«Μάνα, έφυγες με τα καφένια*» (Ποίημα του Θοδωρή Γεωργάκη) | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Κυ, Μάι 9th, 2021

«Μάνα, έφυγες με τα καφένια*» (Ποίημα του Θοδωρή Γεωργάκη)

mana

Ποίημα του Θοδωρή Γεωργάκη από την ποιητική του τριλογία με τίτλο «ΤΑΥΡΟΚΑΘΑΨΙΑ» (Εκδόσεις ΟΣΤΡΙΑ, Αθήνα 2017).

ΜΑΝΑ. ΕΦΥΓΕΣ ΜΕ ΤΑ ΚΑΦΕΝΙΑ*

Περίμενα πως θάρθει η στιγμή, που θα
ξεχείλιζε η γραφίδα απ’ τις μνήμες. Καιρό
τώρα φώλιαζε μέσα μου μια αντάρτισσα
λαύρα, που ζητούσε διέξοδο, κανάλι, τόπο,
ευλογία, να υμνήσει το βαθύ ποτάμι που
χάραξες στη ζωή, μαστόρισσα ζηλευτή της
αγάπης, της αυτοθυσίας, της προσφοράς!

Όλα τούτα θέλω να τα πω Μάνα, μα δεν γεννά
το μυαλό μου κατάλληλους λυγμούς… Όλα
θέλω να τα πω Μητέρα, μα δεν μπορώ να
συλλαβίσω σωστά, γιατί κρύβονται πολλά
πίσω απ’ την αυλαία… Ο ποταμός των
αισθημάτων γλωσσοδέτης στάθηκε και
η κοίτη του μυαλού άδειασε στην Καιώδη
χοάνη, που την ονομάζουν μεγάλη αντοχή.
Ώσπου ανάβοντας το καντήλι της σιωπής
λύθηκε ο νους, έτρεξαν τα μελτέμια των
ματιών, ξεκίνησε ο δρόμος…

Ανέβασα τη φλογίτσα ψηλά, να σταθεί στην
επιφάνεια του ποτηριού… Σε ψάχνω…

Θα πετάξεις πάνωθέ μου ολοφώτεινη σκιά…
Ξέρεις θα μου πείς, τα μαλλιά σου άρχισαν ν’
ασπρίζουν, να προσέχεις… Έπειτα θα
ξανάρθεις, το Μεγαλοβδόμαδο πλησιάζει. Να
κοιμηθείς το μεσημέρι, οι Αγρύπνιες μας
θέλουν στην εκκλησιά, θα πάμε στα Δώδεκα
Ευαγγέλια στον Μυστικό Δείπνο. Ύστερα θα
τρέξεις πάλι το καλοκαίρι. Θα σηκώσεις
απαλά το λινό σεντόνι να με ξυπνήσεις. Σήκω,
τα παιδιά δεν σου άφησαν κομμάτι ριγανάδα
για το κολατσιό σου…

Θα φύγεις ξανά… Θα πετάξεις… Κι ένας
αξεθύμαστος έρωτας, βασταγερός, θα πετά
μαζί σου. Θα κάνει ν’ αναβρύζουν στα μάτια,
στο νου, στις αισθήσεις, στο θέρος, οι εικόνες
της μικρής αυλής, της αυλής των δικών σου
θαυμάτων!

Να πας στην Κωσταντία να της πεις πως αύριο
θα πάρει σειρά για το διασίδι της, στη Λενιώ
τρέξε πες της το ψωμί είναι έτοιμο στον
φούρνο. Ύστερα να, το άλογο πρέπει να
ποτίσεις με την λάτα στο πηγάδι. Περίμενε να
ρίξω δυό σαϊτιές στον αργαλειό, μετά θα
στρώσω το τραπέζι… Μια ρυζόπιτα πρόκαμα
να σας φτιάξω!

Φωναχτά θέλω να μοιράσω τους θησαυρούς
που μου χάρισες, να μη φαλκιδεύσω τίποτα,
από όσα αγνά άδολα, αυτοθυσιαστικά,
καρτερικά μεγαλειώδη, μου δάνεισες! Να
ζήσουν, να ζουν παντοτινά! Χωρίς
σταματημό… Να μετράω… Ένας ουρανός,
ένα σύννεφο, μια ψιχάλα, δέηση στον αγύριστο
δρόμο που τράβηξες… Όλα με βαθιά λαλιά να
συλλαβίζω!

Πάντα είχα στο μυαλό ένα μικρό λογίδριο για
σένα! Μα, τώρα, στον γλυκό σου ύπνο της
ειρήνης, ξαπόστατη, νεφόπετη, απαλλαγμένη
απ’ τις βιωτικές μέριμνες, θ’ ακουρμαστείς
καλύτερα. Το ξέρω, θα βουρκώσεις…
Μ’εκείνο το αόρατο, μα διαπεραστικό δάκρυ
των σκιών, που γίνεται προστάτης, φυλαχτό
κατευόδιο, ευχή όσων αξιώθηκαν να φύγουν
με τα καφένια… Έφυγες με τα καφένια, να
καταταγείς στης Δήμητρας το τάγμα… Μάνα,
Μητέρα, Μαμά, ξωμάχα, αϋφάντρα,
φουρνάρισσα, αντάρτισσα!

Το ουράνιο τόξο κάθισε στην ποδιά σου!
Έφυγες… Έφυγες και άφησες πίσω μαγεμένα
πράγματα, χωρίς μπαλώματα και
παρηγόριες… Το γνήσιο πνεύμα σου πάντοτε
εδώ θα κατοικεί! Εδώ κοντά θα υπάρχει η
μνήμη, που όπου και να την ακουμπήσεις
πάντα θα λαβώνει…

*Έφυγες με τα καφένια! Ο τίτλος σε μοιρολόγι – μακαρισμό που λένε οι μοιρολογήστρες στις ευλογημένες γερόντισσες στους Σφακιώτες Λευκάδας, εννοώντας πως απέρχονται απ’ τον κόσμο αφήνοντας πίσω παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα, χωρίς να δοκιμάσουν πίκρα θανάτου, χωρίς να φορέσουν ποτέ τα μαύρα, αλλά απέρχονται ντυμένες και στην τελευταία τους κατοικία την καφέ παραδοσιακή Λευκαδίτικη στολή, όπως ακριβώς ευλογήθηκε η αγαπημένη μου μάνα Πολυξένη.



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>