Η Τραγωδία των Ανταρτών της Λευκάδας τον Ιούνιο 1947 – Μέρος Α΄ (του Ηλία Θερμού)
Ο θρυλικός καπετάνιος του ΕΛΑΣ και του Αρχηγείου Ξηρομέρου-Λευκάδας του ΔΣΕ Πάνος Γιαννούλης
Του Ηλία ΘΕΡΜΟΥ*
Τα γεγονότα που καθόρισαν την πορεία του αντάρτικου στη Λευκάδα μετά τη Συνθήκη της Βάρκιζας και ιδιαίτερα στις αρχές Ιουνίου 1947 έως τη Μάχη της Πούντας εξιστορούνται από δύο μαχητές που ήταν παρόντες στη Μάχη, τους Σπύρο Θερμό-Γκόβαρη και Σπύρο Θερμό-Παππά και από τους αυτόπτες μάρτυρες των τραγικών γεγονότων μετά τη μάχη στην πόλη της Λευκάδας, του Σπύρου Φίλιππα και Τάσσου Σάντα.
Στις αρχές Ιουνίου 1947 αποφασίστηκε να συγκροτηθεί το αρχηγείο Λευκάδας-Ξηρομέρου. Το αντάρτικο τμήμα της Λευκάδας έφυγε από τη Λευκάδα για το Ξηρόμερο στις 16 Ιουνίου 1947 και ενώθηκε με το αντίστοιχο του Ξηρόμερου με επικεφαλής τον αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης και του Αλβανικού Μετώπου Λάκη Κατσαρό.
Εν τω μεταξύ στις 15 Ιουνίου έγινε η τελευταία συνάντηση των ανταρτών της Λευκάδας στη θέση Μεγάλη Βρύση στο Κτήμα Πασσά και συζήτησαν για τη μετάβαση στο Ξηρόμερο. Εισηγητής ήταν ο Αντώνης Πολύζος ή Θεσσαλός, που έφτασε στη Λευκάδα πριν έξι μήνες ως απεσταλμένος από το αρχηγείο του δημοκρατικού στρατού και λειτουργούσε ως κομματικός καθοδηγητής και ήταν ο Γραμματέας της Περιφέρειας της Πρέβεζας. Εκεί αποφασίστηκε να περάσουν οι Λευκαδίτες αντάρτες στο Ξηρόμερο. Ο Γεράσιμος Θερμός όπως λέει ο Σπύρος Θερμός-Παππάς ήταν πολύ άρρωστος και του προτάθηκε να μείνει στη Λευκάδα μέχρι να αναρρώσει. Όμως ο Γεράσιμος τους είπε ότι θα πάει μαζί τους γιατί «με καλεί ο αγώνας», ενώ τους επισήμανε ότι η επιχείρηση θα ήταν πολύ δύσκολη γιατί στο Ξηρόμερο είχαν επικρατήσει τα Τάγματα Ασφαλείας και οι Μάυδες και ότι πολλοί αντάρτες θα θυσιαστούν.
Ο δάσκαλος Γεράσιμος Θερμός του Γεωργίου (Τιλίλας). Γεννήθηκε το 1918 στο χωριό Εγκλουβή Λευκάδας. Έπεσε πολεμώντας στην Πούντα. Την άλλη μέρα, στις 23.06.1947 κρέμασαν το κεφάλι του μαζί με τα κεφάλια έξι ακόμη συντρόφων του στο Πεντοφάναρο, στην κεντρική πλατεία της Λευκάδας
Μετά τη Συνθήκη της Βάρκιζας το 1945 οι Λευκαδίτες αγωνιστές δεν παρέδωσαν τα όπλα τους και κατέφυγαν στους ορεινούς όγκους των Σκάρων, του Μέγα Όρους, του Προφήτη Ηλία, της Ελάτης και του Σταυρωτά όπου παρέμειναν στα λημέρια τους που ήταν απάτητα στην κατοχή και την Εθνική Αντίσταση. Έτσι στη βόρεια Λευκάδα συνέχιζε να κυριαρχεί το πνεύμα της Αντίστασης και ιδιαίτερα στα πολυπληθή ορεινά χωριά.
Στις εκλογές του 1946 η αποχή στη Λευκάδα έφτασε στο 68%, ένα ποσοστό από τα υψηλότερα στην Ελλάδα. Παράλληλα με την οργάνωση νέων τμημάτων και σταθμών χωροφυλακής στον Αλέξανδρο, τη Βαυκερή και την Εξάνθεια και την ενίσχυση των τμημάτων χωροφυλακής στην Καρυά και τους Σφακιώτες, άρχισε η καταδίωξη των αγωνιστών και οι μαζικές συλλήψεις και εκτοπίσεις ενός μεγάλου αριθμού κομματικών και συμπαθούντων στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος και του ΕΑΜ σε νησιά όπως τα Κύθηρα, η Ικαρία, η Γυάρος και η Ζάκυνθος, ώστε να ελαχιστοποιηθεί ή να μηδενιστεί η στήριξη των ενόπλων αγωνιστών που παρέμειναν στα βουνά.
Καταδιωκτικό απόσπασμα Χωροφυλακής και «εθελοντών πολιτών» έξω από το Νυδρί Λευκάδας. Στο κέντρο της φωτογραφίας ο τότε Νομάρχης Μανουσόπουλος
Σιγά-σιγά όμως ένας σημαντικός αριθμός των στελεχών του ΕΑΜ άρχισαν να παραδίνονται ή να αποχωρούν με όποιο τρόπο μπορούσαν σε αστικά κέντρα όπως η Πάτρα και η Αθήνα, αφού η τρομοκρατία, οι συλλήψεις, οι δολοφονίες, τα βασανιστήρια και οι ξυλοδαρμοί στις πλατείες των αριστερών χωριών δεν άφηναν και πολλές προοπτικές επιβίωσης.
Επικήρυξη ως ληστών καταδιωκόμενων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και του ΔΣΕ
Εκατομμύρια αμοιβή για τη σύλληψη ή το φόνο ή την προδοσία (κατάδειξη) των αγωνιστών
Έτσι όταν έφτασε η ώρα της στρατολόγησης των αγωνιστών για να ενταχθούν στον Δημοκρατικό Στρατό και να φύγουν από τη Λευκάδα για το Ξηρόμερο, από τα 120 ντουφέκια, δηλαδή οι ένοπλοι αγωνιστές, όπως έλεγε ο Γεράσιμος Θερμός, μαζεύτηκαν μόνο 18 στη συνάντηση στη Μεγάλη Βρύση στου Πασσά στις 15 Ιουνίου 1947.
Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι από τους 20 που μαζεύτηκαν στις 15 Ιουνίου 1947, υπήρχαν μόνο 6 από το αντάρτικο τμήμα της Εγκλουβής που αριθμούσε 25 αντάρτες, κανένας από την Καρυά, 4 από τον Αλέξανδρο-Κολυβάτα, 3 από τη Βαυκερή, μόνο 2 από την πόλη της Λευκάδας, κανένας από την Εξάνθεια, 4 από τους Σφακιώτες, κανένας από το Μεγανήσι και 1 από το Πλατύστομο.
Από τους 23 λοιπόν στη Μάχη της Πούντας ήταν 20 Λευκαδίτες, 2 από το Ξηρόμερο και 1 από την Ήπειρο. Ο Αντώνης Πολύζος από τον Επτάλοφο της Λάρισας λιποτάκτησε και παραδόθηκε στην Αστυνομία στη Βόνιτσα. Ο Αντώνης Πολύζος ήταν κομματικό στέλεχος και σύνδεσμος μεταξύ των αντάρτικων ομάδων. Ήταν επίσης Γραμματέας της Περιφέρειας της Πρέβεζας. Ήρθε στη Λευκάδα περίπου έξι μήνες πριν την μετάβαση των Λευκαδίων ανταρτών στο Ξηρόμερο στις 15 Ιουνίου 1947.
Συνέντευξη με τον Σπύρο Θερμό-Γκόβαρη 23 Ιουλίου 1979, ώρα 19:30 στο καφενείο του Σπυρογιάννη στο Νυδρί Λευκάδας. Θέμα: Αντάρτικο 1947 – Δράση του Αρχηγείου του Δημοκρατικού Στρατού Λευκάδας-Ξηρομέρου – Γεγονότα
Εφημερίδα Ριζοσπάστης, Παρασκευή 20 Ιουνίου 1947
Στην επιχείρηση μετά τον αφοπλισμό στα Παλιάμπελα στις 17 Ιουνίου 1947 η συνολική δύναμη των ανταρτών ήταν «καμιά 45αριά άτομα». Ανέβηκαν στο Περγαντί και κάθισαν σε μια τοποθεσία σαν μικρό ίσιωμα που είχε ένα ξερό πηγάδι με λίγο νερό στον πάτο. Γύρω είχε υψώματα και ήταν σαν βαθούλωμα, σαν μια μικρή κοιλάδα. Εκεί έψησαν δύο-τρία σφαχτά και για νερό κατέβαιναν ένας-ένας και έπιναν από το πηγάδι. Είχαν βάλει παρατηρητήριο. Τους ειδοποίησε σε κάποια στιγμή ότι μακριά έρχονταν 4-5 οπλισμένοι. Όμως σε 5 λεπτά είδαν μια άλλη ομάδα να πιάνει ένα ύψωμα από πάνω τους και να αρχίζουν να τους κυκλώνουν. Αμέσως οι αντάρτικες ομάδες που ήταν τρεις κινήθηκαν εναντίον των Μάυδων-χωροφυλάκων που τους περικύκλωναν. Η μάχη διάρκεσε 3 ½ ώρες.
Ο Κωστάγγελος Σπ. Βανδώρος (Κουκιάς) που σκοτώθηκε στο βουνό Μπούμιστο Ξηρομέρου το δεύτερο δεκαήμερο του Ιούνη 1947. Του έκοψαν το κεφάλι και το κρέμασαν στην πλατεία της Βόνιτσας
Η ομάδα στην οποία ήταν ο Κωστάγγελος Βανδώρος-Χάρος από την Εγκλουβή κινήθηκε πρώτη. Μια άλλη ομάδα κινήθηκε στα πλάγια του υψώματος και χτύπησε με σκοπό να γκρεμίσει τον αντίπαλο από το ύψωμα. Το ύψωμα δεν είχε προφτάσει να το καταλάβει καλά ο αντίπαλος. Πραγματικά η δεύτερη ομάδα των ανταρτών κατέλαβε το ύψωμα και εκδίωξε τους Μάυδες-χωροφύλακες που τράπηκαν σε φυγή. Στη σύγκρουση έπεσε ο Κωστάγγελος Βανδώρος από την Εγκλουβή και ο Νικόλαος Τσούτσης που ήταν δάσκαλος και Ανθυπολοχαγός από το Μοναστηράκι και σκοτώθηκε από αδέσποτη σφαίρα. Τον Τσούτση τον έθαψαν σε μια λιθιά με πέτρες.
Ο Μήτσος Θερμός πήρε το πιστόλι του Τσούτση γιατί δεν είχε δικό του. Εδώ ο Ξηρομερίτης Μαντζάνας έκανε φασαρία για το πιστόλι του Νικολάου Τσούτση, ίσως για το ποιος θα έπρεπε να το πάρει. Στη συνέχεια ο Μαντζάνας φαίνεται ότι δεν ακολούθησε τους αντάρτες. Όπως λέει ο Τάσος Μανωλίτσης, ο Μαντζάνας ήθελε να φύγει στον Βάλτο. Τελικά έφυγε.
Για τη διαφωνία Μαντζάνα αναφέρονται επίσης οι Τάσος Μανωλίτσης και Παππάς.
Μετά τη μάχη στο Περγαντί οι αντάρτες κινήθηκαν προς τα κάτω με κατεύθυνση τον Κάμπο Ζαβέρδας για να περάσουν οι Λευκαδίτες προς Λευκάδα και οι Ξερομερίτες για να δικά τους λημέρια. Στο δρόμο έπεσαν σε ενέδρα μέσα σε έναν λαγκάδι με γεφύρι. Εκεί τους χτύπησαν με χειροβομβίδες που έσκασαν όμως στον όχτο του λαγκαδιού. Τότε σκόρπισαν σε διάφορα σημεία. Κατόρθωσαν όμως να ξαναμαζευτούν. Παρακάτω διαχωρίστηκε η ομάδα Κατσαρού – από την ομάδα Γιαννούλη. Ο Κατσαρός με την ομάδα του όταν πήγε πιο πέρα, έπεσε σε ενέδρα και διέφυγαν οι Κατσαρός – Καρούσος – Κόνιαρης που καταγόταν από το Μονοδέντρι Ιωαννίνων.
Από το αρχείο του Γιώργου Λογοθέτη γνωρίζουμε ότι εκεί σκοτώθηκαν οι Ευστάθιος Δημαράς και Χρήστος Ντάλας από τα Παλιάμπελα. Ο Καρούσος ήταν καθηγητής και πολιτικός καθοδηγητής. Ο Κόνιαρης ήταν δάσκαλος από το Μέτσοβο και έφεδρος ανθυπολοχαγός στο 24ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ. Σκοτώθηκαν πολλοί. Ο Σ. Γκόβαρης λέει ότι γλύτωσαν μόνο οι τρεις.
Ο Λάκης Κατσαρός, δάσκαλος από τα Παλιάμπελα, πολέμησε στην Αλβανία ως έφεδρος ανθυπολοχαγός και προβιβάστηκε σε υπολοχαγό. Ήταν από τους πρώτους στο μόνιμο τμήμα του ΕΛΑΣ. Ήταν στο 3ο Τάγμα του ΕΛΑΣ και πολέμησε στο Μακρυνόρος και στην Άρτα εναντίον του Ζέρβα.
Στη συνέχεια το τμήμα των Λευκαδιτών έπεσε στη λίμνη Βουλκαρία και κατά το βράδυ έφτασαν στα Σκράπια. Μετά ανέβηκαν στα υψώματα της Πούντας και κατέβηκαν προς τον Κάμπο όπου περνώντας μέσα από κάτι μποστάνια «αφήσαμε τα αποτυπώματά μας», αναφέρει ο Σπύρος Γκόβαρης-Θερμός. Πήγαν μετά στην παραλία. Είχε φύκια ύψους 3 μέτρα και κάθησαν μέσα σε φωλιές-αμπριά από φύκια «σαν τον έσβο» ανά δύο ή ανά τρεις, αναφέρει ο Σπύρος Θερμός-Γκόβαρης. Η διάταξη είχε μάκρος περίπου 40 μέτρα.
Σε αυτή την πορεία των ανταρτών ξέκοψε ο Αντώνης Πολύζος και πήγε στη Βόνιτσα και παραδόθηκε στην αστυνομία. Έτσι η αστυνομία έμαθε τα πάντα για τις κινήσεις, τον αριθμό και τα ονόματα των ανταρτών, τόσο του τμήματος του Λάκη Κατσαρού όσο και του Γιαννούλη.
Σκοπό δεν είχαν ούτε την πρώτη ούτε τη δεύτερη ημέρα. Στη διάταξη από Άκτιο προς Αη Νικόλα η πρώτη ομάδα ήτανε ο Φασόλιας με το πολυβόλο, ο Δρόσος με το αυτόματο και ο Σ. Γκόβαρης με ένα γερμανικό Μάουζερ.
(Συνεχίζεται)
* Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Tα κομμένα κεφάλια δεν έπρεπε να τα κρεμάνε . Βέβαια για τούτο τα κόβανε. Οι νικητές κάθε φορά κατανοούν το… ουαί τοις ηττημένοις.
Και η περίεργη εκκλησία τότε – περίεργη η στάση της χρόνια μέσα στην κατοχή , στην αντιβασιλεία ώς να φθάσει ο Γεώργιος Β” το 1946, αλλά και μετά 47-48-49-50 -51 δεν είχε δεί τίποτα ούτε είχε ακούσει τίποτα για κομμένα κεφάλια.
Το κράτος τι είχε να φοβηθεί σαν κράτοςπου είχε την εξουσία ??
Ο Νομάρχης Μανουσόπουλος τι τα ήθελε και φωτογραφήθηκε με τα τουφέκια και το πολυβόλο μπάρ ?? Ή του άρεσε ο ωραίος ήχος που όντως έκανε το πολυβόλο μπάρ ??