Η Αρχόντισσα (της Βιβής Κοψιδά-Βρεττού) | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Πα, Δεκ 9th, 2022

Η Αρχόντισσα (της Βιβής Κοψιδά-Βρεττού)

arxontissa

Της
Βιβής Κοψιδά-Βρεττού

Δεν θέλαμε να ξέρουμε τίποτα περισσότερο. Μόνο το μικρό της όνομα αρκούσε. Μ’αυτό τη γνωρίσαμε, μ’αυτό τη φωνάζαμε, μ’αυτό την αγαπήσαμε. Κυρία Βασιλική. Κυρία Βασιλική, μάλιστα. Σε πληθυντικό πάντα, παλιάς ευγένειας. Της ταίριαζε. Κι όταν λέγαμε κυρία Βασιλική όλοι εννοούσαμε αυτήν, τη μοναδική μας κυρία Βασιλική. Το μόνο που ξέραμε από το βιογραφικό της, εκτός από το μικρό της όνομα, ήταν πως υπήρξε δασκάλα. Ποιας βαθμίδας; Ούτε γι αυτό καλά-καλά δεν σιγουρευτήκαμε. Ελλιπέστατα στοιχεία ταυτότητας. Χρόνος γέννησης, τόπος καταγωγής, τόπος κατοικίας -μέχρι να έρθει στην πόλη μας-, οικογένεια, συγγενείς… τίποτα. Μονάχα την Αποστολία, την Αποστολία της. Και το πιο περίεργο. Δεν είχαμε ποτέ εκφράσει την απορία μας, να τη ρωτήσουμε, να μας πει – μήπως και δεν θα έλεγε; Τίποτα δεν είχε να κρύψει. Η ίδια της η παρουσία είχε μια παράξενη αυτάρκεια.

Την είχαμε πρωτοδεί στην εκκλησία των Αγίων Αναργύρων. Μικρή το δέμας, λεπτή φιγούρα, λιλιπούτεια θα’λεγες, λιπόσαρκη, σαν φιγούρα εξαϋλωμένης αρχοντιάς, που δεν παραδόθηκε ποτέ στων καιρών τα γυρίσματα και στις μόδες. Εκεί στην εκκλησία των Αγίων Αναργύρων δεν μιλήσαμε. Δεν γνωριζόμαστε, αν και κάποιες φορές διασταυρώθηκαν με χαμόγελο τα βλέμματά μας – κάτι σαν συναίνεση φιλίας.

Τη δεύτερη φορά ήταν στην Αίθουσα εκδηλώσεων του Πνευματικού Κέντρου. Η κυρία Βασιλική δεν άφηνε καμιά εκδήλωση να μην την παρακολουθήσει. Και στις λέσχες μας ανάγνωσης είχε πάντα την πρώτη θέση. Δεν γινόταν Λέσχη ανάγνωσης, χωρίς την κυρία Βασιλική. Γιατί έτρεχε παντού η κυρία Βασιλική; Όχι για να ψυχαγωγηθεί. Περισσότερο για να μάθει, ούτε και γι’αυτό ακριβώς, ίσως αποκλειστικά επειδή ήταν μέσα της όλη «Πνεύμα». Στο παραμύθι το δικό της, το Πνεύμα του Καλού.

Καλοκαίρι, ανάλαφρη ενδυμασία, ένα λευκό φόρεμα σαν καμιζόλα τοπικής φορεσιάς – τόσο εναρμονισμένο με την πνευματικοποιημένη παρουσία της! Όμως τα χέρια της! Σαν ζωγράφου λεπτομέρεια σε πίνακα ή ένα «πορτρέτο χεριών», κρυστάλλινα χέρια που πρόδιναν το πρόσωπο, τόσο ώστε να μην το έχεις ανάγκη για να φτιάξεις την εικόνα. Χέρια εξωτικά, όχι σαν εκείνα τα κέρινα χέρια του Delvaux, ούτε τα ροδαλά τής Catherine La Rose. Xέρια στολισμένα όπως το κεφάλι της Μεξικάνας Φρίντα, μιλούν σιωπηλά, ακίνητα προδίνουν ζωή. Ο φίλος φωτογράφος στη διπλανή θέση μού γνέφει θαυμαστικά. Θέλει να φωτογραφίσει αυτά τα μοναδικά χέρια. Δαχτυλίδι με την τεράστια κόκκινη πέτρα-ρουμπίνι μοιάζει-χωρίς περίγραμμα, κεντραρισμένο στο μεσαίο δάχτυλο. Έτερον ουδέν. Δεν προσέχεις κεφάλι, πρόσωπο, μορφή, ύφος, περιβολή…τίποτα…μονάχα χέρια. Το χέρι με το κόκκινο, φανταχτερό ρουμπίνι. Ο φωτογράφος επιμένει. Αλλά διστάζει να της το ζητήσει. Δεν τη γνωρίζει. Ούτε κι εγώ. Παίρνω για λογαριασμό του το θάρρος. Κι εκείνος απαθανατίζει τα χέρια της. Στην επόμενη ομαδική έκθεση δεσπόζουν εκείνα τα χέρια. Αν ήταν ποίημα σε ποιητική συλλογή θα έδινε οπωσδήποτε τον τίτλο σε ολόκληρη τη συλλογή: «Τα χέρια».

Η συνέχεια -και για χρόνους πολλούς- στο σαλόνι της θείας Δέσποινας. Η κυρία Βασιλική ήταν ο καλός ίσκιος της μέρας. Καθισμένη σε μια γωνία του καναπέ, στην ίδια πάντα θέση. Η θεία καθισμένη απέναντι κι εμείς -η Άννα κι εγώ- γύρω από την κυρία Βασιλική. Όλες οι εποχές, όλες οι ιστορίες, όλη η τέχνη ήταν η κυρία Βασιλική. Όλο το πνεύμα. Ποτέ μεμψιμοιρία, ποτέ κακός λόγος, ποτέ παράπονο ή διαμαρτυρία για ανημπόριες κι αρρώστιες βαριές και χειρουργεία – και πόσα δεν είχε να παλέψει…

Μονάχα μια φορά-μια μελαγχολική φορά-, μου είχε πει:

-Άκου ένα ποίημα.

Το άκουσα. Δεν ξέρω αν ήταν δικό της ή από κάπου το είχε δανειστεί:

Θέλω κάποτε να δεσμεύσω τις σκέψεις/ να πνίξω τις θύμησες / θέλω να ζω σ’ένα μεθύσι ξεγνοιασιάς / στο μεθύσι της άγνοιας / παρακάλεσα τη λήθη να μ’επισκεφτεί / αλλά εκείνη το ξέχασε!

Το είπε το ποίημα. Κι αμέσως λυτρώθηκε. Με ένα χαμόγελο και ένα χειροκρότημα…

Χρώματα έτρεχαν πάνω της. Εξωτισμός. Λουλούδια, καπελάκια και μπερέδες, γουναρικά οικολογικά, αστραχάν και muton, δαντέλες. Ζακέτες με φανταχτερά κουμπιά και κορδόνια που καταλήγουν σε φουσκωτά pom pom, κασκόλ πολύχρωμα, μάλλινα και βαμβακερά και μεταξωτά, γούνινοι γιακάδες, ιριδίζοντα αξεσουάρ, καρό κλoς φούστες, υφάσματα tweed και bouclé, μποτάκια με γούνινο τελείωμα, όλα vintage και retro, καλοσυνδυασμένα στους χρωματισμούς τους κόκκινο, κίτρινο, λευκό, θαλασσί, ή και καφετί με animalistic λεπτομέρειες-μια αλαφροΐσκιωτη φιγούρα, βγαλμένη από παραμύθι εξωτικό που μόνο αγαθά πλάσματα υπάρχουν γιατί έχουν προ πολλού νικήσει το κακό.

Όλα ριγμένα πάνω της με τόση φυσικότητα κι ομορφιά, χωρίς ψευτιά, χωρίς προσποίηση, χωρίς τη φτιαχτή εκκεντρικότητα μιας κίβδηλης ταυτότητας. Έμοιαζε η αυθόρμητη ντυμασιά και το σέστο της, όπως η φυσικότητα πολύχρωμων λουλουδιών που κρατούν όμως την ταπεινότητα του κόσμου τους. Αλλά και τη χαρά του. Τη λάμψη μιας ευγένειας που προσφέρεται αφειδώλευτα σε κάθε περβάζι, σε κάθε καρδιά πρόσχαρη. Γιατί η αθωότητα δεν είναι που δεν καταλαβαίνει τις καρδιές. Η αθωότητα ξέρει να συγχωρεί απλώς, γιατί γνωρίζει, κι αν δεν γνωρίζει, διαισθάνεται. Έχει κεραίες βιονικές η αθωότητα. Τις είχε αυτές τις κεραίες η κυρία Βασιλική. Τις είχε η ίδια αναγνωριστικές του καλού, που το αναγνώριζε αυθόρμητα σε λίγα μόνο από τα πολλά συναπαντήματά της. Και το είχε βαφτίσει «αρχοντιά». Γι’αυτό άλλοι ήταν οι φτωχοί στην κλίμακα της κυρίας Βασιλικής. Δεν είχε υλική υπόσταση και κληρονομημένους τίτλους η αρχοντιά. Η θεία Δέσποινα ήταν η «Αρχόντισσα» στο Libro d’oro της κυρίας Βασιλικής. Κι η θεία τής το ανταπέδιδε. Έτσι, σε κείνη τη γειτονιά κατοικούσαν δύο «Αρχόντισσες», που αλληλοαναγνωρίζονταν, χωρίς ανταγωνισμό για τα πρωτεία και τους τίτλους.

Ξέρεις τι είναι ν’αγαπάς τα χρώματα; Όχι ακριβώς. Κάποιοι θα πουν ίσως ότι τα χρώματα τα αγαπούν οι ζωγράφοι. Άλλοι θα πουν για τους μόδιστρους. Άλλοι για τα μικρά παιδιά. Άλλοι θα μιλήσουν για τους καλόκαρδους. Για τους νέους, άλλοι. Για τους εκκεντρικούς. Η κυρία Βασιλική αγαπούσε τα χρώματα γιατί αγαπούσε την ίδια την αγάπη. Και τι είναι η αγάπη; Η ίδια η ζωή είναι η αγάπη. Απ’αυτήν γεννιέται η ζωή. Μήπως από το μίσος γεννιέται η ζωή; μας ρωτούσε. Από το μίσος μονάχα ο θάνατος μπορεί να γεννηθεί… Το χρώμα – η ζωή. Γι’αυτό και τη ζωγράφιζε. Ερχόταν πάντα με τα δώρα της. Σαν μικρά παιδιά, από κείνα που εμπιστεύτηκαν και αγάπησαν την αγάπη της, μας περίμενε καθισμένη στον καναπέ της θείας Δέσποινας, με μια αγκαλιά λουλούδια πολύχρωμα. Το μαύρο δεν υπήρχε πουθενά. Η χαρά της καλοσύνης μονάχα ν’αστράφτει, αυτή που γεννάει τη ζωή και την αγάπη για τη ζωή. Πόσο όμορφη τη θεωρούσε τη ζωή η κυρία Βασιλική! Όμορφη, γιατί; Και πότε; Κάθε στιγμή. Απλή στιγμή. Κι όταν έβγαινε μεσημεράκι με το βιβλίο της σε αγαπημένα στέκια να πιει τον καφέ της. Κι όταν βραδάκι τις άνοιξες και τα καλοκαίρια έβγαινε στην πλατεία, ανάμεσα στο παιδομάνι που γελούσε κι έπαιζε αφηνιασμένο για ζωή, η κυρία Βασιλική ζωντάνευε μέσα της όλη την ομορφιά να ανασαίνει τη χαρά τους, τον ενθουσιασμό των «πουλιών» που δεν αποδημούν καμιά εποχή από τους τόπους του πανηγυριού των φτερών τους.

Κάποτε το έγραψε με τον τρόπο της και μου το έδωσε. Να, της διαβάζω τώρα την αληθινή της ψυχή – εκείνη που φιλόξενα δεχόταν και τους πόνους και τις πληγές…

Μια…

Μια γλυκειά μελαγχολία είναι η ζωή, ένα τριαντάφυλλο που αργά φυλλοροεί…ένα απόμακρο δάσος με ψυχή, ένα τραγούδι πονεμένο, ένα λουλούδι μαραμένο από πληγές και πόνους, όμως που μοσχοβολά απ’της ζωής τους δημιουργικούς χρόνους…

Το ομολογούσε με κάθε τρόπο το παιχνίδι της ψυχής της, τους «δημιουργικούς της χρόνους»: με τα παιδιά και το Καλό του κόσμου. Μα το περισσότερο, άφηνε τις ίδιες τις ζωγραφιές της να το ομολογούν, τόσο λιτά, τόσο εύηχα-σαν μουσική ποιήματος που γράφεται με μια μονάχα λέξη· ή σαν πρωτόπλαστη, λαϊκή φιλοσοφία της ευτυχίας, το πιο αισθαντικό άσμα ασμάτων μιας αειπάρθενης γένεσης: όπου όλα είναι ζωντανά, όλα έχουν ψυχούλες, πρόσωπο, αισθήματα, τέχνη, ομορφιά, καλές λέξεις στο στόμα τους. Όλα! Ανθοδέσμη γλυκειά, Φεγγάρι-αστέρια / γλυκό, Πάνθεον! / ωραίο, Πίνακας/ωραίος!, Ψυχή / ωραία!, Ήλιος/λαμπρός, Λουλούδι / ωραίο, Μωρό / γλυκό, Αφροδίτη / γλυκειά, Το βάζο του Μάη / Ο Μάιος μας έφτασε, Πονάτε αλλήλους / αγάπη / Αγαπάτε αλλήλους, Πάσχα Άγιον σώζει Χριστιανούς άθρησκους, Ο Φθινόπωρος, Η κυκλαμιά, Το κουτσό χρυσάνθεμο περπατεί με το Π, Ζωή = Λουλούδι, Ο κλόουν γη!, Η πιεροτίνα / Η μάσκα / Καλές Αποκριές, Το καπέλο / Καλές Αποκριές, Πρωτότυπο, Το ανάγλυφο λουλούδι! / 2019 ευχές!, Δελφοί, ο ομφαλός της γης! / Καλές γιορτές, Το ανοιξιάτικο λουλούδι: /Έλα γρήγορα ανοιξιάτικο λουλούδι, σ’αγαπώ απ’την ψυχή μου, δίνεις φως και ζωή!!!, Ανοιξιάτικος καφές, Η κανάτα της χαράς, Αριστοκρατικό, Το λουλούδι με την κούπα, Η μπλε καρδιά, Η μωβούλα / Καλό καλοκαίρι!, Το γλυκό χαμόγελο, Τρυφερό, Η μπότα του λουλουδιού, Χαλάκι / ωραίο!, Ο λαβύρινθος της ζωής!, Ο λαβύρινθος της ζωής θέλει τη λύση του την οριστική για να βρούμε μια λύση… που θα μιλεί για λύση προβλημάτων της ζωής, της πολυζητούσης, της χαρούμενης και προβληματικής… Ας βρούμε λοιπόν την αρχή και το τέλος του λαβύρινθου της ζωής… / Δελφοί, ο ομφαλός της γης!, το φως της γης, το φως της ζωής, οι γνώσεις αυτής, το μέλλον και το παρελθόν αυτής! Ας ανοίξομε τα μάτια της ψυχής και ας φέρομε μέσα τους Δελφούς, το μαγικό μέρος με το πλούσιο περιεχόμενο, το ποιητικό, το ανθρωπιστικό, το ανθρώπινα ζεστό, στον πολυτάραχο αιώνα αυτόν!!!

Έπειτα ήρθε ο Covid. Οι άνθρωποι σφάλισαν τις πόρτες, σφάλισαν και το στόμα τους. Μάσκες (άλλες μάσκες αυτές), αντισηπτικά, ερημιά στους δρόμους και στις καρδιές, παγανιά ο θάνατος και η απειλή του. Χαθήκαμε. Δεν της ταίριαζε της κυρίας Βασιλικής όλο τούτο το σκηνικό που μάχεται τη χαρά. Του αντιστάθηκε. Αντίσταση στο κακό. Κράτησε τα χρώματα, συνέχισε τις ζωγραφιές. Και τι παράξενη επανάσταση! Δεν του χάρισε ούτε μία πόζα! Πουθενά δεν υπάρχει στις ζωγραφιές της. Όχι, ο Covid δεν την ξεγέλασε, ούτε καν με τα παρδαλά του χρώματα. Πού τα βρήκε τόσα χρώματα; Δεν ξέρουμε, πάντως οπωσδήποτε όχι στην παλέτα της κυρίας Βασιλικής.

Κρατάω τώρα, στην πιο περίοπτη θέση με τα «πολύτιμα της ζωής μου» το τελευταίο πακέτο ζωγραφιές. Τις άφησε πάνω στον καναπέ της θείας Δέσποινας, στη θέση της, εκεί που τη βρίσκαμε να μας περιμένει, ποίημα ανάερο η ίδια. Τώρα που τις κοιτάζω μελαγχολικά, το διαβάζω με ρίγος συγκίνησης… Μας ξεγέλασε άλλη μια φορά για τη ζωή. Λουλούδια, χρώματα, ήλιοι, φεγγάρια χαρωπά… αλλά κάπου ανάμεσά τους, μια αθέατη Άτροπος… Αέρας! / φυσά, Άγγελος! / Κυρίου, Ερμής / ωραίος!, Πλούτων / ωραίος!

Ούτε γι’αυτόν τον τελευταίο δεν άφησε μια κακή κουβέντα η κυρία Βασιλική. Ούτε ένα αχ! θυμού ή και πικρίας… Κι αν δεν την αγαπούσε τη ζωή!… Ίσως γι’αυτό και αδιαμαρτύρητα, όπως τα μικρά πουλιά, άφησε τόπο για τη νέα φύτρα. Η ίδια μας έδωσε ένα μάθημα: Το δέος για τη ζωή. Τον σεβασμό. Έτσι, όπως ο Άγιος του Λαμπαρενέ!

*Πρώτη δημοσίευση σε πιο σύντομη εκδοχή: Diastixo.gr (9 Νοεμβρίου 2022)


Displaying 1 Comments
Have Your Say
  1. Ο/Η kolivasf λέει:

    Σχόλιο από «Φαίδρα Ιονίου» που καταχωρήθηκε από τη διαχείριση της σελίδας:

    Η συγγραφέας για μια ακόμα φορά αποδεικνύει πόσο σωστή είναι στο ψυχογράφημα, αλλά και πόσο εξαίρετα χειρίζεται το λόγο! Καθηλωτικό και σπαρακτικό το κείμενο για την ξεχωριστή –ευλογημένη προσωπικότητα που μνημονεύει. Οι μνημονικές εικόνες επενδύονται με μια βιωμένη, άμεση αναφορά, μια αμοιβαιότητα σχέσεων, μια εμπειρία της γνωστικής αμεσότητας. Με τη μοναδική αφήγηση, η Αρχόντισσα των χρωμάτων σε συμπαρασύρει στις παρακαταθήκες-φυλακτά της, σε ένα ταξίδι μέχρι τα έσχατα όρια της ανθρώπινης ψυχής, με έντονα και εναλλασσόμενα τα συναισθήματα. Δεν ξεκολλάς εύκολα, χωρίς δάκρυα. Ευλογημένοι οι απόγονοι.

    Πέρα όμως από τα συναισθήματα που επισύρει, ανακαλεί και διάφορους συνειρμούς.

    Στο κείμενο η θλίψη δεν είναι άμορφη. Το αντίθετο. Έχει μυρωδιά, πιάνει χώρο, έχει βάρος, είναι ορατή. Είναι μεγάλο προνόμιο να συμμετέχεις σε συζητήσεις με όσους έχουν έρθει πριν. Να μαθαίνεις από αυτούς, να εμπνέεσαι.

    Γιατί στην ουσία ο θάνατος είναι αμίλητος. Αν αναρωτηθούμε “τι είναι θάνατος;” θα βρεθούμε σε αμηχανία εάν δεν καταφύγουμε σε μεταφορές.

    Όλη η γλώσσα αναφέρεται στη ζωή αλλά και η γλώσσα φτιάχτηκε για την ζωή, είναι η ζωή. Υπάρχει εκ των πραγμάτων αδυναμία της γλώσσας να μιλήσει για τον θάνατο. Ο θάνατος είναι και ένδεια λέξεων

    Ας θυμηθούμε πώς ο θεός φτιάχνει τον κόσμο μιλώντας. Η ζωή είναι λέξεις. Ο ίδιος ο Θεός είναι ανύπαρκτος εάν δεν είναι λόγος. Η ίδια του η παρουσία και ύπαρξη είναι λέξεις και στην Παλαιά: “εγώ ειμί ο ων” και στην Καινή Διαθήκη: “την αρχήν ότι, και λαλώ υμίν”.

    Με ανακουφίζει να σκέφτομαι ότι μεγαλώνουμε γύρω από τον πόνο μας, όπως ένα δένδρο μπορεί να αναπτυχθεί γύρω από ένα σύρμα. Έτσι γίνεται κομμάτι μας. Έτσι, η θλίψη είναι μέσα στη χαρά μας, είναι μέσα στη λαχτάρα μας. Αυτή είναι η ιδιαίτερη πολυπλοκότητα της ανθρώπινης συνείδησης. Ο πόνος δεν πρέπει να αποσιωπάται.

Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>