Ένα μνημείο-«χωνευτήρι» πολιτισμών: Η πολυεπίπεδη αφήγηση του ξυλόγλυπτου τέμπλου της Μονής της Κόκκινης Εκκλησιάς στη Λευκάδα
Της Χριστίνας Μιχαλά
Εισαγωγή: Η αινιγματική εικονογραφία ενός ιστορικού τέμπλου
Με αφορμή δύο ιδιότυπα μοτίβα στο ξυλόγλυπτο τέμπλο του καθολικού της Μονής Κόκκινης Εκκλησιάς στη Λευκάδα -τους «βαρκάρηδες» και τις γοργόνες με δύο ουρές- προέκυψε η ακόλουθη σύντομη μελέτη. Τα μοτίβα, φαινομενικά ξένα προς την ορθόδοξη εικονογραφία, εγείρουν ερωτήματα για τη θεματική τους συνάφεια. Η προσεκτική εξέταση του τέμπλου όμως αποκαλύπτει μια συναρπαστική ιστορία, όπου η βυζαντινή παράδοση συναντά το δυτικό μπαρόκ/ροκοκό και την αυθεντική λαϊκή έκφραση.
Το τέμπλο του καθολικού αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα έργα της μεταβυζαντινής τέχνης στα Επτάνησα: «ζωντανό» τεκμήριο των σύνθετων καλλιτεχνικών, κοινωνικών και ιστορικών συνθηκών του 18ου αιώνα∙ μνημείο-«χωνευτήρι», όπου βυζαντινή δομή, δυτικά καλλιτεχνικά ρεύματα και τοπική λαϊκή τέχνη συμπλέκονται δημιουργικά.
Ι. Χρονολογική πλαισίωση: αναγέννηση μετά την καταστροφή
Στις 21 Αυγούστου, με πρωτοβουλία της Ιεράς Μονής Φανερωμένης Λευκάδος, πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση «Από την Ιστορία στην ποίηση: Το Μοναστήρι της Κόκκινης Εκκλησιάς στο πέρασμα του χρόνου» στον προαύλιο χώρο της Μονής. Η ιστορικός Χριστίνα Παπακώστα, παρουσίασε νέα εξόχως σημαντικά ευρήματα από την εν εξελίξει αρχειακή της έρευνα.
Η Μονή, αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, ιδρύθηκε το 1478 από τους ιερομόναχους Σάββα Μανωλίτση και Χαρίτωνα Δαμιανή. Η ονομασία της προήλθε από τον κόκκινο πηλό που χρησιμοποιήθηκε στην ανέγερση. Αναδείχθηκε σε καίριο θρησκευτικό κέντρο της Λευκάδας, με αδιάλειπτη ζωή επί πέντε αιώνες. Το 1704, όμως, ισχυρός σεισμός κατέρριψε τον ναό και τα κελιά. Καθοριστικό τεκμήριο της μεταγενέστερης ανακαίνισης αποτελεί η επιγραφή άνω της νότιας θύρας του καθολικού: σταυρός και «1722 Φεβρουαρίου 11», χρονολογία που -όπως παρατηρεί η Χρ. Παπακώστα- πιθανότατα σηματοδοτεί την ολοκλήρωση των εργασιών.
Η πληροφορία αυτή αποκτά ιδιαίτερη σημασία σε συνδυασμό με τις δεσποτικές εικόνες του τέμπλου, έργα του Κρητικού ζωγράφου Μιχαήλ Τζεν (1723: «Ευαγγελισμός», «Κυρία των Αγγέλων», «Χριστός Βασιλεύς Βασιλευόντων», «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος»). Η γειτνίαση των χρονολογιών (1722–1723) δείχνει συντονισμένη καλλιτεχνική προσπάθεια: κατασκευή τέμπλου και αγιογράφηση ως ενιαίος σχεδιασμός αποκατάστασης, ένδειξη πόρων, δικτύων και φιλοδοξίας της Μονής να συνεργαστεί με αναγνωρισμένο καλλιτέχνη.
ΙΙ. Το τέμπλο ως κόμβος καλλιτεχνικών παραδόσεων
Το τέμπλο είναι ζωντανό παράδειγμα της θέσης των Επτανήσων ως γέφυρας Ανατολής και Δύσης τον 18ο αιώνα. Η ξυλογλυπτική της εποχής συνδυάζει:
– Βυζαντινή δομή: αρχιτεκτονική διάταξη που οριοθετεί Ιερό και κυρίως ναό, σε συνέχεια μακραίωνης παράδοσης.
– Επτανησιακό μπαρόκ/ροκοκό: πλούσιος, περίτεχνος διάκοσμος με υψηλό ανάγλυφο, διάτρητα σκαλίσματα και καμπύλες φόρμες — δυτικές επιρροές μέσω της Βενετοκρατίας.
– Λαϊκή τέχνη: αυθεντικά στοιχεία που εκφράζουν την κοινή αισθητική και τη βιωμένη εμπειρία της κοινότητας.
– Τοπική ταυτότητα: πιθανές ναυτικές αναφορές (μοτίβο «βαρκάρηδων») που συντονίζονται με την κοινωνική πραγματικότητα της Λευκάδας.
ΙΙΙ. Απάντηση στα ερωτήματα: δύο ιδιάζοντα μοτίβα
Α. Γοργόνες με διπλή ουρά (Μελουσίνα)
Στη ζώνη μεταξύ Δωδεκαόρτου και Δωδεκαποστόλου απεικονίζονται δύο αντικριστές γοργόνες με δύο ουρές η καθεμία, ανασηκωμένες και κρατημένες με τα χέρια. Η μορφή ανήκει στη δυτική εικονογραφική παράδοση της Μελουσίνας (Melusine), μυθικής μορφής της ευρωπαϊκής μεσαιωνικής λαογραφίας, πνεύματος των υδάτων με συμβολισμούς αφθονίας/γονιμότητας και κυριαρχίας στο υγρό στοιχείο.
Παράλληλα παραδείγματα καταγράφονται σε ξυλόγλυπτους διακόσμους του Αγίου Όρους (Μονή Ιβήρων, 1707), όπου αναφέρονται ρητώς «φανταστικές μορφές (π.χ. γοργόνες με διπλή ουρά)». Συνεπώς, δεν πρόκειται για τυχαία αυθαιρεσία, αλλά για καθιερωμένο μοτίβο του ρεπερτορίου των αρχών του 18ου αιώνα, με πιθανές λειτουργίες:
– Αποτρεπτική: προστασία έναντι του κακού.
– Καλλιτεχνικό δάνειο: ενσωμάτωση δυτικών μοτίβων στον μπαρόκ/ροκοκό διάκοσμο, ως πεδίο δεξιοτεχνίας.
– Διακοσμητική αυτονόμηση: βαθμιαία απώλεια του αρχικού μυθολογικού συμβολισμού και χρήση για την εικονοπλαστική πληρότητα του τέμπλου.
Συμπέρασμα: οι γοργόνες της Κόκκινης Εκκλησιάς εντάσσονται θεμιτά και τεκμηριωμένα στο αισθητικό/εικονογραφικό λεξιλόγιο της εποχής.
Β. Ανθρωπόμορφες μορφές τύπου «βαρκάρηδων»
Πάνω από την Ωραία Πύλη, εκατέρωθεν επιχρυσωμένου σταυρού, απεικονίζονται δύο μορφές που δίνουν την αίσθηση ανθρώπων που τραβούν κουπί. Το μοτίβο, βάσει όσων έχουν εντοπιστεί έως σήμερα, δεν τεκμηριώνεται συστηματικά σε άλλα τέμπλα και φαίνεται σπάνιο, ίσως μοναδικό.
Πιθανές ερμηνείες:
– Συμβολική/εκκλησιολογική: υπαινιγμός της Εκκλησίας ως «πλοίου σωτηρίας» — ο λαός του Θεού «κωπηλατεί» προς τη Βασιλεία με οδηγό τον Χριστό.
– Λαογραφική/τοπική: αντανάκλαση της ναυτικής ταυτότητας της Λευκάδας και της καθημερινότητας των πιστών. Η ένταξη στο ιερότερο σημείο υποδηλώνει τη βαθιά διείσδυση της λαϊκής εμπειρίας στο εκκλησιαστικό έργο.
Εφόσον δεν απαντά συχνά αλλού, το μοτίβο ενδέχεται να είναι εικονογραφική πρωτοβουλία του εργαστηρίου που εργάστηκε στη Λευκάδα — συνειδητή επιλογή να επικοινωνήσει με την τοπική κοινωνία μέσω γνώριμων τύπων.
Συμπέρασμα: η ανάγνωση που συνδυάζει τον εκκλησιολογικό συμβολισμό (Εκκλησία–πλοίο) με τη ναυτική εμπειρία της κοινότητας είναι εύλογη και συμφωνεί με το ιστορικό/κοινωνικό πλαίσιο.
IV. Συνολική αποτίμηση και πρόταση
Το τέμπλο της Κόκκινης Εκκλησιάς λειτουργεί ταυτόχρονα ως μυσταγωγικό σύνορο, εικονικό ευαγγέλιο και καλλιτεχνικό επίτευγμα. Αποτυπώνει την επιτομή της επτανησιακής συνύπαρξης (18ος αι.) υπό βενετική κυριαρχία: Δύση, Ανατολή και τοπική κουλτούρα συνυπάρχουν οργανικά. Η μελέτη τέτοιων μνημείων αναδεικνύει την ανάγκη συστηματικής τεκμηρίωσης και προστασίας.
Πρόταση: Η δημιουργία ενός πλήρους ψηφιακού καταλόγου για τα μεταβυζαντινά τέμπλα και τις εικόνες των Επτανήσων -και ευρύτερα της χώρας- δεν αποτελεί απλώς μια γενική σύσταση, αλλά μια στρατηγική αναγκαιότητα. Ένα τέτοιο έργο, σε συνεργασία με τις κατά τόπους Εφορείες Αρχαιοτήτων, θα λειτουργήσει ως θεμελιώδες εργαλείο έρευνας, συγκριτικής μελέτης και συντήρησης, ενώ ταυτόχρονα θα έχει παιδευτικό χαρακτήρα για την ευρύτερη κοινωνία. Μια τέτοια πρωτοβουλία μπορεί να θωρακίσει την πολιτιστική μας κληρονομιά και να αναδείξει τη συμβολή των Επτανήσων στον ελλαδικό και ευρωπαϊκό χώρο.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
– ΙΩΑΝΝΑ ΣΤΟΥΦΗ-ΠΟΥΛΗΜΕΝΟΥ «Το παλαιοχριστιανικό φράγμα του ιερού βήματος»
– «ΤΕΜΠΛΟΝ. Άγιες μορφές, αόρατες πύλες πίστης. 20ός και 21ος αιώνας». Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης, ΕΚΔΟΣΗ Γενική επιμέλεια: Χρήστος Φ. Μαργαρίτης
– ΖΩΡΑ ΠΟΠΗ (1924-2007), «Η Γοργόνα εις την ελληνικήν λαϊκήν τέχνην»
– Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας Τόμ. 30 (2009) 30 (2009), Περίοδος Δ”. «Έργα ξυλογλυπτικής στη μονή Ιβήρων Αγίου Όρους (17ος και 18ος αιώνας)» Δημήτριος Α. ΛΙΑΚΟΣ
– The Myth of Melusina from the Middle Ages to the Romantic Period: Different Perspectives on Femininity «Ο μύθος της Μελουζίνης από τον Μεσαίωνα έως την περίοδο του Ρομαντισμού: διαφορετικές οπτικές για τη θηλυκότητα»