Σαν σήμερα το 1972 η «Ματωμένη Κυριακή» στο Ντέρι της Β. Ιρλανδίας
Σαν σήμερα το 1972 ο Βρετανικός στρατός ανοίγει πυρ κατά χιλιάδων διαδηλωτών στο Ντέρι της Β. Ιρλανδίας, που διαμαρτύρονταν κατά των διακρίσεων έναντι των Καθολικών, με αποτέλεσμα το θάνατο 13 ανθρώπων, 6 εκ των οποίων ήταν ανήλικοι, πέθαναν αμέσως, ενώ άλλος ένας πέθανε ύστερα από 4½ μήνες υποκύπτοντας στα τραύματά του («Ματωμένη Κυριακή»).
Όλοι τους ήταν άοπλοι πολίτες που έπαιρναν μέρος σε διαδήλωση ενάντια στη βρετανική κατοχή και σε ένα νόμο, σύμφωνα με τον οποίο οι συλλήψεις υπόπτων θα μπορούσαν να οδηγήσουν τον οποιονδήποτε στη φυλακή χωρίς να προηγηθεί δίκη. Αυτή η μέρα έμεινε στην ιστορία ως «Ματωμένη Κυριακή». Και στην ουσία σηματοδότησε την αρχή του αιματοβαμμένου εμφυλίου πολέμου στη Βόρεια Ιρλανδία.
Διαδηλωτές μεταφέρουν έναν θανάσιμα τραυματισμένο διαδηλωτή
Στα μέσα Γενάρη του 1972, ο βρετανικός στρατός πραγματοποιεί εκτεταμένες συλλήψεις Καθολικών στο Μπέλφαστ, με πρόσχημα την εκκαθάριση του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA). Στις 16 του Γενάρη, η τοπική κυβέρνηση των Προτεσταντών ανακοινώνει τη δημιουργία νέου στρατοπέδου συγκέντρωσης, όπου κρατούνται οι συλληφθέντες Καθολικοί. Ταυτόχρονα, παρατείνεται για άλλους έξι μήνες η απαγόρευση ανοιχτών εκδηλώσεων διαμαρτυρίας. Είναι η σταγόνα που κάνει το νερό να ξεχειλίσει στο ποτήρι της μειονότητας. Την επομένη, η Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών, μια οργάνωση που πρωτοστατεί στις κινητοποιήσεις των Καθολικών, εξαγγέλλει για τις 30 του Γενάρη, στο Λοντοντέρι, το λίκνο του κινήματος για την απελευθέρωση της Β. Ιρλανδίας, συγκέντρωση και πορεία, με στόχους την αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων και την αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων από τη Βόρεια Ιρλανδία.
Τοιχογραφία που απεικονίζει αυτούς που σκοτώθηκαν από το Βρετανικό Στρατό κατά την Ματωμένη Κυριακή
Στις 25 του Γενάρη σε μυστική σύσκεψη μελών της προτεσταντικής κυβέρνησης, της στρατιωτικής και της αστυνομικής διοίκησης αποφασίζεται το αιματοκύλισμα της διαδήλωσης. Οι Βρετανοί επιστρατεύουν τους διαβόητους για τη σκληρότητά τους αλεξιπτωτιστές της μονάδας «Para-1».
Την Κυριακή 30 του Γενάρη 1972, παρά την απειλητική ατμόσφαιρα, ένα μαχητικό πλήθος περίπου 10.000 Καθολικών συγκεντρώνεται σε μια από τις καθολικές συνοικίες και ξεκινά πορεία για το ιστορικό κέντρο του Λοντοντέρι. Όταν οι δυνάμεις καταστολής σταματάνε τους διαδηλωτές, οι διοργανωτές της πορείας καλούν τον κόσμο να διαλυθεί για να μη δώσουν πάτημα στον αντίπαλο. Πραγματικά, το πλήθος διαλύεται, ενώ τελευταία αποχωρεί μια ομάδα νεαρών που είχαν προηγουμένως πετάξει πέτρες κατά των σιδερόφραχτων αστυνομικών.
Τη στιγμή της αποχώρησης, όμως, βγαίνουν από τα οδοφράγματα της Αστυνομίας οι αλεξιπτωτιστές της «Para-1» και αρχίζουν να καταδιώκουν τους διαδηλωτές, να συλλαμβάνουν αδιακρίτως και να κακοποιούν βάναυσα όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Ταυτόχρονα, τεθωρακισμένα οχήματα των ειδικών δυνάμεων εισβάλλουν από τρία διαφορετικά σημεία και αποβιβάζουν στρατιώτες που παίρνουν θέσεις απέναντι στους εναπομείναντες διαδηλωτές. Ξαφνικά, ακούγονται ριπές αυτομάτου όπλου και ένας 17χρονος πέφτει νεκρός. Ακολουθεί πανικός, πανδαιμόνιο, καταιγισμός πυροβολισμών και μέσα στα επόμενα δέκα λεπτά, η άσφαλτος βάφεται κόκκινη από το αίμα 13 νεκρών και 16 βαριά τραυματισμένων. Όλα σχεδόν τα θύματα είναι νέοι και παιδιά, ηλικίας 16-25 ετών.
Ο θρήνος στα γκέτο των Καθολικών συνοδεύεται από πολιτικό σάλο. Ο βουλευτής του Εργατικού Κόμματος Τζον Χιούμ, αυτόπτης μάρτυρας της σφαγής, καταγγέλλει ότι πωρωμένοι αλεξιπτωτιστές πυροβολούσαν πισώπλατα άοπλους εφήβους που προσπαθούσαν να σωθούν και μιλάει για «Ματωμένη Κυριακή», όπως θα μείνει στην Ιστορία η 30ή του Γενάρη 1972.
Στην ταινία «Bloody Sunday» (αξίζει να την δει κανείς!), ιρλανδικής παραγωγής 2002, με τους Τζέιμς Νέσμπιτ, Νίκολας Φαρέλ, Τιμ Πίγκοτ Σμιθ, Αλαν Γκίλντι και Μέρι Μολντς, ο σκηνοθέτης Πολ Γκρίνγκρας αναπλάθει τα γεγονότα μέσα από τα πρόσωπα που τα έζησαν και φτιάχνει μια ταινία με στοιχεία ντοκιμαντέρ χωρίς να ξεφεύγει από την πραγματικότητα και να πέφτει στην παγίδα του μελοδράματος.
Παραθέτει τα γεγονότα μέσα από ηθοποιούς που δίνουν την ψυχή τους γι΄ αυτό που κάνουν και δεν εμπλέκεται σε πολιτικά τερτίπια. Αφήνει τον θεατή να κρίνει μόνος του και παράλληλα του ξύνει τη μνήμη, έτσι για να θυμάται τα περασμένα και να ξέρει τι να κάνει σ΄ αυτά που θα έρθουν.
Για το γεγονός αυτό τo 1983 οι U2 έγραψαν το τραγούδι διαμαρτυρίας Sunday, Bloody Sunday. Επίσης ο Τζων Λένον στο άλμπουμ, Some Time In New York City, το τραγούδι Sunday, Bloody Sunday, αλλά και το τραγούδι The Luck of the Irish με περιεχόμενο πιο γενικό, σχετικά με το ιρλανδικό ζήτημα. Ο Πωλ Μακάρτνεϋ, λίγο μετά το γεγονός, έβγαλε το single Give Ireland Back to the Irish που όμως λογοκρίθηκε από το BBC, και ο Κρίστι Μουρ το τραγούδι Minds Locked Shut. Επίσης ο Ιρλανδός ποιητής Σέιμους Χίνι, βραβευμένος με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1995, έχει επίσης ασχοληθεί με το γεγονός, στο ποίημα του Casualty.
(rizospastis.gr)
Αρχή της δεκαετίας της “980 από απεργία πείνας, για την Ιρλανδική υπόθεση , πέθανε ο Μπόμπυ Σάντς.
Στην Ελλάδα των ετών 2010- σήμερα για την υπόθεση χρεωκοπίας ή καίγονται από φωτιές στα σπίτια τους, από έλλειψη θέρμανσης.
Ο ορθολογισμός είναι σαφής και δη Εurορθολογισμός. Καήκανε χωρίς να έχουν θέρμανση ( κατά μία έννοια χωρίς να έχουν φωτιά ).!!!
Να μην ξεχαστεί ο Μπόμπυ Σάντς