Ο Ρουπακιάς θα μπορούσε να γίνει επισκέψιμος χώρος…
Με τη δημιουργία ενός πρότυπου μουσείου υδροκίνησης
Ο Ρουπακιάς υπήρξε ένα παλιό και απρόσιτο μικρό χωριό κρυμμένο, για το φόβο των πειρατών (όπως εξάλλου και τα περισσότερα παλιά χωριά της Λευκάδας), στο βάθος μιας χαράδρας που σχηματίζουν τα βουνά των Σταυρωτών ανατολικά και της Σκούλης-Μεγαόρους δυτικά.
Aριθμούσε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα περί τους 129 κατοίκους1. Λιγότερο οι σεισμοί και περισσότερο, μάλλον, οι επαπειλούμενες κατολισθήσεις βράχων είχαν ως αποτέλεσμα τη μετεγκατάσταση των κατοίκων του οικισμού, που αριθμούσε την εποχή εκείνη καμιά τριανταριά οικογένειες, στον Άγιο Πέτρο2. Στη δεκαετία του ΄50 υπήρχαν στο Ρουπακιά τουλάχιστον 30 πολυμελείς οικογένειες που αριθμούσαν πάνω από 150 κατοίκους. Η μετανάστευση, όμως, τους αποδεκάτιζε σιγά-σιγά και φτάσανε να έχουν μείνει μόνο καμιά 20ριά ολιγομελείς και γηρασμένες οικογένειας όταν ξεκίνησε γύρω στο 1970, επί δικτατορίας των συνταγματαρχών, η μετεγκατάσταση του χωριού.
Ο οικισμός είναι ακόμη μέχρι σήμερα ένα από τα Διαμπουλιάνια, γνωστά στο νησί της Λευκάδας και με το σκωπτικό όνομα Ενωμένες Πολιτείες, που περιλαμβάνουν ακόμη τα μικρά χωριά: Νικολή, Αϊ-Βασίλη, Μανάσι, Αϊ Θόδωρος και Χορτάτα.
Tα σπίτια στο παλιό χωριό, ενώ τα πρώτα χρόνια συντηρούνταν και χρησιμοποιούνταν κυρίως σαν αποθήκες, σιγά -σιγά εγκαταλείφθηκαν και κατάντησαν χαλάσματα. Σήμερα ο Ρουπακιάς έχει καταντήσει μια νεκρή πολιτεία. Η πλούσια βλάστηση καλύπτει τα πάντα. Κισσός, αγράμπελη, βατσ(ου)νιές και δέντρα που φυτρώνουν μόνα τους γεμίζουν τους δρόμους, τις αυλές, τα σωκήπια και τα ίδια τα σπίτια που πολλές φορές είναι δυσδιάκριτα πλέον τα όρια τους. Σωριάζονται ένα-ένα σε ερείπια και γίνονται καταφύγιο για τα νυχτοπούλια. Δεν έλειψαν φυσικά κι από εδώ οι κάθε λογής πλιατσικολόγοι που παραβίασαν τις πόρτες των εγκαταλειμμένων σπιτιών και τα λεηλάτησαν απ΄ ό,τι τυχόν αντικείμενα είχαν μείνει: καπάσες, εργαλεία, έπιπλα, σκεύη … μέχρι και αγκωνάρια ακόμη.
Στη μπασιά του χωριού από τη μεριά του Αγίου Πέτρου ένα κατηφορικό δρομάκι στα δεξιά βγάζει στην παλιά βρύση του χωριού, το Μαλιογιάννη, που, πήρε προφανώς το όνομά της από τον μάστορα που την κατασκεύασε ή τον χορηγό που την πλήρωσε. Ευτυχώς ο πολιτισμός προσπέρασε τον Ρουπακιά -είναι χαρακτηριστικό ότι εδώ δεν έφτασε ποτέ ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ ο αμαξιτός δρόμος ανοίχτηκε λίγο προτού μεταφερθεί το χωριό- κι έτσι η βρύση γλύτωσε από τους σύγχρονους εξωραϊστές που έχουν κάνει με πέτρες Άρτας, Αλβανίας και όπως αλλιώς λέγονται αγνώριστες μια σειρά παλιές βρύσες στο νησί μας, λες κι ο Θεός δεν μας προίκισε, πλουσιοπάροχα μάλιστα, με το υλικό αυτό.
Ετσι η βρύση διατηρεί σε μεγάλο βαθμό την παλιά της χάρη. Είναι πετρόχτιστη με δύο σκαλιστούς κρουνούς και έχει χειμώνα καλοκαίρι άφθονο καθαρό και κρουσταλλένιο νερό. Η τριγύρω περιοχή θυμίζει αμαζόνιο τοπίο με τα τεράστια πλατάνια που τα αγκαλιάζουν κισσοί και αγράμπελη και αποτελούν καταφύγιο για τα κάθε λογής πουλιά.
Λίγο πιο κάτω αρχίζουν τα πρώτα σπίτια του χωριού και αντικρίζει ο επισκέπτης την ανακαινισμένη εκκλησία του Αϊ-Γιώργη, που λειτουργεί σήμερα σαν ερημοκλήσι μόνο στη γιορτή του, στις 23 Απρίλη. Μπροστά στην εκκλησία στέκει το ετοιμόρροπο παλιό καμπαναριό της με ένα μεγάλο τόξο από κάτω, που παλιότερα ήταν και η είσοδος στον περίβολο της εκκλησίας, ένα μικρότερο από πάνω του που στηρίζει την παλιά καμπάνα και παραπάνω αέτωμα που είχε κάποτε στην κορυφή του ένα πέτρινο σταυρό.
Απέναντι από την εκκλησία, αριστερά, υπάρχει η πρώτη είσοδος στο χωριό που οδηγεί στην Πορτογαλιά. Συνεχίζοντας το δρόμο, μετά την εκκλησία και λίγο πιο κάτω, συναντάμε το ποτάμι, ενώ τα Σταυρωτά υψώνονται επιβλητικά από πάνω του. Ακόμη παρακάτω συναντάμε ένα δρόμο αριστερά που από κάτω του είναι το παλιό, πέτρινο, μονότοξο γεφύρι του Ρουπακιά, που ήταν παλιότερα μαζί με το γεφύρι της Βασιλικής τα μόνα περάσματα του ποταμιού.
Πάνω από το γεφύρι στην πλευρά των Σταυρωτών με πεσμένη σήμερα τη στέγη του είναι το υδραυλικό, το υδροκίνητο λιτρουβιό με εγκαταλειμμένα όλα τα παλιά μηχανήματα στη θέση τους. Σε μικρή απόσταση λίγο πιο πάνω και λίγο πιο κάτω από το υδραυλικό υπάρχουν τα ερείπια από τους δύο τελευταίους νερόμυλους που λειτουργούσαν στο χωριό.
Απέναντι από το γεφύρι είναι η δεύτερη είσοδος προς το κάτω χωριό. Και από εδώ μπορούμε να δούμε τα παλιά πέτρινα διώροφα σπίτια με τις θολωτές εισόδους τους και τα ανώφλια και τους παραστάτες των πορτοπαράθυρων από πελεκημένη πέτρα.
Ο Ρουπακιάς, παρ΄ όλη τη μακροχρόνια εγκατάλειψη, είναι και σήμερα αξιοποιήσιμος χώρος, που μπορεί να γίνει εύκολα επισκέψιμος σε μεγάλης εμβέλειας ομάδες επισκεπτών, όπως σχολεία, συλλόγους, τουριστικά γκρουπ κ.τλ. Αρκεί να ενδιαφερθούν κάποιοι υπεύθυνοι να τον αξιοποιήσουν. Να αναστυλώσουν και να ανακατασκευάσουν νερόμυλο και υδραυλικό ώστε να δημιουργηθεί ένα πρότυπο μουσείο υδροκίνησης. Ακόμη πρέπει να αναστυλωθεί το παλιό καμπαναριό του Αϊ-Γιώργη πριν καταρρεύσει τελείως, να καθαριστούν οι δρόμοι μέσα στο χωριό και να ανοιχτούν μονοπάτια προς τα φράγματα και τους καταρράχτες. Πρέπει επίσης να τοποθετηθούν κατατοσπιστικές πινακίδες για να οδηγούν τους επισκέπτες στα αξιοθέατα του χωριού, αφού ο Ρουπακιάς δεν ανήκει πλέον στις κρυφές ομορφιές του νησιού μας, γνωστός μέχρι πρότινος μόνο στους «μυημένους», αλλά τον επισκέπτονται κάθε καλοκαίρι εκατοντάδες επισκέπτες του τόπου μας.
(Χρησιμοποιήθηκαν αυτούσια αποσπάσματα, με ελάχιστες δικές μας παρεμβάσεις, από το βιβλίο «Άνθια Αηπετρίτικα» του Στάθη Γ. Μαργέλη που γεννήθηκε και έζησε τα παιδικά του χρόνια στον Ρουπακιά).
____________________________
1 Παναγιώτης Θ. Κουνιάκης, Η νήσος Λευκάς από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ΄ ημάς: Ήθη-Έθιμα-Εξέλιξις και Δράσις των πολιτικών αυτής ανδρών, 1928.
2 Μαρτυρία Νίκου Μαργέλη, πρώην κατοίκου του οικισμού. (Δες εδώ).