Πάνος Γιαννούλης: «Από τα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς 1941…» (Χειρόγραφο του Καπετάνιου του ΕΛΑΣ) – Μέρος 2ο | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Τε, Νοε 16th, 2016

Πάνος Γιαννούλης: «Από τα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς 1941…» (Χειρόγραφο του Καπετάνιου του ΕΛΑΣ) – Μέρος 2ο

giannoulis02Ο Καπετάνιος του ΕΛΑΣ και του Αρχηγείου Ξηρομέρου-Λευκάδας του ΔΣΕ Πάνος Γιαννούλης

Συνέχεια από το Μέρος 1ο

Συνεχίζουμε με το 2ο Μέρος των «απομνημονευμάτων» (χειρόγραφο) του Καπετάνιου του ΕΛΑΣ και του Αρχηγείου Ξηρομέρου Λευκάδας του ΔΣΕ Πάνου Γιαννούλη που γράφτηκαν στις 27 Οκτώβρη του 1945, οκτώ μήνες μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, με τον Πάνο Γιαννούλη να βρίσκεται την εποχή εκείνη κυνηγημένος, όπως και χιλιάδες άλλοι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Διατηρείται η αρχική ορθογραφία του χειρόγραφου:

«Την άλλη μέρα επήγαμε στην Κατούνα η οποία είναι το πιο αφιλόξενο χωριό της Λευκάδας. Τα πρώτα μου [    ] ήταν μάχη είχε νύχτα στα βουνά και μέσα μαύρα σύννεφα οργάνωση [    ] μέσα σε μια καλύβα όπου είμαστε βρεγμένοι ως το κόκκαλο. Οι σύντροφοί μου άρχισαν να διαμαρτύρονται η οργάνωσι μας είπε ότι δεν είναι ώρα ακόμη για αντάρτικο και ότι αν [    ] οι συνθήκες ακόμα για ένοπλη δράσι. Εγώ είχα άλλη γνώμη κάτω από την πίεσι της Επιτροπής αναγκάστηκα να γυρίσω πάλι στη Λευκάδα και να μίνω μόνος μου.

Ελημέριζα στον Άγιο Αντώνι για να είμαι πλησίον της πόλης εκεί πάνω ερχόταν όλοι οι φίλοι και με έβλεπαν και μου έκαναν και την νύχτα συντροφιά ήταν ο Σπυρογιάννης και ο Χρήστος και ο Άγγελος από το Καλιγόνι και επερνούσα σχεδόν καλά. Την ημέρα ήμουν και τη νύχτα κοιμόμουν στη σπηλιά όπου κάποτε όταν έβρεχε έβαναν πρόβατα τα Χριστούγεννα ήρτε μαζί μου ο Διονύσιος Βλάχος τον οποίο οι ιταλοί κυνηγούσαν για την γραφομηχανή διότι ήταν δική του την παραμονή του Αγ. Βασιλείου του (1942) επειδή έβρεχε ήμουν με το νιόνιο μέσα στον Άγιο Αντώνιο και δεν αντιληφθήκαμε ότι ιταλοί αρχόταν εκεί, και ενώ καθόμαστε εμπήκαν έξαφνα δύο αξιοματικοί του πυροβολικού ο ένας συνταγματάρχης και ένας ταγματάρχης. Το τουφέκι μου το είχα κρυμένο μέσα στο ιερό.

Ο νιόνιος ήταν άοπλος και έκανε πως σκούπιζε την εκκλησία εγώ τυλίχτηκα με τον κάπα μου. Οι ιταλοί καλημέρισαν διότι μας πέρασαν για τσοπαναρέους επειδή ήταν εκεί και μερικά πρόβατα του Μπραΐμη. Εγώ εβγήκα έξω για να δω αν ήταν πολοί ιταλοί στους πρόποδες του λόφου ήταν μαυροπουκαμισάδες φασίστες. Κατά μοιρέα σύμπτωση οι ιταλοί μπήκαν στο ιερό και είδαν τα τουφέκια και πήραν το νιόνιο καθώς και το τουφέκι μου. Αφού πήραν το νιόνιο και έφυγαν. Εγύρισα στην εκκλισία και μου φώναζαν έλα επάνω δηλαδή ψηλά τα χέρια και ταυτόχρονα άρχισαν να πυροβολούν. Η απόσταση που μας χώριζε ήταν περί τα (80) μέτρα. Ο ταγματάρχης [    ] το πυροβόλισα και με τα δυο μου πιστόλια τον πέτυχαν και οι δυο σφέρες και το [    ] στη γη. Οι άλλοι τρομοκρατήθηκαν. Όταν έφυγα διότι φοβόμουν μη με κυκλώσουν πηδόντας από έναν βράχο μπερδεύτηκα με σφελαχτά και έπεσα από αρκετό ύψος το χτύπημα ήταν φοβερό μου έσπασε το αριστερό χέρι σε δυο μεριές και μου έσπασαν δύο δόντια. Επίσης μου έσπασε κάποιο αγγείο του στήθους και έκανα επί πολλές ημέρες εμόπτυση.

Επήγα στα περιβολάκια από κει ρίχτηκα στους Μύλους και ιδοποίησα τον πολυχρόνη από την Απόλπενα. Μαζί πήγαμε στις Σπαθαριές στου Δήμου το καλύβι έριχνε χαλάζι ήμουν βρεγμένες ως το κόκκαλο και [    ] δύο βρισιές κλέγοντας και καταρόμενος τους ιταλούς άναψαν μεγάλη φωτιά να με ζεστάνουν. Από κει έφυγα και πήγα το απόγευμα στους Τσουκαλάδες όπου εξάπλωσα σε μια καλύβα. Ήμουν σχεδόν ανέσθητος από τον πυρετό παρ΄ όλο ότι ήμουν μουσκίδι ο πολυχρόνης ιδοποίησε του Συν. Ν. Σταματέλο δάσκαλον τον Τάκη Βεργίνη καθηγητή και τον ιατρόν Ζήση ο οποίος μου συνέστησε ακινησία. Το βράδυ επήγα μαζί με τον νίκο Σταματέλο στον Άγιο Νικήτα στου Άγγελου του φίλιππα το σπίτι.

Την άλλη μέρα Βασιλική 19/42 με ένα κουτί γλυκά στο σακούλι πήγα στις σπαθαριές και ξημέρωσα σ΄ ένα μουσκεμένο βάλτο (;) και στην [    ] της Απόλπενας (7) μέρες τελείως νηστικός χωρίς νερό υπέφερα φρικτά από τον πόνο του χεριού και του στήθους. Την ημέρα των Φότων ήρθε κάποιος σταλμένος από την οργάνωση και με παν σιμά στον κάβαλο για να με δει κανένας γιατρός με οδήγησε και με τοποθέτησε σε ένα χαλασμένο μύλο. Στο βάθος του ποταμιού το νέο μου λημέρι έμοιαζε με τους υγρούς, τάφους του [    ] όπου οι αρχαίοι έριχναν τα οστά των νεκρών για να μη μυρίζουν. Δύο φίλοι μου από τον Κάβαλο ήρταν και με πήραν την νύκτα κρυφά και με οδήγησαν στο σπίτι τους. Ήταν ο Ηλίας και ο Πανταζής Κούρτης. Εκεί έμαθα την σύληψιν όλων των δικών μου και την τρομοκρατίαν που εξαπέλισαν τα φασιστικά κτήνη σε όλο το νησί. Απέκοψαν τελείως την επικοιωνία Ξηρομέρου Λευκάδας και (1800) ιταλοί βγήκαν προς καταδίωξιν. Την περίοδο αυτή δεν υπήρχαν οι σημερινοί Βεραίοι.

Υπήρχαν όμως πολλοί εθνοπροδότες και παραδόπιστα τομάρια. Οι ιταλοί χρησιμοποίησαν όλα τα μέσα για να με πιάσουν αφού χιλιοβασάνισαν τους συγγενείς μου και είδαν ότι δεν τους πήραν μιλιά με επροκύριξαν (30.000.000) Ιονικά φράγκα 200.000.000 περίπου Ελληνικά. Παρ΄ όλες αυτές τις ενέργειες των ιταλών εγώ πάντα τους ενοχλούσα και τους ανάγκαζα να απασχολούν χιλιάδες ιταλών δια την σύληψίν μου.

Πολλές φορές έμενα στην πόλη. Είχα γίνει ο τρόμος των ιταλών οι οποίοι με εφαντάζονταν στην αρρωστημένη φαντασία τους σαν φάντασμα.

Η εδώ δύναμις των ιταλών ήταν περίπου (10.000) και το μέρος πολύ στενό. Ο κόσμος τρομοκρατημένος από τα σκληρά του και απάνθρωπα μέσα που έπερναν οι ιταλοί για την εξόντωσή μου. Με απέφευγαν σαν να ήμουν ο φορέας της πανούκλας. Ένα χρόνο είχα να δω χωριό να κοιμηθώ σε σπίτι ή να φάω μαγερεμένο φαί. Τέλος Μαίου του (43) ο αδελφός μου Μήτρος ο οποίος [    ] δράση στα μουντρούμια της Φυλακής απομονομένος με όλους τους συγγενείς μας δραπέτεψε κρυφά τη νύχτα και ήρτε προς συνάντησή μου. Ήταν ένα ατρόμητο παληκάρι μόλις (16) ετών και είχε για την πατρίδα ένα χρόνο φυλακή μαζύ με τον αδελφό μου αφοπλίσαμε δύο φορές τους ιταλούς και τον Ιούνιο με άλλους (5) ριχτήκαμε στο Ξηρόμερο περνώντας με μια βάρκα από την Νικιάνα εβγήκαμε στην Πογωνιά και την άλλη μέρα στο Μοναστηράκι όπου ιδρύσαμε το πρώτο τμήμα Ξηρομέρου Λευκάδας. Τον ίδιο χρόνο το Ξηρόμερο γιόμιζε από αξιωματικούς εδεσίτες οι οποίοι είχαν έναν κοινό αρχηγό τον Καραμπέκιο.

Τα τέλη του Ιονίου είχα (20) μόνιμους και (40) εφεδρικούς Ξηρομερίτες και Λευκαδίτες. Με τους εδεσίτες είχαμε τότε καλές σχέσεις. Τον Ιούλιο ήρθαν στο Μοναστηράκι γερμανοί και εγώ με τους αντάρτες μου ρίχτηκα στον Βάλτο και από το Κριοκάκι πήγα στην Τριχωνίδα στο αρχιγείο Ξηρομέρου. Τον Αύγουστο του 43 ήμουν Καπετάνιος Λόχου και πήρα εντολές από το τάγμα να κατεβώ στο Ξηρόμερο για να φτιάξω την έδρα του τάγματος».

(Συνεχίζεται)

(Πηγή: Ιωάννης Α. Αναγνώστου, «Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΛΕΥΚΑΔΑ (1941-1944)», διδακτορική διατριβή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Τομέας Ιστορίας Νεώτερων Χρόνων), 2002.)



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>