Ο μπάρμπα Λάκης και τ΄ αλέτρι του
Τον θυμάμαι από πιτσιρίκι… Μου έχει μείνει στο μυαλό να πιάνει με τα ροζιασμένα απ΄ τ΄ αλέτρι χέρια του μεστωμένες αγριοτσουκνίδες, και να μην καταλαβαίνει τίποτε. Τον θυμάμαι στην Αγιά Ελένη να κάνει ολόκληρο χωράφι μόνος του. Έκανε καμιά φορά ζυγιά και με τον Σπυρέλα, αν θυμάμαι καλά. Έχω ακούσει πολλές φορές να πιάνει με τα χέρια του, χωρίς κανένα ίχνος φόβου, κάθε λογής φίδια, όσο μεγάλα κι αν ήταν, εκεί που άλλοι όπου φύγει – φύγει. Φιδο-σαγηνευτής, λες και ασκούσε πάνω τους μια αδιόρατη και ακαταμάχητη δύναμη!
|
|
Χειμώνα καλοκαίρι με ένα μαντήλι δεμένο κόμπο στο κεφάλι του. Το πουκάμισο όλο τον καιρό ξεκούμπωτο, δυο τρεις τρύπες κάτω από τον λαιμό. Στη μέση του μόνιμα περασμένο ένα τσεκουράκι. Κι όλο κάτι να κόβει, όλο κάτι να πελεκάει, όποτε άδειαζε από τις άλλες πολύωρες ασχολίες του γεωργοκτηνοτρόφου.
Ήταν επιδέξιος, ήξερε να διαλέγει για την κάθε περίσταση το καλύτερο ξύλο. Και τι δεν έχει φτιάξει: κουδουνόβεργες, γκλίτσες, ρόκες, αδράχτια, ανέμες, γαβάθες, αργαλειούς, αλέτρια κι ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς, που χρησιμοποιούνταν παλιότερα σε κάθε χωριάτικο νοικοκυριό. Κι όλα αυτά με στολίδια, με ξεχωριστή λαϊκή καλλιτεχνική διάθεση κάθε φορά.
Τα περισσότερα τα χρόνια του τα πέρασε στο βουνό. Πάνω από εφτά δεκαετίες. Δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος που να ξέρει καλύτερα απ΄ αυτόν τους Σκάρους, το βουνό όπου έζησε σε πλήρη αρμονία με το περιβάλλον τα περισσότερα χρόνια της ζωής του. Και ποιος δεν είχε περάσει την εποχή εκείνη από την καλύβα του. Φτιαγμένη από φυσικά υλικά: πέτρα, ξύλα και ψαθί. Κανείς δεν έφευγε αφίλευτος. Άλλος γάλα, άλλος πτώγαλο*, άλλος χλωροτύρι, ανάλογα με την ώρα που θα τον πετύχαινε κανείς πάνω στην τυροκόμηση. Και πάντα κρύο νερό από τα Κελέκια στην καλύβα του, το πηγάδι που φρόντιζε ανελλιπώς κάθε χρόνο να καθαρίζει. Δεν θέλει να ξαναπάει στους Σκάρους. Χρυσό τον έχω κάνει, δεν θέλει να ξαναπάει. Ακούει για την καταστροφή. Θέλω να τους θυμάμαι όπως τους άφησα τότε, λέει.
Αργότερα κατέβηκε στα χειμαδιά. Αντάλλαξε τα γίδια με τα πρόβατα. Τα κράτησε κι αυτά αρκετά χρόνια ακόμη.
Ζει σήμερα μόνιμα στο χωριό Κολυβάτα. Ένας από τους τελευταίους «Μοϊκανούς», κόντρα στο κλίμα της εποχής. Επιλογή του είναι, δεν μπορώ στη Νικιάνα λέει, δεν μ΄ αρέσει. Όταν καμιά φορά αναγκάζεται λόγω βαρυχειμωνιάς να κατέβει δεν βλέπει την ώρα να φύγει. Με το που μπαίνει Φλεβάρης, μην τον είδατε, καλοκαίριασε πια λέει, ανεβαίνει πάλι στο χωριό. Κι όλο σε κίνηση, παρά τα 93 του χρόνια, παρότι δεν τον βαστούν -μόνιμο παράπονό του- τόσο καλά πια τα πόδια. Θα κάνει όμως το κρασάκι του, θα βάλει τις πατάτες του κι ο κήπος του τα καλοκαίρια ένας από τους καλύτερους που έχουν δει τα μάτια μου. Το τσεκουράκι ακόμη στη μέση. Κι όλο περισσότερο στα χέρια του τώρα τελευταία που λιγόστεψαν οι ασχολίες. Όλο κάτι να πελεκάει, προσπαθώντας να του δώσει κάθε φορά σχήμα και μορφή. Τις περισσότερες φορές το πετυχαίνει κιόλας. Κι ας «γκρινιάζει» η κάτι τις μεγαλύτερη συμβία του, ότι «δεν μπορεί να στρώσει ούτε για μια στιγμή τον κ…. του κάτω».
Έτυχε λοιπόν τις προάλλες και βρήκε ο Νίκος κάπου στα χαλάσματα ένα παλιό υνί. Τι ήθελε να το δείξει στον μπάρμπα Λάκη; Πρώτα αποφάνθηκε, αφού άκουσε το μέρος που βρέθηκε, τίνος θα μπορούσε να είναι: ή του Παναή ή του Τσιρογιάνη, είπε. Μετά, θα φτιάξουμε αλέτρι! Αμ΄ έπος αμ΄ έργον! Βρήκε, ύστερα από κάποια αναζήτηση, τα κατάλληλα ξύλα, κάποια άλλα παλιά σιδερένια εξαρτήματα κάπου περίσσευαν από παλιά. Και το ξύλινο αλέτρι ήταν έτοιμο σε λίγο καιρό. Ίσως όχι με τα ξύλα που θα διάλεγε σε άλλες εποχές, ώστε να είναι βαρύ κι ανθεκτικό, αλλά όπως και να το κάνεις αλέτρι.
Τον ρωτήσαμε για τα διάφορα εξαρτήματά του. Μας τα περιέγραψε, είναι κατά τα άλλα ένας ζωντανός λαογραφικός θησαυρός, όλο λέμε θα καταγράψουμε κάτι, έρχονται μετά τα τρεχάματα, κι όλο ξεχνιέται. Θα δούμε… Ως προς τα εξαρτήματα του παλιού ξύλινου λευκαδίτικου αλετριού -μιλάμε για την περιοχή του Αλεξάνδρου Λευκάδας- αυτά είναι, όπως μας τα είπε: χειρολαβή, γούλα, σπάθη, φτερά, αλετροπόδα, μπρατσόλι, σφήνες και το υνί. Με μια ματιά που ρίξαμε στα εξαρτήματα που περιγράφει στον «Φωτεινό» ο Βαλαωρίτης (δείτε τον πιο κάτω σύνδεσμο) είδαμε ότι η ονομασία κάποιων διαφέρει, αλλά δεν είναι και ασυνήθιστο πράγμα, μπορεί σε άλλα χωριά της Λευκάδας να απαντώνται και με άλλες ονομασίες.
_____________________________
* λέγεται το τυρόπηγμα που προκύπτει με την πήξη του γάλακτος, αφού προστεθεί σε αυτό η πυτιά. Ως πυτιά χρησιμοποιούταν μέρος από το αποξηραμένο στομάχι ενός μικρού αρνιού ή κατσικιού, που βύζαινε. Το πτώγαλο ήταν με την προσθήκη ψωμιού άριστο έδεσμα, που θα έπρεπε όμως να καταναλώνεται με σύνεση, γιατί σε διαφορετική περίπτωση άρχιζε το «κόψιμο». Το μόγαλο, το τυρόγαλο δηλαδή που έμενε μετά το στράγγισμα του πτώγαλου στην τσαντήλα, δινόταν συνήθως ως τροφή στα γουρούνια (ο κάθε τσοπάνης είχε τότε στους Σκάρους κι από ένα γουρούνι για το σκοπό αυτό) ή έκαναν καμιά φορά και μυζήθρα.
Σημείωση:
Η υπ΄ αριθμό 11 φωτογραφία, στην πιο κάτω γκαλερί φωτογραφιών, με τίτλο «Lefkas senior» είναι του Rob Oele (2007) και έχει δημοσιευτεί (με κάποια καλά σχόλια: Nice character, great portrait!) στον ιστότοπο PBase. Την έχει τραβήξει, μάλλον, ο φωτογράφος σε κάποιο ταξίδι του στο νησί μας. Η υπ΄ αριθμό 12 έχει δημοσιευτεί σε κάποιο ένθετο – αφιέρωμα (2006?) της εφημερίδας «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ». Η υπ΄ αριθμό 13, μια από τις λίγες που απεικονίζει την παλιά καλύβα του μπάρμπα Λάκη στους Σκάρους, μας είχε σταλεί παλιότερα από τον Π.Λ. και στην υπ΄ αριθμό 14 διακρίνονται δυο από τις γκλίτσες που μας έχει χαρίσει ο μπάρμπα Λάκης και χρησιμοποιούμε στους κατά καιρούς περιπάτους μας.
![]()
Σχετικά:
Παραδοσιακές καλύβες και τυροκόμηση στο Δάσος των Σκάρων κάποτε*…
Παλιό αλέτρι
Πορτραίτα Κολυβιατών – Λάκης Κολυβάς (Μπερδεμπές)



















































































Ο μπάρμπα Λάκης !
Η γνήσια σφραγίδα ενός απο τους τελευταίους αγρότες του τόπου μας !
Μια τάξη που σχεδόν έχει φύγει.
ΝΑΝΑΙ ΠΑΝΤΑ ΚΑΛΑ
η ιστορια του χωριου μας ολοζωντανη. Να’σαι παντα καλα μπαρμπα Λακη. Να μαθαινουμε παντα καλα νεα για σενα. Οταν πηγαινω στα κολυβατα δεν φευγω αν δεν τον συναντησω. Και περιμενω πως και πως να παω.