Η επιδημία της πανούκλας το 1743 στην Αγία Μαύρα (Λευκάδα) και ο Ναός του Αγ. Βησσαρίωνα, μετόχι άλλοτε της Μονής Αγ. Γεωργίου στους Σκάρους | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Δε, Ιουν 1st, 2020

Η επιδημία της πανούκλας το 1743 στην Αγία Μαύρα (Λευκάδα) και ο Ναός του Αγ. Βησσαρίωνα, μετόχι άλλοτε της Μονής Αγ. Γεωργίου στους Σκάρους

panoukla

Όλα τα στοιχεία έχουν ληφθεί -αυτολεξεί- από το βιβλίο «Η Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου των (Σ)κάρων – Ιστορία, τέχνη, προσφορά» του Γεράσιμου Ζαμπέλη, Πρωτοπρεσβυτέρου, έκδοσης Ι.Μ. Αγίου Γεωργίου, που κυκλοφόρησε πρόσφατα.

«Ο ναός του Αγίου Βησσαρίωνα βρίσκεται στο ανατολικό άκρο της πόλης της Λευκάδος, ακριβώς απέναντι από το Διοικητήριο. Η δημιουργία του αποτελεί έκφραση ζωντανή ευγνωμονούσας καρδιάς, ύστερα από την ιστορική και θαυμαστή επέμβαση του Αγίου Βησσαρίωνα και το τέλος των δεινών, που σκόρπιζε η τραγωδία του θανάτου της πανώλης.

Το 1743, όταν ο εξαθλιωτικός μηχανισμός, οικονομικής, και όχι μόνο, πίεσης των Ενετών είχε φθάσει σε επικίνδυνα σημεία για τον φτωχό και ταλαίπωρο, τον μαρτυρικό και γενναίο λαό του νησιού, που συντριμμένος από το βάρος της πολυμορφικής του αιχμαλωσίας πορευόταν τον δύσκολο δρόμο της επίγειας αγωνίας του, ένα φοβερό γεγονός συντάραξε το νησί και έσπειρε τον θάνατο, κυρίως στην πόλη. Η φοβερή αρρώστια πανώλη χτύπησε κατάσαρκα το νησί μας. Αυτή η επίσκεψη του θανάτου παρέμεινε γνωστή με το συγκλονιστικό όνομα «Πανούκλα του Άη-Χαραλάμπου».

Η μαρτυρία είναι η εξής:

«1743 Δ/βρίου 1. Ήλθα από την φυγήν του θανατικού και την αύριον ελειτούργησα εις τον ναόν του αγίου Νικολάου· Κων/νος ιερεύς Ζαμπέλης και οικονόμος».

(Αρχείο Ι. Μητροπόλεως)

«1743 Μαγίου 21
έφερε ο γυιος του Ρογγότη το θανατικό από τη μέσινα κε εκόλησε τη χόρα της αγιάς μάβρας κε επεθάνανε πολή άνθρωποι μικρί μεγάλη έος την σήμερον Ιουλίου 26 τό βάνομε ισε θύμηση· γερμανός ηερομόναχος Φήληπας γούμενος του αγίου Γεωργίου σκάρους 1743».

(Ροντογιάννη, Ιστορία – τ. Α΄, σελ. 527).

Ο αριθμός των νεκρών, που έσπειρε στην πόλη η πανούκλα, έφθασε μόνο στην Αγία Μαύρα τα 1.800 άτομα.

Προκειμένου να πάρουμε μία μικρή, αλλά έντονα εκφραστική γεύση του πόνου και της αγωνίας, του τρόμου και της αβεβαιότητας, που με απόλυτα δραματικό και έντονα φονικό τρόπο, έφερε η πανούκλα στην κοινωνία του νησιού μας, θα αφήσουμε κάποιες καταγραφές ανθρώπων, οι οποίοι αφού γνώρισαν, έζησαν και μαρτύρησαν από την φοβερή ασθένεια ή πληροφορήθηκαν την τραγωδία από τους δικούς τους, σχηματοποίησαν τον έμπονο καημό τους στο χαρτί.

Με την σημείωση αυτή φανερώνεται και σ΄ εμάς σήμερα η ένταση και η φονικότητα της ασθένειας. Ταυτόχρονα κατανοούμε την σπορά των δραμάτων και τολμώντας προσευχητικό γονάτισμα, ευχαριστούμε τον Θεό και τον πρευβευτή μας Άγιο Βησσαρίωνα για την σωτήρια λύτρωση από τις ασφυκτικές δαγκάνες του θανατηφόρου κακού, την απελευθέρωση του νησιού μας από την φονική πανδημία.

Ο Σπυρίδων Βλαντής, καταθέτοντας την μαρτυρία ενός Ιταλού της εποχής, καταγράφει συμπτώματα της λοιμικής εκείνης νόσου:

«Τα συμπτώματα ήσαν φοβερά. Το πρόσωπον, αποβάλλον την φυσικήν αυτού χροιάν, επέκτα εντός ολίγου την του πτώματος. Η ίρις των οφθαλμών διεστέλλετο, τα χείλη συνενούντο, η γλώσσα εξηραίνετο. Ταύτα συνωδεύοντο υπό δίψης, ρίγους, παραληρήματος και μανίας, παρά τα τοσαύτα δε δεινά το σώμα, εκλειπούσης πάσης του οργανισμού αντιδράσεως, κατέκειτο ως πτώμα. Οιδήματα εις τους βουβώνας, ή υπό τας μασχάλας. Την κοιλίαν και το στήθος εκάλυπτον άνθρακες, σημείον αλάνθαστον σωτηρίας αν ζωηροί και οδυνηροί, θανάτου δε, αν ωχροί και ανώδυνοι. Ουδεμία διάκρισις ηλικίας, φύλου, κοινωνικής τάξεως. Γενικός ο κίνδυνος και ο τρόμος. Εν τρισίν ή πέντε ημέραις, οι προσβαλλόμενοι απέθνησκον, ευτυχείς δε όσοι εν ολίγαις ώραις απηλλάσσοντο των δεινών των».

(Κων. Γ. Βλαντή, «Η Λευκάς υπό τους Φράγκους», εν Λευκάδι 1902, σ. 99. Πρβλ. Σπ. Μαχαιρά, «Η Λευκάς επί Ενετοκρατίας» σ. 104. Ιωάννη Ζαμπέλη, «Ψήγματα τοπικής Ιστορίας της Λευκάδος», Λευκάδα 2005, σ. 39).

Ο Σπυρίδων Περιτσόπουλος, γόνος σημαντικής οικογενείας της Λευκάδος, θα στείλει επιστολή στον αδελφό του Πέτρο, που ζούσε στην Βενετία, διεκτραγωδώντας τα συμβαίνοντα στην πατρίδα. Ο Πέτρος ήταν πατέρας του ιστορικού Δημήτρη Πετριτσόπουλου.

Εν Λευκάδι τη 10 Αυγούστου 1743 έ.ν.

Αγαπητέ αδελφέ,

Εν άλλη μου επιστολή σοί περιέγραψα την εκατόμβην, ην προυκάλεσεν εις τον ατυχή τούτον τόπον η επιδημία της πανώλους και τώρα σοί αναγγέλω τον νέον όλεθρον, διότι κατά την γενομένην στατιστικήν έπαυσαν να ζουν περί τα 1.500 άτομα, πλην εκείνων άτινα δεν συμπεριλαμβάνονται εν ταύτη. Κατά το γενικόν τούτο θανατικόν πλείσται οικογένειαι εξέλιπον, εις τρόπον ώστε η δύστηνος πόλις είναι καθ΄ ολοκληρίαν έρημος και εγκαταλελειμμένη, διότι ολίγοι είναι εκείνοι, οίτινες παραμείναντες εν τη πόλει, απέφυγον το ορμητικόν βέλος, το οποίον όλον εντρέχει και ο Θεός μόνον γνωρίζει τι αναμένει και τούτους, εφ΄ όσον το κακόν ταξιδεύει διαρκώς μετά θλιβεράς και αξιοθρηνήτου προόδου.

Διο, ως προς τους επιζώντας δεν απομένει ελπίς σωτηρίας, εκτός και αν η Παναγία Παρθένος μαλάξη υπέρ ημών την δικαιοτάτην οργήν του υιού της. Υπό το πνεύμα τούτο δέονται πάντες μετά πικρών δακρύων, πολλοί δε μετά δακρύων αίματος. Φαίνεται όμως ότι η Παναγία εισήκουσε των δεήσεων των πιστών και ευλαβών, διότι ενέπνευσεν εις τας Αρχάς να επιτρέψουν την εκ Λευκάδος διέλευσιν του περιωνύμου λειψάνου της κάρας του Αγίου Βησαρίωνος του θαυματουργού, του μεγάλου εκείνου Αγίου, όστις καθημερινώς τελεί τοσαύτα θαύματα και όστις δια της διαβάσεώς του εκ των πανωλοβλήτων χωρών αποδιώκει το κακόν, των προσβεβλημένων ανακτώντων αμέσως την προτέραν ευεξίαν. Ένεκα τούτου φαντάσθητι οπόση είναι η πίστις και η ελπίς πάντων ημών, αγωνιώντων να ίδωμεν αποκαθισταμένην την υγείαν. Χθες αι πληροφορίαι εβεβαίουν ότι η αγία κάρα έφθασεν εις Πρέβεζαν και σήμερον αναμένεται ενταύθα μετ΄ αφάτου ανυπομονησίας και χαράς των κατοίκων.

Μετά τον θάνατον του υπηρέτη μας Γεώργη, απεβίωσε τη 8 τρέχοντος και η αγαπητή μας αδελφή Μαρία προς μεγίστην θλίψιν πάντων ημών και ιδία των γονέων μας, οίτινες διαρκώς κλαίουν. Εγώ μετά των αδελφών μας και της Μάρως ευρισκόμεθα εις το Φρύνη, ενώ οι γονείς μας μετά του Λάμπρου παρέμειναν εις την οικίαν, λόγω της ισχυρογνωμοσύνης του πατρός μας, επιμένοντος να μην απομακρυνθή της πόλεως παρ΄ όλας τας προς τούτον πολλάκις γενομένας παραινέσεις να φύγη μακράν του πυρός. Είθε ο ύψιστος να τους προφυλάξη, ίνα μη μολυνθούν και ούτοι εκ του μιάσματος. Μέχρι τούδε ούτοι, μη ελθόντες εις ουδεμίαν επικοινωνίαν μετά της αδελφής μας και του Γεώργη, χαίρον άκρας υγείας.

Επίσης, ο συνάδελφος του πατρός μας κύριος Αναστάσιος Σέρβος, όστις δύναται να τονισθή, ότι εθυσίασεν την ζωήν του υπέρ του γενικού καλού, έπραξε μετά μεγίστου ζήλου μεγαλειώδη πράγματα, διότι μόνον ούτος περιεφέρετο ανά την πόλιν, ενθαρρύνων και παρηγορών, ανακουφίζων και περιθάλπων τους πάντας και ενίοτε μετά γενναίων εξ ιδίων παροχών. Είναι βέβαιον, ότι ούτος απέκτησε φήμην αθάνατον και αν εις οιανδήποτε άλλην χώραν ήθελεν ενεργήσει ως ενήργησεν ενταύθα, θ΄ ανήγειρον εις τούτον ανδριάντα. Οπωσδήποτε πάντες ακόμη ομιλούν περί αυτού μετ΄ αισθημάτων βαθείας εκτιμήσεως και πάντες αναγνωρίσαντες τας ευεργεσίας του, προσπαθούν να εξυπηρετήσουν παντοιοτρόπως την οκογένειάν του.

Η πόλις θα έπρεπε να καή ολόκληρος λόγω των πτωμάτων των παραμεινάντων ατάφων, αλλ΄ ο Σέρβος σωφρόνως ποιών, έγραψεν προς τον εν Άρτη αδελφόν του, όστις μη φειδόμενος κόπων και δαπανών, κατώρθωσε να πείση εξ νεκροθάπτας ή «ξενοσπιτάδες» να έλθουν ενταύθα και αναλάβουν μετά των άλλων νεκροθαπτών τον άνευ διακοπής ενταφιασμόν των θνησκόντων. Είναι αληθές ότι ο αδελφός του χάριν της πατρίδος εμαρτύρησε κυριολεκτικώς μέχρις ότου κατορθώσει να πείση τόσον τους νεκροθάπτας, όπως έλθουν ενταύθα, όσον και τας εν Άρτη Τουρκικάς Αρχάς, όπως επιτρέψουν τούτο. Πάντως, η απώλεια του Σέρβου ελύπησε μεγάλως πάντας και δη τους απόρους, υπέρ ων είχε διαθέσει εικοσιπέντε βαρέλια οίνου, πλείστους άρτους και αρκετά χρήματα. Εν συμπεράσματι, ούτος έπραξεν εις την Λευκάδα κατά της πανώλους παν ό,τι έπραξεν ο Δημοσθένης εις τας Αθήνας κατά Φιλίππου του Μακεδόνος.

Απεβίωσεν επίσης, προσβληθείς υπό του ιάσματος και ο Δρ. Χαλικιόπουλος, το Μαντείον του δικαστηρίου και η αίγλη της πατρίδος μας, προς μεγίστην θλίψιν των συγγενών του.

Σοι γράφω εν βία και τέλος σε απάζομαι.

Ο αγαπών σε αδελφός
Σπυρίδων Πετριτσόπουλος

(Μαχαιρά, «Η Λευκάς επί Ενετοκρατίας», σ. 111.)

Ανησυχία, προβληματισμός, αγωνία, τρόμος, πόνος και απελπισία σημάδεψαν τις ψυχές των Αγιομαυριτών. Η αβεβαιότητα με οδυνηρή κατάληξη τον θάνατο κυριαρχικά εξουσιάζουν τις υπάρξεις των ανθρώπων.

Μπροστά στο φοβερό αυτό αδιέξοδο οι άνθρωποι κατέφυγαν στην αγάπη του Θεού και αναζήτησαν «σημείο» λυτρωτικής εξόδου από τον απελπιστικό μονόδρομο.

Τότε η πολιτική διοίκηση του νησιού με την ομόφωνη γνώμη της τοπικής Εκκλησίας απευθύνθηκε στον ηγούμενο της Ι. Μονής του Αγ. Βησσαρίωνα στο Δούσικο Τρικάλων, η οποία ανήκει στην Ι. Μητρόπολη Τρίκκης και Σταγών. Παρακάλεσαν τότε να μεταφέρουν πατέρες της Μονής την θαυματουργό Κάρα του Αγίου Βησσαρίωνα, η οποία, όπως είχαν πληροφορηθεί, απελευθέρωνε με την Χάρη του Θεού, από την ασθένεια της πανώλης. Ο ηγούμενος ανταποκρίθηκε άμεσα στην συγκεκριμένη και έμπονη παράκληση των Λευκαδίων. Στις 11 Αυγούστου 1743 θα φτάσει στο ταλαιπωρημένο νησί ο ιερομόναχος Ματθαίος Δουσκιώτης κομίζοντας και τον ιερό θησαυρό, την χαριτόβρυτη κάρα του θαυματουργού Αγίου Βησσαρίωνα.

Η παρουσία της κάρας του Αγίου στο νησί άνθισε την ελπίδα στις ψυχές, που συνέτριβε η ταφόπλακα του θανάτου και ο ογκόλιθος του τρόμου για την συνέχεια του κακού. […] Σύντομα η ασθένεια άρχισε να εξασθενεί, να υποχωρεί και η υγεία με τα ποικίλα αγαθά της επέστρεψε στην Αγία Μαύρα· την πόλη της Λευκάδος, που μετρούσε μόλις πενήντα εννέα χρόνια ζωής. Έτσι την Άνοιξη του 1744 ο λαός είχε βρει πια τον κανονικό ρυθμό ζωής του, ελευθερωμένος από τον φοβερό και πληγωτικό εκείνο δυνάστη.

[… ] Αφού, λοιπόν, πέρασε η θύελλα της αρρώστιας και ο ευσεβής λαός μας ηρέμησε από τον φόβο και το μαρτύριο του θανάτου, αισθάνθηκε βαθυκάρδια την ανάγκη, ευχαριστώντας τον Άγιο, να χτίσει ιερό Ναό, έκφραση ευγνωμοσύνης, αφιερωμένο στον Άγιο Βησσαρίωνα. Με την προσωπική συμβολή του ιερομονάχου Ματθαίου και των Λευκαδίων σύντομα στήθηκε ο Ι. Ναός, εκεί που μέχρι σήμερα βρίσκεται – πιθανότατα στη θέση του Λοιμοκαθαρτηρίου της εποχής και πάντως σε μέχρι τότε δημόσια έκταση.

Ο υπεύθυνος λειτουργός ιερομόναχος και πρώτος κτήτορας του Ι. Ναού σύντομα παρεχώρησε τον Ιερό Ναό στην Ι. Μονή του Αγίου Γεωργίου των Σκάρων και έγινε μετόχι της. Η ιστορική πια πορεία του Ναού θα είναι κοινή με την πορεία της Μονής του Αγίου Γεωργίου…».

Πηγή: Γεράσιμος Ζαμπέλης, Πρωτοπρεσβύτερος, «Η Ιερά μονή Αγίου Γεωργίου των (Σ)κάρων – Ιστορία, τέχνη, προσφορά», έκδοση Ι.Μ. Αγίου Γεωργίου, Λευκάδα, 2020.

Σχετικά:
Αποκωδικοποιήθηκε αρχαίο βακτήριο πανούκλας (2018)
Η πανούκλα του 1743 που αφάνισε το 1/3 των κατοίκων του νησιού της Λευκάδας (2014)
Λευκάδα: Η «πανούκλα τ΄ Αη Χαραλάμπου» και η «Άγια Κάρα» (2013)



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>