Σπ. Μπλαζάκης – Γ. Τσομπανάκης: Μια ζωή αντάρτες… | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Σα, Ιουν 13th, 2015

Σπ. Μπλαζάκης – Γ. Τσομπανάκης: Μια ζωή αντάρτες…

Μια ιστορία άγνωστη ή και ξεχασμένη ακόμη από πολλούς. Απ΄ αυτές που δεν διδάσκονται στα σημερινά σχολεία…

«Μια συναρπαστική συνάντηση είχε στις κρητικές μαδάρες ο γνωστός Άγγλος δημοσιογράφος Νταίηβιντ Τονγκ: Για μερικές ώρες συνομίλησε με τους Σπυρ. Μπλαζάκη και Γιώργο Τσομπανάκη, τους δυο παλιούς αντάρτες, που 27 χρόνια τώρα καταδιώκονται για αδικήματα αναγόμενα στο Γ΄ Ψήφισμα… Με το πέρασμα, εξ άλλου, στο 1975, οι δυο αγρότες αγωνιστές συμπληρώνουν τον 32ο και μπαίνουν στον 33ο χρόνο της ζωής τους πάνω στα Λευκά Όρη, μεσ΄ τις σκοτεινές σπηλιές και τις άγριες χαράδρες.»

1α_μπλαζακης_τσομπανακης 2α_μπλαζακης_τσομπανακης

«Η ΑΝΥΠΟΤΑΧΤΗ ΚΡΗΤΙΚΗ ΛΕΒΕΝΤΙΑ.
27 χρόνια κυνηγημένοι μ΄ απροσκύνητοι πάνω στα Λευκά Όρη περιμένουν την αμνηστία – Συνάντηση Άγγλου δημοσιογράφου με τον Μπλαζάκη και τον Τσομπανάκη»

ΤΟΥ ΝΤΑΙΗΒΙΝΤ ΤΟΝΓΚ
«Ρώτησέ μας ό,τι θέλεις. Μόνο για δυο πράγματα δεν θα σου μιλήσουμε: Για το Κόμμα μας και για το πως επιζήσαμε. Αλλά όταν θα είναι κατάλληλος ο καιρός, όταν νομιμοποιηθούμε, θα φωνάξουμε επιστήμονες απ΄ όλο τον κόσμο για να τους δείξουμε τις συνθήκες που ζήσαμε. Αλήθεια σου λέω, κανείς δεν θα πιστέψει ότι αντέξαμε έτσι, έστω και για τέσσερις μήνες. Κι όμως ζήσαμε ένα τέταρτο του αιώνα».

Ήταν κρύο δεκεμβριάτικο βράδυ, τα Λευκά Όρη είχαν χιόνια στην κορφή τους, εδώ στη Δυτική Κρήτη, αλλά ο παρτιζάνος Γιώργος Τσομπανάκης δεν κάνει καμιά υποχώρηση στον καιρό, όπως δεν κάνει καμιά υποχώρηση στις αρχές. Έφτασε στο απομονωμένο αγροτόσπιτο, που συναντηθήκαμε, φορώντας μόνο ένα ανοιχτό πουκάμισο, εγκλέζικο στρατιωτικό παντελόνι και μπότες. Ο σύντροφός του Σπύρος Μπλαζάκης, τέσσερα χρόνια μεγαλύτερός του στα 59 έκανε ένα μικρό συμβιβασμό φορώντας ένα ελαφρό πουλόβερ.

3_μπλαζακης_τσομπανακηςΓια τους φίλους τους ήταν αετοί. Για τις αρχές φυγόδικοι

Για τους φίλους τους είναι αετοί, για τις αρχές όμως είναι φυγόδικοι που εδώ και 30 χρόνια κάθε διοικητής της τοπικής χωροφυλακής προσπαθεί να τσακώσει. Τελικά όμως επιζούν οι δυο τελευταίοι από μια ομάδα 30 ανταρτών που έμεινε στα βουνά μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου το 1949. Μερικοί πέθαναν από δάγκωμα σκορπιού ή σκωληκοειδίτη, ενώ άλλοι σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις.

Στην Κρήτη η αγριότητα ενάντια στους κομμουνιστές εξακολούθησε και μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Ένα κομμουνιστή που τον λέγανε Ζωγραφάκη, όταν τον πιάσανε, του έδεσαν το ένα πόδι σε ένα τζιπ και βάζοντας μπρος στις μηχανές τον κόψανε στα δυό. Αυτά ακούγονται κάτω στην πόλη. Μερικοί κατάφεραν και διέφυγαν στο εξωτερικό. Έτσι από το 1954 και μετά, ο Τσομπανάκης και ο Μπλαζάκης, που ήταν και οι ηγετικές φυσιογνωμίες της ομάδας αυτής, απομένουν μόνοι.

Η γαλοπούλα γίνεται αστακός

Ο σημερινός υπουργός Δικαιοσύνης λέει ότι θα βρει μια λύση για την περίπτωσή τους. Αλλά οι αντάρτες πιστεύουν λιγότερο στις υποσχέσεις της Αθήνας από τις εξελίξεις στην Κρήτη. Περάσανε πια οι μέρες που τα κεφάλια των συναγωνιστών τους έκαναν παρέλαση μπηγμένα πάνω σε ξύλα στα χωριά, αλλά και σήμερα η κατάστασή τους παραμένει επικίνδυνη. Και όπως λέει ο Τσομπανάκης, όταν έπεσε η χούντα, χαρήκαμε και μεις. Αλλά μετά είδαμε τους Μάηδες (ΤΕΑ) να κινούνται πάλι. Μια μέρα που είμαστε σ΄ ένα χωράφι κοντά στο δρόμο ακούμε πατημασιές. Ήταν ένας απ΄ αυτούς. Τον πιάσαμε κι όπως ήταν κοντόσωμος τον σήκωσα με το ένα χέρι. Έγινε άσπρος σαν γιαούρτι και ήθελε να μας δώσει τα χρήματα που είχε πάνω του. Πάρτα από δω του λέω, δεν είμαστε κλέφτες. Μας τα είπε όλα. Ότι δηλαδή οι ενισχύσεις και όλη η κίνηση που βλέπαμε ήταν για μας. Αρχές Αυγούστου. Δύο βδομάδες αφότου ο Καραμανλής είχε επιστρέψει και δώσει αμνηστία. Ο Μπλαζάκης παίρνει τον λόγο και περιγράφει πως στην αρχή οι δικηγόροι τους είπαν ότι η αμνηστία του Καραμανλή τους καλύπτει. Αλλά ο εισαγγελέας Χανίων είχε διαφορετική γνώμη. Ξεχώρισε από μια κατηγορία για τον καθένα μας, για κάτι που δεν έχουμε σχέση και μας το φόρτωσε. Τη μια τα ονομάζει πολιτικά αδικήματα την άλλη ποινικά. Μοιάζει με τους παλιούς καλόγερους που όταν ήθελαν να φάνε γαλοπούλα τη Σαρακοστή τη βάφτιζαν αστακό.

4_μπλαζακης_τσομπανακης«Γιάντα τσι κάνουν τσι φλακές, γιάντα τσι χαραμίζουν». Οι φυλακές στα Χανιά.

Κατηγορούνται για αδικήματα που δεν είναι συσχετισμένα με τον αναγκαστικό νόμο 509, αλλά με το Γ΄ Ψήφισμα. «Κάνοντας έτσι ο εισαγγελέας σύνδεσε την υπόθεσή μας μ΄ εκείνη των πολιτικών προσφύγων στο εξωτερικό».

Η συνάντηση

Χρειάστηκαν τριών μηνών προσπάθειες για να πραγματοποιηθεί αυτή η συνάντησή μας. Ο οδηγός μου συμφώνησε και το ραντεβού αρχίζει τελικά από τις φυλακές Χανίων. Τον ακολουθώ μέχρι να βεβαιωθώ ότι κανείς δεν μας παρακολουθεί. Περπατούσαμε στα δρομάκια της πόλης και τελικά μου έδειξε το μέρος που θα συναντιώμαστε το απόβραδο.

Νύχτα αφήσαμε το αυτοκίνητο που μας πήρε από το μέρος που συμφωνήσαμε κοντά στο βουνό. Συνεχίσαμε με τα πόδια ανάμεσα σε βράχια και ελαιώνες και τα φώτα του χωριού που περάσαμε έδειχναν σαν σπαρμένα αστέρια πίσω μας. Ακολουθούμε την κατεύθυνση ενός ξερού χειμάρρου, μετά δρόμους με χοντρό χαλίκι, βγάζοντας και αφήνοντας πίσω θάμνους που είχαν τοποθετηθεί για σημάδια.

5_μπλαζακης_τσομπανακηςΤσομπανάκης – Μπλαζάκης. Φωτογραφία του 1948.

Φτάσαμε σ΄ ένα μεγάλο καμένο αγροτόσπιτο. Είχαν κλειστά τα παράθυρα και περίμεναν σ΄ ένα μισοσκότεινο δωμάτιο. Παρ΄ όλες τις προφυλάξεις η συνάντηση καθυστερούσε γιατί οι αντάρτες είχαν δει μια περίπολο χωροφυλακής στο χωριό κι έτσι ανέβηκαν πάλι επάνω. Μόνο μετά από δυο ώρες έφτασαν και μπήκαν στο σκοτεινό δωμάτιο περνώντας πρώτα το χαλικόδρομο που είχαμε περάσει προηγουμένως εμείς.

Αφήσαμε ένα φίλο έξω για τσίλιες που όλο έμπαινε μέσα και μας έλεγε να μιλάμε σιγότερα. Η εμφάνισή τους δεν θυμίζει φυγόδικους. Είναι όλοι φρεσκοξυρισμένοι, χέρια πολύ καθαρά, σχεδόν γυαλισμένες μπότες. Όμως μετά μας έδειξαν τα σημάδια από τις σφαίρες.

Ο Τσομπανάκης έχει σημάδια από το 1940. Ο Μπλαζάκης έχει ακόμα πέντε κομμάτια από σφαίρες μέσα στο κορμί του και ένα σημάδι τέσσερις ίντσες στο κεφάλι του που ο ίδιος το λέει «σφυριά».

«Γελάσαμε όταν διαβάσαμε την ιστορία του Γιαπωνέζου στις Φιλιππίνες, λέει ο Τσομπανάκης. Μακάρι να είμαστε σαν κι αυτόν. Χωρίς να τον κυνηγάνε, χωρίς πυροβολισμούς και προδοσίες». Ο Τσομπανάκης είναι πολύ ψηλός καθαρός τύπος Κρητικού. Δυνατός, ζεστός και ομιλητικός. Η οικογένειά του είναι πολύ γνωστή στα Χανιά. Ο παππούς του είχε σηκώσει τις σημαίες στο νησί όταν η Κρήτη λευτερώθηκε από τους Τούρκους. Ένα στρατόπεδο στα Χανιά είχε πάρει το όνομα του ξαδέλφου του. Το στρατόπεδο περικυκλωμένο από φοίνικες και φτελιές είναι κοντά στα γραφεία του -νόμιμου πια- Κομμουνιστικού Κόμματος. Και ένα σινεμά, εκεί κοντά, θα παίξει προσεχώς το έργο «Κατάσταση πολιορκίας».

Από τα βουνά της Πίνδου στις μαδάρες

Η ιστορία των δύο αρχίζει με την είσοδο της Ελλάδας στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, το 1940. Αυτό έγινε αφού η χώρα για τέσσερα χρόνια είχε δικτατορικό καθεστώς με τον Μεταξά.

Όλοι οι Έλληνες πίστευαν, ότι στον ελληνικό στρατό ήταν πολλοί γερμανόφιλοι. Τον Νοέμβρη του 1940 στις 12 του μήνα, ο Μπλαζάκης είναι στρατιώτης της 5ης Μεραρχίας που εδρεύει στο νησί. Φεύγει όμως για το αλβανικό μέτωπο και τελικά μένει η Κρήτη ανυπεράσπιστη.

6_μπλαζακης_τσομπανακηςΗ κάθοδος από τα βουνά. Συγγενείς, φίλοι και σύντροφοι τους υποδέχονται

Η μεραρχία προχωρούσε μέσα στα χιόνια από την Θεσσαλονίκη για το μέτωπο. Στις 25 του Γενάρη του 1941, μετά τρεις μέρες, ο Μπλαζάκης έζησε την πρώτη του μάχη. «Όταν δεν έχεις πολεμήσει ποτέ ξαφνιάζεσαι όταν δεις τον πρώτο νεκρό. Όμως μετά, μέσα σ΄ αυτήν την κόλαση συνηθίζεις. Η πρώτη μάχη μου ήταν στην Τρεμπεσίνα. Η Τέταρτη Μεραρχία Τρικάλων είχε κάνει τρεις φορές πίσω, τότε κάναμε εμείς την τέταρτη επίθεση. Οι Ιταλοί είχαν ένα σύστημα να αντεπιτίθενται αμέσως. Είχαμε πολλές απώλειες. Με διέταξαν να πάρω την πυροβολαρχία μπροστά. Πιο δίπλα μου ένας φύλαγε τα πυρομαχικά κι ένας άλλος γέμιζε.

Ήταν σα να μου είπε κάποιος, περίμενε μέχρι να τελειώσουν και μετά πλησίασε. Πραγματικά εκείνη τη στιγμή ένας όλμος έπεσε πάνω τους και τους έκανε 15 κομμάτια. Έπεσε τόσο κοντά μου που νόμισα ότι έπεσε πάνω μου. Το πυροβόλο είχε καταστραφεί. Όμως ο στρατιώτης ήταν ακόμη ζωντανός και μας είπε να τον βοηθήσουμε. Τον μετέφερα πάρα πέρα. Πέθανε στα χέρια μου. Ο βομβαρδισμός ήταν τόσο σφοδρός που είχαμε γίνει μαύροι απ΄ την καπνιά».

Μετά από ένα μήνα ο Μπλαζάκης τραυματίστηκε. Δέχτηκε δύο σφαίρες στο πόδι του. Συνέχισε όμως να πολεμάει μέχρι που τον πήγαν στο νοσοκομείο για κρυοπαγήματα. Εκεί παρά λίγο να του κόψουν το πόδι. Υπήρχε τότε μια υποψία στο στρατό ότι τα πόδια τα έκοβαν για να διευκολυνθούν οι ναζί…

Η μάχη της Κρήτης

Οι απόψεις του Μπλαζάκη ενισχύονται από τα γράμματα που είχε γράψει ο βασιλιάς Γεώργιος στον πρίγκιπα της Ουαλλίας πριν από τον πόλεμο, στα οποία περιγράφει τις γερμανόφιλες διαθέσεις των στρατηγών. Ο βασιλιάς επίσης είχε πει αργότερα στον Κομνηνό Πυρομάγλου ότι εάν η 5η Μεραρχία είχε μείνει στην Κρήτη το νησί δεν θα έπεφτε στους Γερμανούς.

7_μπλαζακης_τσομπανακηςΛίγα λουλούδια…

Και σήμερα ακόμη ο Κομνηνός Πυρομάγλου ο ιστορικός και πολιτικός σύμβουλος του υποστηριζόμενου από τους Άγγλους ΕΔΕΣ λέει ότι εάν οι Κρητικοί κρατούσαν ακόμη μια μέρα, οι Γερμανοί δεν θα είχαν διαθέσιμες άλλες εφεδρείες για την μάχη και το νησί θα μπορούσε ν΄ αντισταθεί σαν την Μάλτα.

Ο Μπλαζάκης πήρε μέρος στη μάχη της Κρήτης. Πολέμησε με Νεοζηλανδούς Βρεταννούς και Κύπριους στο Ηράκλειο. «Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές έπεσαν απάνω μας. Πολεμήσαμε χέρια με χέρια. Καθένας μας είχε μόνο 30 φυσέκια. Αλλά ευτυχώς οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν τα ίδια για τα όπλα τους, κι έτσι παίρναμε απ΄ αυτούς. Έπεσαν πρώτα 800 αλεξιπτωτιστές. Κανένας δεν έζησε. Μετά πέσανε πάλι πάνω μας. Ήταν πραγματική σφαγή. Ο ένας σκότωνε τον άλλο. Χτύπαγες κι ο απέναντι ήταν φίλος. Είχαμε προδοθεί».

«Δεν μας ειδοποίησαν ότι οι Γερμανοί έπεσαν το πρωί στα Χανιά. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά μας είπαν ότι οι Γερμανοί φορούσαν την ίδια στολή με μας, γι΄ αυτό ν΄ αλλάξουμε τα σακκάκια μας που ήταν αγγλικά και να βάλουμε άσπρα πουκάμισα. Αλλά με τα άσπρα πουκάμισα είμαστε σαν χρυσός στόχος για τους Γερμανούς».

Ο Τσομπανάκης πήρε κι αυτός το όπλο του και πήγε πάνω στο ύψωμα όπου μαζί με άλλους ρίχνανε γερμανικά αεροπλάνα. Λέει πως βοήθησαν πολύ και Άγγλοι στρατιώτες. Πολέμησαν σκληρά. Είχαν μάθει και των κώδικα των Γερμανών. Απλώνανε κάτω στο αεροδρόμιο γερμανικές σημαίες, κι έτσι παγίδευαν τα αεροπλάνα. Η μάχη της Κρήτης κράτησε οχτώ μέρες.

8_μπλαζακης_τσομπανακηςΣτο Πολυτεχνείο η μια απ΄ τις πρώτες επισκέψεις

Οι Γερμανοί πήραν τα Χανιά. Μετά το Ρέθυμνο και ο Τσομπανάκης έκανε δυο βδομάδες δρόμο για να φτάσει στο χωριό του: το Κόκκινο Χωριό. Η ονομασία του προέρχεται από το κόκκινο χώμα του χωριού κι όχι από τις πολιτικές πεποιθήσεις. Βρίσκεται δίπλα στο χωριό του Μπλαζάκη. Συναντιόντουσαν όταν έπαιρναν το αυτοκίνητο για το σχολείο τώρα πια βρεθήκανε μαζί στις γραμμές του ΕΛΑΣ. Τότε άρχισαν τα σαμποτάζ. Ήταν πολύ επικίνδυνα. Ιδιαίτερα επειδή το χωριό ήταν στην προέκταση της Σούδας, κοντά στη ναυτική βάση. Μια φορά στους λόφους ήρθαν στα χέρια με τους Γερμανούς.

Ο Γεώργιος και οι Άγγλοι δεν συμπαθούσαν την αντιμοναρχική Κρήτη και δεν είχαν εμπιστοσύνη στους Κρητικούς. Μόνο μετά που ο στρατηγός Μάντακας -ένας αξιωματικός που κρυβόταν μετά την εξέγερση κατά του Μεταξά το 1938 και αργότερα έγινε μέλος της κυβέρνησης του βουνού- ανέλαβε στρατιωτικός διοικητής του νησιού είπε να δοθούν όπλα σε όλους, γυναίκες και παιδιά. Αλλά ήταν αργά πια.

Ο Μπλαζάκης διηγείται, ότι ο Μεταξάς είχε διώξει τους δημοκρατικούς αξιωματικούς που ήταν και οι πιο ικανοί. Οι στρατηγοί που υπήρχαν ήταν φασίστες, όργανα δικτατορικά. Ιδεολογικά ήταν κοντά στον Μουσολίνι και τον Χίτλερ!

«Οι Γερμανοί είχαν κάνει ένα τραγούδι που έλεγε ότι ο κρητικός λαός είναι βάρβαρος. Αλλά, ο κρητικός λαός δεν είναι βάρβαρος, είναι λαός που πολεμάει και θυσιάζεται για την λευτεριά».

Κατοχή – εμφύλιος πόλεμος

Σ΄ αυτό το στάδιο μόνο λίγα σημεία μιας κατοπινής σύγκρουσης φαινόντουσαν. Οι αντιθέσεις οξύνθηκαν αργότερα αλλά στο νησί τα περιθώρια για ανοιχτή σύγκρουση ήταν περιορισμένα. Ακόμη και το Δεκέμβρη του ΄44 στην Κρήτη δεν έγινε τίποτα. Εδώ κρατούσαν ακόμη οι Γερμανοί. Έφυγαν μετά έξι μήνες, τον Μάη του 1945.

Οι Βρεταννοί δούλεψαν στο νησί με μικρές ομάδες κι έκαναν επιχειρήσεις, όπως την απαγωγή του Γερμανού στρατηγού Κράιμπε, το 1944, μια πετυχημένη επιχείρηση που στοίχισε όμως αρκετά στον τοπικό πληθυσμό.

Ο Τσομπανάκης λέει, ότι οι Βρεταννοί ενδιαφερόντουσαν κυρίως πως να χτυπήσουν τον ΕΛΑΣ, με την αντιπαράθεση άλλων ομάδων και αναφέρει πως πέντε Αμερικάνοι στρατιώτες, επειδή δεν συμφώνησαν με την αγγλική πολιτική, ακολούθησαν τα τμήματα του ΕΛΑΣ.

Και οι δύο αντάρτες είναι κατηγορηματικοί όταν μιλούν για την βρεταννική πολιτική. «Μόνο προβλήματα μας δημιούργησαν. Στην αρχή πολεμούσαμε μαζί με τους άγγλους, αλλά στο τέλος του πολέμου μας καταδιώκανε τόσο ώστε μετά τους γερμανούς να μείνουνε αυτοί αφεντικά στη χώρα μας και να μας χρησιμοποιήσουν στρατηγικά αφού θα μας είχαν υποδουλώσει οικονομικά. Έστειλαν εδώ το στρατηγό Σκόμπι για να ολοκληρώσει τα σχέδια τους». Και οι δύο αντάρτες απορρίπτουν την κατηγορία ότι η σύγκρουση του Δεκέμβρη του ΄44 προκλήθηκε από τους κομμουνιστές. Και τονίζουν ότι οι μάχες του ΕΛΑΣ εναντίον των Γερμανών, έκαναν το λαό να δέχεται τους ΕΛΑΣίτες με θρησκευτικό σεβασμό. Άλλωστε ο ΕΛΑΣ είχε απελευθερώσει τη χώρα.

Αλλά ο Τσώρτσιλ που είχε αποφασίσει την επιστροφή της μοναρχίας είχε διατάξει τον Σκόμπι να μεταχειριστεί την Ελλάδα σαν καταληφθείσα περιοχή.

Δύο εκατομμύρια το κεφάλι

Στην αρχή του εμφύλιου βρίσκονται πάλι στα βουνά. Η αστυνομία συλλαμβάνει τους συγγενείς τους. Ο πατέρας του Τσομπανάκη, άνθρωπος 70 χρόνων, πολλές φορές συλλήφθηκε και ξυλοκοπήθηκε. Βασανίστηκε ακόμα και με ηλεκτροκαλώδια για να μαρτυρήσει που είναι ο γιος του. Αυτά πριν τον στείλουν εξορία. Δεν είδε ποτέ ξανά το γιο του, ούτε και όταν μετά από 15 χρόνια, στις τελευταίες του ώρες, τον ζητούσε. Η χωροφυλακή είχε πάρει θέσεις στο απέναντι μπαλκόνι. Η αδελφή του Τσομπανάκη, έγκυος ακόμη, κρατήθηκε από την χωροφυλακή στα Χανιά, και την άφησαν ακριβώς λίγα λεπτά προτού γεννήσει. Γέννησε ένα αγοράκι που πήρε το όνομα του θείου του Γιώργη, παρά την ελληνική συνήθεια να παίρνουν τα παιδιά το όνομα του παππού τους. Ήταν η εποχή που τους καταζητούσαν για 150.000 δραχμές, ποσό που σήμερα αντιστοιχεί με δύο εκατομμύρια.

Συνήθως οι αντάρτες που συλλαμβάνονταν τότε εκτελούνταν. Οι εκτελεστές περιέφεραν τα κεφάλια στα χωριά, σε δημόσια θέαμα. Ένας ταξιτζής στα Χανιά διηγείται ότι όταν ήταν παιδί, είδε τέσσερα κεφάλια, και η αστυνομία ανακοίνωσε πως όποιος δακρύσει στο είδωμά τους θα εκτελείται. Όταν είπαμε στον ταξιτζή πως κάποιο περιοδικό γράφει για τους αντάρτες μας είπε. «Δεν είναι δυνατόν να έχουν επιζήσει, μπορεί όμως και να έχουν φύγει στην Αίγυπτο».

Στα 1952 η φιλελεύθερη κυβέρνηση του Πλαστήρα τους έδωσε μια αμνηστία, αλλά την αρνήθηκαν γιατί τα στρατόπεδα ήταν γεμάτα και η αριστερά καταδιωκόταν. Ακόμα η αμνηστία αυτή δεν περιελάμβανε την κατασκοπεία και κομμουνιστές ηγέτες σαν τον Μπελογιάννη εκτελέστηκαν.

Τα χρόνια περνούσαν. Στα 1954 πια μόνο δύο απ΄ την ομάδα τους επιζούσανε. Τότε κρυβόντουσαν σε μια σπηλιά, όπου είχαν θάψει και μερικούς από τους συντρόφους τους. Οι συγγενείς τους άλλοτε τρομοκρατιούνταν από την Χωροφυλακή και άλλοτε τους πρόσφεραν τεράστια ποσά για την κατάδοσή τους. Μια φορά ο Τσομπανάκης κλείστηκε σε μια παραλία και έπρεπε να κολυμπήσει πέντε ώρες απέναντι για να γλυτώσει, παρατώντας πίσω του όλα του τα ρούχα. Μετά το 1960 τα αποσπάσματα ελαττώθηκαν, αλλά ορισμένοι Μάηδες συνέχιζαν. Οι δυό αντάρτες ήξεραν πως αν τους πυροβολούσαν μια φορά χανόταν κάθε ελπίδα για αμνηστία.

Το 1964 η κυβέρνηση Παπανδρέου τους πρόσφερε μια αμνηστία, αλλά πριν προλάβουν να έρθουν σε επαφή, έπεσε η κυβέρνηση μετά από δολοπλοκίες του παλατιού. Από ειρωνία της τύχης ήταν ο Παπανδρέου που είχε διαλέξει το 1944 ο Τσώρτσιλ για να φέρει πίσω τη μοναρχία στην Ελλάδα και να χτυπήσει την αριστερά. Μετά ανέλαβε η κυβέρνηση Στεφανόπουλου και ο υπουργός Δικαιοσύνης Στεφανάκης Κωνσταντίνος, Κρητικός, και πάλι σημερινός υπουργός Δικαιοσύνης τους έδωσε μια αμνηστία, την αρνήθηκαν γιατί ήταν στα μέτρα της αμνηστίας του ΄52 και δεν τους κάλυπτε για τα επόμενα χρόνια.

«Ξέρουμε ότι όλα τα αδικήματα της περιοχής τα έχουν φορτώσει στο κεφάλι μας». Μετά ήρθε η κυβέρνηση Κανελλόπουλου φάνηκε πρόθυμη να δώσει μια λύση, αλλά πριν προλάβει να κάνει τίποτα οι συνταγματάρχες πήραν την εξουσία με πραξικόπημα τον Απρίλη του ΄67.

Άρχισε πάλι απελευθερωτικός αγώνας κατά της δικτατορίας. Οι δικτάτορες είχαν τρομοκρατηθεί από μας και έκαναν ό,τι μπορούσαν ενάντιά μας. Ήμαστε ένα νύχι στα μάτια τους. Ο Παπαδόπουλος νόμισε ότι θα κάναμε επίθεση στις στρατιωτικές βάσεις που οι ΗΠΑ χρησιμοποιούσανε στη Σούδα. Χωροφύλακες, χαφιέδες, ΤΕΑ κ.λπ. τρομοκρατούσαν τους χωριανούς, λέγοντας ότι θα στείλουν ΛΟΚ, ότι θα εκτοπίσουν τους κατοίκους και θα βιάσουν τις γυναίκες και τις αδελφές τους. Χρησιμοποίησαν λεωφορείο και αυτοκίνητο μ΄ ένα δάσκαλο και ένα παπά για να πιέσουν τον κόσμο να μας καταδώσει. Τότε πήραμε τα μεγαλύτερα μέτρα που είχαμε πάρει ποτέ. Μέτρα δρακόντεια».

Ήταν η χειρότερή τους περίοδο. Πέρασαν έξι μήνες σε μια σπηλιά χωρίς να δούνε άνθρωπο. Μερικοί φίλοι τους αφήνανε ένα γράμμα σε μέρος συμφωνημένο από πριν, μαζί με λίγο παξιμάδι, ρούχα και φάρμακα. Σε μια δόση δεν μπόρεσαν για ένα χρόνο να πάνε να πάρουνε τα πράγματα, κι όταν τελικά το κατόρθωσαν βρήκανε προμήθεια ενός χρόνου. Ο φίλος που τους τα άφηνε δεν πίστεψε ότι είχαν χαθεί. Στην Κρήτη δεν πιστεύουν ότι οι αετοί πεθαίνουν.

Μια άλλη φορά έμειναν για έξι μήνες σε μια σπηλιά, όλο σκοτάδι. Κινδύνεψαν να τυφλωθούν.

Αφού η μέθοδος δεν έφερε αποτελέσματα η χούντα συνέχισε με διαφορετικό τρόπο. Έφερε στρατιωτικό διοικητή της Κρήτης τον Κυριάκο Τσομπανάκη, ξάδελφο του Γιώργη Τσομπανάκη.

Λίγο πριν την περίοδο της μεγάλης τρομοκρατίας των ντόπιων, ένας απόστρατος αξιωματικός παραπονέθηκε γι΄ αυτή την τακτική και διαμαρτυρήθηκε στην κυβέρνηση. Από τότε σταμάτησαν τα ασφυκτικά μέτρα.

Στη συνέχεια ο Κυριάκος Τσομπανάκης τοποθετείται διοικητής της Πέμπτης Μεραρχίας Κρήτης. «Θα σου προσφέρει γρήγορα καφέ», έλεγε πειραχτικά ο Μπλαζάκης στο Τσομπανάκη. Πραγματικά ο στρατηγός τους έστειλε γρήγορα μέσω των συγγενών τους ένα γράμμα. Τους προσφερόταν αμνηστία, καλή δουλιά, ελευθερία και να πάνε να ζήσουνε όπου θέλουνε.

«Δεν του απαντήσαμε». Αργότερα μας μήνυσε ότι θέλει να μας δει. Του γράψαμε: «Αν δεχτούμε την αμνηστία σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε τη χούντα. Αλλά η τυραννία θέλει αγώνα να ανατραπεί και συ είσαι σε θέση να μας βοηθήσεις. Να κάνεις ένα κίνημα εδώ, και τότε η χούντα θα ταρακουνηθεί, γιατί η Κρήτη έχει πολλές βάσεις των Αμερικάνων. Δεν μας άκουσε όμως, και λίγο μετά η χούντα τον έστειλε στην Πελοπόννησο και μετά τον αποστράτευσε».

Η ζωή ησύχασε λίγο για τους αντάρτες, αλλά στην Αθήνα το φοιτητικό κίνημα άρχισε ν΄ αναπτύσσεται και τον Αύγουστο του ΄73 οι φοιτητές ήρθαν σε επαφή με τους αντάρτες. Μια μέρα μας είπαν να πάμε σ΄ ένα σπίτι λέει ο Τσομπανάκης. «Ήταν δύσκολο, αλλά μας είπαν πως ήταν ανάγκη. Πήγαμε, βρήκαμε εκεί ένα παιδί που το ξέραμε από παλιά. Ήταν Κρητικός και σπούδαζε Θεολογία στην Αθήνα. Τον ρωτήσαμε τι κάνει, αν έχει παντρευτεί, πως πάει η επιστήμη». «Αφήστε αυτά, τώρα είμαι στην Αντίσταση. Μακριά οι ευθύνες μου απ΄ τους άγιους». Μπράβο του είπαμε. Το ξέραμε πάντα ότι ήσουν καλός.

«Έχουμε βγάλει απόφαση να κάνουμε αντάρτικο και θέλουμε τη γνώμη σας». «Πολύ ευχαρίστως του λέω, αλλά ο καιρός δεν είναι κατάλληλος για αντάρτικο. Τη μάχη θα τη δώσετε στις πολιτείες και προπαντός στην Αθήνα. Ο Παπαδόπουλος δεν είναι τόσο δυνατός. Θα οργανώσετε μια γερή διαδήλωση. Ο λαός θα σας συνδράμει. Θα χτυπηθείτε με την αστυνομία, θα σας χτυπήσουν, αλλά δίχως αίμα η τυραννία δεν ανατρέπεται».

«Ήρθε η σύγκρουση στο Πολυτεχνείο. Εμείς εκείνη τη βραδιά περιμέναμε. Ακούσαμε την κινητοποίηση του κόσμου, ακούσαμε Μόσχα, Ντόϋτσε Βέλλε. Το βράδυ της Παρασκευής που χτυπήσανε μπαίνουμε στο λημέρι μας, ανοίγει ο Σπύρος το ράδιο και ακούμε ότι έγινε σύγκρουση, πως χτύπησε η αστυνομία και ότι υπάρχουν νεκροί. Έγινε μεγάλο μακελειό, του λέω. Τα παρακάτω είναι γνωστά. Μετά ήρθε το πραξικόπημα στην Κύπρο. Χτυπήσανε οι Τούρκοι και κηρύχτηκε αιφνιδιαστικός πόλεμος. Η καταδίωξή μας ατόνησε τις μέρες εκείνες. Μπαίναμε στα χωριά όπου μας ρωτούσαν αν έπρεπε να βγούνε ομάδες στο βουνό. Τους απαντούσαμε αρνητικά. Να μην λιποταχτήσει κανείς, τους είπαμε, να πάτε όλοι να καταταχτείτε στο στρατό και η πρώτη μας δουλειά θα είναι να χτυπήσουμε τη χούντα. Στην Κύπρο πρέπει να πολεμήσουμε. Εδώ υπάρχουν δυο ειδών πόλεμοι, δίκαιοι και άδικοι. Αν και η αιτία δόθηκε απ΄ τη χούντα τώρα που μπήκανε οι Τούρκοι πρέπει να πολεμήσουμε. Μόλις είδαμε την ανατροπή χαρήκαμε και μεις, όπως όλος ο κόσμος. Αλλά για μας ήταν διαφορετικά. Τις μέρες πούπεσε η χούντα βλέπαμε μεγάλη κίνηση. Βλέπαμε και τα ΤΕΑ. Κι ένα βράδυ που περνούσαμε από έναν δρόμο, σε κάτι χωράφια, ακούσαμε πατημασιές. Βλέπουμε λοιπόν έναν των ΤΕΑ να μπαίνει μέσα σ΄ ένα χωράφι, εκεί που είμαστε κι΄ μεις. Τον αρπάξαμε, του πήραμε το όπλο, και τον σήκωσα επάνω με τη μια μου χέρα, ήταν και μικρόσωμος. Μας αποκάλυψε ότι μας κυνηγάνε και ότι τα μέτρα ήταν για μας. Αυτά έγιναν μετά την ανατροπή της χούντας, στις αρχές του Αυγούστου».

Εισαγγελική μισαλλοδοξία

Κι΄ ο Μπλαζάκης συνεχίζει: «Ο Καραμανλής έδωσε μια αμνηστία κι έβγαλε τους πολιτικούς κρατουμένους. Εμείς πιστέψαμε ότι μας πιάνει αυτή η αμνηστία. Ίδια ήταν και η γνώμη των δικηγόρων, αλλά ο Εισαγγελέας των Χανίων είχε διαφορετική γνώμη. Από μια υπόθεση του καθενός μας την είχε περάσει στα ποινικά αδικήματα που δεν αμνηστεύονται. Ό,τι ανεξιχνίαστο γινότανε στην περιοχή μας το φόρτωνε στην πλάτη. Τέλος πάντων. Παρ΄ ότι υπάρχει 20ετής παραγραφή, ο εισαγγελέας ζήτησε την αναστολή της για πέντε και τώρα για άλλα δύο χρόνια».

Η Βιργινία Τσουδερού έκανε επερώτηση στη Βουλή και ο Μίκης Θεοδωράκης έχει υπογράψει ένα υπόμνημα για τους δυο αντάρτες μαζί με αρκετούς διανοούμενους. Και μέλη της μεταχουντικής κυβέρνησης έδειξαν έντονο ενδιαφέρον. Μερικές παρόμοιες, αλλά πολύ μαζικές κινήσεις έγιναν στην Ισπανία για μια ανάλογη περίπτωση.

Η κοινή γνώμη είναι στο πλευρό των ανταρτών της Κρήτης. Τον Σεπτέμβρη που μας πέρασε έγραψαν ένα γράμμα στον Καραμανλή. Η εφημερίδα του Κ.Κ.Ε. «Ριζοσπάστης», πήγε πιο μακρυά, υπενθυμίζοντας στους Έλληνες ότι στα 1960 ο Καραμανλής βρήκε μια λύση για το θέμα του ναζιστή – εγκληματία πολέμου Μέρτεν, επικεφαλής των Ναζί στη Θεσσαλονίκη, στη διάρκεια του πολέμου. «Γιατί λοιπόν, λέει ο «Ριζοσπάστης», είναι δύσκολο να βρεθεί μια λύση για τους αντάρτες;»

Σ΄ αυτό το σημείο τέλειωσαν την κουβέντα τους οι δυο Κρητικοί, γιατί πρέπει να κάνουν έξι μίλια μέσα στα βουνά πριν τους πιάσει το πρωί.

«Πως περνάτε τον καιρό σας τώρα;» «Διαβάζουμε», λένε. Μας μίλησαν για βιβλία που γι΄ αυτούς έγιναν πιο πολύτιμα κι΄ απ΄ την τροφή τους,… Δαρβίνος, Πολιτική Οικονομία, Λογοτεχνία, Παγκόσμια και Ελληνική Ιστορία και ό,τιδήποτε άλλο.

Μας έδωσαν ένα μπουκάλι παλιό κρασί και δίκταμο από τα σακκούλια τους. «Κάνεις μια κομπρέσα μ΄ αυτά και το κρασί που είναι 8χρονο, γιαίνει η πληγή».

Τους είπα πως θα κρατήσω το κρασί να το πιούμε σα λευτερωθούνε.

Πηγή: Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Κυριακή 5 Γενάρη 1975

____________________________
Σημείωση:
Είχαμε διαβάσει την ιστορία την εποχή που πρωτοδημοσιεύτηκε, μαθητής τότε στο Γυμνάσιο Λευκάδας. Είχε αποτυπωθεί για τα καλά στο μυαλό μας, τη θυμόμαστε, μόνο τα ονόματα των δυο ανταρτών είχαμε ξεχάσει. Την ανασύραμε με αφορμή ένα ρεπορτάζ που βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη για μια παρόμοια δικιά μας περίπτωση. Τον θρυλικό αντάρτη της Λευκάδας Σπύρο Νικ. Θερμό (Παπάς) που έμεινε, 27 ολόκληρα χρόνια στα βουνά, κρατώντας ψηλά τη σημαία του λαϊκού αγώνα. Θα επανέλθουμε…

Να συμπληρώσουμε ακόμη ότι οι δυο Κρητικοί αντάρτες αμνηστεύθηκαν τελικά λίγο αργότερα μετά το ρεπορτάζ του Άγγλου δημοσιογράφου, στις 22 Φεβρουαρίου 1975.



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>

            









Copy Protected by Chetan's WP-Copyprotect.