Ημέρες του ’40 | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News

Ημέρες του ’40

Δημήτριος Σιώτος

(Μνήμες πολέμου στρατιώτη Δημητρίου Ι. Σιώτου)

Η ιστορική έρευνα έχει καταγράψει με λεπτομέρειες τις στιγμές του ελληνοϊταλικού πολέμου, του έπους της Αλβανίας, μιας λαμπρής σελίδας στην ιστορία του ελληνικού λαού και του αγώνα του κατά του φασισμού. Όμως οι μαρτυρίες των ίδιων των πολεμιστών ή ακόμα και των αμάχων που έζησαν τα γεγονότα, αποτελούν μια επιπλέον ηρωική πράξη αφού μας μεταφέρουν εικόνες και εμπειρίες που δύσκολα μπορεί κανείς να βρει στα μεγάλα βιβλία της Ιστορίας.

Ένας απλός άνθρωπος που μόλις είχε τελειώσει την τέταρτη τάξη του δημοτικού σχολείου, δε στάθηκε μόνο ηρωικά στα πεδία των μαχών, αλλά έγραψε και κατέγραψε μοναδικές στιγμές από τις μέρες του ’40 με το δικό του μοναδικό τρόπο.

Ο Δημήτριος Ι. Σιώτος ξεκίνησε από το χωριό του, τα Σταθέικα του σημερινού Δήμου Κουτσοποδίου, για το μέτωπο της Αλβανίας και ξαναγύρισε σ’ αυτό έχοντας αποτυπώσει κάποιες άγνωστες στιγμές μιας μεγάλης εποποιΐας. Σας παρουσιάζουμε ορισμένα αποσπάσματα προσπαθώντας να διατηρήσουμε, όσο είναι δυνατό για την ευκολία της ανάγνωσης, τον αρχικό συγγραφικό χαρακτήρα.

Στη μνήμη όσων θυσιάστηκαν για να ζούμε σήμερα ελεύθεροι.

Επιστράτευση

«Εις τας 24/10/40 εκηρύχθη η επιστράτεψη ημέρα Δευτέρα. Και στις 28/10/40 έφυγα για να πάω να καταταγώ. Αφού πήγα στο Άργος στην πλατεία του Αγίου Πέτρου εμπήκα στο αυτοκίνητο με άλλα πολλά παιδιά και κατεβήκαμε στο Ναύπλιον. Εκεί πήγα με τον Γεώργιον Σωτηρόπουλον, τον Κωνσταντίνον Σωτηρόπουλον, τον Ιωάννην Παπαδόπουλον, τον Βασίλειον Μπούρην στο ξενοδοχείο όλοι μαζί να φάμε. Αφού φάγαμε και ήπιαμε καλά ξεκινήσαμε να πάμε για το Σύνταγμα να ντυθούμε. Αφού πήγαμε εκεί μας πήραν τα στοιχεία και μας κατάταξαν σε διάφορους λόχους. Εγώ, ο Κωνσταντίνος Σωτηρόπουλος, ο Ιωάννης Μιτσάκος, ο Δημήτριος Μπέλος, ο Ιωάννης Μπουλούκος, ο Γεώργιος Ντεβές, ο Νικόλαος Παπαδόπουλος καταταγήκαμε στον 10 λόχο του 3 Τάγματος και αμέσως ο σύνδεσμος του 10 λόχου μας καθοδήγησε για τον 10 λόχο ο οποίος έμενε απέξω από το χωρίον Ασίνη». (…)

«Στις 10/11/40 το προΐ μας λένε να μην απομακριθούμε διότι θα φύγουμε. Και όλην αυτήν την ημέραν μας εσημπλήρωσαν τας ελλείψεις που είχε ο καθένας και το βραδάκι ήμασταν έτοιμοι να φύγουμε. Αφού μας δόσαν κουραμάνα και τυρί για δυο ημέρες μας βάλαν στη γραμμή και τον δημόσιο δρόμο. Στας 10 η ώρα φθάσαμε στο Ναύπλιον». (…)

«…στις 11/11/40 στις 10 η ώρα το προΐ φθάσαμε στην Αθήνα και εξεπεζέψαμε στον σταθμό του Ρουφ. Εκεί κατεβήκαμε από το τρένο και καθήσαμε έως τας 3 η ώρα το απόγευμα ήμασταν έτοιμοι να φύγουμε.

Εκεί να ήβλεπες τι γίνονταν από τον Στρατό. Άλοι αποβιβάζονταν, άλοι κατέβεναν, από ότι σώμα ήθελες ήβλεπες εκεί ιππικό, πυροβολικό, πεζικό, μεταγωγικά και διάφορα άλλα είδη που από το ένα κατέβεναν στο άλλο ανέβεναν. Και εκτός του ενθουσιασμό του άμαχου πληθυσμού, άλλος έδινε τσιγάρα, άλλος γλυκά και διάφορα άλλα και μας αποχαιρετούσαν στο καλό κλαίοντας και συνγκινιόντας. Αφού εμπήκαμε στο τρένο της Λαρίσης και ετοιμάστη καλά, εξεκινήσαμε για το ωραίο μας ταξίδι. Και δίναμε τους τελευταίους μας αποχαιρετισμούς στην Αθήνα. Και ως που να βγουμε έξω από την Αθήνα το ένα μέρος και το άλλο της γραμμής ήταν ο κόσμος σωρό και μας αποχαιρέταγαν στο καλό και με τη νίκη, μας πέταγαν τσιγάρα και λουλούδια και ότι είχε ο καθένας εύκαιρο…. Ταξιδεύοντας ενύχτωσε και δεν έβλεπες τίποτε πλέον, ήταν σκοτάδι και όπως ήμασταν ένας απάνω στον άλλο σε κάτι φορτηγά βαγόνια, ούτε να ξυστούμε δεν μπορίγαμε». (…)

Πορεία προς το μέτωπο

(Από Καλαμπάκα)

Λίγο πριν να φτάσουν στο μέτωπο: «Σόμα δίχος ψυχή – κορμί και δεν κινήτε – ενθίμιο Στρατού – ποτές δεν λισμονήτε».

«Αφού φύγαμε στις 14/11/40 και προχωράγαμε όλην την ημέρα… φθάσαμε σε ένα χωριουδάκι Ορθοβούνι το βράδι. Εκεί κατασκηνώσαμε ως το προΐ αλλά είχε ξαστερώσει και έριξε έναν πάγο που το προΐ ήμασταν όλοι παγωμένοι σαν τσίχλες. Αφού φώτισε στις 15/11/40 πήραμε το τσάι και λίγες σταφίδες και ξεκινήσαμε πάλι τον ίδιο σκοπό, προχωρήσαμε όλο σε κάτι πλαγιές του βουνού που πήγαινε ο δρόμος και όλο κάτι στροφές και χαράδρες, το μεσημέρι φθάσαμε σε ένα χωριό Τρυγόνα… εφύγαμε και πήγαμε σε ένα χωριουδάκι Παλαιά Κουτσιούφλιανη αποπάνω και καταβλήσαμε. Εκεί έμενε και ο 1 λόχος Πολυβόλου και είδα τον Ανδρέα Φλίνο, τον Νικόλαον Νικολίτσαν οι οποίοι ήταν έτοιμοι και έφευγαν» (…)

«Στας 23/10/40 το βράδι εξεκίνησε όλο το Σύνταγμα να φύγει, πήραμε έναν ατραπό δρόμο ένας πίσω τον άλλον μέσα σε κάτι ρεματιές και σε κάτι δάση που δεν έβλεπες ούτε Θεό από τις οξιές. Δω να μείνουμε κει να φθάσουμε, που να μείνουμε, άλλος έπεφτε δώθε, άλλος γλίστραγε κείθε από τις λάσπες και την κακοτοπιά, άλλο μουλάρι ήβλεπες είχε ντουμπαρίση και είχε πάει στο ρέμα, άλλο τα είχε γυρίσει και το σήκωναν, τι να έβλεπες χάλια αδιόρθωτα. Στας 12 η ώρα τη νύχτα ανεβένουμε στην κορυφή ενός ψηλού βουνού και καθήσαμε να ξεκουραστούμε μα που να καθόσουν είχε μια πασπάλα χιόνι ρίξει και κατόπιν πάγο, μας έκοψε το κρύο, ξεκινήσαμε και προχωρήσαμε ακόμη λίγη ανηφοριά και κατόπιν παίρνουμε μια κατηφοριά και κάτι λάσπες πιο χειρότερες που ούτε να σταθείς δεν μπόρηγες…. κολήσαμε το απέναντι μέρος στο άλλο βουνό. Εκεί καθίσαμε και και ανάψαμε φωτιά διότι ήταν ο πάγος μια πιθαμή, ήταν ξημέρωμα στις 24/11/40 καθίσαμε όλην την ημέρα και σε όλο αυτό το διάστημα μόνον ένα χωριό είδαμε πιο πέρα έως 2 ώρες μακριά, το οποίον λεγόταν Μέτσοβο. Καθήσαμε όλην την ημέραν χωρίς ψωμί….. Στας 26/11/40… ετοιμαστήκαμε να φύγουμε και το βραδάκι ξεκινήσαμε τον Δημόσιο δρόμο βαδίζοντας όλη τη νύχτα. Δω να μείνουμε κει να μείνουμε, δεν μας άφηναν πουθενά από την κούραση πέσαμε κάτω…».

«…το προΐ στις 3/12/40 αφού φώτησε σηκωθήκαμε να πάμε να βρούμε το λόχο… μόλις φτιάξαμε το αντίσκηνο μας λένε να το χαλάσουμε γιατί θα φύγουμε. Εκεί πιο κάτω είχε πέσει ένα αεροπλάνο, οι σκοτωμένοι φαινόντουσαν τα μνημεία που τους είχαν ενταφιάσει, μουλάρια, άλογα, τανξ κατεστραμένα όλα… Εις τας 3/12/40 το μεσημέρι ξεκινήσαμε και τον δημόσιο δρόμο στο αλβανικό έδαφος φθάνουμε σε μια γέφυρα η οποία ήταν χαλασμένη, ήταν η γέφυρα της κακαβιάς, αφού περάσαμε και όσο προχωράγαμε δεν μας άφηνε η βροχή να κάνουμε βήμα, το ήφερνε από εμπρός φυσητό και μας στράβονε και ήμασταν γινομένοι μουσκίδι έως τα εσώρουχα…»

«…το προΐ στις 7/12/40 ήφερε κάτι ρεβίθια ο λόχος και μόλις τα έβαλαν οι μαγείροι να τα μαγειρέψουν δεν είχαν ακόμη μουσκέψη, ήρθε διαταγή να φύγουμε αμέσως, χύνουν το νερό και μας δόσαν από μια χούφτα στον καθέναν και τα φάγαμε έτσι άβραστα και αμέσως ετοιμαστήκαμε να φύγουμε».

Στο μέτωπο

Στο μέτωπο της Αλβανίας : Μια στιγμή ξεκούρασης μπροστά από το αντίσκηνο (αρχείο: Ι. Καράμπελα)

«…αρχίσαμε να ανεβένουμε προς την κορυφή του βουνού αλλά όσο απάνω και πιο σκούρα τα βρίσκουμε από το χιόνι. Αφού φθάσαμε στην κορυφή του βουνού μας λένε διάταξη μάχης και αμέσως λάβαμε θέσεις και προχωρήσαμε και καταλάβαμε εμπρός μας ένα άλλο ύψωμα, εμείναμε εκεί αμυνόμενοι έως το βράδυ….. έρχουνται και μας πέφτουν απάνου καμιά 30 Ιταλοί και τους πιάσαμε και εμπρός μας σε μακρινή απόσταση έφευγαν οι Ιταλοί, όλο έφευγαν τους βάνει το πυροβολικό μας και τους διέλυσε καμπόσους…..».

«…στις 13/12/40 κάνουμε μιαν επίθεση χωρίς να έχουμε αντίσταση, αφού προχωρήσαμε κάμποσα υψώματα εκεί λάβαμε αντίσταση και αμυνθήκαμε όλην την ημέρα και την νύχτα και την άλλη μέρα εκεί αμυνόμενοι στις 14/12/40 και δεν μας άφηναν να σηκώσουμε κεφάλι και στις 15/12/40 ήρθε ένας όλμος δικός μας να μας ενισχύσει και σε αυτόν τον όλμον ήταν και ο Γιώργης ο Λαμπάδας… και αφού τους εξουδετέρωσε ο δικός μας όλμος και έφυγαν και εμείς κάναμε την επίθεση… εκεί που ήμουν στο οπλοπολυβόλο έρχεται μια οβίδα από όλμο και σκάζει 10 μέτρα πιο πέρα αλλά ευτυχώς δε μας σκότωσε μόνον τα χιόνια και τα χώματα μου έπεσαν απάνω…».

«Εις τας 18/12/40 το προΐ τους άρχιζε το πυροβολικό το δικό μας και τους αλόνησε, αλλά και το δικό τους πυροβολικό δε σταμάτησε καθόλου, το πυροβολικό τους, οι όλμοι τους και τα πολυβόλα τους γινόταν ανάστα ο κύριος. Το μεσημέρι τους κάνουμε μια επίθεση και τους καταλαμβάνουμε το ύψωμα που κάτεχαν αυτοί αλλά δεν είχε είδηση το πυροβολικό μας ότι θα πάμε εμείς εκεί και μας βάνει και αμέσως βάνουμε τις φωνές και κουνάγαμε τις κουβέρτες μας και τότε πήρε χαμπάρι και σταμάτησε αλλιός θα μας έκανε σκουπιδόχορτο… Αφού φώτησε στις 19/12/40 το προΐ βγάζω τα άρβηλα και τι να δω, ήταν πρησμένα και μελανά σαν να τα είχε το φίδι δαγγάσει από το χιόνι. Έρχετε ο γιατρός του το λέω, μου λέει δεν έχεις τίποτα θα περάσουν…το προΐ ο λόχος μετακινιότανε προς τα δεξιά διότι εκεί μας βάλουν από δυο μεριές και πηγαίναμε πιοπέρα σε ένα υψωματάκι αλλά εγώ δεν μπόρηγα να περπατήσω, ήταν στις 20/12/40 το λέω στο λοχαγό, στον υποδιοικητή ότι δεν μπορώ να πάω κοντά και μου λεν αν θέλω να ακολουθήσω το λόχο ήτε να μείνω να πεθάνω εκεί χάμω στο έλεος του Θεού…».

Ενθύμιον από το Νοσοκομείο Τριπόλεως

«Εις τας 24/12/40 το προΐ… μας δόσαν από ένα τέταρτο κουραμάνα και πήραμε σιγά σιγά σαν τίποτα γέρους ακουμπόντας με κάτι παλιόξυλα… και φθάσαμε στο ορεινό χειρουργείο και μας λέει ο γιατρός να κατεβούμε στη γέφυρα που ήταν άλλος γιατρός και περιλάβενε τους τραυματίες…».

«Εις τας 25/12/40 … πήγαμε στο γιατρό, αμέσως μας βάνει στο αυτοκίνητο και μας κατήφθηνε στα Γιάνενα και το βράδυ στις 10 η ώρα πήγαμε στα Γιάνενα, αμέσως μας κάναν από μια ένεση αντιτετανικού ορού… αλλά μόλις βγάλαν την κάλτσα εβγήκε η επιδερμίδα μαζί με την κάλτσα όλου του ποδιού από την πτέρνα έως τα νύχια και τα νύχια μαζί βγήκαν όπως γδέρνεις το αρνί. Ε μας τα δέσαν με γάζες και βαμπάκια και επιδέσμους και μας στρώσαν χάμω να κοιμηθούμε, μας δόσαν κρέας με ρύζι να φάμε και πέσαμε να κοιμηθούμε. Το νοσοκομείο το λέγαν Αρκαδία. Αφού κοιμηθήκαμε το προΐ στις 26/12/40 είπαν και μας διόξαν για την Άρτα».

Η επιστροφή

«Εις τας 27/12/40 το προΐ μας δόσαν το γάλα και αμέσως μας βάλαν στο αυτοκίνητο και πηγαίναμε για το Αγρίνιο… εκεί κατεβήκαμε από το αυτοκίνητο και μπήκαμε στο τρένο και στις 7 το βράδι φθάσαμε στο Μεσολόγγι, εκεί ήταν έτοιμο το πλοίο… και στις 10 η ώρα ξεκινήσαμε για τον Πειραιά….».

«Εις τας 28/12/40 στις 11 η ώρα πήγα στον Ευαγγελισμόν νοσοκομείον… μου γλύτωσαν τα πόδια. Εις τας 28/1/41 το βράδυ με διακόμησαν σε άλλο νοσοκομείο και με πήγαν στο 15, φοιτητική λέσχη, 2 όροφος, 5 θάλαμος και εκεί πέρασα πολύ καλά… εκάθησα έως τας 14/3/41 και μας διεκομίζουν για την Τρίπολη… μας πήγαν στες στρατώνες του 11 Συντάγματος σε κάτι θάλαμους που πρωτύτερα βάναν αιχμαλώτους… στας 25/4/41 πήγα και πήρα το απολυτήριο ανικανότητος… στας 26/4/41 σηκώθηκα και πήγα στην πλατεία μήπως κανά αυτοκίνητο και φύγω… αφού είχε νυχτώσει καλά νάσου ένα φορτηγό το σταματάμε και μας πήρε και ολονυχτίς στο δρόμο… στη 1 η ώρα κατέβηκα στο Άργος και τόκοψα στα πόδια και το προΐ με τον ήλιο έφθασα στο χωριό στο σπίτι, αλλά ήταν όλοι χωμένοι στις τρούπες από τους βομβαρδισμούς και τρόμαξα να τους ενθαρύνω και να τους συγγεντρώσω να μαζευτούν στο σπίτι και τελειώνει το βίος του ελληνοΐταλικού πολέμου.

Τέλος

Στις 27/5/41 έφθασα στο σπίτι.

Επιμέλεια: Γεώργιος Κόνδης

Πηγή: ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ


Displaying 1 Comments
Have Your Say
  1. Ο/Η Μορφωνιά λέει:

    Τυχερός ήσουν φίλε μου που επιβίωσες μετά από τέτοια περιπέτεια, που δύο μήνες περίπου ,όπως αναφέρεις, ακροβατούσες μεταξύ ζωής και θανάτου. Γιατί αν ζούσες ή ζεις σήμερα (λόγω ηλικίας) θα διάβασες τα επόμενα χρόνια, που είμαι σίγουρος ότι θα διάβασες, ότι τελικά αυτοί που είπαν το «μεγάλο» ΟΧΙ το είπαν ΜΟΝΟΙ ΤΟΥΣ και φυσικά καμία σχέση είχες εσύ όπως και τόσοι χιλιάδες στρατιώτες και πολίτες, οι οποίοι για την εποχή για την οποία αναφερόμαστε ασφαλώς και δεν είχαν την παραμικρή , τότε, ενημέρωση ούτε φυσικά ήταν δυνατό κάτι τέτοιο. Έτσι λοιπόν πήραν την απόφαση να πουν αυτό που είπαν, και να οδηγήσουν σε μια, χωρίς προηγούμενο, εγκληματική περιπέτεια δυστυχώς ολόκληρο τον Ελληνικό λαό. Αποτέλεσμα μόλις σε περίπου 3 χρόνια να εξαφανιστεί σχεδόν ο μισός πληθυσμός με το πιο ειδεχθή και εγκληματικό τρόπο, (άμαχος πληθυσμός, γυναίκες και μικρά παιδάκια !!!! ) Αυτό μας λένε 10ετίες τώρα ήταν ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ενάντια στους κατακτητές!!! Ποιους κατακτητές? Αυτούς που όπως και στα άλλα βορειότερα κράτη πέρασαν και ήθελαν να περάσουν και από την Ελλάδα με προορισμό την βόρεια Αφρική (Ιταλοί – Γερμανοί). Οι ιταλοί κατ αρχήν που (όπως μας αφηγούνταν, πριν λίγα χρόνια, άνθρωποι που ήταν στις μάχες στο αλβανικό μέτωπο , οι βόμβες που μας έριχναν, δεν έσκαγαν, και όταν ψάχναμε γιατί συνέβαινε αυτό διαπιστώναμε με έκπληξη ότι ήταν εσκεμμένα ασφαλισμένες !!!! Προφανώς γιατί δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση να σκοτώσουν κατ αρχήν στρατιώτες και πολύ περισσότερο άμαχο πληθυσμό !!. Αυτό που ακολούθησε στη συνέχεια ήταν φυσικά όπως είναι γνωστό, η εισβολή της δεύτερης ισχυρότατης δύναμης των Γερμανών. Ε λοιπόν εμείς «αποφασίσαμε» να κάνουμε αντίσταση εναντίον και αυτής της ισχυρότατης δύναμης. Αποτέλεσμα : Αν και έλεγαν ρητά ότι για κάθε γερμανό πού θα σκοτώσετε θα αφανίζουμε ολόκληρο χωριό σε άμαχο πληθυσμό και όχι μόνο, εμείς κάναμε ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ !!! Καθαρίζαμε δυο – τρείς αξιωματικούς Γερμανούς και αυτοί τηρώντας το λόγο τους, εξαφάνιζαν σε χρόνο ρεκόρ ολόκληρα χωριά ακόμη και μικρές για την εποχή πόλεις !! (Δίστομο – Καλάβρυτα – Κομμένο κ.λ.π.) Οι εγκληματικές μέθοδοι για την εξαφάνιση άμαχου πληθυσμού ήταν , όπως πιθανόν να έχετε διαβάσει, δυστυχώς πραγματικά ανατριχιαστικοί .(Αν μας δοθεί η δυνατότητα θα αναφερθούμε σε χρονογραφήματα της εποχής) Σ όλο αυτό το έγκλημα, που όπως αναφέραμε, ακολούθησε, παράγοντες και πολιτικά στελέχη της εν λόγω εποχής, «εξαφανίστηκαν» την εν λόγω περίοδο, σε άλλες χώρες για να εμφανιστούν …..πολύ αργότερα ως ΣΩΤΗΡΕΣ !!!.( Είναι πολύ εύκολο με λίγο ψάξιμο να δεις τα γνωστά ονόματα πολιτικών των επόμενων 10ετιών) . Επίσης όπως και στις μέρες μας συμβαίνει, η φτώχεια και η δυστυχία που ακολούθησε ευνόησε και πάλι τους επιτίδειους …τοκογλείφους που ζουν ακόμη ως σήμερα οι γόνοι τους από την τεράστια περιουσία που απέκτησαν τότε !! Η ιστορία φίλε που διαβάζεις δεν σταματάει εδώ. ΔΥΣΥΧΩΣ η γνωστή περίοδος που ακολουθεί μετά το 44-45 είναι ακόμη πιο οδυνηρή για τους εναπομείναντες Έλληνες. Ακολουθεί ο γνωστός εμφύλιος . Ένας πόλεμος που δυστυχώς οι πληγές που άνοιξε δεν έχουν κλείσει δυστυχώς ακόμη !!! Γι αυτόν θα αναφερθούμε σε επόμενο σχόλιο..
    11:10 μμ

Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>