Αφιέρωμα στο 1821 – 3. Το ψυχορράγημα των Ελεύθερων Πολιορκημένων – Η Έξοδος και ένας Λευκαδίτης. | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News

Αφιέρωμα στο 1821 – 3. Το ψυχορράγημα των Ελεύθερων Πολιορκημένων – Η Έξοδος και ένας Λευκαδίτης.

Γράφει ο Αιθεροβάμων…

Αφιέρωμα στο 1821
3. Το ψυχορράγημα των Ελεύθερων Πολιορκημένων.
Η Έξοδος και ένας Λευκαδίτης.

Μέσα του Μάρτη του 1826.

Το Μεσολόγγι μήνες κυκλωμένο από τούρκικα ασκέρια.

Έχουν καταναλωθεί όλα τα τρόφιμα, δεν υπάρχει ίχνος τροφής.

Η πείνα απλώνεται απ’ άκρη σ’ άκρη.

Σκύλοι, ποντίκια και γάτες, που πριν μερικές μέρες θεωρούνταν πολυτελής τροφή έχουν εξαφανιστεί.

Στη λιμνοθάλασσα τα λιγοστά ψάρια λάκισαν κι’ αυτά από τους κρότους των πυροβόλων. Αλλά και ένοπλα τουρκικά πλοιάρια δυσκόλευαν την αλιεία.

Ο Σπ. Τρικούπης γράφει: «Οι καρκίνοι (τα καβούρια) και αι φυόμεναι εν τη λίμνη αλμύραι ηγοράζοντο πολλάκις δι’ αίματος εξ’ αιτίας των περιφερόμενων παρά την πόλιν εχθρικών πλοιαρίων.»

Με απόφαση της Επιτροπής διορίζεται μια επιτροπή με αντικείμενο να ερευνήσει όλα τα σπίτια μήπως και βρει κρυμμένα τρόφιμα.

Ο σωματάρχης Γ. Βάγιας και ο αξιωματικός του, Γούλας Ρεντικιώτης ερευνώντας το σπίτι μιας οικογένειας από το Ζυγό βρήκε κρυμμένο μηρό και άλλα μέλη από μικρό παιδί. Έφριξε μπροστά στο αποκρουστικό θέαμα και ρωτώντας τον νοικοκύρη, πληροφορήθηκε ότι το παιδί είχε πεθάνει από την πείνα και το χρησιμοποίησαν για τροφή των υπολοίπων γιατί στο σπίτι δεν υπήρχε ίχνος άλλης τροφής!

Ο Κ. Α. Στασινόπουλος γράφει:

«Αλλά και εγώ ήκουσα γέροντα αγωνιστή να λέγη ότι εις έν άκρον της πόλεως όπου πυκνωθείσα η θάλασσα εσχημάτισεν άλμην, είχαν αποθέσει εντός της άλμης τα μηριά φονευθέντος Αράπη και τα εχρησιμοποίησαν ως τροφήν των.»

Παραστατικότερα αναφέρεται στα απίστευτα αυτά γεγονότα ο Νικόλαος Κασομούλης:

«Από τα μέσα Φεβρουαρίου 1826 άρχισαν πολλαίς φαμελλιαίς να υστερούνται το ψωμί. Μια Μεσολογγίτισσα, Βαρβάρηνα ωνομάζετο, ήτις περίθαλπεν ασθενήν και αυτάδελφόν μου Μήτρον, ετελείωσεν την θροφήν της και μυστικά μαζί με άλλαις δύο φαμελλιαίς Μεσολογγίτικες, έσφαξαν ένα γαϊδουράκι, πωλάρι και το έφαγαν.

Ταις ηύρα οπού έτρωγαν, ερώτησα που ηύραν το κρέας, και τρόμαξεν η ψυχή μου όταν άκουσα ότι ήτον γαϊδούρι.

Μια συντροφιά στρατιωτών Κραβαριτών είχεν ένα σκύλον και, κρυφά και αυτοί τον έσφαξαν και τον μαγείρευσαν. Εμαθητεύθη και τούτο.

Ημέραν παρ’ ημέραν αυξάνουσα η πείνα, έπεσεν και η πρόληψις και όλα του να τρώγουν ακάθαρτα, και άρχισαν αναφανδόν πλέον να σφάζουν άλογα, μουλάρια και γαϊδούρια, και ακόμη να τα πωλούν μία λίρα την οκά οι ιδιοκτήται των και πού να προφθάσουν;

Τρεις ημέρες απέρασαν, και ετελείωσαν και αυτά τα ζώα.

Εδιορίσθη επιτροπή, εξετάσασα κατά σειράν όλας τας οικίας, μόλις ηύρεν 1200 οκάδες αλεύρι. Τούτο εμοιράσθη με έν φλιτζιάνι ως μέτρον. Εμοίρασαν και από εν φλιτζιάνι κουκκιά. Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν ετούτο το ολίγον κουκκί και αλεύρι εις την τέντζερην και να βάνουν μέσα και καβούρους στουμπίζοντές τους.

Ο συνεργάτης του κυρίου Μεσθενέα τυπογράφου, καθήμενος εις την οικίαν μας, έσφαξεν και έφαγεν μία γάταν, και έβαλεν τον ψυχογυιόν του Στορνάρη και εσκότωσαν άλλην μίαν.

Τούτος υπέμνησεν εις τους άλλους να πράξουν το ίδιον, και εις ολίγαις ημέραις γάτα δεν έμεινεν.

Ο Αγιομαυρίτης ιατρός Π. Στεφανίτσης εμαγείρευσεν τον σκύλον του με λάδι, από το οποίον είχαμεν αρκετόν, και επαινούσεν το φαγί του ότι ήτο το πλέον νοστιμώτερον.

Οι στρατιώται πλέον αυθαδίαζαν, και άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλον ή γάταν εύρισκαν εις τον δρόμον.

Άλογα δεν είχαν μείνει άλλα παρά έν…

Εξετάζοντες εις τας οικίας ηύραν εις μιας γυναίκας Μισολογγίτισσας το σπίτι υποκάτω από το στρώμα έως 25 οκάδες αλεύρι. Τούτο έδωσεν αιτίαν να ξανακοιτάξουν και αυτά τα προσκέφαλα των σπιτιών.

Αρχίσαμεν, περί τας 15 Μαρτίου ταις πικραλήθρας, χορτάρι της θαλάσσης, το εβράζαμεν πέντε φοραίς έως ότου έβγαινεν η πικράδα, και το ετρώγαμεν με ξείδι και λάδι ωσάν σαλάτα, αλλά και με ζουμί από καβούρους ανακατωμένον και τούτο.

Εδόθησαν και εις τους ποντικούς, πλην ήτον ευτυχής όστις εδύνατο να πιάση έναν.

Βατράχους δεν είχαμεν, κατά δυστυχίαν.

Από την έλλειψιν της θροφής αύξαναν αι ασθένειαι, πονόστομος και αρθίτις.»

Ο στρατηγός Ν. Μακρής γράφει: « ….. ελάμβανον το ήπαρ εκ των φονευμένων και όντως κράσεως υγιούς, το ετηγάνιζον με έλαιον και έρριπτον ολίγον ξείδι, το τοιούτον δε παρασκεύασμα παρείχεν ευάρεστον τροφήν προς τους αγνοούντας την προέλευσίν του, ανεκτήν δε εις γνωρίζοντας ταύτην.»

Την κατάσταση της πόλης εκθέτει χαρακτηριστικά και ο εκδότης Των Ελληνικών Χρονικών Ιάκωβος- Ιωάννης Μάγερ: «Η νόσος αυξάνει έτι μάλλον τας δεινοπαθείας υπό των οποίων θλιβόμεθα, χίλιοι επτακόσιοι τεσσαράκοντα των αδελφών μας ετελεύτησαν και περίπου των εκατόν χιλιάδων σφαίραι κανονίων και βόμβαι, κατηδάφησαν τους προμαχώνας μας, και κατεκρήμνισαν τας οικίας μας, το δε ψύχος μας ενοχλεί υπερβολικώς, καθότι είμεθα διόλου υστερημένοι από ξύλα της φωτιάς.»

Ο Μένδελσον γράφει: «Πολλοί έπιπτον εν μέσω των οδών, καταλαμβανόμενοι υπό αιφνιδίων σπασμών, οι δε υγιείς επλανώντο με κοίλους τους οφθαλμούς και πελιδνοί ως φαντάσματα. Οι ασθενείς έμεναν απεριποίητοι και γυμνοί, ρυπαροί δε και φθειριώντες, εσήποντο ζωντανοί. Εις τους οφθαλμούς όλων εφαίνετο σταθερά και ακλόνητος απόφασις να υποστώσι τα έσχατα μάλλον παρά να παραδοθώσι.»

Μέσα σ’ αυτή την τραγική κατάσταση των Ελεύθερων Πολιορκημένων, στάθηκε πρόθυμος, αφιλοκερδής και ακούραστος γιατρός ο συμπατριώτης μας Πέτρος Στεφανίτσης.

Ο Γιάννης Βλαχογιάννης γράφει: «…. Ο Νότης Μπότσαρης τότε, δακτυλοδεικτών τον ιατρόν Πέτρον Στεφανίτσην, είπεν: Ιδού ο αξιώτερος όλων. Αυτός έκαμε όσα δεν εκάναμεν ημείς όλοι: επολέμα και ιάτρευε.»

Η κατάσταση μέσα στην ηρωική πόλη του Μεσολογγίου έχει φτάσει στο απροχώρητο.

Το μεσημέρι της 10ης Απριλίου του 1826 οι αρχηγοί της φρουράς συγκεντρώνονται προκειμένου να αποφασίσουν για την τύχη της πόλης.

Σε όλους είναι διάχυτη η αντίληψη και η πίστη ότι έχουν μείνει αβοήθητοι και έχουν εγκαταλειφθεί από όλους. Όλες οι προσπάθειες τους ήταν μάταιες.

Πρέπει να βρούνε μόνοι τους μια λύση αντάξια του Μεγάλου Αγώνα τους.

Δεν βλέπουν άλλη λύση από την Ηρωική Έξοδο!

Από τη στιγμή εκείνη τραγικά γεγονότα διαδραματίζονται στη πόλη. Ο Επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ κοινωνεί των αχράντων μυστηρίων τους Μεσολογγίτες.

Οι ασθενείς, οι τραυματίες και τα γυναικόπαιδα αποχωρίζονται με σπαραξικάρδιες σκηνές από τους πατέρες, συζύγους και αδελφούς, οι οποίοι θα εξέλθουν. Πολλές γυναίκες φορούν ανδρικά ρούχα και αρματώνονται για να πάρουν μέρος στην Έξοδο.

Μόλις πέφτει το βαθύ σκοτάδι αρχίζει η «έφοδος των Λεόντων» η Μεγάλη Έξοδος των Τιτάνων.

Το Μεσολόγγι πέφτει στα χέρια των Τούρκων. Όλη η πεδιάδα βράζει από τις ανταύγειες της φωτιάς. Μια πελώρια λαμπάδα σκορπίζει το φως της μέχρι το Βασιλάδι και τη Κλείσοβα. Μέσα στη πόλη οι τουφεκιές μοιάζουν σα χιλιάδες κωλοφωτιές.

Σπαραχτικές απελπισμένες φωνές τρόμου και φρίκης σκεπάζουν τα σπαραχτικά βογγητά των σφαζομένων γυναικόπαιδων.

Και μέσα σ’ αυτό το πανδαιμόνιο έλαμψε και τραντάχτηκε το Μεσολόγγι και η γύρω περιοχή από τις εκπυρσοκροτήσεις με την ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης του Ανεμόμυλου και των λαγουμιών από τους εθελοντές του θανάτου Καψάλη, Σουλιώτη, Διαμαντή και άλλων που εννοούσαν να θυσιάσουν ακριβά τη ζωή τους, θάπτοντας και πολλούς εχθρούς μαζί τους κάτω από τα ερείπια.

Πολλές γυναίκες καθώς καταδιώκονταν από τους αιμοσταγείς Τούρκους, Αλβανούς και Αραπάδες, έτρεχαν και έπεφταν μαζί με τα παιδιά τους από τις στέγες των σπιτιών τους, ενώ άλλες έπεφταν στις φλόγες ή βύθιζαν στα στήθια τους το μαχαίρι που κρατούσαν.

11 Απριλίου του 1826. Αυτοί από τη Φρουρά που κατάφεραν να σωθούν συγκεντρώθηκαν στην κορυφή του Αρακύνθου. Στο προσκλητήριο έλειπαν πάνω από 500 πολεμιστές. Από τα γυναικόπαιδα που βγήκαν και πέρασαν μέσα από τη φωτιά και το σίδερο σώθηκαν 11. Τα άλλα σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίσθηκαν.

Οι Ήρωες, εξαντλημένοι, απογοητευμένοι, πληγωμένοι και πεινασμένοι φτάσανε στη Δερβέκιστα. Από κει τα υπολείμματα της αδάμαστης Φρουράς κατευθύνθηκαν προς την Άμφισσα με βασική επιδίωξη τη διατροφή των σκελετωμένων σωμάτων τους και την περιποίηση των αρρώστων και τραυματιών. Κατά την πορεία αυτή πέθαναν από πείνα, από μόλυνση πληγών και από άλλες ασθένειες περί τους 600.

Αλλά το χειρότερο που δεν τιμάει κανένα ήταν η αισχρή εκμετάλλευση που υπέστησαν σ’ όλη τη διαδρομή από τους κατοίκους των γύρω χωριών.

Ο αγωνιστής Σπυρομίλιος γράφει: «… Οι διασωθέντες οχτακόσιοι τεσσαράκοντα άνθρωποι ήτον γυμνοί και είχον αδυνατήσει από την πείναν και τον κόπον τον πολύν, οι της Δερβάκιστας τους επώλουν εις τας πλέον υπερβολικάς τιμάς τα θρόφιμα, από τα οποία είχον ανάγκην δια να αναλάβουν τας δυνάμεις των.

Ο ιατρός Κύριος Στεφανίτσης, όστις διεσώθη από το Μεσολόγγιον, επειδή γυμνός, ηγόρασεν μίαν παλαιάν κάπαν, ήτις είχεν την τιμήν του ενός διστήλου, δια δίστηλα Ισπανικά πεντήκοντα.»

Τα ανθρώπινα αυτά λείψανα μετά από κοπιαστική πορεία έφθασαν στην Άμφισσα, όπου βρήκαν αυτό που ήθελαν, δηλαδή στέγη, τροφή, στοιχειώδη περίθαλψη και ανθρώπινη ζεστασιά.

Ο Αγιομαυρίτης Πέτρος Στεφανίτσης με τον θετό γιό του Νικόλαο ακολούθησε τον Καραϊσκάκη στην Αττική και πολέμησε στον κάμπο της Αθήνας, κάτω από την Ακρόπολη, επικεφαλής μιας ομάδας από τα Επτάνησα.

Αργότερα έγινε στενός φίλος του Ιωάννη Καποδίστρια και οργάνωσε το πρώτο Ελληνικό νοσοκομείο.

Το 1885 χάρισε στη Ριζάρειο Σχολή ένα εντυπωσιακό σπαθί που του είχε χαρίσει στο Μεσολόγγι ο λόρδος Βύρωνας. Στο σπαθί ήταν χαραγμένες δύο φράσεις:

«Δωρεά παρά του μακαρίτου λόρδου Μπάυρον εις τον δόκτορα Π.Δ. Στεφανίτσην. 1824 Μαρτίου 10 Μεσολόγγι.»

«Ο άνωθεν εξήλθε ξιφήρης. 10 Απριλίου 1826»

Φιλάνθρωπος, πατριώτης, πολεμιστής στάθηκε πάντα στο πλευρό κατατρεγμένων και ρακένδυτων χωρίς ποτέ να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που του παρείχε το σπάνιο για εκείνη την εποχή επάγγελμά του.

Παρένθεση

(Ας το σκεφτούν αυτό έστω για λίγο κάποια αρπακτικά όρνια με άσπρες μπλούζες, που ζούνε από την αγωνία και απόγνωση των άλλων μια και η απληστία τους ακόμη και σήμερα μέσα σ’ αυτή την οικονομική κρίση που περνάμε δεν έχει σταματημό!)

Κλείνει η παρένθεση

Ό,τι περιουσία είχε τη κληροδότησε στη Ριζάρειο με σκοπό να σπουδάζουν φτωχά Λευκαδιτόπουλα.

Πέθανε στην Αθήνα το 1881.

Βιβλιογραφία.

1. Οι ημέρες των Ελεύθερων Πολιορκημένων (1824-1826). Εκδόσεις Ωκεανίδα.
2. Ο εσωτερικός αγώνας. Τ. Σταματόπουλου. Εκδόσεις Κάλβος.
3. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΛΕΥΚΑΔΑΣ. Π.Γ. Ροντογιάννη. Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών.

Σημείωση: Αυτή ήταν η 50η ανάρτησή μας!

Ο Αιθεροβάμων

 

Κάντε κλικ εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του Αιθεροβάμωνα


Displaying 1 Comments
Have Your Say
  1. Ο/Η TAKIS λέει:

    Όταν κανείς διαβάζει τα παραπάνω (και τα προηγούμενα βέβαια)αναρωτιέται:
    Προς τί οι παρελάσεις? Γιατί γίνονται? Για να τιμήσουμε αυτούς που έδωσαν το αίμα τους για την ελευθερία μας? Μα τους τιμάμε καθημερινά με τη κατάντια μας! Ο δικός μας ηρωϊσμός και η αυτοθυσία για τη πατρίδα πού είναι για να θεωρηθούμε άξιοι απόγονοί τους? Αυτοί ταλαιπωρήθηκαν και χάθηκαν για μιά ελεύθερη πατρίδα, εμείς ανάξιοι την ξανασκλαβώσαμε.
    Ας μη τους κοροϊδεύουμε λοιπόν με τις παράτες μας. Ας τους αφήσουμε στον αιώνιο ύπνο τους. Και όταν σεβαστούμε πραγματικά τον αγώνα τους με δικούς μας αγώνες (όχι βέβαια της τσέπης) τότε ας τους τιμήσουμε ξανά με παρελάσεις…..

Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>