Επίσκεψη στη Μαδουρή και την έπαυλη του εθνικού μας ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη με αφορμή τα 200 χρόνια από τη γέννησή του
Ευχαριστούμε τον Σύλλογο Λευκαδίων Αττικής «Η Αγία Μαύρα» για την πρόσκληση να επισκεφτούμε τη Μαδουρή και την έπαυλη του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Πολύ περισσότερο γιατί σύμφωνα με τους διοργανωτές είχε τεθεί περιορισμός στην προσέλευση από τους κτήτορες του νησιού για λόγους ασφαλείας, με τον κατάλογο των επισκεπτών να ανέρχεται στα 40 άτομα. Ήταν πραγματικά μια υπέροχη εμπειρία.
Η επίσκεψη στο νησάκι έγινε στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τα 200 χρόνια από την γέννηση του ποιητή Βαλαωρίτη που διοργάνωσε ο Σύλλογος από κοινού με την Ομοσπονδία των Απανταχού Λευκαδίτικων Συλλόγων, και την Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών. Για το πολιτιστικό διήμερο θα επανέλθουμε με αναλυτικό ρεπορτάζ.
Τους επισκέπτες ξενάγησαν στο νησάκι και την έπαυλη οι φιλόξενες οικοδεσπότισσες κ.κ. Τατιάνα Καραπαναγιώτη, κόρη της Ελένης και του Λέοντα Καραπαναγιώτη, τρισέγγονη του ποιητή, και η Ζωή Βαλαωρίτη, κόρη του ποιητή Νάνου Βαλαωρίτη.
«Η πολυθρύλητη Μαδουρή με τα φουντωτά καταπράσινα πεύκα της ανήκει κατ΄ ιδιοκτησίαν εις τους απογόνους του μεγάλου Λευκαδίου ποιητού Αριστοτέλους Βαλαωρίτη. Στο ωραίο αυτό νησάκι ο ποιητής ενεπνεύσθη τα υπέροχα πατριωτικά του ποιήματα. Ευρίσκεται στο μυχό ενός ορμίσκου αντίκρυ στο μικρό χωριό της Λευκάδος Νυδρί από το οποίον δεν απέχει περισσότερον του χιλιομέτρου. Απέναντι εκτείνεται ο κόλπος του Βλυχού στο βάθος του οποίου ο σοφός γερμανός αρχαιολόγος Dörpfeld ετοποθέτησε την αρχαία Ιθάκη.
Εις το ασφαλές και γραφικό λιμάνι του Βλυχού εναυλοχούσεν άλλοτε ο Ενετικός Στόλος μετά την ανάκτηση της Λευκάδος υπό του Μοροζίνη το 1685.
Όταν πλέει κανείς από τον Κορινθιακόν Κόλπον προς την Λευκάδα συναντά κοντά εις τας ακτάς της Αιτωλοακαρνανίας το Αρχιπέλαγος των Εχινάδων, ένα πλήθος ωραία και γραφικά νησιά διαφόρου μεγέθους και σχήματος. Τα τρία μεγαλύτερα είναι ο Καστός, ο Κάλαμος και το Μεγανήσι ή Τάφος.
Πιο πέρα από το Μεγανήσι προς Βορράν και Δυσμάς είναι σπαρμένα ένα πλήθος μικρότερα νησάκια, άλλα έρημα που τελειώνουν σε απόκρημνους βράχους όπως η Άτοκος, το Αρκούδι, άλλα κατάφυτα από θάμνους και δένδρα χρησιμεύουν το χειμώνα για βοσκή, άλλα καλλιεργημένα όπως η Μαδουρή, ο Σκορπιός και η Σπάρτη, ωραιότατα, καθένα με το δικό του σχήμα, θ΄ έλεγε κανείς με τη δική του προσωπικότητα.
Το κάθε νησάκι ανήκει κατ΄ ιδιοκτησίαν εις έναν ιδιοκτήτην ο οποίος σαν απόλυτος άρχων διευθύνει το κτήμα του και φροντίζει με το προσωπικόν που τον υπηρετεί δια την ασφάλειάν του. Στα νησιά αυτά νομίζεις ότι έχει κάτι διατηρηθεί από την Μεσαιωνικήν εποχή και οι ιδιοκτήται των θυμίζουν λίγο τους παληούς Seigneurs (σ.σ. φεουδάρχες).
Το νησάκι κατοικείται όλο το χρόνο από πολυπληθή οικογένεια χωρικών η οποία φροντίζει δια την καλλιέργεια και συντήρηση του νησιού και προσφέρει, όταν παραστεί ανάγκη, τας υπηρεσίας της εις όλας τας ειδικότητας από του πεπειραμένου ναυτικού μέχρι του τελείου υπηρέτου.
Η ρωμαντική Μαδουρή με την ήρεμη φύση της με τη θάλασσα που απλώνεται μπροστά της σαν μια λίμνη και σπάνια ρυτιδώνεται από τον άνεμο μαγεύει τον κάθε ξένο που σαν προσκυνητής προσέρχεται σ΄ αυτή.
Εις την είσοδον του Βλυχού αριστερά πιο πέρα από το εκκλησάκι της Αγίας Κυριακής υπάρχει ένα ωραίο μικρό σπίτι όπου ο κ. Dörpfeld διαμένει τον περισσότερο καιρό που συγγράφει. Από εκεί έχει κανείς πλήρη την θέα της Μαδουρής και των άλλων νησιών.
Η Μαδουρή περιήλθεν εις τον ποιητήν κατά την διανομήν της περιουσίας μετά των εξαδέλφων Σπυρίδωνος και Δημοσθένους το 1850. Σε αυτήν δεν υπήρχει τότε παρά μόνον ένα σπιτάκι και το παρεκκλήσι του Ευαγγελιστού Ιωάννου. Ο ποιητής που αγαπούσεν εξαιρετικά τη Μαδουρή και προτιμούσε να ζει στην ωραία φύση της, σκέφτηκε να την καλλιεργήσει με αμπέλια και να κτίσει και έπαυλη κοντά στη παραλία. Αι εργασίαι της οικοδομήσεως διήρκεσαν από του 1860 μέχρι του 1864. Επιστρέψας τότε ο ποιητής εξ Αθηνών όπου αντιπροσώπευσε την Λευκάδα ως πληρεξούσιος εις την Εθνοσύνελευση, εγκατεστάθη πλέον στη Μαδουρή.
Μόλις εισέλθει κανείς εις το λιμάνι της Μαδουρής αντικρύζει την έπαυλη που δεσπόζει του όλου μέρους. Ένας τοίχος την προστατεύει κατά μήκος της προκυμαίας, ο οποίος επάνω σχηματίζει μια πλατειά μεγάλη βεράντα. Στο βάθος αυτής είναι κτισμένη η έπαυλη.
Το ελαφρό ροζ χρώμα της κοντά στο πράσινο που την περιτριγυρίζει της δίνει ακόμη περισσότερη ομορφιά. Έχει μεγάλα δωμάτια ωραία επιπλωμένα, εικόνες και πορτραίτα της οικογένειας. Σ΄ ένα από αυτά υπάρχει και μια μεγάλη εικών του ποιητού στεφανωμένη με δάφνη.
Η έπαυλη εσωτερικώς, συγκοινωνεί με τα υπόγεια τα οποία έχουν έξοδο στην αποβάθρα. Υπάρχουν σε αυτά εκτός από την κάβα και οι πολεμίστρες που αντικρύζουν την προκυμαία και την θάλασσα. Ο ποιητής ωχύρωσε καλά την έπαυλη δια να δύναται να μένει στη Μαδουρή κατά την εποχή που η ληστεία ελυμαίνετο την Λευκάδα, είχε δε και μερικούς ωπλισμένους χωρικούς δια να αμυνθούν εις τυχόν, επιδρομήν ληστών.
Επάνω στη βεράντα είναι κατά μήκος φυτεμένες ροδοδάφνες και ωραία αναρριχώμενα. Υπάρχει στη νοτιοδυτική πλευρά της επαύλεως μια παληά γέρικη ελιά. Στη σκιά της συνήθιζε να κάθεται ο ποιητής και κοντά στο μαρμάρινο τραπεζάκι που υπήρχε από κάτω, έχοντας πλάϊ του τον πιστό του σκύλο Οσμάν, άφηνε αχαλίνωτη την φαντασία να ζωντανεύει τους ήρωάς του.
Πέρα από την έπαυλη παίρνοντας τον ανηφορικό δρόμο που τον σκιάζουν πυκνά πεύκα φθάνει κανείς στο ωραίο εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου, γοτθικού ρυθμού».
(Άγνωστου συγγραφέα. Από δαχτυλογραφημένο κείμενο που υπήρχε μέσα στην έπαυλη του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Διατηρήθηκε σε μεγάλο βαθμό η ορθογραφία του πρωτότυπου κειμένου).