Ο επικηρυγμένος λευκαδίτης αντάρτης Σπύρος Θερμός (Παπάς) που έμεινε κυνηγημένος στο βουνό για είκοσι χρόνια και πέρασε κατόπιν στην παρανομία | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Τε, Δεκ 27th, 2017

Ο επικηρυγμένος λευκαδίτης αντάρτης Σπύρος Θερμός (Παπάς) που έμεινε κυνηγημένος στο βουνό για είκοσι χρόνια και πέρασε κατόπιν στην παρανομία

Η σπηλιά στο Χασνά* στο δάσος των Σκάρων, ένα από τα καταφύγια του λευκαδίτη αντάρτη

Έχουμε ακούσει μέχρι τώρα να γίνεται λόγος για δυο ακόμη παρόμοιες περιπτώσεις – σίγουρα θα υπήρξαν και άλλες. Η πρώτη είναι πανομοιότυπη με αυτή που περιγράφουμε πιο κάτω και σχετίζεται με το νησί μας, τη Λευκάδα. Είναι η ιστορία του Σπυρ. Μπλαζάκη και του Γιώργου Τσομπανάκη, δυο κρητικών ανταρτών του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ που καταδιώκονταν επί 27 χρόνια για αδικήματα αναγόμενα στο Γ΄ Ψήφισμα. Πέρασαν στο βουνό, μεσ΄ τις σκοτεινές σπηλιές και τις άγριες χαράδρες των Κρητικών Μαδάρων (Λευκά Όρη), πάνω από 30 χρόνια. Αμνηστεύθηκαν το 1975.

Spyros_Thermos_PapasΟ θρυλικός αντάρτης της Λευκάδας Σπ. Θερμός (Παπάς)

Η δεύτερη είναι η ιδιάζουσα περίπτωση του λοχία του ιαπωνικού αυτοκρατορικού στρατού Σοΐτσι Γιοκόι, ο οποίος μη αντιλαμβανόμενος τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου παρέμενε στη θέση του και έζησε στις ζούγκλες της αμερικανικής νήσου Γκουάμ για 28 ολόκληρα χρόνια. Εντοπίστηκε στις αρχές του 1972.

Η τρίτη περίπτωση, που αποκτά εκτός των άλλων λόγω της στενότητας του χώρου ιδιαίτερο ενδιαφέρον, είναι αυτή του Βαυκερίτη (από το ηρωικό χωριό Βαυκερή Λευκάδας) Σπύρου Νικ. Θερμού (Παπά), του θρυλικού αντάρτη της Λευκάδας που έμεινε κυνηγημένος στο βουνό κοντά 20 χρόνια για να περάσει κατόπιν στην παρανομία, στο χωνευτήρι της Αθήνας. Αμνηστεύτηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970.

skaroi_kalyva_mperdempe_1Η καλύβα των Μπερδεμπέων στους Σκάρους όπου έβρισκε συχνά καταφύγιο ο Σπ. Θερμός

Έχουμε καταγράψει σε χαρτί, λίγα χρόνια προτού πεθάνει, τη μαρτυρία του ανθρώπου εκείνου που τον μετέφερε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 με το αυτοκίνητό του και με εντολή της ΕΔΑ (του ΚΚΕ δηλαδή που δρούσε την εποχή εκείνη μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ) από το βουνό στην Αθήνα. Κάπου θα έχει παραπέσει στο χαρτομάνι κι αδυνατούμε τη στιγμή αυτή να την βρούμε. Την θυμόμαστε πάνω-κάτω αλλά δεν θα θέλαμε να την παραποιήσουμε. Όταν την βρούμε θα επανέλθουμε.

Το βουνό που πρόσφερε προστασία στο λευκαδίτη αντάρτη ήταν οι Σκάροι. Εκεί πέρασε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του τα χρόνια του άγριου κυνηγεμού. Άλλοτε σε σκοτεινές και υγρασιασμένες επίγειες και υπόγειες σπηλιές κι άλλοτε σε φιλόξενες τσομπάνικες καλύβες και μαντριά. Όποτε το επέτρεπαν οι συνθήκες, σε στιγμές που χαλάρωνε κάπως το κυνηγητό, έβρισκε καταφύγιο και σε κάνα σπίτι στα χωριά του ευρύτερου λεκανοπεδίου Καρυάς-Σφακιωτών. Γιατρός του, όποτε δεν πήγαινε άλλο κι ήταν άμεση ανάγκη, ο αείμνηστος Γιατρός της Λευκάδας, ο Ξενοφώντας Γρηγόρης. Τότε κατέβαινε χαμηλότερα, έφτανε καμιά φορά μέχρι τα προάστια της πόλης της Λευκάδας.

epikirixiΗ επικήρυξη (αριθ. 7) ως «ληστή» του Σπύρου Θερμού (Παπά)

Τροφοδότες του και σύνδεσμοί του για τις κινήσεις των αποσπασμάτων της χωροφυλακής και των παρακρατικών ομάδων που τον κυνηγούσαν οι ξωμάχοι της λευκαδίτικης υπαίθρου. Άλλοι από πεποίθηση στο κοινό αγώνα, οι περισσότεροι όμως ανεξαρτήτου πολιτικής τοποθέτησης, γιατί ήταν ακόμη οι εποχές που παρ΄ όλες τις ανέχειες περίσσευε η λεβεντιά, η ντομπροσύνη και το φιλότιμο, που η ρουφιανιά θεωρούνταν ατιμία και στιγμάτιζε κοινωνικά εκείνον που την έκανε, και οι λιγότεροι από φόβο, αφού ο λευκαδίτης αντάρτης κυκλοφορούσε όλα αυτά τα χρόνια οπλισμένος σαν αστακός.

Ας μην ξεχνάμε ότι από τα μέσα περίπου του 1947 είχε επικηρυχτεί, μαζί με άλλους καταδιωκόμενους αγωνιστές, από τον τότε υπουργό Δημοσίας Τάξης Ναπολέοντα Ζέρβα, ύστερα από την υπ΄ αριθ. 10 από 6)5)47 απόφαση της Ε.Δ.Α. (Επιτροπή Δημοσίας Ασφάλειας) Νομού Λευκάδος, ως «ληστής λίαν επικίνδυνος εις την Δημοσίαν Ασφάλειαν». Η χρηματική αμοιβή την εποχή εκείνη, γιατί αργότερα μπορεί να αναθεωρήθηκε προς τα πάνω, ήταν 3.000.000 για τη σύλληψη ή το φόνο του και 2.000.000 «δια την αποτελεσματικήν κατάδειξίν του εις τας αρμοδίας αρχάς». Δεν γνωρίζουμε την αναλογία σε σημερινά λεφτά, αλλά σίγουρα ήταν πολλά. Κι όμως όλα αυτά τα χρόνια δεν βρέθηκε καταδότης, η αλλοτρίωση έκανε την εμφάνισή της χρόνια αργότερα. Για το τι θα γινόταν σήμερα σε μια τέτοια περίπτωση καλύτερα να μη γράψουμε…

Κάθε άλλο παρά ρόδινα ήταν όλα αυτά τα χρόνια του ανελέητου κυνηγητού τα πράγματα. Ιδιαίτερα στα πέτρινα χρόνια της βαθιάς τρομοκρατίας. Ο κόσμος φοβόταν, ιδιαίτερα όσοι ήταν χαρακτηρισμένοι ως φίλια προσκείμενοι. Ήταν από την άλλη και οι οικογένειες που πίεζαν. Τότε ήταν που έχασε παροδικά ένα από τα στέκια του. Καταδότης όμως όλα αυτά τα χρόνια δεν έγινε κανένας. Ο λευκαδίτης αντάρτης ένοιωσε τότε τον κλοιό γύρω του να στενεύει. Σε μια τέτοια στιγμή απελπίστηκε και πήρε την απόφαση να παραδοθεί. Κατέβηκε για το σκοπό αυτό στην πόλη της Λευκάδας. Στο ύψος του Αγίου Μηνά κάποιος «δικός του» τον γνώρισε, κατόρθωσε να τον μεταπείσει και ξαναγύρισε στο βουνό. Έτσι πόρεψε στη συνέχεια, περιφρονώντας τους διώκτες του και αποφεύγοντας τις παγίδες τους κράτησε ψηλά τη σημαία του αγώνα, τόσο στο βουνό όσο και στην παρανομία με ψεύτικο όνομα στη συνέχεια.

Λίγο προτού φύγει για την Αθήνα παράδωσε το όπλο του στον μπάρμπα Λάκη Κολυβά (Μπερδεμπέ), που ζούσε την εποχή εκείνη στο δάσος των Σκάρων κι ήταν μαζί με τον αδελφό του, τον παλαίμαχο κομμουνιστή μπάρμπα Κώστα Κολυβά (Μπερδεμπέ), που είχαν μαζί την στάνη, αλλά και τους Κολονελέους, οι κύριοι τροφοδότες του καταδιωκόμενου αντάρτη, για να το κρύψει. Αυτός το έβαλε σε μια κουφάλα ενός γέρικου ρουπακιού χωρίς να πει ποτέ τίποτα στον αδελφό του.

Εκεί έμεινε μέχρι τις αρχές προς μέσα της δεκαετίας του 1980 που έφτασε στα μέρη μας ένας Αθηναίος τουρίστας για να περάσει τις διακοπές του. Ήταν συλλέκτης παλιών πολεμικών κειμηλίων. Ρώτησε τον ιδιοκτήτη του σπιτιού που έμενε (Κολυβάς κι αυτός) που θα μπορούσε να βρει κάτι. Αυτός ρώτησε και τότε θυμήθηκε ο μπάρμπα Λάκης το όπλο του Σπ. Θερμού (Παπά). Με λίγα λόγια το όπλο παραδόθηκε γύρω στα 1983 χωρίς κανενός είδους αμοιβή στα χέρια αυτού του συλλέκτη. Μόνο το ξύλινο κοντάκι -μάουζερ ήταν αν θυμάμαι καλά το όπλο- είχε φαγωθεί από την πολυκαιρία.

Μιας και μεγάλωσα σε ένα χωριό που είχε άμεση γειτνίαση με το δάσος των Σκάρων κι οι περισσότεροι κάτοικοί του ήταν κτηνοτρόφοι όλοι τους έτυχε να πέσουν κάποια στιγμή πάνω στον κυνηγημένο αντάρτη. Τα βράδια του χειμώνα μπροστά στην αναμμένη γωνιά οι ιστορίες έδιναν και έπαιρναν, πάντα με καλά λόγια, γι΄ αυτό τον καταδιωκόμενο αντάρτη, που είχε πάρει μυθικές διαστάσεις στα παιδικά μου μάτια. Γίγαντα ολόκληρο τον φανταζόμουνα, που δρασκελούσε φουσκωμένα λαγκάδια και απάτητες ραχούλες, με τα φυσεκλίκια σταυρό στο στήθος και τις τσέπες του γεμάτες χειροβομβίδες.

Έτυχε να τον γνωρίσω από κοντά όταν αμνηστεύτηκε και ήρθε στο χωριό μας, τα Κολυβάτα Λευκάδας. Ήταν στο καφενείο-μπακάλικο που είχε τότε ο μπάρμπα Κώστας Κολυβάς (Μπερδεμπές). Ήταν αργά, θα πρέπει να διανυκτέρευσε εκείνο το βράδυ στο σπίτι των Μπερδεμπέων. Κάθε άλλο παρά αυτό που φανταζόμουνα όλα αυτά τα χρόνια ήταν. Ένας μετρίου μέχρι κοντού αναστήματος σφιχτοδεμένος άνδρας, που τα μάτια του όμως σπινθήριζαν στο χαμηλό φως του καφενείου. Τη βραδιά εκείνη ήταν που ρώτησε ο Σπ. Θερμός τη θεια Φροσύνη – τη γυναίκα του Λάκη Κολυβά (Μπερδεμπέ): «Καλά μωρή χριστιανή, τα καρβέλια καταλαβαίνω ότι μπορεί να μην τα αποζητούσες όλα αυτά τα χρόνια, τα σακούλια όμως;». «Νόμιζα ότι μου τα κλέβουνε», ήταν η απάντηση της θεια Φροσύνης.

Αμέτρητες οι ιστορίες για τον Σπύρο Θερμό που έχουν να διηγηθούν, ο καθένας με τον τρόπο του, όλοι οι συγχωριανοί μου. Μια τελευταία, αφού κάποια φορά θα επανέλθουμε. Γενάρης μήνας κι άγριο κρύο στους Σκάρους. Ο μπάρμπα Κώστας όταν έφτασε το πρωί στη στάνη βρήκε την καλύβα καμένη. Άρχιζε να σιγομουρμουρίζει με τον αδελφό του το Λάκη: «Καλά μωρέ τώρα βρήκες να κάψεις την καλύβα;». Από το πες πες δεν άντεξε άλλο ο Λάκης. Του απαντά: «Εγώ μωρέ την έκαψα; Να πας να ρωτήσεις το δικό σου!». Κατάλαβε ο μπάρμπα Κώστας. Το προηγούμενο βράδυ ο Σπύρος Θερμός για να προφυλαχτεί από το κρύο είχε διανυκτερεύσει στην καλύβα, από τη φωτιά που άναψε για να ζεσταθεί είχαν αρπάξει τα ψαθιά και τα κλαριά στην οροφή της καλύβας…

* Ευχαριστούμε πολύ τον Δημήτρη Μ. για την παραχώρηση του βίντεο



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>