Μπ(ου)χαρί (το) | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Κυ, Μαρ 24th, 2024

Μπ(ου)χαρί (το)

1_bouxari

Έτσι έλεγαν το τζάκι (ή το γείσο του τζακιού που περιέβαλε τη γωνιά) στα παλιά χωριάτικα σπίτια, όπως σημειώνει και ο Πανταζής Κοντομίχης στο «Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος». Έτσι όμως έλεγαν και την καπνοδόχο του τζακιού (πήρε φωτιά το μπ(ου)χαρί).

6_bouxari

Ήθελε κι αυτό τον τεχνίτη του. Στην ευρύτερη περιοχή του Αλέξανδρου μπουχαριά κατασκεύαζε ο Λάκης Μανωλίτσης (Τσίτσας). Όσα σώζονται ακόμη μέχρι σήμερα σε παλιά σπίτια των ορεινών οικισμών του Αλεξάνδρου είναι κυρίως δικές του δημιουργίες. Ο ίδιος έκανε και τους χωριάτικους φούρνους.

4_bouxari

Πολλές φορές έκαναν δίπλα από το μπουχαρί μια οριζόντια προεξοχή που την έλεγαν Πολίτσα (η) (φαίνεται στην φωτογραφία) και πάνω της τοποθετούσαν συνήθως κουζινικά σύνεργα.

Το μπουχαρί βρισκόταν στην κουζίνα και ήταν ο χώρος όπου μαζεύονταν τις κρύες μέρες του χειμώνα ολόκληρη η οικογένεια κι άρχιζαν τότε οι ιστορίες από τους μεγάλους, τους παππούδες και τις γιαγιάδες, που ξεκίναγαν συνήθως από τους Τούρκους και το Μπιζάνι για να φτάσουν στην πιο πρόσφατη ιστορία του τόπου μας. Τους Αμίτες (ΕΑΜίτες), τους Ιταλογερμανούς, τους αντάρτες (ένας από αυτούς ήταν ο Βαυκερίτης Σπύρος Θερμός – Παπάς που έζησε πολλά χρόνια στο βουνό [μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ΄60] και αμνηστεύθηκε μόλις το 1972) το ξύλο, την τρομοκρατία και τις λεηλασίες από τις συχνές επιδρομές των κατσαπλιάδων, εγχωρίων και από την απέναντι στεριά, στα χωριά μας. Κι όλα αυτά ανάκατα με άλλες ιστορίες για αερικά και νεράιδες, για σατανάδες και βρυκολάκους … για αφορισμούς. Που έπαιρναν μυθικές διαστάσεις την εποχή εκείνη στα παιδικά μας μυαλά κι άντε μετά να βγεις για κατούρημα.

5_bouxari

Θυμάμαι να κρεμούν εσωτερικό μέρος του μπουχαριού τις π(υ)τιές (φυσική μαγιά από το στομάχι αμνοεριφίων) για να ξεραθούν που τις χρησιμοποιούσαν στη συνέχεια για να πήζουν το γάλα και να κάνουν το τυρί.

Όπως αναφέρει ο Νίκος Σαραντάκος, η λέξη «μπουχαρί» δεν υπάρχει σχεδόν σε κανένα λεξικό. Δεν υπάρχει στον Μπαμπινιώτη, δεν υπάρχει στο ΛΚΝ, δεν υπάρχει στο Μείζον Τεγόπουλου-Φυτράκη, δεν υπάρχει στο λεξικό του Παπύρου (τάχαμου όλης της ελληνικής), δεν υπάρχει στο Λεξικό του Δημητράκου το πολύτομο (ξανατάχαμου όλης της ελληνικής, που έχει όποια απίθανα άπαξ λεγόμενα κατέγραψε ο Ησύχιος αλλά στα νεοελληνικά σφυρίζει αδιάφορα). Ωστόσο, αν γκουγκλίσετε, θα προσανατολιστείτε περίπου τι είναι.

2_bouxari

Γράφει ακόμη ότι μπουχαρί είναι η καμινάδα. «Συχνά, είναι ειδικώς η πετρόχτιστη καμινάδα όπως σ’ αυτό το ζαγορίσιο μπλογκ, σε άρθρο με τον ωραίο τίτλο «Η τέχνη του μάστορα στο μπουχαρί φαίνεται». Όπως βρήκα, είναι λέξη κυρίως της Θεσσαλίας και της Ηπείρου, αλλά και της υπόλοιπης βόρειας Ελλάδας, Μακεδονίας και Θράκης, ενώ υπάρχει και στη Λέσβο. Σε πολλά μέρη, ας πούμε στο Πήλιο, το λένε επίσης «ο μπουχαρής», που κάπως με παραξενεύει».

Σε ένα λαογραφικό αφήγημα από το Αιτωλικό, ο Κ. Κώνστας λέει ότι οι νοικοκυρές μπούκωναν το μπουχαρί με μια τούφα πουρνάρια για να μην μπουν τα παγανά, οι καλικάντζαροι. Η ίδια δοξασία αναφέρεται και σε χωριά της Λευκάδας, όπως π.χ. το Δρυμώνα: «Αν τύχαινε να μπη κανένας στο σπίτ(ι) που ΄ρχόντανε απέξω αμέσως παίρνανε ένα δαυλί αναμμένο και ρίχνανε σπίθες μπροστά στη πόρτα «Να φύβγη το κακό» που μπήκε στο σπίτ(ι). Επιστεύανε ακόμη, πως τα μεσάνυχτα κατεβαίνανε απ΄ το μπουχαρί (καπνοδόχο) στο σπίτι. Γι΄ αυτό η νοικοκυρά πίθωνε (έκρυβε) όλα τα φαγιά, και το ψωμί καλά μη το μαγαρίσνε τα παγανά. Οι αλαφροΐσκιωτοι που τσ΄ βλέπανε, τσ΄ βλέπανε ψλούς (ψηλούς) με ουρά, κουτσούς και με γένεια σα τραγιά.» (Οι καλικάντζαρ΄ (παγανά) – Λαϊκή δοξασία από το Δρυμώνα Λευκάδας).



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>