ΤΩΝ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΩΝ: Μπάρμπα Γιώργος ο Φτωχός
Το τρακτέρ ένα παλιό Μπελαρούς με κομπλαρισμένη μια σκουριασμένη ξεχαρβαλωμένη καρότσα, φορτωμένο μ’ ένα τσούρμο ψεκαστές αγκομαχούσε ν’ ανεβεί τον κακοτράχαλο δρόμο για τη Γράβα, λίγο πιο πριν από το Άλατρο.
Σε μια κατηφοριά τα φρένα άναψαν και η ρυμούλκα άρχισε να τραντάζεται άγρια μαζί με όλο το φορτίο που είχε πάνω της.
Ξαφνικά ακούγεται ένα κρακ και η σιδερένια διχάλα που την κρατούσε ενωμένη με το τρακτέρ έσπασε και όλο το φορτίο καμιά δεκαριά άτομα με την ψεκαστήρα στη πλάτη γίνονται όλοι ένα κουβάρι που ξεφεύγει και σκορπίζεται από δω και από κει.
Τη τελευταία στιγμή προφταίνω και πηδάω στο κενό και μόλις στέκομαι στα πόδια μου κοιτάζω αμέσως να δω τι γινήκανε τόσοι άνθρωποι.
Τους βλέπω να σηκώνονται όλοι ένας ένας και να τρίβουν τα πονεμένα μέλη τους. Μέσα από το τσούρμο ξεχωρίζει η λεπτή φωνούλα ενός γέροντα να λέει: «Ο Άη – Γιώργης μας έσωσε παιδιά!» Και βλέπω τον μπάρμπα Γιώργο τον Φτωχό να φεύγει γρήγορα λίγο πιο πέρα σ’ ένα μικρό πέτρινο εικονοστάσι ν’ ανάψει το καντηλάκι του και να προσκυνήσει.
Γιώργος Κατωπόδης με το παρατσούκλι Φτωχός, μόνιμος κάτοικος Αλάτρου κοντά ένα αιώνα.
Άλατρο ένα χωριό της ορεινής Λευκάδας που κουβαλάει πίσω του τόμους ολόκληρους Ιστορίας, ένα χωριό κρυμμένο μέσα στη βλάστηση, με γάργαρες πηγές, γεμάτο εκκλησάκια και παιόνιες, ένα χωριό που σήμερα οι κάτοικοί του μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού!
Εδώ πέρασε όλη τη ζωή του ο μπάρμπα Γιώργος, ένας ταπεινός, ένας αγαθός, ένας αγνός άνθρωπος, ένας αληθινός Λευκαδίτης.
Αγρότης κτηνοτρόφος από γεννησιμιού του μαζί με την καλή του σύντροφο την κυρά Κατερίνα που καρτερικά ήταν πάντα στο πλάι του.
Οι περισσότεροι από τους κατοίκους του χωριού μετά τον εμφύλιο έφυγαν από το χωριό και κατέβηκαν στα Χαραδιάτικα, στο Μεγάλο Αυλάκι, στο Νυδρί.
Ο μπάρμπα Γιώργος ποτέ δεν σκέφτηκε να φύγει. Παρέα με τα ζώα του, καλλιεργώντας το αμπελάκι του, τις λιγοστές ελιές του, τον κηπάκο του, έγινε ένα, ταυτίστηκε με το χωριό που γεννήθηκε και στέριωσε σ’ ένα εγκαταλειμμένο τόπο.
Αν καμιά φορά περνούσε κανένας οδοιπόρος από κει άκουγε τις φωνές του ν’ αντιλαλούν στις χαράδρες και τα πλάγια καθώς συνομιλούσε μ’ εκείνο τον δικό του τρόπο με τα ζωντανά του.
Όταν καμιά φορά σπάνια κατέβαινε στη Χώρα κρατούσε μια αγκαλιά κούκους (παιόνιες) να τις χαρίσει εκεί που πίστευε ότι τον αγαπούσαν και τον εκτιμούσαν.
Πάντα με τον καλό του λόγο την καλή του πράξη !
«Ελάτε στο φτωχικό μου να φάμε ντοματοσαλάτα, φρέσκο τυρί και να πιούμε ένα κρασάκι» μας καλούσε πάντα.
Και όταν αυτό καμιά φορά γινότανε πράξη η καρδιά του μπάρμπα Γιώργου γέμιζε από χαρά, το πρόσωπό του άστραφτε από καλοσύνη και αγάπη και μεις νοιώθαμε σα στο σπίτι μας, σα να βλέπαμε τον πατέρα μας!
Τα χρόνια πέρασαν και ο μπάρμπα Γιώργος κατάλαβε πως πλησιάζει η στιγμή για το μεγάλο ταξίδι.
Δεν θέλησε να μείνει στο Νοσοκομείο, ζήτησε να γυρίσει στο φτωχικό του με μια και μοναδική επιθυμία στο γιό του το Θοδωρή: «Να με θάψετε στον Άη Νικόλαο δίπλα στον πατέρα μου!»
Τις δύο τελευταίες ημέρες της ζωής του αμίλητος άφησε να περάσει από την σκέψη του όλη η απλή και ταπεινή ζωή του πάνω στο Αλατρίτικο χώμα.
Σαν έτοιμος από καιρό σα θαρραλέος με την ματιά του αποχαιρέτησε τους λόγγους και τα πλάγια που γυρόφερνε όλη τη ζωή του, τα πουρνάρια και τις γκορτσιές, τις παιόνιες και τα αγριολούλουδα, το αμπελάκι και τις ελιές του, τα ζωντανά του και τον κηπάκο του.
Κοίταξε με ηρεμία και αγάπη τη συντρόφισσά του, το γιό του, τα εγγόνια του, το δισέγγονό του και άφησε την τελευταία του πνοή εκεί που πρωτάνοιξε τα μάτια του!
Το Αλατρίτικο χώμα, που γνώριζε σπιθαμή με σπιθαμή, εκεί στη άκρη του χωριού,
δίπλα στο γέρικο πουρνάρι,
στην αυλή της εκκλησούλας του Άη Νικόλαου,
το χώμα του χωριού του τον δέχτηκε με την ίδια αγάπη που ο ίδιος του χάρισε σε ολόκληρη τη ζωή του!
Ο μπάρμπα Γιώργος ο Φτωχός, ο Φτωχούλης του Θεού θα είναι πάντα στη θύμησή μας!
Αιθεροβάμων
Συγκλονιστικό!Συγχαρητήρια στον αρθρογράφο.Αυτή είναι η Ελλάδα μας, και επειδη υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι,κανείς δε θα μας την πάρει.
Ευχαριστούμε πολύ για το υπέροχο αφιέρωμα ήταν ο παππούς όλου του κόσμου. Μια Ελλάδα που δεν πρέπει να χαθεί. Eνας σπάνιος άνθρωπος ένας απόγονος του Ξένιου Ζευς, όσοι τον γνώρισαν ξέρουν καλά τι εννοώ. Αθάνατος στις ψυχές όλων μας.Συγχαρητήρια στον αρθρογράφο.
ENA ΜΙΚΡΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΕ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΨΥΧΟΥΛΑ
Απο μικρος μας ελεγε
ησουν βασανισμενος
μα ειχε φιλο το θεο
κ ησουν ευτθχισμενος
Ολοι σε αγαπουσανε
γιατ ησουνα ψυχουλα
γιατι ησουν εντιμος πολυ
κ ειχες αγνη καρδουλα
Οποιος περνουσε απο κει
το χες μεγαλο αχτι
στο σπιτι σου να εμπαινε
να τον φιλεψεις κατι
Ολοι σε αγαπουσανε
ολα αυτα τα χρονια
ξενοι,γνωστοι και συγγενεις
κι ολα σου τα εγγονια
Ξερω πως φευγεις ευτυχης
για τη ζωη την αλλη
και στον παραδεισο ο θεος
σιγουρα θα σε βαλει!!
Κ. θανασης(θηροφυλακας)
Πολύ συγκινητικό το αφιέρωμά σας στο «φτωχούλη του Θεού μπαρμπα-Γιώργ層
ΜΠΡΑΒΟ σας!!
Αξίζει να διαβάζουμε τέτοια σχόλια.