Παραμονή Χριστούγεννα (Ήθη και έθιμα Χριστουγέννων) | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News

Παραμονή Χριστούγεννα (Ήθη και έθιμα Χριστουγέννων)

χριστοψωμο

Της Κωνσταντίνας Γεωργακάκη

Μύριζε το σπίτι ασβέστη και πάστρα την παραμονή τα Χριστούγεννα. Στα ανθογυάλια, μεθυστικά, «τα λευκά άστρα του Δεκέμβρη», μαζεμένα από τα χωράφια, έσμιγαν τις πνοές τους με τον δριμύ ανασασμό του χριστουγεννιάτικου δέντρου, ενός κυπαρισσιού στολισμένου με άγριους καρπούς τυλιγμένους σε χρυσόχαρτο. Στο αρμάρι περίμεναν ο σταυρός, το χριστόψωμο, τα βλαχόπουλα κι οι βλαχοπούλες με τα σταφιδένια μάτια, τις κοτσίδες και το φέσι και οι απλάδενες με τα φοινίκια και τους κουραμπιέδες.

6_baloubes

Μετά το ξεσήκωμα και την υπερδιέγερση των προετοιμασιών, ετοιμαζόμασταν για το δείπνο της παραμονής μέσα σε μια ατμόσφαιρα υπέρτατης προσδοκίας και κατευνασμού. Αν και η μεγάλη νύχτα του χρόνου είχε περάσει, διαφορά δεν υπήρχε. Το σκοτάδι έφτανε από νωρίς και μαζί με το τσουχτερό κρύο και την υγρασία πάλευαν να βρουν και την παραμικρή χαραμάδα, για να εισχωρήσουν στα φτωχικά των ανθρώπων. Οι λάμπες με τη διχαλωτή πύρινη γλώσσα, στερεωμένες στον τοίχο, πάλευαν με τους ίσκιους, όμως, κάθε φορά που η πόρτα άνοιγε, λιποψυχούσαν από την έφοδο του ανέμου.

2

Ευτυχώς, υπήρχε η φωτιά στην εστία, ρωμαλέα, φλύαρη και μεθυστική και μπροστά της είχε στρωθεί το γιορτινό τραπέζι. «Βλέπεις, φωτιά πατέρα, ούτε χριστουγεννιάτικη, Την πάντρεψες ο ίδιος το βράδυ της παραμονής, την πότισες με λάδι, την ράντισες κρασί παλιό…» Με τους στίχους που αγαπούσε, θαύμαζε τη δυνατή φωτιά, με τις γαλάζιες και πορτοκαλιές φλόγες.

5_baloubes

Ο σταυρός των Χριστουγέννων αρωματισμένος και στολισμένος, βρισκόταν στο κέντρο του τραπεζιού. Δίπλα του το μπουκάλι με το μαύρο κρασί. Ο πατέρας έκανε το σημείο του σταυρού με το μαχαίρι, καθώς εμείς ψέλναμε: «Η Παρθένος σήμερον τον Προαιώνιον Λόγον…» Μετά, χάραξε πολλά κομμάτια και κράτησε το ψωμί πάνω από το κρασί. Απλώσαμε όλοι τα χέρια και τραβήξαμε από ένα κομμάτι. Ο σταυρός μοιράστηκε και μοσχοβόλησε η κάμαρα από την οσμή του κόλιαντρου. Ήπιαμε όλοι με τη σειρά από το ίδιο ποτήρι μια γουλιά κρασί και μετά καθίσαμε να φάμε το νηστίσιμο δείπνο μας: κουνουπίδι βραστό, καρύδια και λεφτοκάρια, σύκα και κάστανα. Έπρεπε να κοιμηθούμε νωρίς, διότι οι καμπάνες των Χριστουγέννων θα σήμαιναν τη γέννηση μέσα στη νύχτα, όταν: «… η Πούλια είναι ψηλά και της αυγής τ΄ ορνίθι ακόμα δεν ελάλησε…», όπως παραστατικά και με τους στίχους του ποιητή μας, μας προειδοποίησε η γιαγιά μου.

1

Η ίδια, εκείνη τη νύχτα, πάντα αγρυπνούσε. Είχε ακούσει από παλιές γυναίκες πως όποιος έμενε ξάγρυπνος τη νύχτα της παραμονής, ατενίζοντας προς την ανατολή, θα μπορούσε, ίσως, να δει το φως της Γέννησης στο νυχτερινό ουρανό. Όταν λοιπόν έσβηναν οι λάμπες και όλοι αποχωρούσαν, εκείνη κρατώντας χαμηλωμένη τη φωτιά και με το μπρίκι να βράζει ματζουράνα, φλαμούρι ή αλιφασκιά έμενε μόνη με την προσδοκία της, ανιχνεύοντας κατά διαστήματα την ανατολή.

Εκείνα τα Χριστούγεννα με ξύπνησε η μυρωδιά του κυπαρισσιού. Η αντανάκλαση από το φως του καντηλιού πάνω στα χρυσόχαρτα του δέντρου έδιωξε εντελώς τον ύπνο από τα μάτια μου. Έκανε πολύ κρύο, αλλά τόλμησα να βγω από τα βαριά σκεπάσματα. Φόρεσα το καινούργιο χριστουγεννιάτικο πανωφόρι με τον μπλε βελούδινο γιακά και τις μπλε βελούδινες μανσέτες, που περίμενε κρεμασμένο για το πρωί και γλύστρησα σιωπηλά έξω. Απόλυτο σκοτάδι, παγωνιά και ξαστεριά. Τα αστέρια, απίστευτα χαμηλά και λαμπερά, τρεμόπαιζαν.

4

Ένα τεράστιο αστέρι έστεκε πάνω απ΄ τη ράχη του βουνού, στην ανατολή. Πρώτη φορά στη ζωή μου έβλεπα τόσο μεγάλο και τόσο φωτεινό άστρο. «Σίγουρα αυτό είναι», σκέφτηκα, «το άστρο της Βηθλεέμ…»

Ο Ιορδάνης ποταμός, όπως λέγαμε τον Γαλαξία, κυλούσε στο στερέωμα και ένα πεφταστέρι έσβησε στο μακρυνό έρεβος. Άστρα γαλάζια και πορτοκαλιά, σαν τις φλόγες των ξύλων στην εστία της γιαγιάς μου, τρεμόπαιζαν σε κάθε γωνιά του ουρανού. Και το μεγάλο αστέρι, διπλάσιο από κάθε άλλο στον σκοτεινό θόλο, σημάδευε χωρίς μαρμαρυγές τη μεριά της ανατολής.

Η γιαγιά μου τρόμαξε όταν με βρήκε να στέκω τρέμοντας μέσα στο κρύο και το σκοτάδι, κάτω από τον ουρανό. Με έμπασε γρήγορα μέσα, με κάθισε κοντά στη φωτιά, μου έδωσε αλιφασκιά και με ρωτούσε πόση ώρα στεκόμουν εκεί. «Το είδα, της είπα. Είδα το αστέρι…» Οι φλόγες φλυαρούσαν γλυκά δίπλα μου και οι άγριες βιολέτες μύριζαν τόσο δυνατά, που με ζάλιζαν. Η αλιφασκιά με ζέστανε και τα μάτια μου έκλεισαν.

Με ξύπνησαν οι καμπάνες των Χριστουγέννων.

(Από το βιβλίο Σόρα Κάτε, Εκδόσεις Στοχαστής, 2007)

28616* Η Κωνσταντίνα Γεωργακάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λευκάδα. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ασκεί μαχόμενη δικηγορία. Είναι παντρεμένη με τον Ευτύχη Γεωργακάκη, πολιτικό μηχανικό και έχουν δυο παιδιά. Από τις εκδόσεις «Καστανιώτη» έχει εκδοθεί το συλλογικό βιβλίο Αίσθηση Γυναίκας στο οποίο και συμμετέχει, ενώ κείμενά της έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό «Ευθύνη» και στην εφημερίδα «Καθημερινή». Από τις εκδόσεις «Στοχαστής» έχουν εκδοθεί τα βιβλία Σόρα Κάτε (2007), Στον αστερισμό των Πλειάδων (2010) και Αγιομαυρίτικες ιστορίες (2012).
__________________________________
Σχετικά:
Έθιμα και κάλαντα Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς από τον Άγιο Πέτρο Λευκάδας
(2013)
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: Τὰ Χριστούγεννα τοῦ τεμπέλη (1896) (2012)
Τα Χριστούγεννα του Παπαδιαμάντη (2011)
Μια μικρή αναφορά σε Χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα (2011)



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>