«Ο γιός της Καλομοίρας ο Ημίθεος», ποίημα του Κώστα Γ. Σταματέλου
Ο γιός της Καλομοίρας ο Ημίθεος
Γιός του Σπύρου και της Καλομοίρας,
ένας ημίθεος σωστός, θεριό, λεβέντης!
Πλασμένος για μεγάλα ιδανικά και…μακρινά ταξίδια.
Ρίζα βαθιά, μεσ’ απ’ την ελεγεία και τα νεύρα της πέτρας απ’ το νησί των ποιητών τ’ αφροστεφάνωτο.
Δάσκαλος ταπεινός κι ιδεολόγος ζηλευτός, απλός και καταδεχτικός, καρδιά διαμάντι.
Ανάμεσα στη σκιά δυό πολέμων καθρέφτισε πλέρια το χαμογέλιο του.
Γερός άντρας, γεννημένος για μεγάλ’ ανδραγαθήματα.
Φύτρα Τσουκαλαδιώτικη, γεννημένος το ..08 ο αητός μα…έφυγε νωρίς.
Ολόιδιος ο Απόλλωνας, ξεκίνησε με χέρια ζυμωμένα στον πηλό και στο λιθάρι.
Άντρας γερός και ζηλευτός,
μ’ Ηράκλεια στήθια και πρόσωπο ηλιοφώτιστο καμαρωμένο.
Μορφή, λουσμένη στην αρμονία των Ωρών.
Κορμί που πλάστηκε για τις μεγάλες ώρες της ζωής και του θανάτου ο… Αθάνατος.
Ένα Φέγγος στα μάτια του.
Κορμί, λουσμένο στην πάστρα και στη φτώχια την ανεκτίμητη.
Βλέμμα; ναί! του δειλινού γιομάτο χρώματα.
Ολύμπιος, δροσάτος καβαλάρης.
Σώμα του έρωτα ή δέκατος τρίτος θεός ετοιμοπόλεμος στης Τροίας διάβηκε τα μέρη αρματοδρόμος πίσ’ απ’ τ’ Αχιλλέα και τ’ Οδυσσέα τα γιομάτα ιαχές τρικυμισμένα βλέμματα.
Ηράκλεια στήθη, το Πανελλήνιο κατέρριψε έξι στη σφαίρα μ’ εκείνο το αιλουροειδές υπερτάνισμα του κορμιού αντίκρυ στου ήλιου το ματόφρυδο
Άγαλμα νιόβγαλτο Ηνίοχου, αρματοδρόμος τρανός, του έρωτα ναι πόθος και δάκρυ…..πρωτόβγαλτο.
Σεμνό θεριό,
την ώρα που οι άνεμοι αποσταμένοι φώλιασαν στ’ ανοιχτό του πουκάμισο
όταν στο Παναθηναϊκό Στάδιο τα μάρμαρα έτριξαν για να περάσει πρώτος στους πρώτους ο γιος της θειά Καλομοίρας και του Σπύρου (του ιεροψάλτη)
τότε….που η ανατριχίλα του λαού, έδινε νόημα κι απαντοχή στ’ οριό καράβι της Ρωμιοσύνης το τρικάταρτο.
Ήλιος ολάκερος την αυγή(με ήλιο και βροχή)
μενεξεδής τις ώρες που το μούχρωμα καβαλόριζε τη Μεγάλη Ράχη στα Καλυβάκια
με το τριανέμι ακριβό καρφοβέλονο στο πέτο του.
Δύσκολα χρόνια….
μα οι ώρες κι οι στιγμές, πιστοί συνωμότες των μεγάλων ταξιδιών
στους παραλήλλους της Ανδρομέδας σκιαγράφησαν ένα τέτοιο κορμί ταγμένο για Ολύμπια μονοπάτια.
Πόθος της μέρας ακριβός,
πόθος…. σε στήθια ποτισμένα απο αρμύρα φώς και έρωτα.
Ο Λίας….κρυφός καημός της Αφροδίτης π’ απο καιρό είχε στολίσει των Κυθήρων τ’ ακροκέραμα.
Πρώτος κι υγιής στο πνέμα. Πρώτος λεβέντης και στου στίβου τα αγριοκαίρια.
Τι αθλητής; τι σώμα; στολίδι στης βαλβίδας την καυτή χόβολη.
Σημαιοφόρος!
ορθόστητο κυπαρίσσι στ’ ανεμοδούρια της ιστορίας
με βήμα ταχύ, της φύτρας του σημάδι αψεγάδιαστο των Βαλκανίων τροπαιοφόρος δοξασμένος.
Χλεύη τ’ Αδόλφου Χίτλερ, αντίκρυ στους ματωμένους τοίχους της Καισαριανής,
την ώρα…που τα στημένα πολυβόλα έστρωναν της Αθανασίας τον κόκκινο έβενο για να περάσει ορτός με τους συντρόφους του αλύγιστος Κυπάρισσος
φάτσα κάρτα στους αέρηδες του σκότους και της ντροπής.
Άντρας σωστός….μεγάλος άντρας, περασμένος τρεις απ’ του Χάρου το αλύγιστο δρεπάνι.
Στον κόρφο του ανδρός, τ’ αθάνατο Ολυμπιακό ιδεώδες οικόσημο ιερό κι αδιαπραγμάτευτο, την τιμή σου Ελλάδα μ’ άγρυπνο περήφανο βλέμμα σαν Διγενής εβίγλισε..
Παράσημα στα γερά μπράτσα του Λία Βεργίνη η Ικαρία, η Βαρκελώνη
και η ευχή της ταπεινής της μάνας που τον γέννησε στο κοκκινοπήλη.
Μάνα, που στα σπλάχνα της έφεγγ’ η ανδρειοσύνη το φώς και η απλότης.
Τέτοιες μανάδες Ελλάδα σε κρατήσανε ορτή και προχωρείς μές τους αιώνες.
Ναι! γιός της Καλομοίρας
που μέσ’ τις γιγάντιες απαλάμες του γινάτευε η στουρναρόπετρα, το φασκόμηλο, το δίκιο και τα ιδανικά.(των μεγάλων ιδανικών υπέρμαχος).
Έτσι πέρασ’ απ’ της ζωής το διάσελο ο σφαιροβόλος
που’ χε ντυθεί τη χαραυγή και των Παναθηναίων την ατέλειωτη πομπή
με τις λαμπρές ιέρειες της Αρχαίας Αγοράς που χάλευαν στα μάτια του μέσα τ’ στραφτερά να χαθούν.
Ημίθεος, με του έρωτα το διάνεμα στα χείλη
και στη καρδιά του Ηφαίστου το χαβανοσίδερο αντριεμένο απ’ τη φλόγα και τ’ αμώνι του δίκιου του λαού π’ αγάπησε.
Έτσι πέρασ’ απ’ τη ζωή ο ωραίος Λέοντας που ’πιανε τη λεία στον αέρα.
Αυτός! ήταν ο γιός του Σπύρου ο ζηλευτός και της θειά Καλομοίρας της αντρογύναικας,
που μέσ’ τ’αλώνι της Τσουκαλάδας το φέγγος ανέβασε στα μεσούρανα μα…..έζησε λίγο.
Τιμή στα σκέλη που τον γέννησαν. Τιμή στη μάνα που ευτύχισε να σπαργανώσει τέτοιο βλαστάρι.
Δάφνες στο κοκκινόχωμα που του ’χτισε τόσο ωραίο κορμί
με μάτια σαν της θάλασσας τα πλάτια όμορφα
π’ ακόμα και στης ήττας το συναπάντημά με το Γερμανοφασίστα Emil Hirschfeld του ’σφιξε το χέρι σαν κεραυνός στη σκιά τ’ αποσπάσματος
που πρόσμενε την εντολή «πυρ κατά βούληση”,
ενώ στα χείλη του λιονταριού κρυφοκυλούσε ποτάμι το αίμα της ανημπόριας απ’ της εξορίας τ’ αξημέρωτα βράδια.
Ξένε διαβάτη αποσπερνέ, σταμάτα στη Λευκάδα σαν βρεθείς
κι άναψ’ ένα κερί αγάπης με μιαν ευχή για της ζωής και του αγώνα
το θυσιαστήριο στον γιο της θειά Καλομοίρας τον Ημίθεο
και μ’ ένα κλαρί ελιάς, βλόγα τις ώρες και τα ξεροβόρια της αντίστασης που ’κλεισε μέσα του αυτός ο τάφος.
Έτσι ήταν οι ήρωες!
Έτσι ήταν οι Κομμουνιστές που ΠΟΤΕ μα…ΠΟΤΕ δεν λοξοδρόμησαν.
Μα κρίμα….
Έφυγε νωρίς.
Κώστας Γ. Σταματέλος