«Κάποτε γνώρισε τις ομορφιές, της θάλασσας τις υπέροχες τις ζωγραφιές…»
Πόσο θα άντεχε ακόμη έτσι χωρίς καμιά συντήρηση; Ήταν ζήτημα χρόνου… Ας φροντίσει τουλάχιστον κάποιος να απομακρύνει ό,τι έχει απομείνει από το κουφάρι της.
Σάπισε και διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη η πολυφωτογραφισμένη βάρκα που ήταν εγκαταλειμμένη για χρόνια τώρα στην όχθη της λιμνοθάλασσας της Λευκάδας δίπλα από το Ανοιχτό Θέατρο.
Φιλοξένησε για πολλά χρόνια τους χορωδούς και τους κανταδόρους της «Νέας Χορωδίας Λευκάδας» και κυριαρχούσε ακόμη και στα ύστερά της με την επιβλητικότητά της στις καλοκαιρινές εκδηλώσεις της Βαρκαρόλας.
Κάποτε γνώρισε τις ομορφιές,
της θάλασσας τις υπέροχες τις ζωγραφιές
τα γαλανά, τα κρουσταλλένια της νερά,
τα κύματα τ΄ ακούραστα, τα πλανερά.
Είδε τα πορφυρά, τα κοραλλένια δάση
στου Αυγουστιάτικου φεγγαριού την χάση,
είδε τις ολάνθιστες, θαλάσσιες ανεμώνες,
σε θαλασσόδαρτους κάμπους και λειμώνες
συνάντησε όμορφες, πλουμιστές γοργόνες,
μέσ΄ τα ανήλιαγα τα άντρα
που δεν αντίκρισαν ποτέ τους άντρα
καλοκαίρια και χειμώνες
……………………………….
Τώρα, κείτεται άψυχη στην ακρογιαλιά,
χωρίς ζωή, χωρίς λαλιά,
παρατημένη, έρημη και σάπια
μεσ΄ τα θαλασσινά δρολάπια
Το φεγγάρι φωτίζει το γεροντικό κορμί
αυτό που είχε κάποτε πάθος και ορμή,
και της θάλασσας το αφρισμένο κύμα
ξεθυμαίνει πάνω στο πελαγίσιο μνήμα
Φύκια, σαν μεταξωτές κορδέλες,
σκεπάζουν σαν περίτεχνες δαντέλες
το γέρικό της το κουφάρι
και γύρω της πετούν αδιάφοροι οι γλάροι…
Απόσπασμα από το ποίημα «Η βάρκα» του Κωνσταντίνου Τέμπου, δημοσιευμένο στο fractalart.gr