Ο λαοφιλής επίσκοπος Παρθένιος Κονιδάρης και ο ύποπτος θάνατός του στα 1817… | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News

Ο λαοφιλής επίσκοπος Παρθένιος Κονιδάρης και ο ύποπτος θάνατός του στα 1817…

Η Εξέγερση των Χωρικών στα 1819 – Μέρος πρώτο

DIGITAL CAMERA

Του Θοδωρή Γεωργάκη

Κάθε φορά και σε κάθε στάδιο, που επιχειρείται ανώφελος, αναίτιος και σχεδόν αμάρτυρος επανακαθορισμός της, η Ιστορία γνωρίζει να σπαθίζει και να αντιτάσσει την αυτονομία της και την θύραθεν αντικειμενικότητα και αυθεντικότητά της, λειτουργώντας σαν ανεξάρτητη και αποκλειστική τροφοδοσία γνώσης και μνήμης, ρηγματώνοντας, συγχρόνως, κάθε αμφισβήτηση, ή απόπειρα ανώφελου επανακαθορισμού της. Τότε οι νέες αναθεωρητικές ιδέες, αν μάλιστα αποδεικνύονται αλυσιτελείς και αμάρτυρες, κατεβαίνουν στην βάση με δύναμη ελαττωμένη, που δεν έχει την ικανότητα να υπερβεί την ζώσα συλλογική ιστορική μνήμη και να αποβεί υπολογίσιμος κοινωνικός παράγοντας.

«Η Εξέγερση των Χωρικών της Λευκάδος στα 1819», η απαρχή της αντίστασης κατά της δεσποτικής και κρυπτοφασίζουσας αγγλικής δεσποτείας, αλλά και η απαρχή των ταξικών αγώνων των Επτανησίων κατά των ντόπιων τοκογλύφων ευγενών, θα ακολουθήσουν οι εξεγέρσεις στο Σκουλικάδο και στον Υψόλιθο της Ζακύνθου, «Του Σταυρού» και της Σκάλας στην Κεφαλλονιά, ως εκ τούτου, αυτή Εξέγερση των Λευκαδίων Χωρικών, δεν αλλάζει, δεν αλλοιώνεται και ο ταξικός της, συνάμα με τον αντιστασιακό της, χαρακτήρας και κυρίως δεν συνθλίβεται στον κολοβωμένο… προαλειφόμενο νεότιλο «Εξέγερση των Λευκαδίων στο 1819», την στιγμή, μάλιστα, που στην επιχειρούμενη αναψηλάφηση, οι Πρωταγωνιστές Χωρικοί αόρατα, μα τόσο ευσυγκίνητα, παρέστησαν βουβοί και άλαλοι, χωρίς την νενομισμένη δυνατότητα να υπερασπίσουν το διμέτωπο εγχείρημά τους, ενώπιον της μονόπλευρης παρουσίασης των αρχειακών εγγράφων των θυτών τους και μόνο, απέναντι σε κάθε δεοντολογία και αντικειμενική πληροφόρηση…

Ακριβώς αυτή την δεινή και μειονεκτική θέση των Πρωταγωνιστών Χωρικών, φιλοδοξούμε, έστω κατά ένα πολλοστημόριο, να αναπληρώσουμε με το ταπεινό μας αυτό πόνημα… Να αφουγκραστούμε την οργίλη φωνή τους, που ακόμα βοά στα αυτιά ημών των επιγενεστέρων επιτακτικά: «Δεν τρελλαθήκαμε να τα βάλουμε με μια αυτοκρατορία…. Η πείνα, ή φτώχεια, η εξαθλίωση και οι τραγικές οικονομικοκοινωνκές συνθήκες της εποχής μας, μας οδήγησαν στο απροχώρητο…». Στα πλαίσια αυτής της ταπεινής προσπάθειας, συγκεντρώνοντας ένα μεγάλο υλικό από πολλές πηγές, επιστρατεύοντας συνάμα την συλλογική ιστορική μνήμη και παράδοση, θα τολμήσουμε την συγγραφή βιβλίου με θέμα τον καταξιωμένο, απαραβίαστο, αρωγμάτιστο και απαράγραπτο ιστορικό τίτλο: «To Ρεμπελιό των Χωρικών. Σφακιώτες 1819», συγγραφή που θα δίνεται τμηματικά στην δημοσιότητα, ξεκινώντας με κάτι περιφερειακό μεν, αλλά σε συνάφεια, κατά την γνώμη μας, με την Εξέγερση των Χωρικών… Θα αναφερθούμε στην φωτισμένη, όσο και δυναμική, προσωπικότητα του Μητροπολίτη Λευκάδος και Αγίας Μαύρας Παρθένιου Κονιδάρη και στον ύποπτο θάνατό του το 1817…

Κατάγονταν απ’ το χωριό της Βαυκερής, από εύπορη οικογένεια, η οποία αποτελούσε τους νοικοκυραίους του χωριού, με αρχοντικό σπίτι και εξοπλισμό, λινούς για τα κρασιά, πύλες για το λάδι και αποθήκες για τα σιτηρά, όπου αποθήκευαν τα αγαθά, πράγμα σπάνιο για την εποχή της Αγγλοκρατίας και δη σε χωριό του νησιού, όταν όλοι γνωρίζουμε πως, η γη στο νησί της Λευκάδος, απ’ την εποχή ακόμη των Ορσίνι, (1295-1332), ήταν συγκεντρωμένη (αγροτοφεουδαλικό σύστημα) στα χέρια των γαιοκτημόνων ευγενών και αργότερα των εμπορογαιοκτημόνων. (Παναγιώτη Κουνιάκη: «H NHΣΟΣ ΛΕΥΚΑΣ ΑΠΟ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΕΩΣ ΤΑ ΚΑΘ’ ΗΜΑΣ», Σελίδα 42. Πηγή απ’ την οποία αρύομε πάρα πολλά στοιχεία για τον αείμνηστο Μητροπολίτη Λευκάδος και Αγίας Μαύρας Παρθένιο Κονιδάρη, αλλά και πολλά ακόμη ιστορικά συμβάντα στο νησί, κυρίως επί Αγγλοκρατίας, 1810-1864, τα οποία θα δημοσιοποιηθούν εν καιρώ).

Ο Παρθένιος, παρά το γεγονός ότι ανδρώθηκε μέσα σε ένα ευκατάστατο περιβάλλον, για εκείνη την εποχή της ανέχειας και της εξαθλίωσης των χωρικών, διαμόρφωσε έναν χαρακτήρα φιλολαϊκό και φιλάνθρωπο, που τον έκαναν ιδιαίτερα αγαπητό στο ευρύτερο κοινό του νησιού, πράγμα, που σε συνδυασμό με την σπουδαία προσωπικότητά του, προσπόρισε σ’ αυτόν ιδιαίτερη δύναμη, ώστε να τον υπολογίζουν πολύ σοβαρά και οι Άγγλοι κατακτητές ουσιαστικά και όχι προστάτες, βάσει της Συνθήκης των Παρισίων του 1815 για το καθεστώς των Επτανήσων, οι οποίοι του παρείχαν το «Δικαίωμα της ασυλίας δια του χαλκά»! Επρόκειτο για δικαίωμα προστασίας και ακαταδίωκτου κάθε αδύνατου, ή κατατρεγμένου, ο οποίος θα προσέφευγε στην αυλή του Παρθένιου για προστασία και ασυλία από κάθε καταδίωξη, μια προσφυγή που είχε σαν χαρακτηριστικό στοιχείο το πιάσιμο απ’ τον ειδικό χαλκά, που ευρίσκετο στην πόρτα της αυλής του! Δια του χαλκά αυτού ο Παρθένιος και η οικογένειά του έσωσαν πολλούς χωρικούς, που κατέφυγαν στην αυλή τους κυνηγημένοι απ’ τους Άγγλους κατακτητές…

Παρόμοιο χαλκά, βέβαια, αλλά προς διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση και σκοπό, διατηρούσαν και οι φοροεισπράκτορες και όργανα των Άγγλων, όπως, αίφνης, ο περίφημος Τζαβάρας στην Εγκλουβή, για να προστατεύονται οι ομόχνωτοί του… (Ελεωνόρας Φιόρου: «ΕΓΚΛΟΥΒΗ ΛΕΥΚΑΔΟΣ. ΕΝΑ ΧΩΡΙΟ, ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ…», σελίδα 26.) Πιθανόν, μάλιστα στην ύπαρξη και στις πιέσεις του πανίσχυρου Τζαβάρα να οφείλεται και η μη συμμετοχή των κατοίκων της Εγκλουβής στην Εξέγερση των Χωρικών το 1819, παρά το γεγονός ότι υπέφεραν τα πάνδεινα απ’ τους Άγγλους και τους φοροεισπράκτορές τους… Ακόμη υπάρχει η παράδοση, αλλά και η ονομασία για το «Καμμένο Αλώνι» στην Εγκλουβή… Όταν οι Εγκλουβισάνοι αγρότες προσπαθούσαν να κρύψουν τα γεννήματα και αυτοί οι τύραννοι δεν έπαιρναν την δεκάτη, τότε έκαιγαν το αλώνι μαζί με τις αθυμωνιές… Βέβαια θα μπορούσε να επικαλεστεί κανείς την γνωστή επιστολή κατοίκων της Εγκλουβής στην επιτροπή, που σχημάτισαν οι Άγγλοι αμέσως μετά τη εξέγερση των Χωρικών και στην οποία με κάθε λεπτομέρεια παρουσιάζουν την τραγική κατάσταση, που βιώνουν οι Χωρικοί στο νησί ολόκληρο… Σε μια προσέγγιση υποψιασμένη, αν είναι δόκιμος ο όρος, θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί πως και αυτή η επιστολή ήταν έργο καταπίεσης, προκειμένου να φανούν αγανακτισμένοι μεν, απ’ την αφόρητη οικονομική κατάσταση, αλλά νομοταγείς στην κεντρική εξουσία, σαν μια παροχή εκδούλευσης στους Άγγλους…

Κάτι τέτοιο, περίπου, έπραξαν και οι κάτοικοι του Καλαμιτσίου, οι οποίοι και αυτοί, μαζί με Εξάνθεια και Δρυμώνα, προφανώς κάτω από τεράστιες πιέσεις φίλων των Άγγλων, όχι μόνο δεν πήραν μέρος στην Εξέγερση των Χωρικών το 1819, αλλά έστειλαν και αναφορά στο Γκουβέρνο των Άγγλων, όταν οι τελευταίοι, καταδιώκοντας τον ληστή Αργύρη, ο οποίος, τελικά σκοτώθηκε απ’ τον Πατράλα στην Εγκλουβή, πολιορκούσαν το Καλαμίτσι και τυραννούσαν τους κατοίκους! Παρένθεση. Για τον περίφημο ληστή Αργύρη έχει δημοσιεύσει το σχετικό δημοτικό τραγούδι ο Πανταζής Κοντομίχης: «ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΛΕΥΚΑΔΑΣ». Σελίδα 236. Το πρωτοδημοσίευσε στο περιοδικό «Ηπειρωτική Εστία», τεύχος 40-41/1955, σελίδα 171 με τίτλο «Το Κοντρί του Αρύρη».

Ένα χαρακτηριστικό εδάφιο απ’ την επιστολή των Καλαμιτσιωτών προς τους Άγγλους, που εκφράζουν το παράπονό τους…

«… Δεν είμεθα ημείς, οίτινες με τους εγκατοίκους των δύο Εξανθειών οπόταν, παραχώρησιν θείαν, η μανία της καθόλου ανοήτου επαναστάσεως (αυτής κατά που διαπραγματευόμεθα) εκυρίευσεν εν ροπή και κατέσειρε σχεδόν όλα τα πνεύματα των Λευκαδίων, αγκαλά παρακινημένοι και φοβισμένοι από τους άλλους, ημείς όμως ασάλευτοι εις τα χρέη μας και εις την υποταγήν της Διοικήσεως, ενωπλίσθημεν εξ εναντίας, ίνα εμποδίσωμεν να μεταδοθεί εις ημάς το νόσημα εκείνο και ίνα διατηρηθεί εις το χωρίον μας, απαραβίαστος και ακεραία η εξουσία της αυτής Διοικήσεως». (Σπυρίδωνος Βερυκίου: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ». Σελίδα 155).

Επαναρχόμενοι στην φωτισμένη προσωπικότητα του Μητροπολίτη Παρθένιου Κονιδάρη, να τονίσουμε πως, αυτή του η δύναμη και απήχηση στον λαό του νησιού, ήταν ένα στοιχείο δυνατό, το οποίο προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν ο «Ευγενείς της Χώρας», για να συνάψουν μαζί του σχέσεις, τόσο για την δύναμή του στο Λευκαδίτικο κοινό, όσο και για την σπουδαία του προσωπικότητα. Κάτι τέτοιο κατάφερε μόνο η οικογένεια Βαλαωρίτη, η οποία κατόρθωσε να διεισδύσει στην οικογένεια του Παρθένιου και να τον προσεταιρισθεί παντρεύοντας την αδερφή του εθνικού μας ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη με έναν ανεψιό του!

Παρά τα τόσα εφόδια υλικά και πνευματικά, που κουβαλούσε ο Παρθένιος και ενώ θα μπορούσε και λόγω της ανωτέρω συγγένειάς του με του Βαλαωριταίους να προχωρήσει και να κάνει καριέρα πολιτικού και παράγοντα στο μικρό στερέωμα του νησιού, αυτός εστράφη παιδιόθεν στην εκκλησία και ταπεινά διακόνησε αυτή στο μοναστήρι των Ασωμάτων στο χωριό του στην Βαυκερή, σε όλα τα στάδια της ιεροσύνης, έως την εκλογή του σε Μητροπολίτη Λευκάδος και Αγίας Μαύρας και μάλιστα με καθολική ψήφο από κλήρο και λαό! Όταν στις 24-7-1799 ενθρονίσθηκε σαν Μητροπολίτης, τότε, σημειώνει ο ανωτέρω Παναγιώτης Κουνιάκης: «… Ολόκληρη η Νήσος συν γυναιξί και τέκνοις κατέκλυσαν τον οίκον του και επί μέραις προσήρχετο να συγχαρή αυτόν».

Το ποιμαντικό έργο του λαοπρόβλητου ιεράρχη είναι τεράστιο σε όλο το νησί, έρχονταν ταχινός αντιλήπτορας, αρωγός και βοηθός σε κάθε Λευκαδίτη και σε κάθε πρόβλημά του, άοκνα και ασταμάτητα περιερχόνταν τα χωριά του νησιού για παραμυθία και βοήθεια. Πέραν, όμως, του ποιμαντικού του έργου, η πατριωτική του φλόγα και τα υψηλόφρονα ιδανικά του για ελευθερία του Γένους, που δόνιζαν την ψυχή του, τον κατέστησαν πρωτεργάτη και πιστό στρατιώτη στην Μεγάλη Ιδέα της απελευθέρωσης του Έθνους απ’ τον τούρκικο ζυγό, ενώ σοβαρά υπολόγιζε και ανησυχούσε και για την κατάσταση στο νησί του, την Λευκάδα, που ήταν και αυτό υπόδουλο ουσιαστικά στους Άγγλους, προστατεύοντας, όπως σημειώσαμε ανωτέρω, κάθε προσφεύγοντα στην αυλή του πατριώτη κυνηγημένο απ’ την δεσποτική και σκληρή συμπεριφορά των Άγγλων.

Υπήρξε η ψυχή της ιστορικής συνάντησης «Στου Μαγεμένου το 1807», όταν ο Ιωάννης Καποδίστριας, μαζί με τον Επίσκοπο Άρτης Ιγνάντιο και τον στρατηγό των Ρώσων Παπαδόπουλο, συναντήθηκαν σ’ αυτή την ακτή της Λευκάδος μαζί με τους Αρματωλούς και Οπλαρχηγούς της Ρούμελης, προκειμένου να προασπίσουν την Λευκάδα απ’ τον θηριώδη Αλή Πασά των Ιωαννίνων, ο οποίος οχυρωμένος με στρατό στα δυο κάστρα απέναντι των Ακαρνανικών ακτών, απειλούσε ανοιχτά την Λευκάδα με κατάληψη. Ο Παρθένιος Κονιδάρης, ο οποίος υποδέχθηκε τους υψηλούς επισκέπτες στο νησί, ήταν η ψυχή και ο «στρατολόγος» των χωρικών, προκειμένου αυτοί να προσέλθουν και να δημιουργήσουν τα οχυρωματικά έργα στο δίαυλο για την προστασία της Λευκάδος απ’ τον Αλή Πασά, ενώ και ο ίδιος ο Μητροπολίτης Παρθένιος, όπως σημειώνει ο Ιωάννης Καποδίστριας στην ευχαριστήρια προς αυτόν επιστολή του, που αμέσως παρακάτω παρουσιάζουμε, σήκωνε το ράσο και έμπαινε στην τάφρο να σκάψει για τα οχυρωματικά έργα!

Ο Λευκαδίτης συγγραφέας Σπυρίδων Βερύκιος, στο έργο του: «Επτανησιακοί παλμοί και αγώνες στα 1821», περιγράφει εναργέστατα τον πόνο, αλλά και την εργώδη προσπάθεια του Μητροπολίτη Παρθένιου Κονιδάρη, να συνδράμει με κάθε ικμάδα των δυνάμεών του και με την ευρύτατη απήχηση που είχε στον Λευκαδίτικο λαό, την προσπάθεια για διάσωση του νησιού απ’ τον επικίνδυνο ρέκτη Αλή πασά… «Ο Μητροπολίτης Λευκάδος Παρθένιος, ιστορεί ο Σπυρίδων Βερύκιος, έκλαψε πολύ εκείνο το πρωινό. (Σημείωση. Εννοεί την συγκέντρωση στου Μαγεμένου και το φορτισμένο συγκινησιακά κλίμα της). Έκλαιγε για την κατάντια των σκλάβων. Έκλαιγε και παρακάλεσε τον θεόν να τον βοηθήσει. Δεν ήταν από κείνους που άφηναν το κοπάδι να κυλήσει στον γκρεμό. Διέταξε τον υπηρέτη του να του ζέψει το μουλάρι, μπήκε καβάλα και τράβηξε για τα χωριά Σφακιώτες, Καρυά, το πρώτο απόγευμα και τις άλλες μέρες Βασιλική, Άγιος Πέτρος και ύστερα στα πιο απόκρημνα κατσάβραχα στον τελευταίο συνοικισμό, στον τελευταίο όρμο των ψαράδων. Κι αν έλειπε ο Ιεράρχης απ’ το μέρος που γινόνταν οι εργασίες, (Σημείωση: εννοεί τα οχυρωματικά έργα για τα οποία κάναμε ανωτέρω λόγο στον δίαυλο του νησιού, μεταξύ Λευκάδος και Πλαγιάς κυρίως), ο κόσμος ξανάρχιζε να κατεβαίνει στον χάνδακα, να πληθαίνει και οι πρώτοι εξακόσιοι γίνονται τώρα χιλιάδες. Κι όσο ο Παρθένιος αργούσε να φανεί τόσο οι εθελοντές πλήθαιναν και το έργο προχωρούσε και αγάλιαζε η ψυχή του Καποδίστρια…».

Ακριβώς αυτή την ανύστακτη και εργώδη πατριωτική προσπάθεια του Μητροπολίτη Λευκάδος και Αγίας Μαύρας Παρθένιου Κονιδάρη, κατά τις ημέρες της συνάξεως στου Μαγεμένου, εξαίρει ο Ιωάννης Καποδίστριας, με επιστολή του προς αυτόν, τον Αύγουστο του 1807, επιστολή η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε απ’ τον Πρωτοπρεσβύτερο Γεράσιμο Ζαμπέλη στο βιβλίο του: «Η Λευκάδα στον τρικυμισμό της ιστορίας» και την οποία αναδημοσιεύομε παρακάτω.

Προς τον Πανιερώτατο Μητροπολίτη Λευκάδος

Εν Λευκάδι 25 Αυγούστου 1807

Εκπληρώσας την εντολήν μου μεταβαίνω προσεχώς εις Κέρκυραν. Αλλά, κοινοποιώ Υμίν Πανιερώτατε, την αγγελίαν ταύτην, δεν δύναμαι να μην εκδηλώσω συγχρόνως την αΐδιον ευγνωμοσύνην μου προς Υμάς, εν δυσχαερεστάταις περιστάσεσιν ευαρεστηθέντας, ίνα μοι παράσχητε συνδρομήν δια της μεγάλης επιρροής ην εξασκείτε επί της ψυχής του λαού τούτου, ανέκαθεν εκτιμήσαντος τας αρετάς δι ων περικοσμείσθε και δικαίως ανυψώσαντος Υμάς εις την υψηλήν έδραν ην κατέχετε.

Γλυκυτάτην θέλω φέρειν μετ’ εμού την ανάμνησιν, καθ’ ην πιστώς υπηρετούντες τη πατρίδι, ετιμήσατε τα πολεμικά έργα τα κατασκευαζόμενα υπό την των εχθρικών τηλεβόλων, παριστάμενοι εντός των τάφρων, δι ων περιεζώθη η πόλις. Ούτε θέλω να λησμονήσω τας ημέρας, καθ’ ας, περιτρέχοντας τα όρη της νήσου, ενεπνέετε εις τας καρδίας των ανδρείων αυτής τέκνων τον ιερόν υπέρ Πατρίδος και Πίστεως έρωτα. Δια της ισχύος του λόγου και του Υμετέρου παραδείγματος ο λαός ούτος υπέστη μόχθους αγογγύστως και ακαταπαύστους αδροτάτας δαπάνας, αυτοί δε εκείνοι, οίτινες αυτοπροαιρέτως ανεδέχοντο το βάρος των πολεμικών έργων προέταξαν εν ώρα κινδύνου και τα στήθη επί των εξωτερικών οχυρωμάτων και ο βάρβαρος και αυθάδης εχθρός, όστις μας ηπείλει, ωχρίασεν ενώπιόν των. Τηλικαύται υπηρεσίαι μεγάλως τιμώσαι την Υμετέραν Πανιερότητα και την Πατρίδα, ήτις ευτύχησε να έχει Υμάς, αναντιρρήτως συνέτεινον προς ευόδωσιν και αισίαν εκπεραίωσιν της εντολής, ην ανεδέχθην ως Έκτακτος Επίτροπος της Εκλαμπροτάτης Κυβερνήσεως εν τη νήσω ταύτη.

Διό παρακαλώ Υμάς, ιν’ αποδεχθείτε τας εν τω επισήμω τούτω εγγράφω κατατεθείσας θερμάς ευχαριστίας μου, μοι επιτρέψητε δε συγχρόνως, ίνα μετά της αυτής ειλικρινείας υποβάλλω τη Εκλαμπροτάτη Κυβερνήσει τας πατριωτικάς Υμών προσπαθείας και μαρτυρήσω υπέρ της ευγνωμοσύνης και των εγκωμίων, άτινα οφείλονται προς την Υμετέραν Πανιερότητα.

Εύχομαι ίνα η χείρ του Υψίστου, η προστατεύουσα αείποτε την νήσον ταύτην ευλογήσει αυτήν και πάλιν απομακρύνουσα πάντα κίνδυνον εκ των μεθορίων προερχόμενον, προάξει δε την ευημερίαν αυτής εις αμοιβήν των δυστυχημάτων όσα υπέμεινεν.

Η ευχή αύτη, ην εγώ απευθύνω προς τον Παντοδύναμον, εμπνεόμενος υπό της ζωηροτέρας αγάπης προς τον λαόν της Λευκάδος και γνωρίζων κακή τύχη την οικτράν κατάστασιν, εις ην περιήλθε η νήσος, εξέρχεται εκ των μυχών της καρδίας μου.

Υμίν δε απόκειται, Πανιερώτατε, δια των προς θεόν δεήσεων, να εμπνεύσητε των λαώ τούτω καρτερίας, μετριοπάθειαν, παραμυθούντες και ενθαρύνοντες αυτόν δια του Υμετέρου βλέμματος.

Δέξασθαι την βαθυτάτην υπόληψίν μου

Κόμης Ιωάννης Καποδίστριας.

Η αποθεωτική αυτή επιστολή του Καποδίστρια, πέραν των όσων εισαγωγικά και αναγνωριστικά για την προσωπικότητα του Παρθένιου Κονιδάρη παρουσιάσαμε, αποκαλύπτει το μεγαλείο του ανδρός και Ποιμένα, αλλά και την υψηλόφρονη προσωπικότητά του, προτερήματα για τα οποία η συλλογική ιστορική μνήμη των Λευκαδίων τον κατατάσσει στους λαμπρότερους ιεράρχες, που διακόνησαν τον Λευκαδίτικο λαό και την τοπική αποστολική εκκλησία από της ιδρύσεώς της απ’ τον Απόστολο των Εθνών. Ακριβώς αυτή η τεράστια απήχησή του και το λαοπρόβλητον της αποδοχής του, προφανώς και έχει άμεση σχέση με τον ύποπτο θάνατό του, ο οποίος συνέβη το 1817, δυο χρόνια ακριβώς πριν τον μεγάλο Ξεσηκωμό των Χωρικών του νησιού κατά της Αγγλικής δεσποτείας και των ντόπιων συνεργατών τους. Ο Παρθένιος Κονιδάρης ενοχλούσε αφάνταστα την κάθε μορφής εξουσία, ειδικότερα, μάλιστα η σύνδεσή του με τους Βαλαωρίταις πολλαπλασίαζε αυτή την ανησυχία και των Άγγλων και των Ευγενών της χώρας, oι οποίοι τον στόχευαν απροκάλυπτα…

Στα πλαίσια των ποιμαντικών του καθηκόντων είχε μεταβεί στο Μεγανήσι να εγκαινιάσει ναό, (πάντα κατά την ιστορική αφήγηση του Παναγιώτη Κουνιάκη στο προμνημονευθέν έργο του), όταν μετά το πέρας των εγκαινίων του προσεφέρθη αναψυκτικό, λεμονάδα… Αμέσως, μετά την πόση, κατελήφθη από φοβερούς και ασταμάτητους πόνους στο στομάχι και εμμέτους… Μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο σπίτι του στην Βαυκερή, όπου εξέπνευσε… Η σωρός του έμεινε επί τρεις μέρες άταφη, διότι ματαίως η οικογένειά του ανέμενε ιατροδικαστή, που ζήτησε απ’ την χώρα, για να εξετάσει τα ακριβή αίτια του θανάτου του… Ο ιατροδικαστής δεν έφτασε ποτέ στην Βαυκερή, ενδυναμώνοντας τις βάσιμες υποψίες για δηλητηρίασή του… Η κηδεία του έγινε πάνδημη, ολόκληρο το νησί κατέκλυσε το Σπανοχώρι των Σφακιωτών, αφού η ταφή του έγινε στην Επισκοπή, στην παλιά έδρα των Μητροπολιτών Λευκάδος!

Ο πρόωρος, αδόκητος και ύποπτος θάνατος που Παρθένιου Κονιδάρη στην κυριολεξία απορφάνισε τον λαό του νησιού και κυρίως τους Χωρικούς, αφού τον θεωρούσαν δικό τους άνθρωπο και για την χωριάτικη καταγωγή του απ’ το χωριό της Βαυκερής, αλλά κυρίως γιατί σε κάθε δύσκολη στιγμή ήταν δίπλα τους, μα και για την τεράστια προσωπικότητά του. Δυο χρόνια μετά τον θάνατο του οι Χωρικοί, με μπροστάρηδες τους Σφακιώτες, ξεσηκώνονταν κατά των Άγγλων και των τοκογλύφων ευγενών γαιοκτημόνων και εμπορογαιοκτημόνων της χώρας, οι οποίοι με τα Προστύχια και τα χρεωστικά ομόλογα «τους έπιναν το αίμα», όπως ακριβώς συνέβαινε με την κάστα των ευγενών και στην Ζάκυνθο και στην Κεφαλλονιά, όπου, όπως προαναφέραμε, και εκεί υπήρξαν αιματηρές εξεγέρσεις των Χωρικών, το 1819 και 1821 στη Ζάκυνθο στα χωριά Σκουλικάδο και Υψόλιθο και στην Κεφαλλονιά το 1848 και 1849 με την «Εξέγερση του Σταυρού» και της Σκάλας, εξεγέρσεις τον ταξικό χαρακτήρα των οποίων θα συνεξετάσομε εμπεριστατωμένα με αυτή των Χωρικών της Λευκάδος το 1819 επόμενα.

Ο Ξεσηκωμός των χωρικών στους Σφακιώτες, για τα γεγονότα, αλλά και τις οικονομικοκοινωνικές συνθήκες κάτω απ’ της οποίες συνετελέσθη, θα ασχοληθούμε, όπως προαναφέραμε, διεξοδικότερα, έφερε στο ικρίωμα των Άγγλων τους δύο Χωρικούς αγωνιστές Ασπρογέρακα και Πάλμο και τους δύο Χωρικούς ιερείς, τον παπά Θεόκλητο Στραβοσκιάδη απ’ την Απόλπαινα και τον παπά Φίλιππο Κολυβά απ’ τον Αλέξανδρο. Στο πρόσωπο των δύο ηρωικών Λευιτών, με τον απαγχονισμό τους και κυρίως την διαπόμπευσή τους, αφού κρέμονταν βουτηγμένοι στην πίσσα στα τρομοκρατικά γυάλινα κλουβιά των φονιάδων Άγγλων επί μέρες, η τοπική εκκλησία του νησιού ταπεινώθηκε, διαπομπεύθηκε και εξευτελίστηκε το ράσο ουσιαστικά, χωρίς η ακέφαλη, μετά τον θάνατο του Παρθένιου Κονιδάρη, τοπική εκκλησία να αντιδράσει, ούτε δια του πρωθιερέα της Αγάπιου Απόστολου Λάζαρη, ούτε δια των ηγουμένων των τόσων μονών του νησιού, την στιγμή που ο περίφημος φίλος των Άγγλων ο επίσκοπος Γαρζώνης της Ζακύνθου, ο οποίος έγινε και πρωταίτιος για την εξέγερση στο Σκουληκάδο το 1819, στις επόμενες αγχόνες των Άγγλων στην δεύτερη εξέγερση των Ζακυνθίων στον Υψόλιθο το 1821 αντέδρασε και διέσωσε τον προς απαγχονισμό ιερέα Κεφαληνό… (Σπυρίδωνος Βερύκιου, ως άνω, σελίδα 189).

Αλλά ούτε και οι Ευγενείς της χώρας, αντέδρασαν στην βεβήλωση του ράσου, τους αρκούσε που ήταν χωρικοί οι δύο ιερείς… Αντίθετα, και παρά τις… λυκοσυμμαχίες μεταξύ των για τα οφίτσια και τις καρέκλες, φρόντισαν να πετύχουν χάρη απ’ τον Μαίτλαντ για τον ομογάλακτό τους ευγενή Ιωάννη Σέρβο, ο οποίος την ύστατη στιγμή και ενώ οδηγείτο στην αγχόνη εφάνη το πλοίο με άσπρα πανιά απ’ την Κέρκυρα, δείγμα του ότι του απενέμετο χάρις… Κάτι σαν την περίπτωση του Αιγέα συνέβαινε και επί Αγγλοκρατίας στο νησί… Σε περιπτώσεις καταδικαστικές, όταν απ’ τους μελλοθάνατους εζητείτο χάρη απ’ την Κεντρική εξουσία στην Κέρκυρα, τότε αγνάντευαν απ’ την ράχη του Φρυνίου να ιδούν αν το πλοίο στην επιστροφή του θα έφερε μαύρα πανιά ή άσπρα… Ευνόητο πως, τα μαύρα πανιά, σήμαιναν απόρριψη του αιτήματος χάριτος… (Παναγιώτη Κουνιάκη, ως άνω).

«Αν ζούσε ο Παρθένιος όχι δεν θα τολμούσαν οι Άγγλοι να του κρεμάσουν και να του διαπομπεύσουν ιερείς, αλλά θα άρπαζε το φραγγέλιο, σαν τον Ιησού Χριστό, και θα τσάκιζε τους δήμιους και θα γκρέμιζε με τα ίδια του τα χέρια τις αγχόνες… Αλλά τον έβγαλαν απ’ την μέση…». Για πολλές δεκαετίες μετέπειτα, η ιστορική συλλογική μνήμη και παράδοση διατήρησε ζωντανή αυτή την στερεότυπη φράση στα χείλη των Χωρικών, όπως μου την μετέφερε περίπου και ο Φίλιππος Λάζαρης (Γραμματέας) απ’ τα Λαζαράτα των Σφακιωτών, με τον οποίο κουβεντιάσαμε πολλές φορές και για τα γεγονότα του 1819, γιατί οι Χωρικοί, στο πρόσωπο του Παρθένιου, έβλεπαν τον πραγματικό Πατέρα και Ποιμενάρχη, που με την ποιμαντορική του ράβδο θα τσάκιζε τα κόκαλα πολλών…

ΣΗΜΕΙΩΣΗ. Στο επόμενο μέρος: Το φεουδαλικό καθεστώς στην Λευκάδα απ’ την εποχή των Ορσίνη, (1295-1332). Οι ευγενείς γαιοκτήμονες και οι εμπορογαιοκτήμονες του νησιού. Η ληξιαρχική πράξη «θανάτου τους» το 1925 και το οριστικό τους τσάκισμα την δεκαετία του 1960. Τα προστύχια, τα χρεωστικά ομόλογα και οι τοκογλυφίες σε βάρος των χωρικών.


Displaying 3 Comments
Have Your Say
  1. Η ντόπια σκληρή ,πάντα κοινωνική ώς satus πρώτα, αντίδραση μέσα απ την τότε πόλη ( χώρα) με κέντρο την περιοχή Μαρκά -Πλατείας και πέρξ με τους Άγγλους κυρίαρχους απετέλεσαν τον καμβά. Η ίδια αντίδραση διήλθε χρόνια μετεξελισόμενη και που αμέσως μεταπολεμικά απετέλεσε τον συντηρητικό πυρήνα διαχειριστή των κρατικών νομαρχιακών κονδυλίων.Και που στις μέρες μας μορφοποιήθηκε στην συνεχειά της ώς μόρφωμα της τουριστικής διαχείρησης, στην από Βορρά ώς Νότο Ανατολική ακτογραμμή κύρια.

  2. Ο/Η Φιλίστωρ λέει:

    Ποιος είναι ο ευγενής Ιωάννης Σέρβος και ποια η εμπλοκή του στα γεγονότα του 1819; Εάν δεν κάνω λάθος ο Ροντογιάννης στην Ιστορία του δεν τον αναφέρει.

  3. Ο/Η Θ.Γ λέει:

    Λάθος δικό μου… Σ” ένα κείμενο με τόσα να στροβιλίζουν στο μυαλό σου μπορεί κάτι να σου ξεφύγει, παρά το γεγονός ότι είχα δίπλα μου το βιβλίο του Ροντογιάννη και όλα τα της βιβλιογραφίας που αναφέρω στο κείμενο, ενώ είδα το κείμενο δυο και τρεις φορές… Το σωστό, Σπυρίδων Σέρβος ποτέ Δημητρίου (Πάνου Ροντογιάννη: <> Τόμος Β, σελίδα 284)

Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>