Να φυλάξετε πέντε φελιά πίτα για το δάσκαλο | Λευκαδίτικα Νέα - Lefkada News
Published On: Πε, Δεκ 19th, 2024

Να φυλάξετε πέντε φελιά πίτα για το δάσκαλο

kontrata_pinakochoriou 2

thodoris_gΓράφει
ο Θοδωρής Γεωργάκης

«Για ακουρμαστείτε δω, ένα… αλώνι λαδόπιτα να φκιάσω δεν σας δ(ι)κάει, να τη σπαρανιάρετε τη πίτα, απόδιαβα τσ’ γιορτές, θέλομε να πάρομε δυο φελιά και μεις τσ’ ελιές, και να μη ξεχάστε κιόλας, έχομε να στείλομε και πέντε φελιά πίτα στο δάσκαλο… Ο δάσκαλος είναι ιερό πράγμα για εσάς πρώτα, αλά και για μας… Σας μαθαίνει γράμματα να φύγ(ε)τε απ’ την τυραγνισμένη δική μας ζωή, να πάτε να ζήστε…».

Tον σέβονταν πάρα πολύ τον δάσκαλο, αλλά και τον παπά του χωριού οι γονείς μας! Και είμαστε τυχεροί σαν χωριό, το Πινακοχώρι των Σφακιωτών, εκείνα τα χρόνια της δεκαετίας του 1960 να υπηρετούν σε αυτές τις θέσεις δυο εξαίρετοι άνθρωποι, κατά τύχη καταγόμενοι απ’ το Σπανοχώρι και οι δύο και μάλιστα με το ίδιο επίθετο! Ο δάσκαλος Χριστόδουλος Χαλικιάς και ο παπάς Ευάγγελος Χαλικιάς! Ο παπά Βαγγέλης ήταν ένας ευφυέστατος ιερέας, ένας αγαθός Λευίτης, που είχε κοντά του όλα τα παιδιά του χωριού και μέσα απ’ το Κατηχητικό, που μας έκανε στον γυναικωνίτη του Αγίου Διονυσίου, κάθε Σάββατο απόγευμα, όπου μας πέρασε μηνύματα και αξίες μοναδικές, που φάνηκαν στη διαδρομή της ζωής μας πολύτιμες, αλλά και μέσα απ’ την διαρκή του επαγρύπνιση για την πρόοδό μας στα γράμματα, αφού μας έβαζε όλα τα παιδιά στον όρθρο της κάθε Κυριακής να διαβάζομε όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία, Μηναία, Παρακλητική κτλ, τα οποία είναι σε άπταιστη καθαρεύουσα, με αποτέλεσμα να ανοίγει ο γνωστικός μας ορίζοντας! Προσωπικά σε αυτή τη μοναδική έμπνευση του παπά Βαγγέλη οφείλω ταπεινά τον γλωσσικό πλούτο, που απόκτησα στη ζωή μου! Δεκαετής στην Τετάρτη τάξη του δημοτικού ήμουν, αλλά «αλώνιζα» με την ανάγνωσή μου όλα τα βιβλία της εκκλησίας!

Μα, το πρώτο του έργο την δεκαετία του 1950, που πρωτοήρθε στο χωριό, ήταν η προσπάθειά του να ενώσει το διχασμένο απ’ τον εμφύλιο χωριό μας, όπου χώριζε το αίμα πολλές οικογένειες… Έτσι φρόντισε να αποκατασταθεί αμέσως ο αποσχηματισθείς παπά Θεοδόσης Γεωργάκης (Μπακατσόλης), επιφέροντας έτσι μια κάποια καταλλαγή στην ανταριασμένη απ’ τα πολιτικά μίση και πάθη του εμφύλιου μικρή κοινωνία του χωριού μίση και πάθη που ήταν τόσο οξυμένα στα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια… Ο παπά Μπακατσόλης ήταν ο τελευταίος ηγούμενος στη Μονή του Αγίου Ιωάννη στο Λιβάδι της Καρυάς, ενεργότατο μέλος μετέπειτα στην Αντίσταση, πράγμα που τον έφερε σε διάσταση με τον τότε μητροπολίτη Δωρόθεο και αποσχηματίσθηκε…

Μάλιστα είχε καταδικαστεί και σε θάνατο σε στρατοδικείο στην Πάτρα… Τελικά, όπως άκουσα χρόνια αργότερα ο ίδιος απ’ τον μπάρμπα μου τον Γιώργη τον Γιαλομάτη, που ήταν χρόνια επίτροπος στην εκκλησία, αλλά είχε και στενές σχέσεις με τον παπα Βαγγέλη, άκουσα, λοιπόν, πως είχε εργασθεί και μεσολαβήσει ο παπά Βαγγέλης στον Μητροπολίτη Δωρόθεο, ώστε να επαναφέρει στο ιερατικό σχήμα τον παπά Μπακατσόλη, τον οποίο όχι μόνο επανέφερε στην ιερατική τάξη, αλλά τον όρισε και ηγούμενο στη Μονή της Φανερωμένης! Και βέβαια ολόκληρο το χωριό, αναγνωρίζοντας τον παπά Βαγγέλη και την πολύπλευρη προσφορά του, γέμιζε σε κάθε ιεροτελεστία την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, ακόμη και στις καθημερινές εορτές όταν λειτουργούσε, πόσο μάλλον τις Κυριακές και τις Μεγάλες Γιορτές, όταν έβλεπες πάνω από διακόσιους χωριανούς στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου!

dimotiko_sxoleio_pinakochori

Δημοτικό Σχολείο Πινακοχωρίου την δεκαετία του 1950!

ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΑ ΦΙΛΟΞΕΝΟ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ!

Ο δάσκαλος Χριστόδουλος Χαλικιάς, ο δάσκαλός μου για έξι χρόνια, ήταν ανεπανάληπτος! Αιωνία του η μνήμη… Έφυγε τόσο άδοξα και αθόρυβα μέσα στην πανδημία του κορωνοϊού και δεν μπορέσαμε ούτε στην εξόδιο ακολουθία του να παραστούμε… Ας είναι τούτη η αναφορά μου στο πρόσωπό του, έστω μια ετεροχρονισμένη νεκρολογία… Του την οφείλω για όσα μου προσέφερε… Το γνώριζε άλλωστε, πως τον εκτιμούσα αφάνταστα, αφού πολλές φορές ερχόνταν στην τράπεζα στη Λευκάδα που ήμουν Διευθυντής και συζητούσαμε τα παλιά! Ήταν αυστηρός και κάπου κάπου χρησιμοποιούσε και τη βέργα, όμως ήταν το κάτι άλλο σαν δάσκαλος!

Τεράστιες γνώσεις για την εποχή του σε όλους τους τομείς, που είχε μια μοναδική μεταδοτικότητα και προσωπικά «τα άρπαζα», όλα, μα όλα απ’ την παράδοσή του, γι αυτό και δεν χρειάστηκε ποτέ στο σπίτι να διαβάσω… Άλλωστε, με τόσο παιγνίδι, που καιρός για διάβασμα… Και τούτον τον δάσκαλο τον τιμούσαν ιδιαίτερα οι γονείς μας στο Πινακοχώρι! Μάλιστα, στα Λαζαράτα μολογούσαν πολλοί γονείς πόσο τυχερό ήταν το Πινακοχώρι με αυτόν τον δάσκαλο! Γι αυτό, λοιπόν, και η προτροπή της μάνας μου να φυλάξομε πέντε φελιά πίτα για τον δάσκαλο, αφού όταν επιστρέφαμε στο σχολείο, απ’ τις διακοπές των Χριστουγέννων, όλα ανεξαιρέτως τα παιδιά του πηγαίναμε σε ένα πιάτο, δεμένο χιαστί με μια μπόλια άσπρη καθαρή με σπάθες λαδόπιτα, σε ένδειξη σεβασμού και ευγνωμοσύνης για τις πνευματικές υπηρεσίες που τόσο απλόχερα μας προσέφερε!

Και φαίνεται πως το χωριό μου δεν ήταν μόνο τυχερό με τον Χριστόδουλο Χαλικιά! Αρκετοί δάσκαλοι που πέρασαν μεταπολεμικά ήταν καταπληκτικοί, όπως ομολογούσαν παλιότεροι. Το περασμένο καλοκαίρι (2024), μου δόθηκε μια μοναδική ευκαιρία να μάθω για έναν εξ ίσου φοβερό και εκπληκτικό δάσκαλο στο Πινακοχώρι, που μάγευε το χωριό, τον Τσουκαλαδιώτη Χρήστο Ροντογιάννη! Πως; Πολλά παλιακά τα μαθαίνει, αν θέλει και το επιζητεί κανείς, άμα καθίσει για καφέ στο καφενείο ΤΟΥ ΚΑΛΟΓΙΑΝΟΥ στον Αϊ Μηνά! Μια συνήθεια που τηρώ χρόνια τα καλοκαίρια σε μια λαϊκή γωνιά για καφέ, που συναντάς και παλιούς Μπρανέλους και παλιούς Χωριάτες… Εφέτος το καλοκαίρι, λοιπόν, συνάντησα τον Γεράσιμο, αδερφό του Μάρκου, γνωστοί αυτοκινητιστές απ’ τους Τσουκαλάδες… Με αιφνιδίασε αρχικά, όταν μου είπε πως το 1949 πήγαινε Δημοτικό Σχολείο στο Πινακοχώρι!!! Ήταν δάσκαλος εκεί ο θείος του ο ανωτέρω Ροντογιάννης και τον είχε μαζί του!

«Θυμάμαι, μου είπε ο Μάκης, την λατρεία που είχαν στον θείο μου τον δάσκαλο στο χωριό σου και η τρομερή φιλοξενία, που μας έδιναν οι Πινακοχωρίτες! Έβλεπαν το δάσκαλο σαν θεό τους! Κάθε βράδυ μας καλούσε και άλλο σπίτι για δείπνο! Ποιόνε να πρωτοθυμηθώ για αυτή τη φιλοξενία, τον Θωμά που είχε μετά το φορτηγό, τον Γιάννη τον πατέρα του δάσκαλου του Νίκου του Λάζαρη που παντρεύτηκε την δασκάλα την Ελένη απ΄το χωριό μου, τον Γιώργη τον Θωματσά όπως τον λέγατε, τον Μήτσο τον Κυριελέησο που είχε και λιτροβιό στο χωριό σας; Φτωχική μεν γιατί τα χρόνια ήταν δύσκολα, μα, ήταν φοβερή φιλοξενία! Κοιμόμαστε, θυμάμαι, στο μικρό γραφείο που είναι στην είσοδο του σχολείου και κάθε απόγευμα Σάββατο πηγαίναμε στο χωριό μας στους Τσουκαλάδες με τα πόδια, για να πάρομε αλλαξές ρούχα για την εβδομάδα, πηγαίναμε απ’ τον Κάβαλο στο μονοπάτι του Καλαβρού μέχρι κάτω. Είναι το ίδιο μονοπάτι που χρησιμοποιούσατε οι Σφαξάνοι και ερχόσαστε στη Φανερωμένη με τα άλογα, που τα στολίζατε με τα ωραία καβαλοσκούτια! Και εγώ από χωριό είμαι, αλλά αυτή τη φιλοξενία που ζήσαμε στο χωριό σου το Πινακοχώρι δεν την έχω δει ποτέ μου…».

kontrata_pinakochoriou

Μία απ’ τις συνοικίες του Πινακοχωρίου στα κοντράτα! Τότε που οι γειτονιές έσφιζαν από ζωή!

Ο ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ, ΟΙ ΤΖΟΥΜΕΡΚΙΩΤΙΣΣΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΣΦΑΚΙΑ!

Να ανοίξω μια παρένθεση εδώ για να πλατιάσω πάνω στο θέμα ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΟΥ… Θυμάμαι, μικρό παιδί μου άρεσε φοβερά να βρίσκομαι τα βράδια στο γεμάτο από χωριανούς καφενείο «Του Τράμπα», γιατί ήθελα να ακούω τις συζητήσεις των μεγάλων για τα ξωμάχικα θέματα, τα οποία τώρα καταγράφω, για τα πολιτικά γεγονότα, για ότι ενδιέφερε, τελικά, μια μικρή κλειστή κοινωνία εκείνων των χρόνων, όπως ήταν το κάθε χωριό του νησιού μας. Εκεί στο καφενείο, λοιπόν, όταν βρισκόνταν στο Πινακοχώρι κάποιος ξένος που είχε νυχτώσει στο χωριό, κυρίως επαγγελματίας γυρολόγος έμπορος, τότε γινόνταν πραγματική μάχη ποιος θα τον πάρει στο σπίτι του για να φάει και να κοιμηθεί! «Κμπάρε σε περιμένω στο φτωχικό μου», ήταν η συνηθισμένη φράση στα χείλη πολλών χωριανών μου! Την θεωρούσαν ιερή υποχρέωσή τους τη φιλοξενία και φρόντιζαν να την τηρούν και στην πράξη! Προσωπικά θυμάμαι έναν φωτογράφο απ’ το Αγρίνιο, ο οποίος γυρνούσε στα χωριά της Λευκάδος και μάζευε τις μικρές φωτογραφίες απ’ τα σπίτια, τις οποίες μεγάλωνε και τις καδράριζε, ήταν, βλέπετε αυτή η ιερή συνήθεια των οικογενειών μας, να κρεμούν στο απλό σαλόνι του σπιτιού τους τις φωτογραφίες των προγόνων που έφυγαν, ή τις φωτογραφίες των παιδιών τους, ή τις νυφικές φωτογραφίες, κάτι σαν βιωματικοί πίνακες! Αυτός ο φωτογράφος, ευγενέστατος και καλόκαρδος, λοιπόν, γνώριζε πως όταν έφτανε στο Πινακοχώρι το βράδυ θα τον δέχονταν κάποιο σπίτι! Πολλές φορές είχε κοιμηθεί και στο δικό μας σπίτι, για να φεύγει το πρωί με χίλιες ευχαριστίες!

Θυμάμαι, επίσης, τις Βλάχισσες, τις γυναίκες απ’ τα Τζουμέρκα που ερχόνταν στο χωριό για να πουλήσουν τις περίφημες πολύχρωμες φλοκάτες τους, τις οποίες κουβαλούσαν στην πλάτη, με τα πόδια τους πολλές φορές ερχόνταν φορτωμένες απ’το Άκτιο, η περίφημη Ηπειρώτικη «Ζαλίγκα» στην πλάτη! Αυτές οι γυναίκες έφταναν κατ’ ευθείαν στην αυλή του σπιτιού μας, γιατί γνώριζαν πως η μάνα μου η Ξένη θα τις φιλοξενούσε! «Ήρταμαν κυρά Ξέν(η)», χαιρετούσαν την μάνα μου με την βαριά Βλάχικη λαλιά τους! Χρησιμοποιούσαν το σπίτι μας σαν ορμητήριο, αφού ξεφόρτωναν εκεί το εμπόρευμά τους και γυρνούσαν στο χωριό, αλλά και στα διπλανά χωριά για να πουλήσουν τις φλοκάτες στις μανάδες, που τις ήθελαν για προίκα των κοριτσιών τους! Έμεναν δυο μέρες στο σπίτι μας μέχρι να ξεπουλήσουν και το βράδυ ήθελαν πάντα να κοιμούνται στρωματσάδα, που τους έστρωνε η μάνα μου γύρω απ’ την γωνιά, την φωτιά στο μπουχαρί του σπιτιού που έκαιγε όλη τη νύχτα, αφού το συνήθιζαν και στα Τζουμέρκα να κοιμούνται γύρω απ’την φωτιά!

Mα, την τιμητική του είχε στο Πινακοχώρι, από πλευράς φιλοξενίας, ο γνωστός στους παλιούς Λευκαδίτες, ο Βρυώνης απ’το Μαραντοχώρι! Ήταν «Τσαμπάσης», εμπορεύονταν δηλαδή άλογα και μουλάρια, τα οποία έφερνε απ’ τις λακινιές (κοπάδια αλόγων) του Ξηρόμερου ή της Φιλιππιάδας και τα πουλούσε στους Λευκαδίτες χωρικούς, που τα χρησιμοποιούσαν στις γεωργικές τους δουλειές, αφού, αυτά τα χρόνια, το άλογο ήταν ότι πιο πολύτιμο αγαθό για κάθε σπίτι. Όταν νύχτωνε στους Σφακιώτες, ή γενικότερα στην Ορεινή Λευκάδα ο Βρυώνης με τα ζωντανά του, ήξερε πως θα πάει στο Πινακοχώρι να περάσει τη νύχτα του! Εδώ στο χωριό μου τον γνώριζαν και τους γνώριζε όλους με τα μικρά τους ονόματα, οπότε υπήρχε ξεσυνερισμός ποιος θα τον πάρει στο σπίτι του να κοιμηθεί! Μέχρι και άχυρο για τα ζώα του προμήθευαν οι χωριανοί μου!

vrionis_marantochori

Ο Βρυώνης ο Τσαμπάσης απ’ το Μαραντοχώρι!

Βλέποντας από εκείνα τα χρόνια αυτή την έφεση των χωριανών μου στην φιλοξενία, πολλές φορές αναρωτήθηκα από πού μπορεί να εκπηγάζει μια τέτοια Αρετή, διότι περί Αρετής πρόκειται. Μπόρεσα έτσι το 2010 να δώσω κάποια, κατά την ταπεινή γνώμη μου εξήγηση σε τούτο το φαινόμενο και να το αποδώσω στην Κρητική γονιδιακή κληρονομιά του χωριού μου, αφού, κατά την παράδοσή μας και τον μακραίωνο αυτοπροσδιορισμό μας φτάσαμε εδώ στη Λευκάδα περί το μέσον του 15ου αιώνα, απ’ τα Σφακιά της Κρήτης, και ειδικότερα το Πινακοχώρι είναι η Μητρόπολη του Σφακιανού στοιχείου, αφού κυριαρχούν εδώ τα δύο κορυφαία του επίθετα Γεωργάκης και Παπαδόπουλος!

Στα Σφακιά η φιλοξενία τους είναι εκπληκτική! Την βίωσα προσωπικά το 2010, όταν και τα επισκέφθηκα, μαζί με αντιπροσωπεία σαράντα ατόμων απ’ τον τέως Δήμο Σφακιωτών! Ήταν τότε το 2010 που είχε γίνει πανηγυρική ΑΔΕΛΦΟΠΟΙΗΣΗ Σφακίων και Σφακιωτών. Δεχθήκαμε στους Σφακιώτες αντιπροσωπεία σαράντα Σφακιανών, οπότε σε ανταπόδοση πήγε και δική μας ισάριθμη αντιπροσωπεία στα Σφακιά! Εκεί ζήσαμε μια Αβραμιαία φιλοξενία! Όταν καθίσαμε για φαγητό στον Ίμπρο, στη Χώρα των Σφακίων και στην Ανώπολη μείναμε έκπληκτοι με την πλειάδα και την ποσότητα των Σφακιανών φαγητών, που μας παρέθεσαν, αλλά και την φοβερή ανθρώπινη ζεστασιά με την οποία μας περιέβαλαν, γιατί πηγαία φιλοξενία δεν είναι μόνο το φαγητό και ο ύπνος που παρέχεις! Ήταν κάτι το εντυπωσιακό συνολικά! Μολογώ, από τότε, σύνολη την Σφακιανή φιλοξενία σε κάθε μου στιγμή!

sfakianoi_sfakiotes

Απ’ την μνημονευθείσα παραπάνω ΑΔΕΛΦΟΠΟΙΗΣΗ ΣΦΑΚΙΩΤΩΝ ΚΑΙ ΣΦΑΚΙΩΝ ΚΡΗΤΗΣ το 2010! Ομάδα Βρακοφόρων Σφακιανών στα Λαζαράτα με την σημαία της Ένωσής τους και τραγουδώντας Ριζίτικα τραγούδια στο δρόμο προς το Σχολικό Συγκρότημα Σφακιωτών, όπου έγιναν οι εκδηλώσεις!

ΜΑ ΤΟΣΗ IEΡΗ ΜΕΛΩΔΙΑ ΜΝΗΜΗΣ!

Και μετά το παραπάνω απάνθισμα μνήμης και φιλοξενίας επανερχόμαστε στο απαύγασμα των πλούσιων εθίμων και των παραδόσεων κατά τις Γιορτές του Δωδεκαημέρου. Παραμονή Πρωτοχρονιάς! Ένα χωριό ολόκληρο «στον αέρα», για την παρασκευή της Λαδόπιτας! Ένα χωριό να μοσχοβολά απ’ άκρη σε άκρη, απ’ το βρασμένο λάδι, με κορύφωση τη εξαίσια μυρωδιά απ’ την ψημένη πίττα στον φούρνο και τα ταψιά που επέστρεφαν στα σπίτια οι νοικοκυράδες! Γιορτή πραγματική! Τρεις – τρεις οι γυναίκες να φτιάχνουν την πίττα, να μετράνε με το νεροπότηρο το λάδι, τη ζάχαρη, το αλεύρι και κυρίως να ανακατεύουν το μίγμα τους μέσα στη μεγάλη τσέτζερη, με τον ξύλινο πλάστη, που απαιτούσε ειδική δύναμη για να μη κολλήσει το μίγμα! Η ευλογημένη η μάνα μου, έφτιαχνε μια Αϊβασιλιάτικη λαδόπιτα που γλείφαμε και τα δάχτυλά μας! Την έφτιαχνε με πεκιμέζι και ήταν ένα γλυκό απόλαυση! Ήταν, όπως θα λέγανε και οι σημερινοί «σεφάδες», με όλη της την υγρασία μέσα, όχι σαν τα σημερινά βιομηχανοποιημένα ξερακιανά ομοιώματα λαδόπιτας, που τα χτυπάς στον… τοίχο και γυρνάνε πίσω σαν τόπι! Γι’ αυτό, όπου και να την πίθωνε, είτε μέσα στο αρμάρι, ή στον κομό, ή στο φορτσέρι, ή στην καναβέτα, εμείς τα παιδιά την μυριζόμαστε από μακριά, όπως ο καρχαρίας το υποψήφιο θήραμά του, έτσι την εντοπίζαμε!!!

Ξέρεις, τώρα, να έρχεσαι απ’το γηπεδάκι απ΄την Λότζα, εκεί που κλωτσάγαμε το νάϋλον τοπάκι, που κερδίζαμε στις «τύχες», μέσα στα χώματα και στις πέτρες, ή απ’ το αλώνι του Σελινάκη, που στήναμε δυο καλάμια με ένα σχοινί στην κορυφή σαν… φιλέ και δήθεν παίζαμε βόλεϋ, ή απ’ το τρίγωνο του Μπουλούτα, που παίζαμε στο «βόλι» τα λίγα χρήματα που βγάζαμε απ’ τα Χριστουγεννιάτικα και Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, απ’ όλα τούτα τα παιγνίδια, εκεί στις διακοπές του Δωδεκαημέρου, που ξεχνούσαμε μαθήματα και σχολειό, να γυρνάς απ’ τα παιγνίδια πεινασμένος και να οσμίζεσαι σαν λαγωνικό μέσα στο σπίτι, μήπως εντοπίσεις την λαδόπιτα, μήπως έμεινε λίγο Ξτοκούλουρο με τις μαύρες σταφίδες, ή μήπως έμεινε κανένα κομμάτι απ’ τον σταυρό και τις μπαλούμπες που έφτιαχνε η μάνα μου για μας τα αγόρια και για τα κορίτσια, για να είμαστε προκομμένα και ολοχρονίς γερά!

lefkaditiki_ladipita

Η Λευκαδίτικη λαδόπιτα στο ταψί για τον φούρνο! Ήταν το επίσημο γλυκό της Λευκαδίτισσας νοικοκυράς, όχι μόνο σαν Αγιοβασιλιάτικη, αλλά και σε κάθε χαρά, κυρίως στους γάμους, όπου ήταν παρούσα και στους αρραβώνες και στο πλύσιμο των μαλλιών και στα καρφώματα και στα στέφανα!

Δωδεκαήμερο! Τι να πρωτοθυμηθείς, τι να νοσταλγήσεις και τι να αναπολήσεις. Βάλε την ανέμη του χρόνου να γυρίσει και άσφαλτα θα σε πάει εκεί που χαράζει η Πολιτεία του… ποτέ! Θα σε σεργιανίσει εκεί που έπεσε στα γόνατα ο χρόνος, να υποκληθεί στην δίψα μας για ζωή! Μια ζωή μαντρωμένη μέσα στον ελάχιστο ορίζοντα των Σταυρωτών και των Ακαρνανικών, μα έγνεφε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης!!! Ε, εσείς γωνιές του κόσμου, από εδώ ξεκίνησε ο Οδυσσέας τον πολυμήχανο ταξίδι του, από τούτη τη γωνιά φάνηκε το τεράστιο άστρο της Βηθλεέμ να ξεπηδάει μέσα απ’ το χαμόγελο του Σπύρου, του Κώστα, του Αντώνη, της Μαρίας, της Όλγας, της Αντιγόνης! Μας έπαιρνε ο φτερωτός Πήγασος και μας πήγαινε στην χώρα των Λοτοφάγων, μα πόσο γλυκείς να ήταν εκείνοι οι καρποί, πιο γλυκείς να ήταν, απ’ την λαδόπιτα της Ξένης; Η τρυφερή της γλύκα με κάνει να ξεχάσω την σημερινή μου πατρίδα, τα εδάφη της ενηλικίωσης και μόνο να θυμάμαι… Σε θυμάμαι Μάνα στο σκαφίδι την παραμονή των Χριστουγέννων, με την τσίπα στενά δεμένη στο κεφάλι, ξεμπράτσωτη, αλέγρα, κατακόκκινη σαν την φωτιά, με το φουστάνι δεμένο πίσω κούδα, να ζυμώνεις το Ξτοκούλουρο για την ημέρα των Χριστουγέννων και να μας φτιάχνεις τους σταυρούς για τα αγόρια και τις μπαλούμπες για τα κορίτσια.

-Βάλε μου πολλές σταφίδες, μάνα, μέσα στον δικό μου τον σταυρό, μου αρέσουν τόσο μέσα στο ψωμί..

«Δε με δ(ι)κάνε οι σταφίδες, θέλω να φτιάξω τόσα πράγματα για όλους σας».

-Θα πάω εγώ στην θειά – Κωσταντία να σου αγοράσω. Έβγαλα δέκα δραχμές με τα κάλαντα!!!

Μ’ ένα γρήγορο σκλημίδι στο καντούνι βρισκόμουν στο μπακαλικάκι της θειά – Κωσταντίας του Τσαμπαρή, «Βενιζέλο» την λέγαμε, μ’ εκείνα τα στρογγυλά γυαλιά, που πάσχιζε, κοιτώντας πάνω από δαύτα, να βρει το κιβωτιάκι, που τόχε καταχωνιασμένο, με τις μαύρες σταφίδες… Σε θυμάμαι Μάνα, ανήμερα των Χριστουγέννων, στο μέσον του σπιτιού! Ποδήρης χιτώνας το γιορτινό σου καφέ φόρεμα, που είχες για όλες τις χαρούμενες στιγμές στο σπίτι και στην μικρή κοινωνία του χωριού σαν ιέρεια της Δήμητρας Γης μας, ασάλευτη ευθυτενής Καρυάτιδα, παρά τον κάματο και τον αδιάκοπο κόπο καθημερινά, ακτίνα φωτός για έξι παιδιά, που σε λατρεύαμε όλοι με ένα ιδιαίτερο μυστικό μα τόσο μανικό έρωτα, τον οποίο εισέπραττες και ήσουν απέραντα ευτυχισμένη! Σε θυμάμαι την παραμονή των Χριστουγέννων να τηρείς πιστά και ευλαβικά το έθιμο, την παράδοση της νηστείας, με τις κοκκινιστές βρασμένες σουπιές, το κουνουπίδι για σαλάτα και τα μηλοπορτόκαλα στο τραπέζι! Σε θυμάμαι να ετοιμάζεις τα πάντα στο μεσημεριανό Χριστουγεννιάτικο γιορταστικό τραπέζι, με κύριο φαγητό την αυγοκομένη μανέστρα με τον κοκοτό! Να μη λείψει τίποτα από όσα φτωχικά φρόντιζες απ’ τις παραμονές να υπάρχουν στο τραπέζι…

«Καθίστε όλοι στο τραπέζι, ξεκινούσες πρώτη. Έλα προγιαστέ να σταυρώσεις και να κόψεις το Ξτοκούλουρο, τόβαλα πάνω στο μαστραπά με το κρασί. Ακουμπήστε το όλοι. ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ. ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΝΑΜΑΣΤΕ ΚΑΛΑ.»

christokoulouro

Το Λευκαδίτικο Ξτοκούλουρο τόσο ωραία φιλοτεχνημένο! Με πόση περηφάνια το κρατά η Λευκαδιτοπούλα! (Φωτο Fritz Berger)

Σε θυμάμαι πάντα Μάνα με την αγωνία και την προτροπή να μάθω γράμματα, να πάω σχολείο, να γίνω κάτι στη ζωή και να ξεφύγω, όπως μου έλεγες τακτικότατα απ’ την μιζέρια και τη φτώχεια… Και τι δεν έκανες για τούτη μου την προοπτική… Θυμάμαι τόσα πολλά δικά σου δωρήματα… Να μου φέρνεις την παραμονή της Πρωτοχρονιάς τις κ(ου)τσούνες απ’ την Μαντόνα, για να βγω θαμπά την Πρωτοχρονιά να τις πάω για γούρι στα συγγενικά σπίτια. Σε θυμάμαι την παραμονή των Φώτων, να σηκώνεσαι νωρίς και να ρίχνεις την στάχτη της βραδινής φωτιάς στα τέσσερα τσούπια του σπιτιού, για να φύγουν, όπως έλεγες, τα παγανά… Σε θυμάμαι, σαν σε όνειρο, την επομένη των Φώτων να σηκώνεσαι για τις ελιές και πριν φύγεις για το ξεμόνιο να μου ψιθυρίζεις γλυκά στ’ αυτί τη μόνιμή σου προτροπή να μάθω γράμματα:

«Σου έχω έτοιμο το πιάτο με πέντε φελιά πίτα για το δάσκαλο! Το έδεσα σταυρωτά με μια καθαρή μπόλια. Και όπως είπαμε, όμορφα – όμορφα στο σχολειό. Να τον ακούς τον δάσκαλο, να μάθεις γράμματα, να μη γίνεις σαν και μένα τυραγνισμένη ψυχή…»

Στο πέρας των Γιορτών του Δωδεκαημέρου, την παραμονή των Φώτων ο παπάς του χωριού γυρνάει στα σπίτια και τα αγιάζει, για να φύγουν τα παγανά! Μια εξαίσια εικόνα αυτών των άλλων εποχών, τότε που ο ορίζοντάς μας περιορίζονταν στην μικρή κοινωνία του χωριού μας, που τόσο πιστά τηρούσε τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα!

papas_pagana

Στο πέρας των Γιορτών του Δωδεκαημέρου, την παραμονή των Φώτων ο παπάς του χωριού γυρνάει στα σπίτια και τα αγιάζει, για να φύγουν τα παγανά! Μια εξαίσια εικόνα αυτών των άλλων εποχών, τότε που ο ορίζοντάς μας περιορίζονταν στην μικρή κοινωνία του χωριού μας, που τόσο πιστά τηρούσε τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα!



Αφήστε το σχόλιό σας

XHTML: You can use these html tags: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>