Στην Πόπη Μάλφα (Ποίημα του Δρυμωνιώτη λαϊκού ποιητή Ζώη Φίλιππα) | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News

Στην Πόπη Μάλφα (Ποίημα του Δρυμωνιώτη λαϊκού ποιητή Ζώη Φίλιππα)

1_epon

«Η Εαμοβουλγάρα αυτή Πόπη, όπως την αποκαλούσαν οι άκαπνοι, οι άνανδροι και αιμοσταγείς συνεργάτες των καταχτητών, βάζοντας αμέτρητες φορές το κεφάλι της στο ντρουβά, χωρίς να διστάσει, χωρίς να δειλιάσει, χωρίς να προφέρει κανένα παράπονο, και αψηφώντας τα στόμια των Γερμανοραλλικών πολυβόλων, γύριζε καθημερινά ξυπόλητη και νηστική τα χωριά της Λευκάδας και του Ξηρομέρου προτρέποντας τον σκλαβωμένο λαό στην Επανάσταση…».

Νύχτα η Πόπη έφυγε απ’ τους Πηγαδισάνους
χωρίς να γίν’ αντιληπτή στους Χίτες και ρουφιάνους.

Είχε το μάτι του αϊτού και του λαφιού ποδάρι,
και ξάστερο το μέτωπο, σαν ήλιος, σα φεγγάρι.
Είχε τιμή κι’ υπόληψη, είχε στραβά το φέσι,
και στο Δρυμώνα έφτασε δυο ώρες πριν να φέξει.

Με τη γλυκειά της τη φωνή, τ’ αντάρτικα τραγούδια,
όλους τους εξεσήκωσε και τα βιζασταρούδια
κι’ αυτά χαμογελούσανε, φώναζαν τ’ όνομά της
κι’ αυτή τα ενανούριζε σα νάτανε δικά της,
χαρούμενη και γελαστή, καθώς την είδαμ’ όλοι
κρατούσε χαρτοφύλακα κι ένα πλακέ πιστόλι.

Δεν επροσκύνησε ποτέ ποδιές κατουρημένες
όπως εκάνανε πολλές αισχρές προσκυνημένες.
Δεκαετίες πέρασαν, μα πάντοτε μπροστάρα
για το λαό αγωνίζεται με πίστη, με λαχτάρα.

Έχει καρδιά λεονταριού και πάνθηρα σβελτάδα,
γεια σου πατρίδα μου γλυκειά, αντάρτισσα Λευκάδα,
που γέννησες τους σταυραετούς τις νέες Μπουμπουλίνες,
να τραγουδούν σαν τα πουλιά και σαν τις καρδερίνες.

Μπόρες, φουρτούνες, πέρασε σε όλα της τα χρόνια,
μα άντεξε σαν τα βουνά, τους πάγους και τα χιόνια.
Δρόμο ποτέ δεν έπιασε, όλ’ απ’ το μονοπάτι,
και κει ψηλά στον Άϊ Λια και πάνου στην Ελάτη,
σαν το λαγό σκαρφάλωνε σαν το καθάριο τ’ άτι.

Κι αγνάντευε απέναντι εις την Ακαρνανία
πως πολεμούσε η σκλαβιά με την Ελευθερία.
Φασίστες, Χίτες, ΜΑΥδες και οι Αχειμασταίοι,
όλα τα καθάρματα, κι οι Κοντογιωργαίοι,
πάντα την κυνηγούσανε, πάσχιζαν να την πιάσουν
και στη Καρυά στον πλάτανο λέγαν να την κρεμάσουν.

Μα δεν τα καταφέρανε, η Πόπη ζει και στέκει,
ωσάν το γέρο Όλυμπο, φωτιά κι αστροπελέκι.
Για τη μεγάλη προσφορά, τους κόπους τους μεγάλους,
το Κράτος την αντάμειψε όπως εμάς τους άλλους.
Με φυλακές και βάσανα, μουντρούμια, εξορίες
και πατριώτες σήμερα είν’ οι εγκληματίες.

Είναι αυτοί π’ αγκάλιασαν τους Γερμανοβουλγάρους
κι’ Αυστριακούς και Ιταλούς τους έκαναν κουμπάρους.
Είναι αυτοί που έβαψαν τα χέρια τους με αίμα,
σφάζοντας τους συνεχιστές του νέου Εικοσιένα.

Είναι αυτοί που πούλησαν γυναίκες κι αδερφάδες
και που γλεντοκοπούσανε με τους Μακαρονάδες.
Είναι αυτοί που πούλησαν πατρίδα και θρησκεία,
τιμή και οικογένεια κι’ όλα τα μεγαλεία.

Είναι αυτοί που κλέψανε των κοριτσιών την προίκα,
κι’ άλλους στα Χαραδιάτικα τους ρίξαν μεσ’ τη τρύπα.
Αυτούς το Κράτος αγαπά, αυτούς το Κράτος θέλει,
αυτούς που μιμιθήκανε το λήσταρχο Νταβέλη.

Πόπη μη σεχλετίζεσαι, μια μέρα η πατρίδα,
με δάφνες, με τριαντάφυλλα, με λούλουδα και κρίνα,
θα στέψει το κεφάλι σου, κι’ όλοι οι απογόνοι,
θα κλείνουνε ευλαβικά στον τάφο σου το γόνυ.

Στον πρόλογο του ποιήματός του γράφει ο λαϊκός ποιητής Ζώης Φίλιππας του Σπύρου από τον Δρυμώνα Λευκάδας:

«Τούτο το γραφτό1 το αφιερώνω στην συντρόφισσα, συναγωνίστρια και βετεράνα Πόπη Μάλφα2, μιας και κανένας, μα κανένας ποτέ, δεν βρέθηκε ή δεν θέλησε να γράψει δύο λόγια για τις μεγάλες υπηρεσίες που πρόσφερε στον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα στα μαύρα χρόνια της κατοχής, όταν όλα τ΄ έσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά.

2_eponΑπό ΕΠΟΝίτικη εφημερίδα της εποχής εκείνης

Η Εαμοβουλγάρα αυτή Πόπη, όπως την αποκαλούσαν οι άκαπνοι, οι άνανδροι και αιμοσταγείς συνεργάτες των καταχτητών, βάζοντας αμέτρητες φορές το κεφάλι της στο ντρουβά, χωρίς να διστάσει, χωρίς να δειλιάσει, χωρίς να προφέρει κανένα παράπονο, και αψηφώντας τα στόμια των Γερμανοραλλικών πολυβόλων, γύριζε καθημερινά ξυπόλητη και νηστική τα χωριά της Λευκάδας και του Ξηρομέρου προτρέποντας τον σκλαβωμένο λαό στην Επανάσταση.

4_eponΑνταρτοεπονίτισσες κάπου στην Ελλάδα…

Να μην νομίσετε αγαπητοί αναγνώστες ότι θέλω να ηρωποιήσω και να εξυψώσω την Πόπη σαν άλλη Μαντώ Μαυρογένους ή σα την Μόσχω Τζαβέλα. Κάθε άλλο. Ποτέ μου δεν υπήρξα προσωπολάτρης και ποτέ μου δεν θέλησα σε όλο το διάστημα της μακρόχρονης και ταλαίπωρης ζωής μου να αδικήσω κανένα. Γι΄ αυτό ζητώ χίλια δυο συγνώμη, απ΄ αυτή τη φλογερή, ακούραστη και ανυποχώρητη, τότε, ΕΠΟΝίτισσα που ποτέ της δεν επιδίωξε τίτλους, τιμές και δόξες, και που ακούοντας το εθνεγερτήριο κάλεσμα του ΕΑΜ εβροντοφώναξε απ΄ τις πρώτες «ΠΑΡΩΝ» και ρίχτηκε με ζήλο και αυταπάρνηση και θαρραλέα στον άνισο και σκληρό αγώνα, με σκοπό ένα και μόνο. Το διώξιμο και του τελευταίου ξένου στρατιώτη απ΄ την χώρα μας και την πλήρη ανεξαρτησία και ακεραιότητα της Ελλάδας μας.

3_eponΚουπόνι οικονομικής ενίσχυσης της ΕΠΟΝ (Θεσσαλονίκης)

Και σήμερα ακόμη, παρόλα τα φασιστικά καθεστώτα που μας επέβαλαν οι δήθεν σύμμάχοι μας και οι μεταδεκεμβριανές κυβερνήσεις, συνεχίζει να κρατά ψηλά τη σημαία του Κόμματος και της Λευτεριάς.

Και τώρα ας μου επιτρέψει να της αφιερώσω το φτωχό και ανορθόγραφο αυτό ποίημά μου προς ένδειξη ευγνωμοσύνης και σεβασμού για τα όσα κατά δύναμη προσέφερε στο σκληρό, άνισο και μεγαλειώδη αγώνα του ελληνικού Λαού».

Ο λαϊκός ποιητής υπογράφει το ποίημά του ως «ο αγράμματος ποιητής εκ Δρυμώνος Λευκάδας, απόφοιτος των φυλακών Γιαννίνων, Πρεβέζης, Λευκάδας, Αστακού, Πατρών, Κεφαλονιάς, Μεσολογγίου και Γυάρου, Καπετάνιος της μαχητικής ομάδας του ΕΛΑΣ Δρυμώνα».
________________________________________________
1 Το γραφτό στο οποίο αναφέρεται ο λαϊκός ποιητής είναι ένα από εκείνα τα παλιά μαθητικά τετράδια, χρώματος μπλε με πλαστικό εξώφυλλο και 50 φύλλα, οι μισές σελίδες του οποίου είναι γεμάτες με ποιήματα αφιερωμένα σε αγωνιστές και αγωνίστριες του λαϊκού κινήματος του νησιού μας: στην Πόπη Μάλφα, τον Πάνο Γιαννούλη, τον Μήτρο Γιαννούλη, τον Ξενοφώντα Γρηγόρη, αλλά και στον Στέφανο Σαράφη, καθώς και διάφορα άλλα που αναφέρονται σε πολιτικά πρόσωπα και καταστάσεις, κυρίως, των δεκαετιών 1980 και 1990. Έχουμε δημοσιεύσει στο παρελθόν ποίημά του που έχει αφιερώσει «προς ένδειξη ευγνωμοσύνης» στον Γιατρό Ξενοφώντα Γρηγόρη.
2 Η Πόπη Μάλφα-Ζακυνθινού και η αδελφή της Ελένη ήταν στελέχη της νεολαιίστικης οργάνωσης της ΕΠΟΝ (Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων) στο νησί της Λευκάδας. Η Πόπη καθοδηγούσε τα χωριά της βορειοδυτικής Λευκάδας που σήκωσαν και το βάρος του αγώνα: Καρυά, Πηγαδισάνοι, Εγκλουβή, Βαυκερή, Πλατύστομα, Αλέξανδρος, Κολυβάτα, Πινακοχώρι, Λαζαράτα, Σπανοχώρι, Ασπρογερακάτα, Κάβαλος, Δρυμώνας, Εξάνθεια, Καλαμίτσι και Άγιος Νικήτας και η αδελφή της Ελένη καθοδηγούσε τη δύσκολη, λόγω της δράσης των ΕΔΕΣιτοράλληδων, περιοχή της Νότιας Λευκάδας. Ήταν αδελφές του Νίκου Μάλφα, Γραμματέα της 2ης Τομεακής Επιτροπής Καρυάς του ΕΑΜ.


Displaying 1 Comments
Have Your Say
  1. Στην Τομεακή Επιτροπή Καρυάς δεκαρχίνα στην ΕΠΟΝ/ΕΑΜ ήταν η Κατερίνα Κατωπόδη ( Τσούλου) σύζυγος Νίκου Λεκατσά.

Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>