Στα ίσα το πάλεμα…
Καθίσαμε κάμποση ώρα και τα χαζεύαμε να κουτριούνται* στην άκρη του δρόμου. Σε κάποιο ορεινό χωριό του νησιού μας. Δεν έχει περάσει πολύ καιρός. Μας διέκοψε ο τσοπάνης που βγήκε από ένα μονοπάτι στο δρόμο, ρωτώντας μας αν έχουμε κάνα τσιγάρο. Αποκλεισμένος κι αυτός λόγω της καραντίνας του κορονοϊού είχε χαρμανιάσει για τσιγάρο.
Κτηνοτροφικό το χωριό μου, ζώα είχαμε και στην οικογένειά μου, γνώριμο από παλιά το θέαμα. Είχαμε όμως πολύ καιρό να το δούμε. Σηκώνονταν ψηλά στα πίσω πόδια και ορμούσαν μ΄ όλη τους τη δύναμη. Στα ίσα το πάλεμα, παρότι η φύση είχε χαρίσει στο ένα τραγί κέρατα ενώ το άλλο ήταν σούτο. Δεν του χρησίμευαν σε τίποτα έτσι όπως ήταν γυρισμένα προς τα πίσω…
*κουτριούνται: χτυπιούνται κεφάλι με κεφάλι. Προέλευση από αρχ. ελλ. λέξη κοττίς-δος ή κόττη-ης: κεφαλή. Κόττη – κότρη – κούτρα κουτράω-ώ και κουτρίζω, κούτρημα, κουτρησία. Από το κουτράω και οι λέξεις κουτουλάω και κούτελο. Κουτουλάω: χτυπώ με το κεφάλι (Νικόλαος Β. Καρατζένης, Εφημερίδα «Τα σαρακατσάνικα Χαιρετήματα»).