Ένας φονιάς χιονιάς. Εγκλουβή 17 Φλεβάρη 1948 | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Πε, Φεβ 17th, 2022

Ένας φονιάς χιονιάς. Εγκλουβή 17 Φλεβάρη 1948

loukia_thermouΛουκία Θερμού 1934 (Φωτογραφία από το αρχείο της οικογένειας Ευσταθίου Κ. Θερμού)

Του Μίμη Κούρτη

Μια ιστορία κι ένα ποίημα για ένα γεγονός που συγκλόνισε την Εγκλουβή της Αντίστασης και του Αγώνα…

Ένας φονιάς χιονιάς. Εγκλουβή 17 Φλεβάρη 1948

..Σκοτεινιάζει και γρήγορα αυτή την εποχή. Η Λουκία δεν σταματά να προσεύχεται και παρακαλάει να τους δώσει δύναμη ο Θεός να φτάσουν στον προορισμό τους. Μα ο δρόμος αντί να μαζεύει, συνεχώς ξεμακραίνει. Το γαϊδουράκι λαχανιάζει, σκοντάφτει και δυστυχώς εγκαταλείπει. Η αγωνία γίνεται φόβος για τη Λουκία. Τα κορίτσια, που φορτώνονται και τα σακούλια με τα υπάρχοντα, αδυνατούν να προχωρήσουν.

kratoumenoi_fylakes_LefkadasΚρατούμενοι αγωνιστές στις φυλακές Λευκάδας το 1948 (Από το φωτογραφικό λεύκωμα του Πανταζή. Ν. Παπαδάτου «Ήρωες και Μάρτυρες της Λευκάδας», Αθήνα 1982, σελ. 165). Διακρίνεται, όγδοος από αριστερά στους όρθιους, ο Κώστας Θερμός (Τζίνος). Οι υπόλοιποι, όρθιοι από αριστερά, Χριστόφορος Κούρτης, Σταμάτης Κακλαμάνης (Μπαρούτσος), Πανταζής Μπαλέρτας, Θωμάς Μπαλέρτας, Χρήστος Φραγκούλης (Θωμαής), Χαράλαμπος Λογοθέτης (Τσετσές), Σπύρος Φραγκούλης (Θωμαής). Καθιστοί, από αριστερά, Τριαντάφυλλος Μπαλέρτας, Γεράσιμος Φραγκούλης και Δημήτρης Λογοθέτης

Ο χιονιάς αγριεύει, λες και έβαλε στόχο να σπείρει τον τρόμο, λες κι έγινε σύμμαχος των φασιστών και των δοσίλογων και βασανίζει τους συγγενείς των «κακοποιών» αγωνιστών, που στοιβάζονται σαν ζώα στις φυλακές της ντροπής.

«Μάνα, αποκάμαμε», ακούστηκαν τα κορίτσια, «δεν αντέχουν άλλο τα πόδια μας».

«Κουράγιο, κοπέλες μου, φτάσαμε έξω απ’ το χωριό».

Τους έδωσε λίγες σταφίδες, που είχαν απομείνει στην τσέπη της ποδιάς της, τις σκέπασε με ό,τι μπορούσε και ξεκίνησε μόνη να φωνάξει βοήθεια.

Αναθάρρησε η Λουκία μόλις αντίκρισε τα πρώτα σπίτια του χωριού. Όμως τα παγωμένα πόδια της την πρόδωσαν.

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΗΡΙΑ ΑΝΑΘΥΜΑΤΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ 2008Αποκαλυπτήρια αναθηματικής στήλης το 2008

Δεν μπορούσε να κάνει ρούπι και σε κάποιο παραπάτημα χτύπησε κι έσπασε το πόδι της. Άρχισε να φωνάζει:«Βοήθεια»,μα ποιος να την ακούσει μέσα στον χιονιά. Οι κάτοικοι είχαν κουρνιάσει από νωρίς στα σπίτια τους, δεν τολμούσαν να ξεμυτίσουν μ’ αυτή τη θεομηνία. Έσφιξε τα δόντια της και φώναξε όσο πιο δυνατά μπορούσε. Κάποια στιγμή, η φωνή της άρχισε να την εγκαταλείπει. Η απελπισία, έκδηλη στο πρόσωπό της. Τραβούσε τα μαλλιά της κι έμπηζε τα νύχια στα μάγουλά της. «Βοήθεια, χάνω τα παιδιά μου»…

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥ ΦΛΕΒΑΡΗ

Δεν φτάνει που σακάτη με βαφτίσαμε,
που μου ’κλεψαν τις κόρες μου, τις μέρες,
με εγκλήματα ανάλγητα με φόρτωσαν
εκείνοι που αίμα αδελφικό δεν χόρτασαν
κι είχανε για παιχνίδι τους τις σφαίρες.

Πώς να ξεπλύνω την ανείπωτη ντροπή,
το πληγωμένο πρόσωπο της μάνας;
Ανέσπα τα μαλλιά της και παγώσανε
μαζί με το αίμα σχήμα πόνου δώσανε
και χρώμα θρήνου στο τραγούδι της καμπάνας.

Ποιός γλύπτης τραγικός τάχα να σμίλεψε
δάκρυα παιδιών που μοιάζουν σταλακτίτες;
Σε προσωπάκια τρυφερά, σε χείλη αφίλητα,
γόοι πικροί σε στόματα αμίλητα,
εικόνες που δεν μάντεψαν ακόμα κι οι προφήτες.

Μίμης Κούρτης.
Από το βιβλίο μου, «Της Αλμύρας Λόγια».



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>