. Ιωαννίκιου Ζαμπέλη ότι οι οπλαρχηγοί ορκίστηκαν από τον Μεγάλο Πρωτοπαπά και μετέπειτα Μητροπολίτη Λευκάδας Ζαχαρία Μοντεσάντο.

Ο ισχυρισμός αυτός είναι αυθαίρετος και δεν στηρίζεται σε ιστορικές πηγές.

Δεν υπάρχει αναφορά στα «Απομνημονεύματα» του Ιωάννη Ζαμπέλιου.

Δεν υπάρχει αναφορά στον Κωνσταντίνο Μαχαιρά, ούτε στον Πάνο Ροντογιάννη, ούτε στον Σπυρίδωνα Βλαντή.

Πουθενά και από κανένα δεν αναφέρεται η παρουσία του Μεγάλου Πρωτοπαπά Ζαχαρία Μοντεσάντου στο ναό της Παναγίας Βλαχέρνας την ημέρα εκείνη.

Αλλά αξίζει να σταθούμε λίγο περισσότερο στο σημείο αυτό και να συνδέσουμε τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στη Λευκάδα τον Φεβρουάριο του 1821 με την «Στάση των Χωρικών» του 1819(7).

Η εξέγερση ξεκίνησε στις 27 Σεπτεμβρίου 1819 ν.η. από τους Σφακιώτες, όταν μετέβη εκεί με εντολή του Επάρχου, ο Δημογέροντας της Γεωργίας και της Παιδείας Νικόλαος Σταύρος(8) συνοδευόμενος από τον Αρχιγραφέα (Campo d’ Uffizio), για ν’ αναγγείλη την επιβολή των φόρων που αποφάσισε η Κεντρική Κυβέρνηση. Οι φόροι αποσκοπούσαν στην συγκέντρωση χρημάτων για την διάνοιξη της Διώρυγας.

Εκεί βρέθηκε αντιμέτωπος με ένοπλους χωρικούς που αντιδρούσαν στην επιβολή των φόρων, και αναγκάστηκε να καταφύγει στο μοναστήρι της Επισκοπής στο Σπανοχώρι(9).

Στη συνέχεια οι εξεγερμένοι πολιόρκησαν την πόλη και έβαλαν φωτιά σε μαγαζί ιδιοκτησίας του Νικ. Σταύρου. Τότε αντιμετωπίστηκαν από αγγλικές δυνάμεις που έφθασαν με πλοία από την Κέρκυρα. Στις αναφορές του προς τον Έπαρχο Νικολό Καββαδά ο Νικόλαος Σταύρος μνημονεύει τις προσπάθειες του Πρωτοπαπά Αποστόλη Λάζαρη (πατέρα Αγάπιου) να τον προστατεύσει από την οργή των ενόπλων χωρικών. Παρά την μετριοπαθή του στάση ο προσωρινός αρχηγός της Εκκλησίας Αποστόλης Λάζαρης που είχε οριστεί από τις Αγγλικές Αρχές Μεγάλος Πρωτοπαπάς (απόφαση της Βουλής Κέρκυρα 30 Σεπτεμβρίου 1818, σ.5, εφημερίς των Ενωμένων Επαρχιών των Ιονικών Νήσων, αρ. 16, 18/30 Σεπτεμβρίου 1818)(10), φυλακίστηκε και καθαιρέθηκε.

Στη θέση του τοποθετήθηκε ο Ζαχαρίας Μοντεσάντος, ο οποίος στη συνέχεια έγινε Μητροπολίτης Αγίας Μαύρας το 1824 (διάταγμα Γερουσίας 15/27 Φεβρουαρίου 1824, Gazzetta degli Stati Uniti delle Isole Jonie, Num.322, 16/28 Febbraio 1824).

Σαν πρωτεργάτες της ανταρσίας απαγχονίστηκαν δύο λαϊκοί και δύο ιερείς:

Από Σφακιώτες: Σπύρος Ασπρογέρακας ποτέ Γεωργίου
Από Πόρο: Βασίλειος Πάλμος ποτέ Παπαστάθη
Από Απόλπαινα: Παπά Θεόκλητος Στραβοσκιάδης ποτέ Σπύρου
Από Αλέξανδρο: Παπά Φίλιππος Κολυβάς ποτέ Δημητρίου(11)

Μετά την κατάπνιξη της εξέγερσης, η Βρετανική Διοίκηση υποπτευόταν τον ρόλο της Ρωσικής διπλωματίας και του Ιωάννη Καποδίστρια στην υποκίνηση εξεγέρσεων των Επτανησίων αλλά και τη συμμετοχή ορθόδοξων ιερέων.

Ήταν επομένως φυσικό να επιλεγεί ως Πρωτοπαπάς και κατόπιν Μητροπολίτης, κληρικός της απολύτου εμπιστοσύνης της Βρετανικής Διοίκησης.

Και αυτός ήταν ο Ζαχαρίας Μοντεσάντος.

Και είναι αδιανόητο να έχαιρε της εμπιστοσύνης των φιλικών -πολύ περισσότερο των οπλαρχηγών- ώστε να του κοινοποιήσουν το μυστικό της προετοιμασίας της Επανάστασης και του συντονισμού των επιχειρήσεων σε Δυτική & Ανατολική Στερεά, Πελοπόννησο και νησιά.

Ας έρθουμε τώρα στην προσπάθεια γενίκευσης του ρόλου της Εκκλησίας, που επιχειρεί ο διάκονος π. Ιωαννίκιος Ζαμπέλης σε γεγονότα όπως η συνάντηση του Μαγεμένου το 1807, η στάση των χωρικών το 1819 και η Επανάσταση του 1821.

Δεν τεκμηριώνεται ιστορικά τέτοιος ρόλος.

Καταγράφονται μόνο μεμονωμένες περιπτώσεις -χαμηλόβαθμων συνήθως ιερέων- που λειτουργούσαν με κριτήριο την προσωπική τους συνείδηση.

Αντίθετα δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στον ύποπτο ρόλο που διαδραμάτισε ο Μητροπολίτης Άρτης Ιγνάτιος (μετέπειτα Ουγγροβλαχίας) στον «χαλασμό της Πρέβεζας» από τον Αλή–πασά τον Οκτώβριο του 1798. Τον ρόλο αυτό κατήγγειλε ως προδοτικό ο φιλικός Χριστόφορος Περραιβός στο βιβλίο του «Ιστορία του Σουλίου και της Πάργας», εν Αθήναις 1857, σ.56. Στο ίδιο βιβλίο, στη σ.92 δημοσιεύει επιστολή του φιλότουρκου Μητροπολίτη Ιωαννίνων Ιερόθεου προς τους κατοίκους της Πάργας με ημερομηνία 5 Ιουλίου 1801: «…να τραβήξετε χέρι από τους Σουλιώτας, να μη τους δίδετε καμμίαν βοήθειαν, ούτε εις τον τόπον σας να τους δέχησθε επειδή είναι κακούργοι και φερμανλίδες από το δοβλέτι…». Στην σ.94 δημοσιεύει την σαρκαστική – ειρωνική απάντηση των Παργινών στις 10 Ιουλίου 1801.

Σε αντιδιαστολή ο Μητροπολίτης Παρθένιος Κονιδάρης είχε θετική συνεισφορά στην προετοιμασία της άμυνας της Λευκάδας το 1807, όταν εστάλη ο Ιωάννης Καποδίστριας ως Έκτακτος Πληρεξούσιος από την «Επτάνησο Πολιτεία» για να οργανώσει την άμυνα του νησιού, που απειλείτο από την εισβολή των δυνάμεων του Αλή-πασά.

Σε άλλους Λευκάδιους όμως ανήκει ο πρωταγωνιστικός ρόλος: τον Sig. δοτόρ Άγγελο Χαλικιόπουλο, στο σπίτι του οποίου διέμεινε ο Ιωάννης Καποδίστριας, τον Δημήτριο Πετριτσόπουλο, τον Κόντε Άγγελο Δ’ Οριο και τον Σπυρίδωνα Τζαρλαμπά, που ανέλαβαν να βρουν έναντι των υπογραφών τους το ζητούμενο ποσό για την χρηματοδότηση της άμυνας (οχυρώσεις & πληρωμές μισθών)(12), τον Ζαφείρη Λογοθέτη, τον Σπυρίδωνα Σκληρό, τον Ανδρέα Σταύρο κ.α. Και φυσικά σε όλους τους Λευκαδίτες απ’ άκρη σ’ άκρη του νησιού που ξεσηκώθηκαν, αποφασισμένοι ν’ αγωνιστούν μέχρι θανάτου, για να υπερασπίσουν τη ζωή και τις οικογένειές τους.

Κατά την «στάση των χωρικών» του 1819, μεμονωμένοι ιερείς -παπα Θεόκλητος Στραβοσκιάδης, παπα Φίλιππος Κολυβάς, παπα Παναγιώτης Μελάς (Δραγανιώτης), παπα Δημήτριος Θεριανός και παπα Αναστάσιος Χαλικιάς- από τα εξεγερμένα χωριά τέθηκαν επικεφαλής των εξεγερμένων. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι λειτουργούσαν σαν αγρότες – ιερείς που είχαν κοινή μοίρα και αγωνία με τους συγχωριανούς τους, και επλήττοντο εξίσου από την επιβολή νέων φόρων. Από τα ιστορικά στοιχεία δεν τεκμηριώνεται συμμετοχή της επίσημης Εκκλησίας στην εξέγερση. Ο Πρωτοπαπάς Αγάπιος Αποστόλης Λάζαρης τυχαία βρέθηκε την ημέρα εκείνη στους Σφακιώτες, και παρά τη κατευναστική στάση του, θεωρήθηκε από την βρετανική διοίκηση ότι δεν είχε τον έλεγχο των ιερέων που στασίασαν και ίσως ήταν ένας από τους λόγους που προφυλακίστηκε και καθαιρέθηκε αν και τελικά αθωώθηκε.

Αντίστοιχο φαινόμενο παρατηρείται κατά την Επανάσταση του 1821. Στη Λευκάδα η επίσημη Εκκλησία παρέμεινε αμέτοχη. Ορισμένοι μόνον ιερείς κινούμενοι από πατριωτισμό και με γνώμονα την συνείδηση τους πήραν μέρος στον αγώνα. Ο παπα Μελάς (Δραγανιώτης) που είχε διαφύγει μετά την εξέγερση του 1819 κι ο παπα Ιωάννης Σούνδιας.

Και στις νεώτερες περιόδους της Ελληνικής Ιστορίας παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο(13).

Την περίοδο της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης (1941-1944), μεμονωμένοι ιερείς συμμετείχαν στο λαϊκό κίνημα κατά των κατακτητών.

Στη Λευκάδα ο παπα Στάθης Κτενάς από την Καρυά (1897 – 1980), μέλος του ΕΑΜ, αντιπρόσωπος (εθνοσύμβουλος) Λευκάδας στο Εθνικό Συμβούλιο των Κορυσχάδων τον Απρίλη του 1944. Συνελήφθη τον Σεπτέμβρη του 1945, βασανίστηκε, καταδικάστηκε και φυλακίστηκε για 12 χρόνια. Τον αποσχημάτισαν το 1951 ένας ανθυπασπιστής και 10 χωροφύλακες.

Ο παπα Φίλιππος Ρομποτής (Φασούλης) από το Αθάνι, υπηρέτησε σαν στρατιωτικός ιερέας στον ΕΛΑΣ. Μετά την απελευθέρωση τον συνέλαβαν, τον βασάνισαν άγρια και τον φυλάκισαν. Πέθανε λίγο μετά την αποφυλάκιση του από τις κακουχίες που πέρασε.

Ο παπα Γεωργάκης (Μπακατσώλος), μέλος του ΕΑΜ, συνελήφθη μετά την Απελευθέρωση, καταδικάστηκε, φυλακίστηκε και εξορίστηκε στην Μακρόνησο. Μετά την αποφυλάκισή του επανήλθε στο μοναστήρι της Φανερωμένης με παρέμβαση του πολιτικού Μάρκου Τσαρλαμπά.

Ο παπα Κωνσταντίνος Μπαριάμης από την Βαυκερή που τον κρέμασαν από το καμπαναριό μιας εκκλησίας αλλά γλύτωσε γιατί κόπηκε το σκοινί, και οι πρώην λαϊκοί ο παπα Κώστας Ραυτόπουλος από την Κοντάραινα ως αντάρτης του ΕΔΕΣ, ο παπα Γιώργος Κατηφόρης από τον Άγιο Πέτρο που καταδικάστηκε από το ιταλικό στρατοδικείο, ο παπα Γιώργης Χόρτης από τα Χορτάτα κι άλλοι.

Πολύ πρόσφατα, στη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας (1967-1974) η επίσημη Εκκλησία ώρκισε τις κυβερνήσεις των συνταγματαρχών και στήριξε το καθεστώς της χούντας. Όταν ξέσπασε το μαζικό αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα ήταν απούσα.

Όσοι από τη γενιά του Πολυτεχνείου έζησαν τα γεγονότα, (διαδηλώσεις στα Προπύλαια και το κέντρο της Αθήνας, ταράτσες Νομικής, μνημόσυνο Γεωργίου Παπανδρέου, Πολυτεχνείο), θυμούνται μεμονωμένους ιερείς όπως τον αγωνιστή παπα Τιμόθεο Λαγουδάκη (φοιτητή τότε της Θεολογικής, που έφυγε νωρίς σε τροχαίο το 1974), τον παπα Γιώργο Πυρουνάκη, τον παπα Αναστάσιο Γιαννουλάτο (σημερινό Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας), τον Νίκο Ψαρουδάκη (εκδότη της εφημερίδας «Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ» που στήριζε κι έδινε βήμα μέσα από την εφημερίδα του στο φοιτητικό κίνημα).

Πιθανόν να ξεχνάμε άλλους. Αλλά ήταν λίγοι και τόσο μόνοι.

Σε όλες τις αντιδικτατορικές εκδηλώσεις του λαού με αποκορύφωμα την εξέγερση του Πολυτεχνείου η Εκκλησία ήταν αμέτοχη και ηχηρά απούσα.

Η Ιστορία είναι μία ζωντανή Επιστήμη και στόχο έχει την αντικειμενική καταγραφή των γεγονότων. Όπως όλες οι άλλες επιστήμες εξελίσσεται κι εμπλουτίζεται με νέες γνώσεις που η έρευνα φέρνει στο φως.

Η συγκροτημένη άποψη για το παρελθόν θεωρούμε ότι δυναμώνει την εθνική συνείδηση σε αντίθεση με τον σκοταδισμό της στασιμότητας.

Η πρόοδος στην αντίληψη της ιστορίας σημαίνει πίστη στην βαθμιαία ανάπτυξη των ανθρώπινων δυνατοτήτων, κι οι ανθρώπινες δυνατότητες μπορούν ν’ αναπτυχθούν και με την ιστορική γνώση.

Βασικός στόχος της σημερινής εποχής πρέπει να είναι η εκλαΐκευση της ιστορικής γνώσης. Οι πληροφορίες και οι γνώσεις να περάσουν από τους λίγους στους πολλούς. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που μας ώθησαν να γράψουμε αυτό το άρθρο.

Δεν μπορούσαμε όμως να παραμείνουμε αδιάφοροι και στις αλλεπάλληλες απόπειρες διαστρέβλωσης και παραποίησης της τοπικής ιστορίας που παρατηρούνται τον τελευταίο καιρό και μέχρι τώρα έμειναν αναπάντητες.

Γιατί όταν η παραποίηση ιστορικών γεγονότων γίνεται συνειδητά ισοδυναμεί με παραχάραξη της ιστορίας. Όταν όμως αυτή διαπράττεται από εκπροσώπους θεσμών και αποσκοπεί στην εκμετάλλευση τότε λέγεται απλά καπηλεία.

Γεράσιμος Π. Μελάς
Σπύρος Μ. Τσαρλαμπάς

Λευκάδιοι ιστοριοδίφες – ερευνητές

Σ η μ ε ι ώ σ ε ι ς

(1): «Σύναξη της Αγίας Μαύρας»: Πολεμικό Συμβούλιο που συγκλήθηκε με εντολή της Φιλικής Εταιρείας στη Λευκάδα τον Φεβρουάριο του 1821. Σκοπός του ο συντονισμός των πολεμικών επιχειρήσεων που θα ξεσπούσαν με την έναρξη της Επανάστασης σε Ανατολική και Δυτική Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησο και Νησιά.

(2): Στις 7 Ιουνίου 1821 ο Μαίτλανδ εξέδωσε αυστηρή προκήρυξη προς τους Επτανήσιους: «Πάς μετέχων του αγώνος θα καταδικάζεται εις ισόβιον υπερορίαν και δήμευσιν της περιουσίας του, εν υποτροπή δε εις θάνατον».

(3): Ο Μιχαήλ Σικελιανός ήταν γραμματέας (εξ απορρήτων) της Ιόνιας Βουλής στην Κέρκυρα, όπου και διέμενε. Μαζί με τον Βιάρο Καποδίστρια και τον Ευστάθιο Γεροστάθη αποτελούσαν την Εφορεία της Φιλικής Εταιρείας στην Κέρκυρα.

(4): Δεν αποκλείεται πηγή για τον Διάκονο π. Ι. Ζαμπέλη ν’ αποτελεί άρθρο του πατρός του πρωτοπρεσβύτερου π. Γ. Ζαμπέλη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΤΗΛΕ» (έκδοση του ΟΤΕ) τον Οκτώβριο 1990, τεύχος 8, σ.26 με τίτλο «Το Ευαγγέλιο των Φιλικών στη Λευκάδα». Το άρθρο αυτό ο συντάκτης του το αναφέρει σαν «ιστορική πηγή», σε βιβλίο που εξέδωσε με τίτλο «Ιστορία της Εκκλησίας της Λευκάδας», τόμος Β”, Λευκάδα 2003, σ.142.

Στην αμέσως επόμενη σελίδα 143 προχωρεί ακόμη περισσότερο. Για να τεκμηριώσει ότι στην Παναγία των Βλαχερνών βρισκόταν ο Πρωτοπαπάς Λευκάδας Ζαχαρίας Μοντεσάντος με 13 ιερείς της πόλεως, παραπέμπει στο βιβλίο του Κωνσταντίνου Μαχαιρά «Λευκάς και Λευκάδιοι επί Αγγλικής Προστασίας» στην σελίδα 70.

Αλλά φεύ, στην σελίδα 70 δεν υπάρχει καμμία αναφορά σε «Ευαγγέλιο των Φιλικών», ούτε και στην παρουσία του Μεγάλου Πρωτοπαπά Ζαχαρία Μοντεσάντου με συνοδεία εκ 13 ιερέων.

Κρίνουμε βάσιμο να υποθέσουμε ότι τα παραπάνω είναι σε γνώση και του Διακόνου π. Ιωαννίκιου Ζαμπέλη. Διαπιστώνοντας όμως ότι ουδεμία αναφορά κάνει στο άρθρο του, δικαιούμεθα να θεωρήσουμε ότι, και ο ίδιος εκτιμά την «ιστορική πηγή» ως μη σοβαρή και αναξιόπιστη.

(5): Στο εν λόγω άρθρο δεν αναφέρονται (με εξαίρεση τον Οδυσσέα Ανδρούτσο) οι σημαντικότεροι οπλαρχηγοί που συμμετείχαν στη σύναξη της Αγίας Μαύρας: ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, ο Γεώργιος Τσόγκας, ο Γεώργιος Βαρνακιώτης, ο Πανουργιάς, καθώς και ο Υδραίος καπετάνιος Ιάκωβος (Γιακουμάκης) Τομπάζης.

Αναφέρεται όμως ότι μέχρι να αφιχθούν όλοι στο νησί συνάζονταν στα διάφορα ξωκλήσσια των περιχώρων. Στα «Απομνημονεύματα του Ι. Ζαμπέλιου» προσδιορίζεται ωστόσο ότι, μετέβαιναν σε διάφορα μέρη «…εκ των οποίων ευκόλως ηδύναντο να θεωρώσι τα χώματα της Πατρίδος… όπως το μοναστήρι της Οδηγήτριας, ο Άγιος Κωνσταντίνος, η Φανερωμένη, η Αγία Τριάς, το Καλλιγόνιον, το περιβόλιον της Αγίας Αννης…».

Διέμεναν όμως σε σπίτια Λευκαδίων όπως του Αγγελου Χαλικιόπουλου, του Ιωάννη Σταύρου, του Ιωάννη Ζαμπέλιου κ.α.

Σύμφωνα με οικογενειακές μαρτυρίες, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος και ο πιστός υπασπιστής του Μουσταφά Γκέκα διέμεναν στην οικία Τσαρλαμπά καθώς μητέρα του ήταν η Ακριβή Τσαρλαμπά, θυγατέρα του Sig. Πάνου Τσαρλαμπά. Εκεί διέμεινε ο μικρός Οδυσσέας με την μητέρα του για επτά χρόνια κατά την παραμονή του στη Λευκάδα όταν διέφυγαν από τον χαλασμό της Πρέβεζας (12-14 Οκτώβρη 1798). Τότε γλύτωσαν από το μαχαίρι των τουρκαλβανών κι’ άλλοι 87 Έλληνες που επιβιβάσθηκαν σε τρία επτανησιακά πλοία στην θέση Παργινόσκαλα και σώθηκαν περνώντας στη Λευκάδα. Ανάμεσα τους και ο φιλικός Χριστόφορος Περραιβός.

(6): Ο Ιωάννης Ζαμπέλιος ήταν νομομαθής, δικαστικός, συγγραφέας και Φιλικός. Γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1787 και πέθανε στη Κέρκυρα το 1856. Πατέρας του ήταν ο Ζαχαρίας Ζαμπέλιος και μητέρα του η Μαρία θυγατέρα του Sig. Μάρκου Σταύρου.

Η φωτογραφία είναι από λιθογραφία που βρίσκεται στη συλλογή της οικογένειας Σπύρου Τσαρλαμπά, και αποτελεί οικογενειακό κειμήλιο αφού η Αννα Σταύρου, αδερφή της μητέρας του Ιωάννη Ζαμπέλιου, είχε παντρευτεί τον Σπυρίδωνα Τζαρλαμπά (1765-1812). Φιλοτεχνήθηκε στο αθηναϊκό εργαστήριο Lith. Poixe et Cie, Athènes από τον Π. Κωβιέλο. Κάτω από το όνομα Ι. ΖΑΜΠΕΛΙΟΣ αναγράφεται: «τράχηλος Έλλην εις ζυγόν τινάσσεται».

(7): Η «εξέγερση των χωρικών» του 1819 δεν έχει μελετηθεί και αναλυθεί ακόμη σε όλη της την έκταση και όλες τις διαστάσεις της και παρουσιάζονται μεγάλα ιστορικά κενά. Παρουσιάζει δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά:

1) Τα περισσότερα χωριά της Λευκάδας δεν πήραν μέρος στην εξέγερση. Πρωτοστάτησαν οι Σφακιώτες και ακολούθησε η Καρυά, η Απόλπαινα, ο Αλέξανδρος, ο Πόρος, το Μαραντοχώρι, η Κοντάραινα, η Κατούνα και οι Καρυώτες.

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι χωριά κεντρικά και κοντά στα γεγονότα όπως η Βαυκερή, η Άνω Εξάνθεια (σημερινή Εξάνθεια), Κάτω Εξάνθεια (σημερινός Δρυμώνας), η Εγκλουβή, το Καλαμίτσι δεν συμμετείχαν στην εξέγερση.

2) Κατηγορήθηκαν ως ηθικοί αυτουργοί και προφυλακίστηκαν από την Βρετανική Διοίκηση «άρχοντες», όπως ο Ιππότης Ευστάθιος Βαλαωρίτης ποτέ Χαραλάμπους (αργότερα εξελέγη βουλευτής και Γερουσιαστής Αγίας Μαύρας), ο Δόκτωρ Δημήτριος Βαφέας ποτέ Νικολάου, ο Μαρίνος Λάζαρης ποτέ Δρος Αποστόλου, ο Σπυρίδων Σέρβος ποτέ Δημητρίου, ο Αντώνιος Σίδερης ποτέ Ανδρέου κ.α. Ακόμη προφυλακίστηκε και στη συνέχεια καθαιρέθηκε ο προσωρινός αρχηγός της Εκκλησίας παπα Απόστολος Λάζαρης. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι οι εξεγερμένοι χωρικοί ώρισαν εκπροσώπους τους τον Κόντε Αγγελο Δ’ Οριο και τον Δρα Θωμά Βαφέα.

(8): Ο Δόκτορ Νικόλαος-Διονύσιος Σταύρος (1791-1863) ήταν γιός του Γεωργίου Σταύρου και της Μαρίας Ντομερό. Σπούδασε Νομικά, διετέλεσε Εισαγγελέας στην Κεφαλλονιά, εξελέγη βουλευτής Λευκάδας στην Γ” Ιόνιο Βουλή (1828 –1833), και κατέλαβε διάφορα κυβερνητικά αξιώματα. Παντρεύτηκε την Μαρία Σούρμπη και απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τον Ιππότη Περικλή (1824-1917), την Αναστασία, την Ασπασία και την Ακριβή (είναι αυτή που μαζί με την Αικατερίνη Καμπατσίνη ανέβηκαν στη θεατρική σκηνή στη μεγάλη αίθουσα του Γυμνασίου της Αγίας Μαύρας το βράδυ της 9ης Φεβρουαρίου 1833 κατά την υποδοχή του φιλελεύθερου Λόρδου Μεγάλου Αρμοστή Νούγεντ).

(9): Το μοναστήρι της Επισκοπής στο Σπανοχώρι (Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου) ήταν η έδρα του Μητροπολίτη Λευκάδας μέχρι το 1766. Τότε ορίστηκε έδρα της Μητρόπολης η πόλη και η μονή χρησίμευε έκτοτε σαν θερινή κατοικία του εκάστοτε Μητροπολίτη.

(10): «Κορφοί 30 Σεπτεμβρίου 1818. Η Εκλαμπροτάτη Βουλή ευαρεστήθη να ψηφίσει, Τον μεν ιερέα Αγάπιον Απόστολον Λάζαρην, προς καιρόν Αρχηγόν της Εκκλησίας της Αγίας Μαύρας. Τους δε ιερείς Διονύσιον Πατρίκιον και Ζαχαρίαν Μοντεσσάντον Συμβούλους του. Τον δε ιερέαν Παναγιώτην Πούλλιαν, Γραφέα του. Και τον Κύριον Δόκτορα Ιωάννην Ζαμβέλλη, Βουλευτικόν Συνήγορον εις τα Εκκλησιαστικά Εθιμα. Όθεν και οι προρρηθείσαι Εκλογαί επεκυρώθησαν όλαι παρά της Αυτού Εξοχότητος του προς καιρόν Λορδ. Μεγάλου Αρμοστή κλπ.»

(11): Εσφαλμένα αναφέρει ο Διάκονος π. Ιωαννίκιος Ζαμπέλης ως απαγχονισθέντα τον παπά Μελά (Δραγανιώτη) που ήταν τότε παπάς στους Σφακιώτες. Ο παπα Παναγιώτης Μελάς -από τους πρωτεργάτες της εξέγερσης του 1819- διέφυγε στη Στερεά, οργάνωσε ένοπλη ομάδα, πολέμησε σε πολλές μάχες του Αγώνα, κι έγινε μέλος της Ελληνικής Φάλαγγας με τον βαθμό του λοχαγού. Τον συναντάμε το 1864 να υψώνει τιμητικά την Ελληνική Σημαία στο Φρούριο της Λευκάδας μαζί με τον ταγματάρχη Κωνσταντίνο Τάργα την ημέρα της Ενωσης.

(12): Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τόμος Β”, σ.226, Κέρκυρα 1978 (επιμέλεια Κώστα Δαφνή).

(13): Χαρακτηριστική είναι η περίοδος του Εθνικού Διχασμού (1914-1917).

Ο τότε Μητροπολίτης Λευκάδας Δανιήλ Σουλίδης πρωτοστάτησε στον διχασμό του λαού παίρνοντας ανοιχτά θέση υπέρ του βασιλιά Κωνσταντίνου.

Αποκορύφωμα της δράσής του υπήρξε το ανάθεμα κατά του Ελευθέριου Βενιζέλου στις 12 (κατ’ άλλους 13) Δεκεμβρίου 1916 στην παραλία της Λευκάδας (εκεί όπου η πιάτσα των ταξί). Ενώ έριχναν «λίθον αναθέματος», ο Δανιήλ και οι λοιποί ιερείς επανελάμβαναν εν χορώ:

«Ελευθερίω Βενιζέλω επιβουλευθέντι την Βασιλείαν και την Πατρίδαν και καταδιώξαντι και φυλακίσαντι αρχιερείς ανάθεμα έστω».

Ο Δανιήλ συνελήφθη και εξορίστηκε τον Μάιο του 1917 όταν η Λευκάδα κατελήφθη από Βενιζελικές δυνάμεις.

Β ι β λ ι ο γ ρ α φ ί α

1) Κων/νου Μαχαιρά, «Ναοί και Μοναί Λευκάδος», Αθήναι 1957

2) Κων/νου Μαχαιρά, «Λευκάς και Λευκάδιοι επί Αγγλικής Προστασίας (1810 – 1864), Κέρκυρα 1940

2) Πάνου Ροντογιάννη, «Ιστορία της Νήσου Λευκάδος», τ. Β”, Αθήνα 1982

3) Σπυρίδωνος Α. Βλαντή, «Εθνική Δράσις του Ιωάννου Ζαμπελίου και Βιογραφία Αθανασίου Ψαλλίδα», Αθήναι 1894

4) Χριστόφορου Περραιβού, «Ιστορία του Σουλίου και Πάργας»
Εν Αθήναις 1857.

5) Πανταζή Παπαδάτου, «Ηρωες και μάρτυρες της Λευκάδας», Αθήνα 1982

6) Δημήτρη Καΐλα, «Ο Κλήρος στην Αντίσταση», Αθήνα 1981

7) Edward Hallett Carr, “What is History?”,University of Cambridge,1961


Displaying 1 Comments
Have Your Say
  1. Ο/Η giorgos λέει:

    Η Ελλαδικη Εκκλησια μαζι με τους Ελληνες κοτζαμπαδησες καιροσκοπησαν για πολυ μεχρι να λαβουν μερος στην Επανασταση ,κι΄αυτο ηταν λογικο διοτι ηταν προυχοντες και προστατευομενοι των Τουρκων , εξ’αλλου η Επανασταση δεν αποσκοπουσε στην δημιουργια καποιου κρατους …στην Επανασταση ,εκτος απο τους ελληνες συμμετειχαν και πολλοι αρβανιτες και μωαμεθανοι ακομα και τουρκοι . Επανασταση σημαινει εξεγερση μερους του λαου εναντιον μερους του ιδιου λαου π.χ, Γαλλικη επανασταση η ρωσσικη κλπ , τον χαρακτηρα του «απελευθερωτικου πολεμου » τον πηρε αργοτερα , και ηταν αποφαση των μεγαλων δυναμεων .

Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>