«Σφακιώτες! Άχραντο κοιτάρι» (Ποίημα του Θοδωρή Γεωργάκη) | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Τρ, Δεκ 4th, 2018

«Σφακιώτες! Άχραντο κοιτάρι» (Ποίημα του Θοδωρή Γεωργάκη)

pinakochori_sfakiotes

Ποίημα του Θοδωρή Γεωργάκη με τίτλο «Σφακιώτες! Άχραντο κοιτάρι» από τη νέα του ανέκδοτη ποιητική συλλογή «ΙΠΠΑΡΙΟΝ ΧΑΡΙΕΝ».

ΣΦΑΚΙΩΤΕΣ! ΑΧΡΑΝΤΟ ΚΟΙΤΑΡΙ…

Χρόνους πολλούς ένας αντάρτης καημός με
φορεσιά βασιλική και Αγαμέμνονα περικεφαλή
στης μισθαποδοσίας τα βήματα, πίσω λαμπρά μ’
οδηγεί… Σφακιώτες, άγρυπνο λίκνο, βόλι στην
καρδιά, της ποιήτρας μου ανάσας σφαχτή
μαχαιριά! Ευχαριστίες, σ’ όσα με φίλεψες
καλούδια τρανά, σ’ όσες πνοές στα στήθια μου
φύτρωσες δημιουργήστρες φωτιές, φωτιές
ανταρσίας στον κόσμο του νου… Νόστιμον
ήμαρ! Ο γυρισμός καρτερά… Aπό οργή θεού
μαρμαρωμένη φαντάζει η μικρή μου αυλή, τη
βρήκαν την έδειραν ζηλιάρηδες χρόνοι πολλοί…
Μ’ αλαφροκρούει τις πληγές της ο Ήλιος…
Ηλιόρηγας! Τις ραψωδίες των ανθώνε κινά, όσες
παφλάζουν όμοια οι Μούσες τ’ ουρανού! Του
Υμέναιου τραγούδια αρχινoύν…

Στου Γενάρη την πάγρα τρελό χορό κινείστε
θεϊκές μυγδαλιές! Φωτίτσες! Ανθείτε απάρθενες
λαύρες, στου ζόφου τα σπαθάτα γκρεμνά! Στα
σέπαλα μηνύματα σωκλείστε τρανά… Εδώ η
αντρειά, στο φως παραστάτης, στην αφρισμένη
μου γη σπαθιά κοφτερά… Ρυθμικά στα σκαλιά
σου, κοιτάρι μου άχραντο τα βήματα φέρνω, της
νοσταλγίας κρατήρας κερνίτης λαμπρός! Η
γωνιά με την προστιά αναμμένη ακόμα,
στρωμμένη πλουμιστά χοντροσκούτια, διασίδια
της Μάνας στον αργαλειό της λατρείας, της
αϋφάντρας ζωής! Με τις καύτρες του χρόνου η
Στιά αναμμένη, σημάδια ανάλαφρα, φωτερά
παραμύθια, αλώβητα κι άτμητα, στις λόχμες της
μνήμης καρφιά… Απλές και απέριττες νύχτες
μυθικά κατορθώματα πια… Στιγμές
πλουτοφόρες! Της άγιας φαμίλιας ανάσα και
πλάση! Αρχάγγελος Άγγελος, στη μέση πανώρια
η αγάπη, κι ομφάλιος λώρος η δοξάστρα χαρά!

Άπνοη δέηση γλυκά τα χείλη σφαλίζει, με
Αύγουστο λάμπω να μελωδούν οι ψαλμοί, τα
μάτια επήρα, φεύγω στον χρόνο… Κόπιασε άγιε
γυρισμέ! Ω, πόσοι σπαραγμοί ανάβουν στο
καντήλι, σαν σιγοπνέει στης μάνας τον
ανασασμό… Φούντωμα σκορπάει η ψυχή μου
γοργοπετάει άσφαλτα η μνήμη, σαν άγριες των
γερακιών κρωξιές… Ξιπάσου είναι μου…
Γλυκός σε καρτερά ο λυτρωμός!
Χριστουγεννιάτικη νύχτα να ζήσω, στην
θαλπωρή της πλανεύτρας φωτιάς. Όλοι στη
νήστεια αγνά προστάζει ο προγιαστός… Ακούτε
έξω, λυσσομανούν τα πεύκα, σκύβουν στη γη, να
προσκυνήσουν θέλουν το νιογέννητο Χριστό.
Του Χριστόγιωργα τα πρόβατα κινάνε για την
σπηλιά της Βηθλεέμ… Ακούτε έξω…
Χριστουγεννιάτικη λάγνα νυχτιά…
Λαχανιασμένες φωτιές σαλεύουν ψηλά στον
ουρανό… Όλα προστάζουν νυχτέρι νήστειας κι
αγνής προσδοχής… Αμόλευτοι καθάριοι, να
προσδεχτούμε το Νιό Βασιλιά…

Στον κομό παραδίπλα μι’ ασπρόμαυρη
φωτογραφία αρματηλάτη συγγενή! «Ενθύμιον
απ’ τον Σαγγάριον»! Ποιος ξέρει ποιός
στόρησε τη λησμονιά του, απ’ την Κόκκινη
Μηλιά λίγους παρασάγγας πιο κει… Θαύμα
οικοδομιέται σε κάθε μου ζωήστρα πνοή,
ευτυχισμένη θάλασσα ηλιοπλημμυρισμένη μου
αυλή! Της αυγής πλημμυρίδα ανεβαίνει στα
σκαλιά, κιότεψε ο Αυγερινός στο πρώτο λάλημα
του πετεινού άπλωσε μουσαφίρης ο ήλιος τα νέα
του φτερά σειέται το σώμα, παλίρροια
στο στήθος ξεκινά…

Αράγιστος ουρανέ μου παραμένεις, όμοια που σε
θωρούσα απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο του νου…
Προσευχή λατρείας αναπέμπω… Κοίμισε τις
φλεβιές μου στ’ όπιο του γυρισμού… Μ’ ακριβό
γιορντάνι, τον άγγελό σου στείλε, γλυκά να το
κρεμάσει στην καλημέρα του κομού! Καλή σου
μέρα ψυχολιώστρα μου βροχή… Σκόρπισες
στον δρόμο μου ρονιές του γυρισμού…
Ακουμπισμένος στο τζάμι σου βροχή τον πρώτο
σπίνο λαχταρώ να τρέξει στην αυλή! Πατ, πατ
από πέτρα σε πέτρα να πετά! Σκόρπια ψίχουλα
του’ σπειρα στη γη. Να τον πλανέψω πόθησα…
Την ιστορία να μου πει, του Καλού Σαμαρείτη
την ελεήτρα παραβολή…

Της μάνας τ’ άγιο φυλαχτό στην καναβέτα
πιθωμένο καλά, πέτρα πολύτιμη, αγρυπνάει στις
τρίβους της ζωής, τόσο γλυκά μελωδίζει… Τα
παιδιά τ’ αγαπάει ο Χριστός! Στα ματέρια ακόμη
αιωρούνται κρεμασμένα κυδώνια και απίδια
δοξαράτα της γιαγιάς! Γλυκές αρμαθιασμένες
μνήμες, μιας μελόστρατης αειπάρθενης γενιάς…
Στ’ αχνωτισμένα τζάμια τ’ όνομα της ομάδας της
λατρευτής… ΑΕΚ… Τις κιτρινόμαυρες πορείες
θύμισες τρανές ξαναγεννά…

Και στην ταράτσα πάνω μαρμαρωμένη η
χελιδονοφωλιά! Σβωλί σβωλί στο στόμα την
έχτισαν τ’ Ανοιξόχαρα πουλιά! Σύναξαν μέσα της
τόσα ταξίδια μακρινά, κι απίθωσαν ένα
βασταγερό κομμάτι της καρδιάς… Δάμων και
Φιντίας να πορευόμαστε μαζί… Και πάντα η
φλόγα το πρώτο τιτίβισμα ν’ ανάψει καρτερεί…

Ζωή αμφίβια!!! Πότε σε νοσταλγίες με παγαίνεις
και πότε στο λιωμένο τώρα με μαυλάς…
Ξιφολόγχες οι κυματισμοί του χρόνου, φριχτά να
περονιάζουν τ’ άγιο σου κορμί. Μα συ
αργόλαμνα, ήρεμα, ταξιδευτά, αναριπίζεσαι στην
κυματωσιά… Ένα τραγούδι της θαρρείς: «Αυτή
η πέτρα μούλαχε σ’ αυτή θα ξαποστάσω»…
Άλλος δρόμος δεν είναι, άλλη σημαία, άλλη
διαδρομή, παρά η ρότα στα γενναία χρόνια τα
βαθιά, όμοια της ιστορίας Ηρακλής…



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>