Ωρίμασαν τα σκάμνα (μούρα)…
Έχουν ωριμάσει την εποχή αυτή εδώ στα χαμηλά (περιοχή της Νικιάνας) τα σκάμνα (μούρα). Μας τα έφεραν σήμερα το πρωί για «να θυμηθούμε το χωριό»…
Και τι να πρωτοθυμηθούμε! Ήταν ένα από τα πιο ευχάριστα και προσιτά φρούτα την εποχή του καλοκαιριού για μας τα παιδιά στο χωριό. Σκαμνιές (μουριές) υπήρχαν πολλές. Με μαύρα, που ήταν και τα πιο χυμώδη και νόστιμα, και άσπρα σκάμνα. Τα μεγάλα τα μαύρα τα λέγαμε «μπουμπουτσίνες» (άντε τώρα να βρεις την προέλευση της λέξης). Θυμάμαι που τους καλοκαιρινούς μήνες σκαρφαλώναμε στις σκαμνιές, φτάνοντας μέχρι το πιο ακρινό ακόμη κλαδί, όπου ήταν και τα πιο μεγάλα σκάμνα, γιατί τα έβλεπε καλύτερα ο ήλιος, και να ξεφωνίζουμε: «πω πω μια μουμπουτσίνα!», ενώ παραμονεύαμε με τις ώρες και τις λαστιχιέρες (σφεντόνες) στο χέρι τα σπουργίτια κάτω από τις σκαμνιές, που φαίνεται επίσης να τους άρεσε ιδιαίτερα ο καρπός αυτός.
Παιδιά στο χωριό μάς έβαζαν επίσης οι νοικοκυράδες και «τινάζαμε» τις σκαμνιές. Άπλωναν ένα σεντόνι κάτω από το δέντρο και μάζευαν τα ώριμα σκάμνα, που έπεφταν με το παραμικρό κούνημα των κλαδιών. Σε κάποια άλλα χωριά τα φύλαγαν ακόμη και οι αγροφύλακες για να αποφεύγεται το μάζεμά τους. Αυτό δεν το θυμάμαι να γίνεται στο χωριό μου.
Στο Εγχειρίδιο Φυσικής Ιστορίας του Σπυρίδωνος Μηλιαράκη (Αθήνα, 1906) διαβάζουμε για τη Μορέα:
«Το δένδρον τούτο της Περσίας και Κίνας, το οποίον καλλιεργείται και εις την νότιον Ευρώπην, έχει φύλλα ικανώς μεγάλα, καταπράσινα, ωοειδή ή καρδιόσχημα, απλά, ενίοτε εξ εντομών εις ολίγους λοβούς, αδρά, έχοντα τα χείλη, κεχαραγμένα πριονειειδώς. Τα άνθη της είναι αφανή και και εκφύονται πολλά ομού από μικρός τινος μίσχου, όστις βραδύτερον φέρει τον καρπόν, τον κοινώς ονομαζόμενον μούρον.
Κλάδος μορέας μετ΄ ανθέων. Αριστερά ο καρπός
Ο καρπός της λευκής μορέας είναι λευκός και γλυκύς, της μελαίνης ερυθρός προς το μέλαν και υπόγλυκυς και όξινος προς γεύσιν. Η μέλαινα μορέα διακρίνεται προς τούτοις και εκ των φύλλων, τα οποία είναι αδρότερα των της λευκής και χνοώδη εκατέρωθεν.
Η λευκή μορέα είναι χρήσιμος εις την μεταξοσκωληκοτροφίαν και ως τροφή των ανθρώπων δια των καρπών της. Η μέλαινα μορέα ολίγον χρησιμεύει σις την μεταξοσκωληκοτροφίαν· εκ των καρπών της πιεζομένων κατασκευάζεται σιρόπιον και εξάγεται δριμύ την γεύσιν οινόπνευμα, εκ δε του ξύλου της κατασκευάζονται διάφορα αντικείμενα, ιδίως τορνευτικής εργασίας».