Παλιά Λευκάδα: Προλήψεις, δεισιδαιμονίες και δοξασίες (του Θοδωρή Γεωργάκη)
Ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να καυχιέται για τα τεχνολογικά του επιτεύγματα και κατακτήσεις, όμως πολλές φορές στην καθημερινή του ζωή εξακολουθεί να λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψιν του προλήψεις, δεισιδαιμονίες και δοξασίες, κυρίως κατεχόμενος απ’ τον φόβο του άγνωστου, που ενδόμυχα μάλλον παραπέμπει στον διαρκή φόβο και αγωνία για το τέλος, τον θάνατο… Αυτά τα τρία ανθρώπινα δημιουργήματα και διανοήματα είναι σύμφυτα με την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου, ενώ υπάρχουν πολλές απόψεις και ερμηνείες για την υφή τους και κυρίως για την υπαρξιακή τους αναγκαιότητα, κάτω μάλιστα απ’ την θετικιστική και ορθολογική σκέψη που διέπει τις μέρες μας… Παρά ταύτα υπάρχουν και θα υπάρχουν όσο υπάρχει ο φόβος για το άδηλο μέλλον…
Ο Γκαίτε, αίφνης, στο βιβλίο του Maximen und Reflexionen, θεωρεί την δεισιδαιμονία, (δαίμων με την έννοια του αγαθού πνεύματος), σαν ποίηση της ζωής και όχι σαν έναν καταπιεστικό ψυχικό μηχανισμό κάτω απ’ το πρίσμα του φόβου, πόσο, μάλλον, θα λέγαμε εμείς, μοιάζει με ποίηση, όταν προλήψεις, δεισιδαιμονίες και δοξασίες ενδύονται έναν κοινωνικολαογραφικό μανδύα και καταλήγουν να υμνούν την ζωή και μέσα τους να αντικαθρεφτίζεται η δημιουργική πρόσληψη του κόσμου απ’ τον άνθρωπο…
Μάλλον με μια τέτοια χαροποιό διάθεση αντιμετωπίζομε και εμείς στο παρόν πόνημά μας προλήψεις, δοξασίες και δεισιδαιμονίες, που καταγράφομε εδώ, όσες γνώρισε η Λευκάδα στο διάβα των αιώνων και φτάνουν μέχρι τις μέρες μας και οι οποίες, μαζί με όλες τις υπόλοιπες εκφάνσεις και δραστηριότητες της Λευκαδίτικης κοινωνικής ζωής συναποτελούν τον ΛΕΥΚΑΔΙΤΙΚΟ ΛΑΪΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΜΑΣ, όταν, βέβαια δεν ανακατεύονται με μαγγανείες, σφαίρες, τραπουλόχαρτα, πνευματισμούς και διάφορους τεχνητούς παράδεισους, που τάζουν επικίνδυνοι οικονομισάριοι καπηλευόμενοι τον ανθρώπινο φόβο ή πόνο…
Η Τρίτη έχει μια ώρα καλή και μια ώρα κακή…
Η μέρα της Τρίτης ήταν μια κακότυχη ημέρα για τους ξωμάχους της παλιάς Λευκάδας, γιατί θεωρούσαν πως η Τρίτη έχει μια ώρα καλή και μια ώρα κακή και ο φόβος τους ήταν μήπως «πέσουν» πάνω στην κακή ώρα… Γι΄ αυτό και απέφευγαν να κάνουν σημαντικές πράξεις την Τρίτη. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον πατέρα μου, όταν είχε αγοράσει νέο άλογο, ήθελε να το δοκιμάσει στο αλέτρι αν δέχεται να το τραβά και επειδή ήταν Τρίτη δεν επιθυμούσε να το ζέψει, φοβούμενος μήπως πέσει πάνω στην κακή ώρα της Τρίτης…
Διασίδι στην Καρυά! Δεν ήθελαν οι Λευκαδίτισσες ανυφάντρες να διάζονται την Τρίτη μήπως και πέσουν πάνω στην κακιά ώρα…
Τετάρτη και Παρασκευή τα νύχια σου μην κόψεις και Κυριακή να μη λουστείς, αν θέλεις να προκόψεις…
Προφανώς αυτή η δοξασία έχει μάλλον θρησκευτικό υπόβαθρο και ερμηνεία, αφού αυτές οι δύο μέρες της εβδομάδος, Τετάρτη και Παρασκευή, είναι νηστήσιμες, νηστεία που τηρούσαν οι παλιοί Λευκαδίτες και δεν αρτένονταν πάρα πολλοί ούτε με λάδι, και σε αυτή τη νηστεία, όντας απορροφημένοι στην πνευματική άσκηση, αδιαφορούσαν για τον καλλωπισμό του σώματος… Πόσο μάλλον την Κυριακή που απείχαν από κάθε εργασία!
Του Μάη τη νύχτα φύλαγε τ’ Αυγούστου την ημέρα.
Θεωρούσαν πως αυτούς τους δύο μήνες κυκλοφορούσαν δαιμονικά την μέρα και τη νύχτα αντίστοιχα. Μάλιστα του Αυγούστου τα μεσημέρια, όταν έβλεπαν κάποια δίνη ανεμοστρόβιλου σταυροκοπιούνταν νομίζοντας πως στήνονταν χορός δαιμόνων και ξωτικών… Είχαν, επίσης, και σχετικό ποιηματίδιο «Του Μάη τη νύχτα φύλαγε τα μεσημέρια κάθου, τι κι αν νεράϊδες θα σε βρουν και θα σε παραλλάξουν…».
Το ανάκρασμα στο ξεκίνημα κάποιας δουλειάς και το κόμπιασμα του τυχόν κακόβουλου…
Όταν κάποιος ξεκινούσε για την δουλειά του και συναντούσε άλλον χωριανό ο οποίος τον ρωτούσε που πηγαίνει… Αν, μάλιστα, τον θεωρούσε και γρουσούζη τότε τον «κόμπιαζε» στο μαντήλι του, γιατί πίστευε πως το έργο για το οποίο ξεκίνησε δεν θα είχε καλό τέλος…
Οι ψαλιδιές στο νυφικό της νύφης…
Μια φοβερή κακεντρέχεια, η οποία γινόνταν κυρίως όταν υπήρχε αντιζηλία για τη νύφη ή το γαμπρό, τότε κρυφά στη διάρκεια του Μυστηρίου του Γάμου και μέσα στον συνωστισμό που επικρατούσε στο στεφάνωμα, που πολλές φορές στην παλιά Λευκάδα δεν γίνονταν στην εκκλησία αλλά στο σπίτι της νύφης, ο κακός ή η κακιά, τράβαγε τόσες ψαλιδιές στο νυφικό της νύφης, ώστε να κάνει ισάριθμα κορίτσια, αφού βρισκόμαστε σε εποχές που τα κορίτσια θεωρούνταν μεγάλος μπελάς, λόγω της απαιτούμενης προίκας, για τους γονείς… Γι΄ αυτό σε κάθε γάμο κάποια συγγένισσα ή συγγενείς ήταν βαλτός απ’ τη μάνα της νύφης να προσέχει δίπλα στη νύφη παρόμοιες κακόβουλες ενέργειες, αλλά και αμέσως μόλις τελείωνε ο παπάς το μυστήριο να πάρει τα στέφανα στα χέρια της, γιατί φοβούνταν μήπως κάνουν μαγικά και στα στέφανα… Έτσι άκουγα πολλές φορές σε γάμους που πήγαινα μικρό παιδί και βαστούσα το κερί στην εκκλησία να φωνάζει η μάνα της νύφης αμέσως μετά το μυστήριο αυτή που είχε εμπιστευθεί… «Τα στέφανα μαρή, τάδε, τα στέφανα…».
Γάμος στο Κατωχώρι και η μάνα πίσω πάντα φύλακας άγγελος στο πλευρό της νύφης! Και τα μάτια της δεκατέσσερα για τυχόν κακόβουλες ενέργειες… (Αρχείο Σπύρου Σκλαβενίτη)
Τα κουφέτα απ’ τα στέφανα του γάμου στο μαξιλάρι…
Έδιναν προφητικές ιδιότητες στα κουφέτα, τα Λευκαδίτικα ζαχαράτα, που τοποθετούνταν στην βαντιέρα με τα στέφανα και τούτο γιατί ήταν καθαγιασμένα απ’ τις μυστηριακές ευχές του γάμου, τα οποία όταν τοποθετούσαν, τρία τον αριθμό, στον ύπνο τους κάτω απ’ το μαξιλάρι τους τα ανύπαντρα κορίτσια θα έβλεπαν στον ύπνο τους τον μελλοντικό τους σύζυγο, μιας και στις μικρές κλειστές κοινωνίες των χωριών μας ήταν όλοι γνωστοί μεταξύ τους και κυρίως τα συνοικέσια και οι γάμοι συνέβαιναν εντός της κοινωνίας του χωριού.
Τα Φώτα, η στάχτη στα τσούπια και τα παγανά…
Η δοξασία θέλει τα δαιμονικά να κυκλοφορούν ελεύθερα τις Γιορτές των Χριστουγέννων… Έτσι, την παραμονή των Φώτων το πρωί η νοικοκυρά πετούσε την στάχτη απ’ την φωτιά στις τέσσερεις γωνίες του σπιτιού, «στα τσούπια», γιατί αυτή απόδιωχνε τα δαιμονικά, ενώ αμέσως ακολουθούσε η περιοδεία του παπά του χωριού με τον αγιασμό με τα δαιμονικά να φωνάζουν φεύγοντας: «Πάμπτε να φύγομε γιατί έρχεται ο τρελόπαπας με την αγιαστούρα…».
Το ποδαρικό στα σπίτια την Πρωτοχρονιά και οι κτσούνες…
Η παλιά Λευκαδίτικη Πρωτοχρονιά δεν είχε τα σημερινά διασκεδαστικά γνωρίσματα… Ήταν αποκλειστικά αυστηρά οικογενειακή γιορτή, αφού δεν επιτρέπονταν να έρθει ξένος ακόμη και συγγενής στο σπίτι, παρά μόνον αν ήταν άτομο της επιλογής της οικογένειας, το οποίο θεωρούσαν τυχερό και καλόγνωμο, για να κάνει ΠΟΔΑΡΙΚΟ στο σπίτι… Επίσης δεν υπήρχε Λευκαδίτικο παλιό σπίτι, που την Πρωτοχρονιά να μην τοποθετούσε τις κτσούνες σε καίρια σημεία του σπιτιού. Στα εικονίσματα, στα δεπόζιτα με το λάδι και τα βαγένια με το κρασί, στο σαλόνι, στο αχούρι με τα ζωντανά! Το φυτό της Κτσούνας έχει έναν τεράστιο συμβολισμό! Η κρεμμύδα, που φέρει, όπου και να την τοποθετήσεις φυτρώνει και τα χολάτα πράσινα φύλλα της δεν ξεραίνονται! Έτσι επιθυμούσαν να ριζώσουν και να αυγαταίνουν αιώνια η υγεία των μελών της οικογένειας ή τα εισοδήματά τους!
Το ποτήρι με το νερό που έρριχναν πίσω από κάθε ταξιδευτή και η απαγόρευση της σκούπας μέχρι να φτάσει στον προορισμό του ο ταξιδευτής…
Μια συγκινητική παράδοση όταν έφευγαν τα παιδιά κυρίως για ταξίδι, οι μανάδες έριχναν το ποτήρι με το νερό, θεωρώντας το κάτι σαν μορφή αγιασμού της στράτας του, αλλά και η διαρκής ροή του νερού να τα φέρει γρήγορα πίσω και πάλι. Συγχρόνως, μέχρι να φτάσει στον προοριοσμό του δεν σάρωναν την αυλή με σκούπα, θεωρώντας ότι μαζί με τα σκουπίδια συμπαρασύρουν και τον αναχωρούντα…
Το σπάσιμο του πιάτου κατά το «σήκωμα» του νεκρού απ’ το σπίτι και την μετάβασή του στην τελευταία κατοικία!
Μια δοξασία στα παλιά Λευκαδίτικα σπίτια, όπου η συντριβή του πήλινου πιάτου παραπέμπει στην Ανάσταση εκ νεκρών, αφού, στην Ανάσταση του Χριστού, ο Αναστάς Κύριος συνέτριψε τους εχθρούς του και κυρίως τον θάνατο ως «Σκεύη κεραμέως»!
Η μη παρασκευή οικιακών γλυκών για σαράντα μέρες μετά από θάνατο συγγενικού προσώπου…
Το γλυκό αντιπροσωπεύει την χαρά, πράγμα που δεν επέτρεπε η λύπη για τον θάνατο συγγενούς στα παλιά Λευκαδίτικα σπίτια, λύπη μεγάλη και δεσμευτική μέχρι να γίνει το μνημόσυνο των σαράντα ημερών τουλάχιστον…
Η γάτα όταν είναι δίπλα σου αποδιώχνει τη μόρα…
Η μόρα, λέξη προερχόμενη απ’ το Λατινικό mors που σημαίνει θάνατος, είναι μια μορφή δαιμονικής κατάληψης του ανθρώπου, κυρίως στον ύπνο του, όπου σχεδόν παραλύει το σώμα του ολόκληρο και τον κυριεύει ένας αδιόρατος φόβος, που σχεδόν σε νεκρώνει… Οπότε θεωρούσαν πως η αθωότητα της γάτας, αν βρισκόντανε κοντά σου, απόδιωχνε την μόρα…
Η κρεμασμένη αβασκαντήρα στο μέτωπο των αλόγων…
Πίστευαν πάρα πολύ οι παλιοί Λευκαδίτες στο μάτι… Άλλωστε η πρώτη κίνηση που έκαναν όταν αλικοτίζονταν, δηλαδή ένοιωθαν κάτι παθολογικό, ήταν να πάνε σε ξεματιάστρα… «Γούι… Είναι αβασκαμένος», ήταν η πρώτη «διάγνωση»… Το ίδιο πίστευαν και φοβόνταν για τα ζώα τους και κυρίως για το τόσο χρήσιμο και πανάκριβο άλογο στην εποχή τους, στο λαιμό του οποίου κρεμούσαν την αβασκαντήρα, την γνωστή μπλέ χάντρα…
Τα πέτρινα εικονίσματα και ο φόβος στα τρίστρατα…
Σε μεγάλες διασταυρώσεις δρόμων πάντοτε δημιουργούσαν οι παλιοί Λευκαδίτες αυτά τα θαυμάσια πέτρινα εικονίσματα, αφού θεωρούσαν πως στα τρίστρατα στήνονταν χορός δαιμονικών… Κυρίως τα περισσότερα εικονίσματα στα Λευκαδίτικα χωριά ήταν αφιερωμένα στην Παναγία την οποία ευλαβούνταν ιδιαίτερα και κάθε βράδυ γυναίκες του χωριού της άναβαν το καντήλι.
Εικόνισμα στην Εξάνθεια! (Φωτο Fritz Berger)
Τα σπιτόφιδα και το τυχερό ντύμα των φιδιών…
Έχω ακούσει πολλές αναφορές παλιών κατοίκων του χωριού μας με σπιτόφιδα τα οποία θεωρούσαν ιερά και δεν τα πείραζαν… Μου έλεγε ο παππούλης μου ο Κωσταντής, κατά πόσον είναι μύθος ή πραγματικότητα δεν γνωρίζω, πως, σε κάποιο σπίτι του χωριού ζούσε στο κατόϊ του ένα τεράστιο φίδι, το οποίο κάθονταν πάνω στην παλιά πήλινη καπάσα με το λάδι και όταν η νοικοκυρά του σπιτιού πήγαινε να γεμίσει το ροϊ τότε του έλεγε «Μέριασε αφέντη» και αυτό γλιστρούσε απαλά απ’ την καπάσα για να επανέλθει και πάλι όταν η νοικοκυρά είχε γεμίσει το ροϊ και έφευγε! Ίδια σέβονταν στην παλιά Λευκάδα και το φιδόντυμα, το οποίο όταν εύρισκαν στους αγρούς, το έφερναν στο σπίτι και το τοποθετούσαν σε περίοπτη θέση, κυρίως πάνω απ’ την γνωστή ΚΑΛΗΜΕΡΑ, γιατί το θεωρούσαν τυχερό, ενώ όταν έβλεπαν φίδι στον ύπνο τους ανάμεναν να δουν ή να έρθει στο σπίτι κάποιο φιλικό πρόσωπο…
Το φίλημα του πεταμένου ψωμιού που εύρισκαν και το οποίο πίθωναν στον κόρφο τους…
Έδειχναν τεράστια λατρεία για το δυσεύρετο ψωμί, το οποίο θεωρούσαν μεγάλη αμαρτία να το πετάξουν, αφού, εκτός απ’ την σπανιότητά του θεωρούνταν και Σώμα Χριστού… Γι΄ αυτό όταν το εύρισκαν πεταμένο κάτω, το έπαιρναν, το φιλούσαν και το φύλαγαν με σεβασμό στον κόρφο τους…
Το λάλημα της κουκουβάγιας τη νύχτα στα κεραμίδια ή κοντά στο σπίτι… Μεγάλο κακό… Κυρίως θανατικό…
Μια δοξασία, μα και αλήθεια, που και σήμερα ακόμη βασανίζει πάρα πολλούς όταν συμβαίνει… Δεδομένου ότι η κουκουβάγια πετά και λαλεί την νύχτα ενσπείρει τρόμο το λάλημά της μέσα στο σκοτάδι… Επί πλέον ερμηνεύουν την τεράστια ασχήμια της σαν κακορίζικο πουλί…
Το ούρλιασμα του σκύλου σκορπούσε πανικό στα χωριά…
Ίδια με το λάλημα της κουκουβάγιας σκόρπιζε τρόμο στα χωριά της Λευκάδος και το ούρλιασμα του σκύλου… «Μωρέ το σκασμένο ριάζεται… Γούϊ ποιος θαναι ο κακότ(υ)χος…» έλεγαν και περίμεναν θανατικό στο χωριό…
Ποτέ αρνί και κόκκινα αυγά την πρώτη μέρα του Πάσχα…
Στην παλιά Λευκάδα, όπως γενικά στα Επτάνησα, δεν έψηναν αρνί ποτέ την πρώτη μέρα του Πάσχα! Έτρωγαν μόνο μανέστρα, και έψεναν το αρνί, κυρίως στον φούρνο σε ταψί, την Δεύτερη μέρα του Πάσχα! Οσάκις ρωτούσα τον πατέρα μου γι΄ αυτό, μου έδινε την ερμηνεία ότι αυτή η παράδοση θεωρούσαν ότι προστάτευε τα ζωντανά τους… Σήμερα, εμείς του δίνομε μια διατροφική εξήγηση μάλλον ορθώς, αφού κρατώντας οι παλιοί σαράντα μέρες νηστεία, προσπαθούσαν να βάλλουν τον οργανισμό τους σιγά – σιγά στη νέα κρεατοφαγική συνήθεια…
Μην κοιτάζεις την πανσέληνο… Θα πάθεις λιόκριση…
Έτσι ερμήνευαν τον γνωστό σημερινό ίκτερο, τον οποίο ονόμαζαν Λιόκριση, που θεωρούσαν ότι προέρχεται όταν κοιτάζεις κατάματα το ολόγιομο φεγγάρι με το κοκκινοκίτρινο χρώμα… Μάλιστα είχαν και ειδικό ξόρκι για την Λιόκριση, το οποίο γνώριζαν ελάχιστοι, αφού το συνόδευαν και με κάποια μυστική ευχή!
Ποτέ μην χαλάσεις φωλιά χελιδονιού στο σπίτι σου…
Ιερό πουλί το χελιδόνι, αφού έρχεται του Ευαγγελισμού, αλλά και πάντα βρίσκεται κοντά στον άνθρωπο! Φτιάχνει την φωλιά του στα μπαλκόνια των σπιτιών και δεν φοβάται τον άνθρωπο, ο οποίος θεωρεί ευλογία το γεγονός ότι το χελιδόνι επέλεξε το δικό του σπίτι για να κτίσει την φωλιά του…
Ποτέ μη γυαλίζεσαι τη νύχτα στον καθρέφτη…
Θεωρούσαν πως είναι δαιμονικό το να γυαλίζεσαι τα βράδια… Άλλωστε δεν υπήρχαν και πολλοί καθρέφτες στα παλιά Λευκαδίτικα σπίτια, πέραν απ’ την γνωστή ΚΑΛΗΜΕΡΑ!
Να μη κοιμηθείς τα καλοκαίρια κάτω από συκιά…
Η συκιά είναι καταραμένο δένδρο, αφού κρεμάστηκε πάνω της ο Ιούδας… Θεωρούσαν πως αν κοιμηθείς κάτω από συκιά σε οδηγεί σε βαρύ λήθαργο το κρίμα του Ιούδα με την μορφή δαιμονικών…
Μην σταυρώνεις τα μαχαιροπήρουνα στο τραπέζι…
Το τυχαίο σταύρωμα των μαχαιροπήρουνων στο τραπέζι το θεωρούσαν κακό προμήνυμα θανάτου στο σπιτικό…
Αν σπαρταράει το μάτι σου κάτι κακό θα δεις ή θα πάθεις…
Το μάτι σαν σύνδεσμος με τον ορατό έξω κόσμο είναι το πρώτο που αντιλαμβάνεται το καθετί! Αυτή την ρηξικέλευθη ιδιότητα του ματιού την συνέδεαν με μια κακή ορασιά, οσάκις το μάτι σπαρταράει, νευρολογικής φύσης λειτουργία του, θα λέγαμε με ιατρικούς όρους… Και πολλές φορές δεν διαψεύδονταν, όμως…
Το ρίξιμο του αγοριού πάνω στο νυφικό κρεβάτι, o Aϊ Γιάννης ο Ροδάκης και τα λογής σερνικοβότανα…
Όταν στην παλιά Λευκάδα την Πέμπτη πριν τα Καρφώματα έστρωναν το νυφικό κρεβάτι, τότε έριχναν πάνω σε αυτό ένα αγόρι, προκειμένου η νύφη να κάνει αρσενικά παιδιά… Βρισκόμαστε στα χρόνια, που τα κορίτσια ήταν ανεπιθύμητα, αφού απαιτούνταν η πολυέξοδη προίκα για να τα παντρέψουν… Μάλιστα αποκαλούσαν τα κορίτσια «Γραμμάτια», εννοώντας ότι κάποια στιγμή πρέπει να εξοφληθούν… Ήταν τόση η επιθυμία τους για αγόρια, ώστε κατέφευγαν και στο γνωστό σερνικοβότανο να ποτίζουν τη νύφη, ή επισκέπτονταν τον Αϊ Γιάννη τον Ροδάκη στον Βουρνικά, αφού επικρατούσε η δοξασία πως βοηθούσε αυτή η εκκλησία στην αρενογέννηση, δίνοντας δε το όνομα Ιωάννης στο αγόρι! «Τόχει ταμένο» ήταν η έκφραση…
Δεν πρέπει να γυρίσει στο σπίτι της η νύφη μετά το στεφάνωμα παρά μόνο στα Πιστρόφια…
Μετά το στεφάνωμα η γυναίκα πήγαινε και έμενε στο σπίτι του γαμπρού μαζί με τα πεθερικά της. Μάλιστα δεν έπρεπε να επιστρέψει στο πατρικό της σπίτι, το θεωρούσαν κακό οιωνό, με κίνδυνο να μην πάει καλά ο γάμος, πριν περάσουν οκτώ ημέρες, δηλαδή την επόμενη Κυριακή, αφού στην παλιά Λευκάδα το στεφάνωμα γίνονταν απολείτουργα την Κυριακή και ποτέ καθημερινή ημέρα, το οποίο θεωρούσαν εξ ίσου κακό… Η νύφη επέστρεφε επίσημα στο πατρικό της στις οχτώ μέρες στα περίφημα ΠΙΣΤΡΟΦΙΑ με την κόφα στολισμένη στο κεφάλι και καλούδια μέσα, λαδοκούλουρα, αμύγδαλα, μήλα κτλ για τα γονικά της…
Γάμος στα Λαζαράτα! Μεταφέρουν τα προικιά της νύφης απ’ τα Καρφώματα που γίνονταν Παρασκευή, την οποία, λόγω της νηστείας, όπως και την Τετάρτη, οι παλιοί Λευκαδίτες θεωρούσαν ιερή η μέρα!
Φοβερό πράγμα για το σπίτι το σπάσιμο του καθρέφτη…
Μια πρόληψη που και σήμερα ακόμη υπάρχει και φοβίζει…
Μην ανοίγεις ποτέ την ομπρέλα σου μέσα στο σπίτι…
Το μαύρο χρώμα της ομπρέλας ήταν αποκρουστικό για τους παλιούς Λευκαδίτες, γιατί θυμίζει θανατικό… Πόσο μάλλον να την ανοίγεις διάπλατα μέσα στο σπίτι… Κακό σημάδι…
Τα δόντια που βγάζουν τα μικρά παιδιά τα πετάμε μόνο πάνω στα κεραμίδια…
Μια ωραία δοξασία που μας μάθαιναν οι μανάδες μας όταν αλλάζαμε τα πρώτα μας δόντια και τα πετούσαμε στα κεραμίδια, γιατί δεν ήθελαν να τα πατήσει ανθρώπινο πόδι, θεωρώντας το κάτι σαν συντριβή στη ζωή μας… Μάλιστα μας μάθαιναν και ένα σχετικό τραγουδάκι να λέμε… «Πάρε κουρούνα κόκαλο και δος μου σιδερένιο, για να τσακιώ τ’ αμύγδαλο, να σπάω λευτοκάρι…»
Δεν δανείζομε μετά τη δύση του ήλιου ψωμί, λάδι και προζύμι απ’ το σπίτι μας…
Θεωρώντας ότι η νύχτα είναι σκοτεινή και κρύβει δαιμονικά δεν ήθελαν με κανένα τρόπο τούτα τα άγια πράγματα του σπιτιού να βγούν έξω από αυτό σε ένα τέτοιο ανίερο λόγω του σκοταδιού περιβάλλον…
Δεν αφήνομε ποτέ ανοιχτό το ψαλίδι μέσα στο σπίτι…
Ακόμη και σήμερα οι παλιές Λευκαδίτισσες δεν θέλουν να βλέπουν ανοιχτό το ψαλίδι μέσα στο σπίτι τους… Γι΄ αυτές σημαίνει διχασμό, χώρισμα, σημαίνει απώλεια… Άρα θανατικό…
Δεν κρατάμε ποτέ το πρόσωπό μας με τα δυο μας χέρια…
Μεγάλο κακό να κρατάς με τα δυο σου χέρια το πρόσωπό σου, για τους παλιούς Λευκαδίτες… Αυτή η κίνηση σημαίνει απελπισία… Ουαί και αλλοίμονο αν μας έβλεπαν οι μητέρες μας σε αυτή τη στάση…
Δεν τινάζομε ποτέ το μεσάλι έξω τη νύχτα… Το κρατάμε διπλωμένο και το τινάζομε στο φως της μέρας…
Έχει σχέση με την ιερότητα του ψωμιού, όπως προαναφέραμε, αφού πάνω στο μεσάλι της τραπεζαρίας έπεφταν τα ψίχουλα του ψωμιού! Γι΄ αυτό τίναζαν το μεσάλι την ημέρα, στο φως, ώστε να βρουν τα ψίχουλα τα πουλιά και να μην τα πατήσει ανθρώπινο πόδι…
Όταν περνάει κηδεία κλείνουμε παράθυρα και πόρτες και μετά την κηδεία πλένουμε τα χέρια μας έξω απ’ το σπίτι…
Βρισκόμαστε σε καιρούς που οι νεκροί σηκώνονταν απ’ το σπίτι τους και όχι απ’ τους ψυκτικούς θαλάμους και πήγαιναν με συνοδεία ολόκληρου το χωριού στην εκκλησία για την εξόδιο ακολουθία… Έτσι, όταν διάβαινε η πομπή στα στενά των χωριών, τότε έκλειναν όλα τα πορτοπαράθυρα για να αφήσουν έξω τον χάρο… Στην επιστροφή τους δε στο σπίτι και πριν μπουν σε αυτό έπλεναν τα χέρια τους έξω στην αυλή, σε μια κίνηση αποδίωξης του κακού…
Το τρίτο βράδυ της γέννας έρχονται οι μοίρες να μοιράνουν το παιδί και να καθορίσουν το επάγγελμά του…
Το τρίτο βράδυ της γέννησης του παιδιού οι παλιοί Λευκαδίτες πίστευαν ότι το επισκέπτονται οι Μοίρες για να το μοιράνουν και κυρίως να καθορίσουν το επάγγελμα που θα ακολουθήσει σαν μεγαλώσει! Γι αυτό ο μανάδες μας τοποθετούσαν στο μαξιλάρι μας κατά πρώτο χαλβά απ’ την Λευκαδίτικη λαδόπιτα, ώστε να «γλυκάνουν» τις μοίρες, αλλά και αντικείμενα σχετικά με αυτό το επάγγελμα που θάθελαν να ακολουθήσει το παιδί τους… Βιβλία, κυρίως, αφού επιθυμούσαν να μορφωθεί, σε καιρούς που όλες ήθελαν να μάθομε γράμματα για να ξεφύγομε, όπως έλεγαν, απ’ την δική τους τυραγνισμένη ζωή…
Τα φωτίκια, τα βαπτιστικά ρούχα, του βαπτισμένου παιδιού τα πλένομε πάντα σε τρεχούμενο νερό…
Ποτέ δεν έπλεναν τα «Φωτίκια», απ’ την λέξη φωτισμένος, του νεοβαπτιζόμενου παιδιού στον μαστέλο με την πλύστρα οι παλιές Λευκαδίτισσες! Πήγαιναν σε τρεχούμενη πηγή αν υπήρχε κοντά, διαφορετικά πήγαιναν στη θάλασσα, διότι ήθελαν το αγιασμένο λάδι και το άγιο μύρο, που έμεναν πάνω στα ρούχα του νεοβαπτισθέντος να τα πάρει η πηγή ή το κύμα της θάλασσας και να διασκορπισθούν στο αχανές!!! Γι΄ αυτό, άλλωστε και το νερό της κολυμβήθρας οι ιερείς ποτέ δεν το χύνουν και σήμερα ακόμη στον περίβολο του ναού, αλλά στο μικρό αποχετευτικό χωνευτήρι που βρίσκεται μέσα στο Ιερό Βήμα στον χώρο της προσκομιδής!
Τα μαλλιά της νύφης τα έπλεναν πάντα σε τρεχούμενο νερό πηγής ή στη θάλασσα…
Ίδια περίπου λογική και δοξασία με την παραπάνω στα φωτίκια είχε και η Λευκαδίτικη Πλύση των μαλλιών της νύφης στην παλιά Λευκάδα! Είναι τα μαλλιά με τα οποία γέμιζαν τα στρώματα και τα μαξιλάρια, που θα έπαιρνε για προίκα η νύφη και τα οποία τα έπλεναν για να φύγουν οι βρωμιές και κυρίως ο πίνος των μαλλιών, μια κολλώδης ουσία, που αδιαβροχοποιεί το τρίχωμα των προβάτων να αντέχουν και στην βροχή και στο χιόνι! Αυτά τα μαλλιά τα έπλεναν με μια ολόκληρη τελετή εθίμων σε τρεχούμενα νερά και θάλασσα, με τον συμβολισμό να χάνονται τα νερά στο άπειρο σε μια μύχια ευχή άπειρες να είναι και οι μέρες του νιόφωτου!
Την ημέρα του Αγίου Κηρύκου δεν αλώνιζαν ποτέ…
Οι παλιοί Λευκαδίτες ξωμάχοι θεωρούσαν ιερή την ημέρα του Αγίου Κηρύκου στις 14 Ιουλίου και παρά το γεγονός ότι είναι μέσα στην καρδιά του μήνα που αλώνιζαν στα αλώνια τα στάρια πάντα αυτή τη μέρα δεν εργάζονταν διότι… Υπήρχε μια δοξασία πως συνέβη ένα τραγικό γεγονός στην περιοχή της βρύσης της Ακόνης, περιοχή των Σφακιωτών και της Καρυάς πάνω απ’ τη Νικιάνα, όταν το αλώνι μέσα στο οποίο αλώνιζαν βούλιαξε και χάθηκε στη γη μαζί με τα άλογα που έσερναν την σβάρνα και τους ξωμάχους, που ήταν μέσα στο αλώνι… Έκτοτε η περιοχή ονομάζεται Β(ΟΥ)ΛΙΑΣΜΕΝΟ ΑΛΩΝΙ και διασώζεται μέχρι σήμερα ένα παράξενο βίδισμα, βούλιασμα της γης… Γι΄ αυτό αυτή την ημέρα του Αγίου Κηρύκου πάντα την κρατούσαν σαν ιερή αργία…
Αλώνισμα στον Νικολή! Την ημέρα του Αγίου Κηρύκου την κρατούσαν αργία και δεν αλώνιζαν οι παλιοί Λευκαδίτες ξωμάχοι! (Φωτό Fritz Berger)
Σβήνομε τη λαμπάδα του βαπτισμένου ψηλά στην πόρτα της εκκλησίας, μετά την κοινωνία του…
Ακόμη και σήμερα συνεχίζουν οι νέες μητέρες να παίρνουν την λαμπάδα του νεοβαπισμένου παιδιού τους και να πηγαίνουν επί τρεις Κυριακές να το κοινωνούν στην εκκλησία! Στην παλιά Λευκάδα συνήθιζαν αυτή την αναμμένη λαμπάδα, μετά την θεία κοινωνία του παιδιού, να πηγαίνουν και να την σβήνουν πιέζοντάς την στο πάνω μέρος της κεντρικής εισόδου του ναού! Για πολλά χρόνια με βασάνιζε ο συμβολισμός αυτού του Λευκαδίτικου παλιού εθίμου, ώσπου μου εξήγησε ο Παπα Βαγγέλης ο Χαλικιάς, που ήταν ιερέας στο χωριό μου, πως αυτή η κίνηση συμβόλιζε τον πνευματικό εγκλεισμό, μεταφορικά βέβαια εννοούμε, για πάντα του νεοβαπτισθέντος στον χώρο της εκκλησίας!
Όταν το βράδυ έμπαινε κάποιος στο σπίτι ερχόμενος από μακριά πετούσαν τρία κάρβουνα στην κεντρική πόρτα…
Η έλλειψη του ηλεκτρικού φωτός και τα μεγάλα σκοτάδια της νύχτας στα παλιά Λευκαδίτικα χωριά πυρπόλιζε το μυαλό των κατοίκων με ένα σωρό ξωτικά και δαιμονικά… Έτρεμαν κυριολεκτικά τη νύχτα και το «πήχτρα σκοτάδι της» οι παλιοί Λευκαδίτες και σκέφτονταν διάφορα για την αντιμετώπιση των δαιμονικών, που έκρυβε η νύχτα… Γι΄ αυτό και όποιος έρχονταν νύχτα στο σπίτι από μακρινή πεζοπορία, περνούσε δε από τρίστρατα, που αναφέραμε πόσο τα φοβόνταν, αμέσως έπαιρναν τρία κάρβουν και τα πετούσαν πίσω απ’ την κεντρική είσοδο, θεωρώντας πως, με αυτό τον τρόπο, εξορκίζουν και αφήνουν απέξω τα δαιμονικά που τυχόν κουβαλούσε ο νεοεισελθών στο σπίτι…
Ο νερόμυλος του Ρίτσου και η νεράϊδα…
Ο νερόμυλος του Ρίτσου, που διασώζεται μέχρι σήμερα, βρίσκεται στο ποτάμι της Ακόνης λίγο πάνω απ’ τη Νικιάνα και συνοδεύεται με ένα σωρό δοξασίες εκεί στο μέσον της ερημιάς που βρίσκεται… Ο Ρίτσος κατάγονταν απ’ τα Λαζαράτα και είχε την φήμη του πολύ σκληρού ανθρώπου.. Κάθε βράδυ στον μύλο του συνέτρωγε με μία νεράϊδα, πάντα αμίλητοι και οι δύο στην τάβλα του φαγητού, γι΄ αυτό, όταν έρχονταν κάποια βράδια στα Λαζαράτα, αφού όλη μέρα άλεθε, να πάρει αλλαξιές ρούχα και να δει και την οικογένειά του, η γυναίκα του αμέσως πετούσε στην πόρτα τρία αναμμένα κάρβουνα και δεν τον άφηνε να περάσει στην αναμμένη φωτιά, την γωνιά, αν δεν τον σταύρωνε τρεις φορές…
Παλιά Λευκάδα με τις ανυπέρβλητες ηρωίδες γυναίκες σου! Μέσα στο ντορβά ένα ξεροκόμματο ψωμί, δυο αρμυροσαρδέλες για προσφάϊ και το παγούρι με το νερό ή δυο καταψές κρασί… (Αρχείο Μπάμπη Λάζαρη)